ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τρίτη 4 Απρίλη 2000
Σελ. /32
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Η λιτότητα παράγει κέρδη και υπερκέρδη

Πάνω από 220% ή 1,3 τρισεκατομμύρια δραχμές αυξήθηκαν το 1999 τα κέρδη των κρατικών και ιδιωτικών τραπεζών, επιβαιώνοντας έτσι τους τοκογλυφικούς όρους δανεισμού. Την ίδια χρονιά, οι χρηματοοικονομικές εταιρίες αύξησαν τα κέρδη τους μέχρι και 4.197,6%

 

Οι τράπεζες και οι χρηματοοικονομικές εταιρίες, ανήκουν στον κατάλογο των μεγάλων κερδισμένων που συνέχισαν και το 1999 να θησαυρίζουν σε βάρος του λαού και των πλατιών λαϊκών στρωμάτων, χάρη στην αντιλαϊκή οικονομική πολιτική της κυβέρνησης Σημίτη. Η... κοινωνική πολιτική, για την οποία τόσο πολύ περηφανεύεται η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, αποτυπώνεται στην αύξηση κατά 220,3% που εμφανίζουν για το 1999 τα καθαρά προ φόρων κέρδη 66 εταιρίες του χρηματοοικονομικού τομέα (12 τράπεζες ή όμιλοι τραπεζών και 54 άλλες εταιρίες που παρέχουν χρηματιστηριακές, επενδυτικές και άλλες υπηρεσίες).

Και επειδή τα πολλά λόγια, σχετικά με την ουσία και το περιεχόμενο της οικονομικής πολιτικής του Μάαστριχτ και της ΟΝΕ - που με τόση συνέπεια εφαρμόζει το κυβερνών κόμμα με τη στήριξη ή έστω τη σιωπηρή ανοχή της ΝΔ - είναι φτώχεια, ο «Ρ» επεξεργάστηκε και δημοσιεύσει σήμερα, το σχετικό κατάλογο με την εξέλιξη των κερδών αυτών των 66 επιχειρήσεων το 1998 και το 1999. Ο κατάλογος μας πληροφορεί πως οι 66 εταιρίες αύξησαν τα συνολικά τους, καθαρά προ φόρων, κέρδη κατά 220,3% ή κατά 1,3 τρισεκατομμύρια δραχμές περίπου και, χάρη στην... «κοινωνική πολιτική» της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, εκτινάχτηκαν στο ποσό- ρεκόρ των 1.913.642,8 εκατ. δραχμών, από 597.460,7 εκατ. δραχμές που ήταν το 1998.

Από τον ίδια πίνακα προκύπτει - μεταξύ άλλων - και ότι:

Πρώτον, οι δύο μεγαλύτερες ελληνικές τράπεζες (η Εθνική και η Πίστεως) ενίσχυσαν το μερίδιό τους στην τραπεζική αγορά με ό,τι αυτό συνεπάγεται (και για την αγορά και συνολικά για την ελληνική οικονομία) και ήδη μοιράζονται μεταξύ τους σχεδόν το 50% των συνολικών κερδών των τραπεζών. Συγκεκριμένα, οι τραπεζικοί όμιλοι της Εθνικής και Πίστεως, υπερτριπλασίασαν πέρσι τα καθαρά προ φόρων κέρδη τους συγκριτικά με το 1998, αφού από 212,6 δισ. δραχμές που ήταν το 1998 τα κέρδη τους αυξήθηκαν κατά 218% ή κατά 460,5 δισ. δραχμές! Ετσι, το 1999, μοιράστηκαν μεταξύ τους το 49% του συνόλου του τραπεζικών κερδών, έναντι 47,2% το 1998.

Δεύτερον, από τις 66 εταιρίες του πίνακα, οι 65 εμφανίζουν ονομαστική αύξηση κερδών πάνω από τον επίσημο πληθωρισμό. Με εξαίρεση την ALPHA LEASING (η μόνη που εμφανίζει μείωση κερδών κατά 99,2%) οι υπόλοιπες 65 εταιρίες του πίνακα, αύξησαν τα κέρδη τους σε ποσοστά που κυμάνθηκαν από 3,4% μέχρι και... 4.197,6%!

Τρίτον, τη μερίδα του λέοντος από την αύξηση των κερδών (κατά 1.316.182,1 εκατ. δραχμές) που εμφανίζουν το 1999 συγκριτικά με το 1998, οι 66 εταιρίες του πίνακα, την καρπώθηκαν οι 5 μεγαλύτεροι τραπεζικοί όμιλοι. Συγκεκριμένα, οι τραπεζικοί όμιλοι Εθνικής, Εμπορικής, ALPHA Πίστεως, Εργασίας και EUROBANK (οι δύο τελευταίες είναι συμφερόντων Λάτση), μοιράστηκαν πέρσι μεταξύ τους, συγκριτικά με το 1998, επιπλέον κέρδη συνολικού ύψους 768.227,1 δισ. δραχμών, που αντιπροσωπεύουν το 58,4% της αύξησης των συνολικών κερδών των 66 εταιριών του πίνακα.

Ο σημερινός πίνακας - που αποτελεί αναλυτικότερη παρουσίαση του καταλόγου με τα κέρδη των μεγάλων εμποροβιομηχανικών, τραπεζικών και άλλων επιχειρήσεων για το 1999, τον οποίο δημοσίευσε την περασμένη Κυριακή ο «Ρ»:

  • επιβεβαιώνει με το δικό του τρόπο τη λαϊκή παροιμία ότι «τα λεφτά πάνε στα λεφτά».
  • αποκαλύπτει τους μεγάλους κερδισμένους και τους μεγάλους χαμένους από την αντιλαϊκή πολιτική της μονόπλευρης λιτότητας την οποία εφαρμόζει η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ.
  • δικαιώνει το «Ρ» και όσους προειδοποιούσαν, πως η απελευθέρωση του τραπεζικού συστήματος, θα ωφελήσει τους μεγαλοεπιχειρηματίες (στους οποίους οι τραπεζίτες προσφέρουν φτηνά δάνεια και πληρώνουν αυξημένα επιτόκια για τις καταθέσεις τους) και θα ζημιώσει τους εργαζόμενους και τους οικονομικά αδύνατους (στους οποίους οι τράπεζες συνέχισαν να χορηγούν δάνεια με δυσβάσταχτους και τοκογλυφικούς όρους, όπως τα υψηλά επιτόκια, τα «πανωτόκια» κλπ).
Υπάρχει εξήγηση

Πολύ, ίσως, θα δυσκολεύονται να πιστέψουν, ότι είναι δυνατόν οι τράπεζες να καταγράφουν τέτοια προκλητικά ποσοστά αύξησης των κερδών και υπερκερδών, που σε ακραίες περιπτώσεις αγγίζουν ή και ξεπερνούν και το 4.000% θα θυμίσουμε ότι - ελέω της πολιτικής που εφαρμόζει η κυβέρνηση Σημίτη - οι τραπεζίτες:

Πρώτον, χρεώνουν ασύδοτοι - αξιοποιώντας στο έπακρο το απελευθερωμένο τραπεζικό σύστημα - υψηλά επιτόκια, πολλαπλάσια (διπλάσια, τριπλάσια μέχρι και εφταπλάσια του πληθωρισμού) στους εργαζόμενους και γενικότερα στα πλατιά λαϊκά στρώματα.

Δεύτερον, αξιοποιούν κερδοσκοπικά τις οικονομικές δυσκολίες που προκαλεί η πολύχρονη λιτότητα σε όσους δυσκολεύονται να ξοφλήσουν κάποιο τραπεζικό δάνεια, φεσώνοντάς τους με τα γνωστά «πανωτόκια».

Τρίτον, ξοδεύουν εκατοντάδες εκατομμύρια δραχμές κάθε χρόνο, για να διαφημίσουν τα διάφορα καταναλωτικά δάνεια που προσφέρουν με τοκογλυφικούς όρους. Αρπάζοντας την «πάσα» που τους προσφέρει η αντιλαϊκή οικονομική πολιτική της κυβέρνησης (κάθε χρόνο αυξάνει ο αριθμός των ανέργων, των ξεκληρισμένων αγροτών κλπ και άρα μεγαλώνει ο αριθμός των εργαζόμενων νοικοκυριών που δυσκολεύεται να τα «φέρει βόλτα»), οι τραπεζίτες εμφανίζονται σαν... καλοί Σαμαρείτες. Στα πλαίσια αυτά, οι τραπεζίτες δηλώνουν πρόθυμοι να προσφέρουν «εορτοδάνεια», δάνεια για «διακοπές», για αγορά οικιακού εξοπλισμού και άλλες ανάγκες, με επιτόκια που αρχίζουν από 16% και ξεπερνούν το 20%. Πρόκειται για καθαρά τοκογλυφικά επιτόκια, δεδομένου ότι είναι από 5 μέχρι και 8 φορές μεγαλύτερα του πληθωρισμού, ο οποίος το τελευταίο δωδεκάμηνο τρέχει με ρυθμό μεταξύ 2% και 3%. Πολλαπλάσια του πληθωρισμού, είναι και τα επιτόκια των στεγαστικών, αγροτικών και βιοτεχνικών δανείων, σε αντίθεση με τα «προνομιακά» επιτόκια που απολαμβάνουν οι μεγαλοεπιχειρηματίες.

Το «κοινωνικό πρόσωπο» της κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ και η «κοινωνική ευαισθησία» των τραπεζιτών, φάνηκε σε όλο του το μεγαλείο, το τελευταίο δωδεκάμηνο με τον τρόπο που αντιμετώπισαν η κυβέρνηση και οι τράπεζες το θέμα των «πανωτοκίων». Αν είχε απομείνει ίχνος «κοινωνικής ευαισθησίας» στην κυβέρνηση θα μπορούσε να υποχρεώσει τους τραπεζίτες, να μειώσουν δραστικά τα τραπεζικά επιτόκια, να είναι ουσιαστική η ρύθμιση για τα πανωτόκια, περιορίζονται τα κέρδη τους τα οποία, όπως προαναφέρθηκε αυξήθηκαν το 1999 κατά 205,2% ή κατά 924,3 δισ. δραχμές!

Το γεγονός ότι η κυβέρνηση άφησε άθικτα τα κέρδη και τα υπερκέρδη των τραπεζιτών και των εκλεκτών του τραπεζικού συστήματος, αποτελεί σαφές δείγμα γραφής ότι η «ισχυρή οικονομία» την οποία επιδιώκει η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, είναι μια οικονομία που έκανε και συνεχίζει να κάνει όλο και πιο ισχυρούς τους μεγαλοεπιχειρηματίες και πλούσιους και όλο πιο ανίσχυρους τους οικονομικά αδύνατους.


Λ. Τ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ