ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Παρασκευή 2 Νοέμβρη 2012
Σελ. /32
Στον αστερισμό του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης…

Στη Θεσσαλονίκη ανοίγει σήμερα τις πύλες του το 53ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, ενώ στις αίθουσες της Αθήνας φιλοξενούνται από χτες επτά καινούριες ταινίες και μια σπουδαία επανέκδοση!

Μεταξύ των ταινιών που είχαν πρεμιέρα χτες η ελληνική και πολυβραβευμένη «Η ΠΟΛΗ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ» σε σκηνοθεσία και σενάριο του Γιώργου Γκικαπέππα (δεν την είδαμε γιατί δεν έγινε δημοσιογραφική προβολή). Το φιλμ ξετυλίγεται μέσα από τέσσερις περιπτώσεις εγκυμοσύνης, υπαρκτές αλλά ανεπιθύμητες ή επιθυμητές αλλά ανύπαρκτες. Τέσσερις ερωτικές ιστορίες που εξελίσσονται παράλληλα, οι σχέσεις τεσσάρων ζευγαριών μέσα στην οικονομική κρίση μιας εποχής που νοσεί και επηρεάζει φανερά ή υπόγεια τις σχέσεις των ανθρώπων και τις συμπεριφορές τους. Παραγωγή του 2012.

Πρεμιέρα και για την αμερικανική παραγωγή «THE DINOSAUR PROJECT» - κάτι ανάμεσα σε «JURASSIC PARK» και «CLOVERFIELD», διαφορετικής όμως προσέγγισης. Είναι ένα θρίλερ, για όλη την οικογένεια, με περιπέτεια που καθηλώνει και εντυπωσιακά οπτικά εφέ. Αναφέρεται στην ύπαρξη όντων... δεινοσαύρων ...που θεωρούνταν εξαφανισμένα εδώ και εκατομμύρια χρόνια.

Μια εξερευνητική αποστολή, αποτελούμενη από επιστήμονες και τηλεοπτικό συνεργείο εξοπλισμένο με κάμερες τελευταίας τεχνολογίας, ξεκινά για τα βάθη της ζούγκλας του Κονγκό, να εντοπίσει ένα μυθικό τέρας που θεωρείται ότι κατάγεται από τους δεινόσαυρους. Η αποστολή δε θα ολοκληρώσει ποτέ το έργο της μια που το ελικόπτερο στο οποίο επιβαίνουν οι συμμετέχοντες θα συντριβεί στα άβατα της κονγκολέζικης ζούγκλας. Κάποιοι ψαράδες, μετά το δυστύχημα, βρίσκουν στο ποτάμι ένα σακίδιο γεμάτο βιντεοσκοπημένο υλικό που αφηγείται την ιστορία της εξαφάνισης της αποστολής. Η σκηνοθεσία είναι του Σιντ Μπένετ και παίζουν οι Ματ Κέιν, Νατάσα Λόρινγκ, Πίτερ Μπρουκ κ.ά.

Θα θέλαμε να σημειώσουμε ότι το ντοκιμαντέρ «Η ΤΕΧΝΗ ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ» έκανε πρεμιέρα χτες και όχι την περασμένη βδομάδα, όπως εσφαλμένα γράψαμε... Η σκηνοθεσία της αμερικανο-βρετανικής αυτής συμπαραγωγής του 2010 είναι του ανατρεπτικού εκφραστή της «street art», Μπανσκί. Στο ντοκιμαντέρ φιλοξενείται η αφρόκρεμα των ζωγράφων του δρόμου επί το έργον... της αποδόμησης της αστικής μιζέριας, περιγράφοντας την πιο αστεία εκδοχή της καλλιτεχνικής καθημερινότητας...

Τέλος, η απαραίτητη οικογενειακή ταινία της βδομάδας. «ΤΙΝΚΕΡΜΠΕΛ: ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ ΤΩΝ ΝΕΡΑΪΔΟΦΤΕΡΩΝ», ο τίτλος της αμερικανικής παραγωγής κινουμένων σχεδίων σε 3D. Εχει νεράιδες καλές (ξανθές και γαλανομάτες) και λιγότερο καλές (σκουρόχρωμες) που αναρωτιούνται πώς να 'ναι στο χειμωνιάτικο δάσος κι αν τα λεπτά τους φτερά θα άντεχαν στην παγωνιά... με ελληνική μεταγλώττιση.


ΚΡΙΤΙΚΗ:
Τζία ΓΙΟΒΑΝΗ

ΟΡΣΟΝ ΓΟΥΕΛΣ
Ο άγνωστος

«Ο Καρλ Μαρξ δεν ήταν Γερμανός αλλά ήταν ένας Εβραίος...». Τη φράση εκστομίζει ο δάσκαλος Τσαρλς Ράνκιν, σε φιλικό δείπνο. Αυτή όμως η φράση συνιστά το κλειδί στην αποκάλυψη της πραγματικής ταυτότητας του καταζητούμενου ναζί εγκληματία πολέμου Φραντς Κίντλερ, που είναι γνωστό ότι κρύβεται κάπου στην Αμερική! Οι ιστορικοί του κινηματογράφου συγκλίνουν στο ότι η συγκεκριμένη ταινία αποτελεί «λυπηρό υβρίδιο» στη σκηνοθετική καριέρα του Γουέλς.

Με τη διαπίστωση συμφωνεί ο ίδιος ο Γουέλς απολύτως, ωστόσο προσπαθεί να δικαιολογήσει το γεγονός ρίχνοντας φως στις δικές του αρχικές προθέσεις που στην πορεία κονιορτοποιήθηκαν από τις ασφυκτικές πιέσεις της τότε νεοσυσταθείσας εταιρείας παραγωγής «International Pictures» και του παραγωγού Σαμ Σπίγκελ: «Εννοείται ότι από ένα σημείο κι έπειτα δεν περίμενα να έχω τον έλεγχο του μοντάζ, με τον Σπίγκελ παραγωγό που, μάλιστα, έκοψε ολοσχερώς το καλύτερο κομμάτι της ταινίας, κάποιες μπομπίνες με υλικό που διαδραματιζόταν σε χώρα της Νότιας Αμερικής».

Εν ολίγοις ο Γουέλς επέστρεψε το 1945 στους κόλπους της χολιγουντιανής βιομηχανίας για να μην απομονωθεί περισσότερο από τους παραγωγούς που τον προόριζαν για τα αζήτητα. Κλήθηκε να σκηνοθετήσει, αλλά και να πρωταγωνιστήσει, στην ταινία «Ο ΑΓΝΩΣΤΟΣ» - πρωτ. τίτλ. «THE STRANGER» (1946). Η εταιρεία παραγωγής έθεσε ως βασική προϋπόθεση στον σκηνοθέτη να μην απομακρυνθεί από το υπάρχον σενάριο κι από ένα προσχεδιασμένο πλάνο που αφορούσε στο μοντάζ της ταινίας. Ο Γουέλς υπέκυψε στους εκβιαστικούς όρους με αποτέλεσμα η ταινία να εξελιχθεί σε μια εκ προθέσεως παρωδία του εαυτού της και του θέματος που πραγματευόταν, του εντοπισμού δηλαδή ενός ναζί εγκληματία πολέμου (στο ρόλο ο ίδιος ο Ορσον Γουέλς) που εργάζεται ως δάσκαλος σε σχολείο και έχει παντρευτεί την κόρη του γυμνασιάρχη (στο ρόλο η Λορέτα Γιανγκ).

Ο Ορσον Γουέλς την αποκήρυξε ως τη χειρότερή του δουλειά, η οποία όμως σημείωσε σημαντική εμπορική επιτυχία χάρη στη RKO που ανέλαβε τη διανομή της σε εθνικό επίπεδο. Το κέρδος από τα έσοδα της ταινίας εξασφάλισε στον Γουέλς μια θέση στην «Columbia» και το 1947 σκηνοθέτησε το περίφημο, εξωτικό του δοκίμιο πάνω στο φιλμ νουάρ «Η ΚΥΡΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΣΑΝΓΚΑΗ» (1948), στο οποίο πρωταγωνιστούσαν ο Γουέλς και η δεύτερη σύζυγός του, σταρ Ρίτα Χέιγουορθ.

«Ο ΑΓΝΩΣΤΟΣ», έξοχο υπόδειγμα ταινίας νουάρ και ατμοσφαιρικής σκηνοθεσίας, ήταν η πρώτη που έδειξε, μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, κινηματογραφημένα πλάνα από ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης. Με υπερτονισμό στα στοιχεία νουάρ, σουσπάνς, σκοτάδι και φως, λήψεις από περίεργες γωνίες (λοξές, από κάτω προς τα πάνω), σκιές υπερμεγέθεις εξπρεσιονιστικές, αλλά και αφήγηση αρκετά συμβατική, με γραμμική ροή, ριζωμένη σε ένα αξιοπρόσεκτο κομμάτι στο εισαγωγικό μέρος. Σ' αυτό βλέπουμε τον ντετέκτιβ Γουίλσον (Εντουαρντ Ρόμπινσον) να αποχωρεί από την Επιτροπή Εγκλημάτων Πολέμου με τη ρητή εντολή: «Αυτή η λέρα πρέπει να καταστραφεί!». Ο Γουίλσον έχει συγκεκριμένη αποστολή. Οχι να λύσει, σαν τον πανταχού παρόντα ρεπόρτερ του φιλμ «ΠΟΛΙΤΗΣ ΚΕΪΝ» το μυστήριο του «Rosebud» ενός ετοιμοθάνατου, αλλά να οδηγήσει ενώπιον της Δικαιοσύνης έναν εγκληματία πολέμου που κρύβεται σε μια νυσταλέα κωμόπολη της Νέας Αγγλίας πίσω από τη μάσκα ενός καθωσπρέπει μικροαστού. Στιγμές στιγμές το σκηνοθετικό ταλέντο του Γουέλς παίρνει το πάνω χέρι και γίνεται εμφανέστατο στις λεπτομέρειες των σκηνών με τα σχόλια των κατοίκων ή στο χώρο του μαγαζάτορα που παίζει το επιτραπέζιο παιχνίδι του με φαντάσματα... Από την άλλη η ταινία δεν είναι μια πολύ ευτυχής εμπειρία για όσους ενδιαφέρονται για τη δουλειά του μεγάλου Ορσον Γουέλς. Βέβαια, όπως διάβασα κάπου, συμφωνώ ότι η μετριότερη δουλειά ενός «auteur» (δημιουργού) είναι πάντοτε ανώτερη από την καλύτερη δουλειά ενός απλού σκηνοθέτη. Γι' αυτό και είναι η καλύτερη της βδομάδας.

Παίζουν: Εντουαρντ Ρόμπινσον, Ορσον Γουέλς, Λορέτα Γιανγκ.

Παραγωγή: ΗΠΑ (1946).

ΣΤΕΦΑΝ ΡΟΜΠΕΛΕΝ
Κι αν ζούσαμε όλοι μαζί;

Στον αντίποδα της θεοποιούμενης νεότητας η φωτεινά χαριτωμένη ταινία του Στεφάν Ρομπελέν -ενός πρωτάρη σκηνοθέτη που οι κακές γλώσσες λένε ότι «προσγειώθηκε στο σινεμά κάπως ... γέρος»- για την τρίτη ηλικία.

Με απλότητα και αρκετή δόση ρεαλισμού πραγματεύεται θέματα από πολύ σπάνια -αρρώστια, πολύμορφη εξάρτηση των ηλικιωμένων- έως ταμπού - σεξουαλικότητα και θάνατο. Η ταινία βλέπεται ευχάριστα από την αρχή ως το τέλος κι αυτό το οφείλει στο εξαιρετικό καστ ερμηνευτών της που υποδύονται πέντε «κολλητούς» εβδομηντάρηδες που κάποια στιγμή, αποφασίζουν για λόγους πρακτικούς να συγκατοικήσουν...

Να ξεκαθαρίσουμε εξαρχής ότι τίποτα δε λειτουργεί «πιστευτά» σ' αυτό το εγχείρημα φαντασίας με τα αταίριαστα ζευγάρια. Από την Τζέιν Φόντα ως την Τζεραλντίν Τσάπλιν. Η Αμερικάνα Φόντα, συνταξιούχος καθηγήτρια φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο ...έχει αποφασίσει να μην αφαιρέσει ένα κακοήθη όγκο στο στήθος και σχεδιάζει μυστικά την κηδεία και την ταφή της ως να διοργάνωνε πάρτι κοσμικό... Σύζυγος μια ολόκληρη ζωή του Πιέρ Ρισάρ -εκείνος σήμερα με αρχικό στάδιο άνοιας- και κάποτε ερωμένη του Κλοντ Ρις. Η αστή Τζεραλντίν Τσάπλιν, παντρεμένη για πάνω από σαράντα χρόνια με τον «άξεστο» Γκι Μπεντός, ακόμα κόκκινο από το Μάη του '68... και ερωμένη και αυτή του Κλοντ Ρις. Για να μην αναφερθούμε στον παντελώς άχρηστο ρόλο του Γερμανού Ντάνιελ Μπρυλ... Ας όψεται η γαλλο-γερμανική συμπαραγωγή που επιβάλλει συμμετοχές.

Η ιδέα πολύ συμπαθητική και το καθαυτό θέμα θα άξιζε πολύ καλύτερο σενάριο από αυτό το κοπιώδες πάτσγουορκ, το συρραμμένο με χοντρές βελονιές και σκηνοθετημένο με τρόπο επίπεδο, χωρίς πάθος, ρυθμό και ζωντάνια. Βέβαια αρετές του τύπου κουράγιο, τόλμη, τόνοι ελαφρείς, αισιοδοξία και χιούμορ εδώ και εκεί, δε λείπουν... Οι ηθοποιοί όλοι εξαίρετοι, καθένας με τον τρόπο του, σφύζουν από ενέργεια, ρουφούν ακόμα, απεγνωσμένα την ζωή... Μόνο και μόνο για τους ηθοποιούς πρέπει κανείς να δει τη γλυκόπικρη αυτή δραματική κωμωδία που καίει όλα τα ταμπού για τους ηλικιωμένους και βλέπεται ευχάριστα -σαν μια ευχή- από την αρχή ως το τέλος.

Παίζουν: Τζέιν Φόντα, Τζεραλντίν Τσάπλιν, Κλοντ Ρις, Πιέρ Ρισάρ, Γκι Μπεντος, Ντάνιελ Μπριλ, κ.ά.

Παραγωγή: Γαλλία, Γερμανία (2011).

ΣΑΜ ΜΕΝΤΕΣ
Skyfall

Ο Ντάνιελ Κρεγκ, γοητευτικά αξύριστος όπως προστάζουν οι διαφημιστές ανδρικών αρωμάτων, για 3η φορά στο ρόλο του 007. Του κινηματογραφικού πράκτορα που υπηρετεί πιστά τις βρετανικές υπηρεσίες αντικατασκοπείας και φέτος κλείνει μισό αιώνα ζωής! Ωστόσο ο Μποντ του «SKYFALL» μοιάζει να έχει χάσει το στυλ και την παιχνιδιάρική του αίσθηση... Μοιάζει να γέρασε, να βάρυνε και να κουράστηκε... Και έρχεται σφήνα η εικόνα του Ιταλού κωμικού Fiorello, που σε σατιρική τηλεοπτική του εμφάνιση - με σμόκιν και ύφος 007 - εκστομίζει εκείνο το περίφημο : «My name is Bond... Moribond» που στη μιλανέζικη διάλεκτο σημαίνει «ετοιμοθάνατος»!

Η ταινία του Σαμ Μέντες, περισσότερο ταινία δράσης παρά θρίλερ, αφήνει χώρο για μπόλικο ψυχολογικό δράμα με οιδιπόδειες διαστάσεις. Το «SKYFALL» είναι μια ταινία αφενός για το φαινόμενο Τζέιμς Μποντ και αφετέρου, ένα ακόμα φιλμ (το 23ο ) στη σειρά, για τον μυστικό πράκτορα 007. Ετσι εάν κάποιος επιθυμεί, μπορεί κάλλιστα να το αποκαλέσει και ... «μετακινηματογράφο»... Η ανά το χρόνο «ψυχαγωγική» αξία των ταινιών του Τζέιμς Μποντ εντοπίζεται στην κομψότητα στην επιφάνεια των πραγμάτων και την ειρωνική υπεροψία του Βρετανού μυστικού πράκτορα. Οι γυναίκες και οι κακοποιοί συνιστούν απλά σκηνογραφικά στοιχεία της ταινίας, τα μόνα που αλλάζουν, ενώ όλα τα υπόλοιπα παραμένουν ίδια στις ταινίες της σειράς. Ισως ανατριχιαστικά ίδια... Σε μέρες που οι κοινωνικές μεταρρυθμίσεις επεκτείνονται με ρυθμούς καταιγιστικούς και ολόκληροι παραγωγικοί κλάδοι και οικονομίες καταρρέουν, η θεματική της ταινίας προσαρμόζεται, άπτεται των αλλαγών και του πόσο γρήγορα το νέο παίρνει τη θέση του παλιού. Οι αντιθέσεις μεταξύ παλιού και καινούργιου και η κόντρα ανάμεσα σε γηρατειά και νιάτα συνιστούν τη θέση του «SKYFALL», που κινείται στα πλαίσια ενός κόσμου που ήδη έχει υποστεί αλλαγές. Που ο αντίπαλος δεν είναι, όπως παλιά, κάποια ξένη δύναμη αλλά, μεμονωμένοι τρομοκράτες... (Προφανής η προτίμηση σε φιγούρες μεγαλοφυών χάκερς).

Η φιγούρα εν προκειμένω του Τζέιμς Μποντ παραμένει, σε μεγάλο βαθμό, παρηγορητική. Υπάρχει περίπτωση ακόμα και να περάσει από το μυαλό κάποιου ότι ο γερόλυκος Μποντ θα «αφεθεί» να τον νικήσουν; Ισως γι' αυτήν τη σταθερά να καταβάλουν αντίτιμο δυόμιση ωρών απόδρασης από την πραγματικότητα οι θαυμαστές του. Παραμένει όμως το γεγονός της «αιχμαλωσίας» στα γρανάζια του μύθου Μποντ. Η διαφορά βρίσκεται στο περιτύλιγμα. Πολυτελέστερο χαρτί για το σύνηθες περιεχόμενο!

Μια βομβιστική επίθεση στη «Μ16», ανασταίνει τον Μποντ που ενώ όλοι θεωρούν νεκρό, επιστρέφει μάχιμος, καίτοι σε όχι καλή φόρμα... Επιστρέφει σε στιλ Τζέισον Μπορν... με τη διαφορά ότι το μοντάζ εκεί λάμπει από βιρτουόζο touch! Από την Κωνσταντινούπολη στη Σαγκάη και τους γοτθικούς πύργους στη Σκοτία... Στο καινούργιο φιλμ του Μποντ, με την εντυπωσιακή εισαγωγή, αποκαθίσταται η τιμή του μυστικού πράκτορα 007 που εδώ μάχεται σώμα με σώμα, χωρίς βαριές ποσότητες δράσης που διαρκούν μια αιωνιότητα. Ικανοποιητικό θέαμα με γρήγορες ατάκες...

Ο Σαμ Μέντες μετατρέπει τη ζωή - στο εσωτερικό των υπηρεσιών αντικατασκοπείας - σε ένα είδος οικογενειακού δράματος με ηθοποιούς, την Μ, επικεφαλής της οργάνωσης «Μ16», και τους κρεμασμένους από το μητρικό σύμβολο πράκτορές της, τους οποίους στέλνει σε αποστολές θανάτου... Ο επικίνδυνος αντίπαλος αυτής της ταινίας, ο «πάνω» και «πέρα» από σύνορα, τρομοκράτης στο χώρο του διαδικτύου, αιμοσταγής ψυχοπαθής Σίλβα (στο ρόλο ο Χαβιέ Μπαρδέμ), προέρχεται από τα σπλάχνα της οργάνωσης. Είναι πρώην πράκτορας της «Μ16», σεξουαλικά αμφιλεγόμενος και μοιάζει να πάσχει από ένα είδος οιδιπόδειου συμπλέγματος με την Μ (Τζούντι Ντεντς), η οποία έχει σημαντικό ρόλο στην ταινία. Το ξεκαθάρισμα λογαριασμών θα καταλήξει σε ένα τριγωνικό δράμα ανάμεσα στην Μ και δυο «γιους» της. Αριστη η σύνθεση και η παρουσίαση, με ραφινάτες ματιές στο παρελθόν, προς τις διάφορες κορυφαίες στιγμές της συνολικής κινηματογραφικής ιστορίας του Τζέιμς Μποντ. Μέχρι και η παλιά Aston Martin του Μποντ βρίσκει τη θέση της, στην καινούργια ιστορία...

Ταυτόχρονα πολιτικοί και γραφειοκράτες αμφισβητούν την Μ και διακρίνουν στις δραστηριότητες της υπηρεσίας, υπολείμματα παρωχημένων εποχών. Οι ίδιοι κύκλοι ζητούν την παραίτησή της, γιατί ονόματα μυστικών πρακτόρων διαρρέουν στο διαδίκτυο και γιατί πλαστογράφησε στοιχεία εξετάσεων στις οποίες υποβλήθηκε ο Μποντ που, ενώ του απέδιδαν φυσική και ψυχική ανεπάρκεια, η Μ του ανέθεσε δύστροπη αποστολή.

Ο Μποντ, εκτός από την προτίμησή του στη βότκα μαρτίνι - που εδώ αντικαθίσταται από παγωμένη μπύρα Heineken - παραμένει άγραφο χαρτί και σιωπηλός εκδικητής. Επιφάνεια «προβολής» ανδρικών ονείρων...

Παίζουν: Ντάνιελ Κρεγκ, Τζούντι Ντεντς, Χαβιέ Μπαρδέμ, Ούλα Ραπάς, Ραφ Φίνες, Μπεν Γουίσοου κ.ά.

Παραγωγή: ΗΠΑ, Βρετανία (2012).

ΑΓΓΕΛΟΣ ΚΟΒΟΤΣΟΣ
Encardia: Η πέτρα που χορεύει

Η κλασική πια ταινία «ΠΟΛΕΜΩΝΤΑ» (1975) του Δημήτρη Μαυρίκιου, το εξαίρετο αυτό εθνολογικό ντοκουμέντο για τις ελληνόφωνες περιοχές της Κάτω Ιταλίας έχει βάλει τον πήχη πολύ ψηλά για όλα τα μεταγενέστερα, αντίστοιχης θεματικής, κινηματογραφικά και οπτικοακουστικά εγχειρήματα. Βέβαια, το μουσικό ντοκιμαντέρ του Αγγελου Κοβότσου, προϊδεάζει μέσα από τον τίτλο του για τον «περιορισμό», για το πλαίσιο εντός του οποίου θα κινηθεί η ταινία...

Ετσι η ντοπιολαλιά, το ιδίωμα «γκρίκο» ή «γκρεκάνο» λειτουργεί κατ' ουσία σαν επιδερμικός κρίκος που συνδέει το ελληνικό συγκρότημα Encardia (και το ελληνικό του, πρώτιστα, κοινό) με τους ήχους της παραδοσιακής μουσικής των περιοχών της Απουλίας και της Καλαβρίας τους οποίους το μουσικό συγκρότημα είτε αναπαράγει, είτε επεξεργάζεται...

Δεν πρόκειται για οδοιπορικό ή ταξιδιωτικό, αλλά για εκδρομικό πορτρέτο της Encardia, σε περιβάλλον φίλων και συνεργατών. Ισχνό και επίπεδο αναλώνεται στο να εστιάζει σε μεμονωμένες, φωνολογικά ή σημασιολογικά, λέξεις του ιδιώματος γκρίκο και στους ήχους - γεμάτους εκστατική ζωντάνια - της παράδοσης της Grecia Salentina. Ολα ενταγμένα σε συμφραζόμενα παντελώς αποψιλωμένα από κάθε κοινωνικοϊστορικό πρόσημο, παρότι παρουσιάστηκαν μπόλικες ευκαιρίες που θα μπορούσε να αδράξει κανείς, ώστε να γίνει μπορετή η απογείωση του φιλμικού κειμένου αφενός και αφετέρου η προβολή του θέματος στο σήμερα. Θα μπορούσε κανείς να αναφερθεί στην ταξικότητα της γλώσσας, φαινόμενο έντονο και σήμερα στην Ιταλία. «Η μητέρα μου δεν ήθελε να μάθουμε γκρίκο γιατί ήταν η γλώσσα των αγροτών και της φτώχειας». Και ο Franco Corliano, στιχουργός και συνθέτης του περίφημου «Αντρα μου πάει», μιλά συγκινημένος για την εσωτερική μετανάστευση.

Ορδές από το φτωχό Νότο φεύγουν προς τις ισχυρές βιομηχανίες του Βορρά και του εξωτερικού: Ελβετία, Γερμανία, Βέλγιο... Θα μπορούσε να γίνει αναφορά στο πολιτικό «Ζήτημα του Νότου», αλλά και στην ταυτότητα των Γκρεκάνων που, όπως λέει η κοπέλα με το διδακτορικό στα Ελληνικά, «καθορίζει ο τόπος που ζούμε κι όχι η μουσειακή διάλεκτος των προγόνων μας». Μέσα σ' όλα, υπάρχει και η μόδα: «Πριν καμιά δεκαριά χρόνια στο Βορρά (της Ιταλίας), έγινε μόδα η μουσική του Νότου (της Ιταλίας)»... Και όπως όλοι οι συρμοί, παρήλθε και αυτός...

Παίζουν: Ηλίας Λογοθέτης και το συγκρότημα Encardia.

Παραγωγή: Ελλάδα (2012).



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ