ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 10 Οχτώβρη 2004
Σελ. /32
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Μεγάλωσε η ανισοκατανομή του πλούτου

Σε κάθε 100 ευρώ νεοπαραγόμενου πλούτου, τα 42 ευρώ μετατρέπονταν σε κέρδη που κατέληγαν στις τσέπες των επιχειρηματιών και μόλις 27 ευρώ σε μισθούς-συντάξεις που μοιράζονταν μεταξύ τους τα εκατομμύρια μισθωτών και συνταξιούχων

Πολύς θόρυβος έγινε τελευταία σχετικά με τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης που παρουσιάζει η ελληνική οικονομία την τελευταία δεκαετία, την οποία ορισμένοι ταυτίζουν - σκόπιμα - με την ανάπτυξη του βιοτικού επίπεδου ΟΛΩΝ των Ελλήνων. Δηλαδή, τόσο η απελθούσα κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ όσο και η σημερινή κυβέρνηση της ΝΔ - με τους κάθε είδους υποστηρικτές της πολιτικής τους - προσπαθούν να μας πείσουν πως τα οφέλη της ανάπτυξης είναι για το σύνολο του ελληνικού λαού και όχι μόνο για λίγους.

Σ' αυτό συνηγορούν και τα εξής: Το ΠΑΣΟΚ πήγε στις εθνικές εκλογές της 7ης του Μάρτη με σημαία το «γερό χαρτί της οικονομίας» και επίκεντρο τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης που έκαναν την Ελλάδα «ισχυρότερη», ελπίζοντας ότι θα κερδίσει τις εκλογές, αλλά τις έχασε και βρέθηκε στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Επίσης, η ΝΔ κέρδισε τις εκλογές υποσχόμενη να λύσει τα προβλήματα της καθημερινότητας και να βελτιώσει το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων και των οικονομικά ανίσχυρων, τόσο με το «νοικοκύρεμα» της οικονομίας όσο και με την εξασφάλιση υψηλότερων ρυθμών ανάπτυξης.

Ανεξάρτητα από τη φραστική αντιπαράθεση των δύο μεγάλων κομμάτων, με επίκεντρο τα αποτελέσματα της περιβόητης «δημοσιονομικής απογραφής», κανείς δεν αμφισβητεί πως την τελευταία δεκαετία η ελληνική οικονομία σημείωσε, πράγματι, πολύ υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης. Οπως δεν αμφισβητείται και η καλή πρόθεση της κυβέρνησης της ΝΔ να διατηρήσει και να ενισχύσει - αν είναι δυνατό - τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης.

Το ζητούμενο, βέβαια, είναι το εξής: Πώς εκφράστηκαν στην πράξη οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας και ποιοι ήταν οι μεγάλοι κερδισμένοι από τη μεγάλη αύξηση του εγχώριου πλούτου;

Απάντηση στο παραπάνω ερώτημα μάς δίνει η αποκρυπτογράφηση των επίσημων στοιχείων για την κατανομή της πίτας του ΑΕΠ. Και τα στοιχεία αυτά μας πληροφορούν πως στην τελευταία δεκαετία παράλληλα με το μεγάλωμα της πίτας του ΑΕΠ μεγάλωσε και η ανισοκατανομή του πλούτου, σε βάρος των εργαζομένων και των πλατιών λαϊκών στρωμάτων, ενώ παραμένει ο βραχνάς των υψηλών ελλειμμάτων και του δημόσιου χρέους.

Αδιάψευστος μάρτυρας τα αναλυτικά στοιχεία που παραθέτουμε και δείχνουν την εξέλιξη του εγχώριου πλούτου (ΑΕΠ), του «λειτουργικού πλεονάσματος» (έτσι βαφτίζουν τα κέρδη των επιχειρήσεων) και των «αμοιβών εξαρτημένης εργασίας» (δηλαδή των εισοδημάτων για μισθούς και ημερομίσθια).

Σύμφωνα, λοιπόν, με τα στοιχεία αυτά, σε κάθε 100 ευρώ που αυξανόταν ο πλούτος της Ελλάδας (από τους εργαζόμενους που είναι και οι μόνοι παραγωγοί του πλούτου):

  • Τα 42 ευρώ κατέληγαν με τη μορφή κερδών στα θησαυροφυλάκια των επιχειρήσεων (που τα μοίραζαν μεταξύ τους οι λίγοι μεγαλοεπιχειρηματίες και οι κάθε είδους υπηρέτες τους)
  • Μόλις 27 ευρώ περίσσευαν για να μοιραστούν μεταξύ τους τα εκατομμύρια των εργαζομένων.

Μια δεύτερη πηγή, που μας αποκαλύπτει τους κερδισμένους και χαμένους από τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, είναι από τη μια οι προκλητικοί ρυθμοί αύξησης των κερδών των μεγάλων επιχειρήσεων (όπως αποτυπώνονται στους ισολογισμούς τους) και από την άλλη η σύνθλιψη της αγοραστικής δύναμης των μισθών, των συντάξεων και γενικότερα των λαϊκών εισοδημάτων, που αυξάνονται γύρω και κάτω από τον άξονα του πληθωρισμού.

Από τα παραπάνω είναι σαφές πως οι μεγάλοι κερδισμένοι από το συγκεκριμένο μοντέλο ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας ήταν - και παραμένουν - οι μεγαλοεπιχειρηματίες από τα παλιά και νέα «τζάκια», που θησαυρίζουν σε βάρος του λαού.

Με τη γλώσσα των αριθμών

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της ΕΣΥΕ, τα τελευταία δέκα χρόνια η ελληνική οικονομία αναπτύσσεται με ρυθμούς γύρω στο 4%. Ρυθμός, ο οποίος είναι αρκετά υψηλότερος από το μέσο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Αποτέλεσμα των υψηλών ρυθμών ανάπτυξης ήταν το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) να αυξηθεί από το 1995 μέχρι και το 2002 κατά 61,2 δισεκατομμύρια ευρώ, ήτοι περίπου 21 τρισεκατομμύρια δραχμές. Από 79,927 εκατ. ευρώ που ήταν το ΑΕΠ το 1995 έφτασε το 2002 στο ποσό των 141,132 εκατ. ευρώ (αύξηση 76,6%).

Η αξιόλογη αύξηση του ΑΕΠ - που οδήγησε την Ελλάδα στην 25η θέση των πλουσιότερων χωρών του κόσμου - δε σημαίνει ότι έγιναν αυτόματα πλουσιότεροι ΟΛΟΙ οι Ελληνες, όπως υποστήριζε μέχρι τις 7 του Μάρτη το ΠΑΣΟΚ. Τη μερίδα του λέοντος από την αύξηση του ΑΕΠ την καρπώθηκε ένα μικρό ποσοστό του ελληνικού λαού, μερικές χιλιάδες μεγαλοεπιχειρηματίες (από τα παλιά και νέα «τζάκια») και ο περίγυρός τους. Αυτή η μικρή μειοψηφία καρπώθηκε το πολύ μεγάλο μέρος του νεοπαραγόμενου πλούτου, αφήνοντας κάποια «ψίχουλα» για αυξήσεις μισθών (με τις εισοδηματικές πολιτικές λιτότητας) στους εργαζόμενους και γενικότερα στους ανθρώπους του μόχθου και της δουλιάς.


Η μοιρασιά της πίτας του ΑΕΠ

Διαβάζοντας κανείς πιο προσεκτικά το πώς μοιράστηκε το κομμάτι της νέας πίτας του ΑΕΠ, θα διαπιστώσει πως οι «κηφήνες» τρώνε με κουτάλες (τον νεοπαραγόμενο πλούτο), ενώ οι πραγματικοί παραγωγοί του εγχώριου πλούτου με ...κουταλάκια ή ακόμη και με τρύπια κουτάλια! Στους πρώτους ανήκουν οι μεγαλοεπιχειρηματίες, μαζί με τους κάθε είδους υπηρέτες τους και στους δεύτερους οι εργαζόμενοι (μισθωτοί - συνταξιούχοι, αυτοαπασχολούμενοι ΕΒΕ κλπ.).

Αδιάψευστος μάρτυρας το γεγονός ότι από τα 61,2 δισ. ευρώ (76,6%) που αυξήθηκε το ΑΕΠ στην περίοδο 1995 - 2002:

  • Οι «αμοιβές εξαρτημένης εργασίας» (σ.σ. μισθοί - ημερομίσθια και συντάξεις) αυξήθηκαν κατά 80,39% ή 20,72 δισ. ευρώ (7,1 τρισ. δραχμές). Το ποσό αυτό, από την αύξηση του ΑΕΠ (δηλαδή του πλούτου της χώρας), το μοιράστηκαν τα περίπου 4 εκατομμύρια απασχολούμενοι με εξαρτημένη εργασία (μισθωτοί και ημερομίσθιοι) με τις οικογένειές τους μαζί με τα περίπου 2.000.000 συνταξιούχων. Το ποσοστό αύξησης των αμοιβών (80,39%) είναι μικρότερο, αν παρθεί υπόψη το γεγονός ότι από το 1995 μέχρι το 2002 οι απασχολούμενοι με εξαρτημένη εργασία αυξήθηκαν, επίσημα, κατά περίπου 100.000.
  • Το «ακαθάριστο λειτουργικό πλεόνασμα» (τα κέρδη των διάφορων επιχειρήσεων και άλλα εισοδήματα, όπως ενοίκια, τόκοι, μερίσματα κλπ.) αυξήθηκε κατά 82,8%ή 31,34 δισ. ευρώ (κοντά στα 11 τρισ. δραχμές). Το ποσό αυτό, που είναι κατά πολύ μεγαλύτερο από το ποσό της αύξησης των αμοιβών εξαρτημένης εργασίας, το μοιράστηκαν μεταξύ τους μερικές δεκάδες χιλιάδες μικροί και μεγάλοι επιχειρηματίες και άλλοι εισοδηματίες με τις οικογένειες και τους κάθε είδους παρατρεχάμενούς τους. Ομως, η μερίδα του λέοντος των κερδών κατέληξε στα θησαυροφυλάκια των μεγάλων επιχειρήσεων. Αυτό το βεβαιώνουν και οι ισολογισμοί που εμφανίζουν για τις μεγάλες επιχειρήσεις τριψήφιο ή και τετραψήφιο ποσοστό αύξησης κερδών, ενώ για την πλειοψηφία των μικρών επιχειρήσεων τα κέρδη είτε αυξήθηκαν ελάχιστα είτε παρέμειναν στάσιμα, ενώ σε πολλές μειώθηκαν.

Με δεδομένο ότι το 2003 και 2004 συνεχίστηκε η εφαρμογή της ίδιας πολιτικής (που φροντίζει για τη σταθεροποίηση και ανάκαμψη των κερδών με τη σύνθλιψη της αγοραστικής δύναμης των μισθών - συντάξεων και εν γένει των λαϊκών εισοδημάτων), μπορούμε να ρισκάρουμε την πρόβλεψη (καθώς δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία) ότι η κατάσταση δεν έχει αλλάξει καθόλου. Δεν αποκλείεται, μάλιστα, να μεγάλωσε το μερίδιο των κερδών στο ΑΕΠ, γεγονός που - αν επιβεβαιωθεί - θα σημαίνει ότι ενισχύθηκε και η σχετική φτώχεια.

Αυτή είναι η πικρή αλήθεια, με τη γλώσσα των αριθμών, σχετικά με το μεγάλωμα της πίτας του ΑΕΠ και του εγχώριου πλούτου, που υποτίθεται πως έκανε πλουσιότερους ΟΛΟΥΣ τους Ελληνες. Είναι δε βέβαιο, πως τα ίδια αποτελέσματα θα έχει και η πολιτική της ΝΔ, καθώς επιδιώκει τη διατήρηση των υψηλών ρυθμών ανάπτυξης, με μέτρα και πολιτικές που επιβραβεύουν τους κηφήνες και τιμωρούν τους πραγματικούς παραγωγούς του πλούτου. Δηλαδή τους εργαζόμενους και τους απόμαχους της δουλιάς. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, οι εργαζόμενοι έχουν κάθε λόγο να συντονίσουν το μέτωπο πάλης τους με τα ευρύτερα λαϊκά στρώματα, για την ανατροπή του συγκεκριμένου - εισαγόμενου από τις Βρυξέλλες - μοντέλου οικονομικής πολιτικής, το οποίο παράγει και αναπαράγει τα αδιέξοδα και εντείνει την κοινωνική ανισότητα.


Λάμπρος ΤΟΚΑΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ