ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 21 Ιούλη 2002
Σελ. /32
ΡΕΠΟΡΤΑΖ
Τότε, που οι γυναίκες έδιναν μάχη για να εργαστούν...

Σήμερα, που η «νέα τάξη πραγμάτων» σπρώχνει τις γυναίκες να επιστρέψουν στο σπίτι (ώστε να υποκαταστήσουν την κοινωνική πολιτική, που είναι υποχρέωση του κράτους), έχει ενδιαφέρον να θυμηθούμε τις μάχες που έδιναν οι γυναίκες στις αρχές του περασμένου αιώνα - και λίγο πριν - για να κατοχυρώσουν το δικαίωμά τους στην εργασία. Πολύτιμα στοιχεία γι' αυτό το θέμα βρήκαμε σε ένα αφιέρωμα στον Γρηγόριο Ξενόπουλο, για τα πενήντα χρόνια από το θάνατό του, σε πρόσφατο τεύχος των «Επτανησιακών Φύλλων» (Η λογοτεχνική και ιστορική αυτή έκδοση, δημιούργημα του αξέχαστου ερευνητή Ντίνου Κονόμου, συνεχίζεται σήμερα από τον επίσης Ζακυνθινό φιλόλογο και ακούραστο μελετητή του επτανησιακού πολιτισμού Διονύση Σέρρα, με χίλιες μύριες οικονομικές δυσκολίες).

Στο αφιέρωμα, λοιπόν, αυτό για τον μεγάλο Ελληνα συγγραφέα, που στα περισσότερα βιβλία του είχε γυναίκες πρωταγωνίστριες, διαβάσαμε μια σειρά άρθρων από εξέχοντες ερευνητές που αναφέρονταν στη θέση που έδινε ο Ξενόπουλος στην Ελληνίδα μέσα στο έργο του.

Μια πραγματική ιστορία

Ηδη, όταν ήταν μόλις 24 χρόνων, το 1891, δημοσίευσε σε συνέχειες στη «Διάπλαση των Παίδων», το πρώτο του μυθιστόρημα στη δημοτική γλώσσα με τον τίτλο «Η αδελφούλα μου». Ηρωίδα του μυθιστορήματος, η Λιλή αντιδρά στις κοινωνικές προκαταλήψεις και τα κοινωνικά στερεότυπα της εποχής της για το ρόλο της γυναίκας και δίνει λύσεις στα οικονομικά αδιέξοδα της οικογένειάς της. Το έργο αυτό τυπώθηκε αργότερα, το 1923, σε βιβλίο και έχει πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία. Πραγματικά, η πρωταγωνίστρια του μυθιστορήματος ήταν η αδελφούλα του Ξενόπουλου Αικατερίνη, που πέθανε στη Ζάκυνθο το 1934. Οπως και στην πραγματικότητα, έτσι και στο μυθιστόρημα, μια μεγάλη αγάπη συνέδεε τα δυο αδέλφια. Οπως γράφει ο Κωνσταντίνος Μαλαφάντης, ο συγγραφέας του σχετικού άρθρου, με τίτλο «Η αδελφούλα μου» (1891) του Γρηγορίου Ξενόπουλου: Το πρώτο κοινωνικό παιδικό μυθιστόρημα: «Μέσα από αυτήν την υπόθεση, ο συγγραφέας θα βρει την ευκαιρία, σε μια αρκετά πρώιμη εποχή, να "μιλήσει" στους νεαρούς αναγνώστες του και για σημαντικές κοινωνικές αξίες, όπως είναι η σημασία της εργασίας για την ανεξαρτητοποίηση και την κοινωνική άνοδο του ατόμου, το δικαίωμα των γυναικών στη μόρφωση και την εργασία, η ανάγκη απαλλαγής από κοινωνικές προκαταλήψεις κ.ά.».

Στο μυθιστόρημα, ύστερα από την οικονομική καταστροφή του πατέρα και καθώς ο μεγαλύτερος αδελφός ήταν μακριά, ενώ ο δεύτερος δεν είχε εργασία, η μικρότερη αδελφή της οικογένειας αποφασίζει να εργαστεί σαν δασκάλα πιάνου. Ετσι, θα στηρίξει τον αδελφό της, που δεν έχει ακόμα διοριστεί.

Ενα τολμηρό κορίτσι

Ωστόσο, η απόφαση αυτή δεν ήταν κάτι απλό εκείνη την εποχή: Ο ίδιος ο αδελφός της αντιδρά αρχικά, υποστηρίζοντας ότι «σ' ένα σπίτι οι άνδρες πρώτα πρέπει να εργάζονται και σα δε φτάνουν ή δεν μπορούν ή δεν υπάρχουν αυτοί, τότε να τους αναπληρώνουν οι γυναίκες». Αν αυτές ξενοδουλέψουν, τότε θίγεται η αξιοπρέπεια του άνδρα!

Ομως, το μικρό κορίτσι αποδεικνύεται κοινωνικά τολμηρότερο και πιο προοδευτικό. «Μου αποκρίθηκε τότε, γράφει ο Ξενόπουλος, πως αυτή η ιδέα ήταν μια καθαρή και πολύ αξιοκατάκριτη πρόληψη, μια κοινωνική φλυαρία, που αυτή δεν της έδινε καμιά προσοχή»...

Ηταν μια απόφαση πρωτοπόρα για την εποχή της (1880). Τα κορίτσια των λεγόμενων «καλών οικογενειών», όπως σημειώνει ο ίδιος ο συγγραφέας, δεν εργάζονταν όπως σήμερα. «Ούτε φοιτήτριες έβλεπες, ούτε ζωγράφισσες, ούτε γραμματικές σε τράπεζες, σε υπουργεία και σε καταστήματα. Η κοινωνική πρόληψη, αυτή ίσα - ίσα που χτύπησε το θάρρος και η ορθοφροσύνη της αδελφούλας μου βασίλευε με όλη της την ισχύ. Γι' αυτό έγιναν στο σπίτι μας τόσες συζητήσεις, ώσπου να της δοθεί η άδεια».

Βιβλίο με λογοτεχνική, αλλά και παιδαγωγική αξία το πρώτο αυτό παιδικό μυθιστόρημα, επαινέθηκε με ενθουσιασμό από τον Παύλο Νιρβάνα, τον Ι. Μ. Παναγιωτόπουλο, τον Αλέξανδρο Δελμούζο. Ο ιστορικός της Λογοτεχνίας Μ. Μ. Παπαϊωάννου συνέκρινε το μυθιστόρημα του Ξενόπουλου με τα μυθιστορήματα της Πηνελόπης Δέλτα, κλίνοντας θετικά υπέρ του Ξενόπουλου: «Παρουσιάζει στον αναγνώστη - παιδί, γράφει, τη σύγκρουση μεταξύ αστών και αρχόντων της Ζακύνθου, σύμφωνα με τους νόμους της δικαιοσύνης, που είναι και οι νόμοι της τέχνης. Καταδικάζεται η τάξη της παρακμής και δικαιώνεται η τάξη της ανόδου. Αυτή η κρίση είναι η κρίση της ιστορίας».

Μετά τον λέκτορα Παιδαγωγικής και Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Κωνσταντίνο Μαλαφάντη, που αναλύει τις κοινωνικές προεκτάσεις του πρώτου αυτού παιδικού μυθιστορήματος του Ξενόπουλου, στο ίδιο αφιέρωμα, ο Ζακυνθινός λογοτέχνης και ιστορικός Νίκος Λούντζης αναφέρεται στο πρόβλημα της καταπίεσης της γυναίκας. «Ο αστός Ξενόπουλος, γράφει, το νιώθει και το αντιμετωπίζει. Αλλοτε με συμπάθεια, άλλοτε με μαχητικότητα. Οι ηρωίδες του είναι αισθαντικές, σκεπτόμενες, αποφασιστικές, ερωτικές, κάποτε τραγικές. Και έντιμες, με άλλους κώδικες ωστόσο, από εκείνους του κατεστημένου της εποχής. Ο Γρηγόριος Ξενόπουλος υπήρξε θαυμαστής και συνήγορός τους» (Νικίας Λούντζης, άρθρο με τίτλο «Ο Ζακυνθινός Ξενόπουλος»).

Οπως γράψαμε και στην αρχή, πλήθος είναι τα έργα του με πρωταγωνίστριες γυναίκες: «Το μυστικό της κοντέσας Βαλέραινας», «Φωτεινή Σάντρη», «Στέλλα Βιολάντη», «Αναδυόμενη», «Καλλιτέχνις», «Μονάκριβη», «Μαριτάνα», «Η τρίμορφη γυναίκα», «Χαίρε Νύμφη», «Η Σμαρώ και η μάνα της», «Ραχήλ», «Η ωραία μαμά», «Ανιέζα», είναι μερικά από τα έργα αυτά που αναφέρει η φιλόλογος Τερέζα Μυλωνά στο άρθρο της με τίτλο «Θεματικά στοιχεία στο θεατρικό έργο του Γρηγορίου Ξενόπουλου».

Η ερευνήτρια κάνει το διαχωρισμό ανάμεσα στις κοπέλες της αστικής τάξης και στα κορίτσια των λαϊκών στρωμάτων, όπου η εργασία δεν είναι ούτε ντροπή ούτε πολυτέλεια, αλλά απαραίτητη για την επιβίωση: Εδώ ήρωες και ηρωίδες δείχνουν δραστηριότητα για να εργαστούν!

Για την επιβίωση

«Η γυναίκα στην εποχή, αλλά και στα έργα του Ξενόπουλου, δε χαίρει της προσφοράς κοινωνικού έργου, όπως ο άνδρας», σημειώνει. «Ετσι, οι μοναδικές αξιοπρεπώς εργαζόμενες και αμειβόμενες γυναίκες - ηρωίδες στο έργο του ανήκουν στα αθηναϊκά έργα και είναι μια ηθοποιός, μια διοικητική υπάλληλος και δυο δασκάλες, επαγγέλματα, άλλωστε, που κατέκτησε ο γυναικείος κόσμος στην ανατολή της χειραφέτησής του».

Σ' ό,τι αφορά στα κατώτερα στρώματα: «Είτε στα ζακυνθινά είτε στα αθηναϊκά έργα, δεν υπάρχει αρχοντικό ή αστικό ή μεσοαστικό σπίτι, που να μη διαθέτει τουλάχιστον έναν ή και πολλές φορές δυο οικιακούς βοηθούς. Ετσι, από τα 28 έργα που έχουμε ολοκληρωμένα στη διάθεσή μας, μόνο 4 έργα δε διαθέτουν υπηρετικό προσωπικό... Στα σπίτια των αρχόντων της ζακυνθινής και ευρύτερα επτανησιακής κοινωνίας υπηρετούν 13 υπηρέτες, 7 γυναίκες και 6 άντρες, ενώ στην αστική κοινωνία της Αθήνας, σε σύνολο 20 υπηρετών, έχουμε την αναλογία 14 γυναίκες, 6 άντρες. Κοντά στο υπηρετικό προσωπικό και προκειμένου να εξυπηρετηθεί η άνετη επιβίωση αρχόντων και μεσοαστών, παρεισφρέουν διάφορα επαγγέλματα: Πλύστρες, ράφτρες, θεληματάδες, μπράβοι, σέμπροι, οψοκομιστές κ.ά., έρχονται να τονίσουν περισσότερο την οικονομική επιφάνεια αυτών που εξυπηρετούν».

...Γυναίκες φτωχές, που δουλεύουν για να ζήσουν τον εαυτό τους και την οικογένειά τους: Στο πρώτο μισό του εικοστού αιώνα, θα έχουν εισβάλει στα εργοστάσια... «Προίκα» τους είναι η αξιοσύνη και η διάθεση να στηριχτούν στα δικά τους πόδια: Μόνες πια, θα διαφεντέψουν τη μοίρα τους δίπλα στους άντρες συντρόφους της ζωής!


Αλίκη ΞΕΝΟΥ - ΒΕΝΑΡΔΟΥ


Η ΑΛΛΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ
«Ως εδώ» στο τετράγωνο!

«

Ψιτ, κύριος, έφυγαν οι ξένοι, σταμάτησαν να ψάχνουν; Να βγω;».

«Ποιοι ψάχνουν, ποιον ψάχνουν, ποιοι ξένοι, εσύ γιατί κρύβεσαι;».

Πιάνεται απ' τα κάγκελα και σκάει μύτη στο ύψος, σχεδόν, του πεζοδρομίου.

«Είμαι ύποπτος, κύριε! Δε βλέπετε πού μένω; Το ταβάνι από το σπίτι μου μόλις ξεπερνάει το πεζοδρόμιο. Ο καθένας ξέρει πως θέλω να ανατρέψω το σύστημα. Δεν αντέχω άλλο το υπόγειο. Και δεν αντέχω, επίσης, και αυτούς που με κρατάνε στο υπόγειο. Τους μισώ, γιατί με μισούνε. Τους μισώ, γιατί έχουν προδιαγράψει τη ζωή μου και τη ζωή των παιδιών μου. Με κυνηγάνε, γιατί ξέρουν πως με αφήνει αδιάφορο ο πόνος τους, γιατί εγώ πονάω περισσότερο. Και από δική τους ευθύνη. Ως εδώ, πια»!

«Δεν κυνηγάνε αυτούς που πονάνε, τη "17 Νοέμβρη"...».

«

Γελιέσαι, κύριε. Εμένα κυνηγάνε! Γι' αυτούς εγώ είμαι η πραγματική "17 Νοέμβρη". Εγώ και οι άλλοι, που μου μοιάζουνε. Γιατί εμείς ξέρουμε. Και επειδή ξέρουμε, έχουμε γεμίσει με πραγματική οργή από τη συμπεριφορά τους. Εμείς είμαστε η πραγματική "17 Νοέμβρη", γιατί δεν αντέχουμε άλλο την εκμετάλλευσή τους, τον αυταρχισμό τους, τη βία τους. Εμείς είμαστε οι πραγματικοί εχθροί τους. Φοβούνται, λες, πέντε, δέκα, διακόσια άτομα; Είκοσι πέντε χρόνια, είκοσι πέντε "τιμωρίες", πάνω από δυο αιώνες τώρα, το ίδιο τροπάρι και τα πάντα στη θέση τους. Δεν κινδυνεύει το σύστημά τους από "τυφλά" χτυπήματα. Το σύστημά τους κινδυνεύει από εμένα. Που σημαδεύω σωστά - στην καρδιά του ζητήματος. Γιατί εγώ είμαι μέρος ενός στρατού από εκατομμύρια ανθρώπους. Είμαι μέρος του στρατού των ανέργων, των αναλφάβητων, των ανασφάλιστων, των χαμηλοσυνταξιούχων, αυτών που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας, των άκληρων αγροτών, των άστεγων, των ξυπόλυτων παιδιών, των μεταναστών, των πεινασμένων...».

«

Το θέμα της ημέρας είναι η "17 Νοέμβρη"...».

«Το θέμα της ημέρας είμαι εγώ, πάντα! Για μένα, γίνονται οι "τρομονόμοι". Για μένα, θα μείνουν και μετά την εξάρθρωση της Ομάδας, το FBI, η CIA, η Scotland Yard. Εμένα θέλουν να συλλάβουν. Και θέλουν να συλλάβουν και τη συνείδησή μου. Να την αλλοτριώσουν. Να με κάνουν να παραδεχτώ πως η σύγκρουση, γενικά, είναι "κακό πράγμα". Είναι "τρέλα". Πως δε συντρέχουν, και δεν πρέπει και στο μέλλον να συντρέξουν, λόγοι βίας. Η "δημοκρατία" έχει αποτελεσματικότερες απαντήσεις, λένε. Και για να με απογοητέψουν - και για να με αποτρέψουν από τους στόχους μου - αποφαίνονται: "Είδες πού καταλήγει η βία; Στη δημιουργία συμμορίας. Σε ληστές τραπεζών"»!

«Αυτά δείχνουν κάποια στοιχεία...».

«

Ναι, αλλά όλα αυτά είναι πταίσματα, κύριε, μην παρασύρεστε! Πταίσματα, που έρχονται σε πρώτο πλάνο για να κρύψουν την πραγματικότητα. Οι μεγάλες ληστείες, το όργιο της βίας, οι "εν ψυχρώ" εκτελέσεις εκατομμυρίων αθώων, είναι το ζήτημα. Γι' αυτά κανένας "ευαίσθητος" δε φωνάζει "ως εδώ". Εντάξει, όλοι μαζί να φάμε τη "17 Νοέμβρη", μετά τι γίνεται; Θα τα μοιράσουμε ίσα; Οχι, βέβαια! Εγώ πάλι εδώ και εκείνοι από πάνω, να μου πατάνε το χέρι, το λαιμό... Ποιος θα με γλιτώσει, κύριε, εμένα από τους πραγματικούς τρομοκράτες; Αυτούς που δεν τους κυνηγάει καμία αστυνομία, γιατί οι αστυνομίες είναι μέρος της δικής τους "17 Νοέμβρη";».


Του
Νίκου ΑΝΤΩΝΑΚΟΥ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ