Εικόνες και πληροφορίες από την επίσκεψη του «Ρ» στην Κίνα και στην επαρχία του Θιβέτ, ύστερα από πρόσκληση της κυβέρνησης της ΛΔ και του ΚΚ Κίνας
Το πρόγραμμα της επίσκεψης διαμορφώθηκε από την κυβέρνηση και το ΚΚ της Κίνας. Πρόκειται για μια από τις πολλές ανάλογες δραστηριότητες που προγραμματίζονται το επόμενο διάστημα, με στόχο να αντιστραφεί η αρνητική για τη χώρα προπαγάνδα που αναπαράγουν τα κυρίαρχα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης της Δύσης σχετικά με το Θιβέτ. Μια προπαγάνδα που θέλει την εθνική μειονότητα που κατοικεί στο Θιβέτ να καταπιέζεται από το κινέζικο κράτος και απαιτεί την πλήρη αυτονόμησή του από την Κίνα, με τη δημιουργία ανεξάρτητου κράτους.
Πίσω από αυτήν τη μεθόδευση, κρύβεται η επιδίωξη των ιμπεριαλιστικών κέντρων της Δύσης να κερδίσουν έδαφος στην κούρσα του ανταγωνισμού, απέναντι σε μιαν ανταγωνίστρια δύναμη, στην οποία πλέον ενισχύονται και κυριαρχούν οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής, κι η οικονομία της οποίας αναπτύσσεται ραγδαία.
Η Κίνα πέρασε αυτή τη στιγμή στη δεύτερη θέση παγκοσμίως. Και στο πλαίσιο αυτής της στρατηγικής, ορισμένες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις επαναφέρουν με κάθε ευκαιρία το ζήτημα της διάσπασης του ενιαίου κινέζικου κράτους, επιδιώκοντας την αποδυνάμωσή του.
Τα επεισόδια στη Λάσα, πρωτεύουσα του Θιβέτ, στις 14 Μάρτη 2008, σηματοδότησαν την κορύφωση της προσπάθειας να ενισχυθούν οι αποσχιστικές τάσεις και οι δυνάμεις που επιδιώκουν την απόσχιση του Θιβέτ. Ολιγάριθμοι - σε σχέση με το συνολικό πληθυσμό των μοναστηριών και των ναών - βουδιστές μοναχοί και άλλοι κάτοικοι της κινεζικής επαρχίας συμμετείχαν σε βίαιες διαδηλώσεις, τις οποίες το κινέζικο κράτος κατήγγειλε σαν υποκινούμενες από τις ΗΠΑ και το πολιτικό τους υποχείριο, τον Δαλάι Λάμα.
Τα επεισόδια χρησιμοποιήθηκαν για να στηριχτεί ο ισχυρισμός ότι οι εθνικές μειονότητες στην επικράτεια της Κίνας ζουν σε συνθήκες ανελευθερίας και καταπίεσης και πως το ίδιο το καθεστώς είναι αντιδημοκρατικό. Στην πραγματικότητα, αξιοποιήθηκαν σαν ένα ακόμα μέσο πίεσης, ώστε να χαμηλώσει το μπόι της Κίνας στο πεδίο του παγκόσμιου ανταγωνισμού και να αποδεχτεί η κινέζικη κυβέρνηση τον καταμερισμό που επιδιώκουν να επιβάλουν οι ΗΠΑ και η ΕΕ στους Οργανισμούς όπου συμμετέχουν από κοινού, όπως ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου και άλλοι.
Κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει και το ενδεχόμενο τα επεισόδια να ήταν μια «πρόβα τζενεράλε» για μιαν ενδεχόμενη νέα απόπειρα αποσταθεροποίησης της Κίνας, στη βάση της προσπάθειας των ιμπεριαλιστικών κέντρων της Δύσης να πλήξουν τον ενιαίο χαρακτήρα του κινέζικου κράτους και να δημιουργήσουν κράτη - μαριονέτες στο μαλακό υπογάστριο της αχανούς αυτής χώρας.
Ωστόσο, ανεξάρτητα από τη διαφωνία μας με την επιλογή της εισαγωγής καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, που έχει υιοθετήσει η Κίνα, με αποτέλεσμα τη σημερινή κυριαρχία τους και την άρση σημαντικών κατακτήσεων που είχαν οι εργαζόμενοι της Κίνας, ένα πράγμα με βεβαιότητα δεν μπορεί να τεθεί υπό αμφισβήτηση: Οτι οι ΗΠΑ και η ΕΕ, από κοντά και οι διάφοροι, δήθεν «ανεξάρτητοι», Οργανισμοί και μηχανισμοί που δραστηριοποιούνται κάτω από την επίβλεψη και τη χρηματοδότησή τους, κανένα καλοπροαίρετο και άδολο ενδιαφέρον δεν τρέφουν για τις μειονότητες όπου Γης, τα δικαιώματα και τα πραγματικά τους συμφέροντα.
Από αυτήν την άποψη, το ζήτημα που ανακινούν οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις της Δύσης, σχετικά με την ανεξαρτησία του Θιβέτ, κάθε άλλο παρά αθώο είναι. Γι' αυτό και οι μεθοδεύσεις τους πρέπει να είναι καταδικαστέες από θέση αρχής.
Η επίσκεψη στην Κίνα, μετά τη σύντομη γνωριμία με το Πεκίνο και την τετραήμερη παραμονή στη Λάσα, ολοκληρώθηκε με την αναχώρηση της δημοσιογραφικής αποστολής από τη Σαγκάη, όπου παρέμεινε τρεις μέρες.
Πέρα από το ζήτημα του Θιβέτ, οι επαφές με στελέχη του ΚΚ Κίνας, με αξιωματούχους της κυβέρνησης της Λαϊκής Δημοκρατίας, με τοπικούς κυβερνητικούς παράγοντες του Θιβέτ και στελέχη κυβερνητικών Οργανισμών, καθώς και οι επισκέψεις σε χώρους δουλειάς και εκπαίδευσης, προσφέρουν αξιόλογες εικόνες και πληροφορίες, αναδεικνύουν αντιφάσεις, δίνουν απαντήσεις και ταυτόχρονα γεννούν νέα ερωτηματικά.
Εν κατακλείδι, ενισχύουν τη θέση μας για το δρόμο της καπιταλιστικής ανάπτυξης που σήμερα προωθείται στην Κίνα, και το οποίο, σύμφωνα με το ΚΚ Κίνας, είναι ο «σοσιαλισμός με κινέζικα χαρακτηριστικά».
Από το πρίσμα αυτού του προβληματισμού δεν μπορεί να ξεφύγει ούτε το γενικότερο ζήτημα των εθνοτήτων και των εθνικών μειονοτήτων και ο τρόπος με τον οποίο η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας το προσεγγίζει, χωρίς σε καμιά περίπτωση να μπαίνει σε αμφισβήτηση η εθνική κυριαρχία και το ενιαίο του κινέζικου κράτους.
Παρόμοιο ζήτημα, ωστόσο, είχε να αντιμετωπίσει και το κράτος της ΕΣΣΔ, σε πιο οξυμένη μάλιστα μορφή, πετυχαίνοντας με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο να μπολιάσει με το όραμα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης εκατομμύρια ανθρώπους με διαφορετικές εθνικές καταβολές, επίπεδο ανάπτυξης, κουλτούρα, γλώσσα, ήθη και έθιμα.
Η αρχή του Προλεταριακού Διεθνισμού, η μόνη αρχή που η συνεπής εφαρμογή της μπορεί να διασφαλίζει σεβασμό της εθνικής, γλωσσικής και πολιτισμικής ιδιαιτερότητας και την ενιαία συμμετοχή στην πορεία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, αποτέλεσε χωρίς καμιά αμφιβολία το βασικό παράγοντα που επέδρασε και καθόρισε την αρμονική, πρωτοπόρα ως προς τα επιτεύγματα, συμβίωση περισσότερων από 100 εθνών και εθνοτήτων μέσα στο ενιαίο κράτος της ΕΣΣΔ.
Επιλογή που δικαιώθηκε, όσο τηρούνταν οι αρχές της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, του κεντρικού σχεδιασμού για την ανάπτυξη και των πιο καθυστερημένων περιοχών. Αντίθετα, όταν στην ΕΣΣΔ λαθεμένα εισήγαγαν εργαλεία του καπιταλισμού (κέρδος ατομικό, ομαδικό) στη δεκαετία του '60, δημιούργησαν σταδιακά τη βάση για την ανάφλεξη των εθνικιστικών διαθέσεων, που πάτησαν πάνω στο λεγόμενο «εθνικό συμφέρον».
Οι διαστρεβλωτικοί «φακοί» εκείνων των κοινωνικών δυνάμεων, που διαμορφώθηκαν ως αποτέλεσμα των «αγοραίων» απόψεων στην οικονομία και στην πολιτική του σοβιετικού κράτους, ήθελαν το «εθνικό συμφέρον» του ενός έθνους της ΕΣΣΔ να βρίσκεται σε βάρος του άλλου, προβοκάροντας τα εθνικιστικά κινήματα, που αναπτύχθηκαν σε μια σειρά πρώην σοβιετικές Δημοκρατίες. Φαίνεται πως αυτή η αρνητική εμπειρία αγνοείται (άραγε, ηθελημένα ή άθελα;), από το ΚΚΚ. Κι όμως, το σύνθημα «πλουτίστε!», που 'χει ρίξει τις τελευταίες δεκαετίες το ΚΚΚ, αντικειμενικά, δημιουργεί έδαφος για την ανάπτυξη ανάλογων αποσχιστικών αντιλήψεων.
Παρουσιάζοντας αυτό και άλλα ζητήματα στις διαστάσεις που τέθηκαν από τους ίδιους τους εκπροσώπους της κυβέρνησης της ΛΔ και του ΚΚ Κίνας, καταγράφοντας πληροφορίες, στοιχεία και εικόνες, που συνέλεξε τις μέρες της παραμονής στην Κίνα, ο «Ρ» θα προσπαθήσει με τα δημοσιεύματά του να συμβάλει στο γενικότερο προβληματισμό που αναπτύσσεται σχετικά με την Κίνα, το μοντέλο με το οποίο εξελίσσεται η οικονομική της βάση και τον τρόπο με τον οποίο αυτή καθορίζει πλευρές του εποικοδομήματος. Χωρίς, βέβαια, να φιλοδοξεί να εξαντλήσει ή να παρουσιάσει στην ολότητά του ένα τέτοιο, σύνθετο από κάθε άποψη, ζήτημα.
Σύντομη αναδρομή στους σταθμούς που καθόρισαν τη σημερινή πραγματικότητα στην επαρχία της Κίνας
Πρωτεύουσα του Θιβέτ είναι η πόλη της Λάσα, χτισμένη σε υψόμετρο 3.600 μέτρων. Πήρε το όνομά της από τον ομώνυμο ποταμό που τη διασχίζει. Δικαιολογημένα το Θιβέτ έχει χαρακτηριστεί σαν η «Στέγη του Κόσμου». Το μεγάλο υψόμετρο έχει σαν συνέπεια το οξυγόνο στην ατμόσφαιρα της Λάσα να είναι κατά 40% λιγότερο από αυτό στο Πεκίνο. Νομάδες του Θιβέτ κατοικούν σε υψόμετρο ακόμα και 4.500 μέτρων.
Η έλλειψη οξυγόνου δημιουργεί δυσφορία στον επισκέπτη. Γι' αυτό και οι ντόπιοι συστήνουν στους τουρίστες να προετοιμάζουν τον οργανισμό τους πριν την άφιξη στο Θιβέτ. Προτείνουν μάλιστα τη λήψη συγκεκριμένων φυτικών σκευασμάτων από τη Θιβετιανή φαρμακευτική και ιατρική, η οποία αναγνωρίζεται επίσημα, προστατεύεται και αναπτύσσεται με ευθύνη του κινέζικου κράτους.
Για τις πιο «βαριές» περιπτώσεις, τα υπερσύγχρονα ξενοδοχεία της πόλης, ιδιοκτησία εγχώριων ιδιωτών καπιταλιστών και μεγάλων πολυεθνικών ομίλων, όπως η «Starwood», διαθέτουν στα δωμάτια μέχρι και φορητές μπουκάλες οξυγόνου, για την ανακούφιση των ενοίκων τους.
Οι τρεις μεγαλύτερες θρησκείες του Θιβέτ είναι ο Θιβετιανός Βουδισμός (μια παραλλαγή του Βουδισμού), ο Ισλαμισμός και ο Χριστιανισμός. Ως προς τα δυο τελευταία δόγματα, οι οπαδοί τους δεν ξεπερνούν τους 4.000 και 700 αντίστοιχα.
Ο Θιβετιανός Βουδισμός συγκεντρώνει τη συντριπτική πλειοψηφία των πιστών στην επαρχία. Οι 46.000 μοναχοί που διαβιούν στα 1.700 μοναστήρια και τους άλλους ναούς στην επικράτεια του Θιβέτ, αλλά και οι 140.000 περίπου επισκέπτες που προσελκύουν κάθε χρόνο οι λατρευτικοί τόποι της περιοχής, είναι στοιχεία ενδεικτικά του ρόλου που παίζει και της επιρροής που ασκεί η θρησκεία στην αυτόνομη αυτή επαρχία της Κίνας, η οποία, από το 1949, με την εγκαθίδρυση της Λαϊκής Δημοκρατίας, έχει διακηρύξει την αθεΐα.
Σε όλη αυτή την πορεία, από τον 7ο ακόμα αιώνα μ.Χ., το Θιβέτ, εμφανίζεται στην κινέζικη ιστοριογραφία να έχει πάντα προνομιακές σχέσεις με την εκάστοτε αυτοκρατορία που κυβερνούσε την Κίνα. Το 1912, οπότε με τη συνένωση των πέντε βασικών εθνοτήτων ιδρύθηκε η δημοκρατία της Κίνας, το Θιβέτ ενσωματώθηκε με ειδικό διοικητικό καθεστώς στο νεότευκτο κράτος.
Στη μακρόχρονη ιστορία του Θιβέτ παρεμβλήθηκε και η αποικιοκρατική κατοχή από τη Μεγάλη Βρετανία το 1904. Αυτό, ωστόσο, που καθόρισε την πορεία του, ήταν η ύπαρξη ενός ισχυρού φεουδαρχικού καθεστώτος, που κατείχε τη γη και εκμεταλλεύονταν με όρους δουλείας τον πληθυσμό του Θιβέτ, αναμειγνύοντας τη θρησκευτική και πολιτική εξουσία.
Κεντρική φιγούρα του Θιβέτ υπήρξε πάντα ο Δαλάι Λάμα, ο οποίος, από τους πιστούς του Θιβετιανού Βουδισμού, θεωρείται σαν ένας από τους εν ζωή Βούδες. Γι' αυτό διαχρονικά αναγνωρίζονταν σαν ο θρησκευτικός και πολιτικός ηγέτης των Θιβετιανών.
Τα σύγχρονα χρόνια είχαν την πιο καθοριστική συμβολή στην εξέλιξη των σχέσεων ανάμεσα στο Θιβέτ και την Κίνα. Την 1η Οκτώβρη του 1949 ιδρύθηκε από το Μάο Τσε Τουγκ η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας. Κάτω από την ορμή των εξελίξεων και τη λαϊκή απήχηση του νέου καθεστώτος, η τοπική κυβέρνηση του Θιβέτ, με επικεφαλής τον 14ο Δαλάι Λάμα, εξέφρασε την υποστήριξή της στη νεότευκτη Λαϊκή Δημοκρατία.
Ο στρατός της Λαϊκής Δημοκρατίας που το 1950 στάλθηκε στο Θιβέτ για να εγκαθιδρύσει το νέο καθεστώς, επικράτησε χωρίς καμιά δυσκολία και έγινε αποδεκτός από τους κατοίκους του Θιβέτ, που ευελπιστούσαν να απαλλαγούν από τα δεινά της φεουδαρχικής δουλείας.
Σαν επακόλουθο, στις 23 Μάη του 1951, υπογράφτηκε στο Πεκίνο μια συμφωνία - σταθμός ανάμεσα στην κεντρική κυβέρνηση της Κίνας και στην τοπική κυβέρνηση του Θιβέτ, με την οποία ορίζονταν τα μέτρα για την «ειρηνική απελευθέρωση του Θιβέτ».
Η συμφωνία αυτή έμεινε γνωστή σαν η «Συμφωνία των 17 σημείων» (άρθρων). Επαναλάμβανε το ενιαίο του κινεζικού κράτους, συμπεριλαμβανομένου και του Θιβέτ στην επικράτειά του, στην προοπτική το τελευταίο να εξελιχθεί σύντομα σε Αυτόνομη Περιοχή της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας. Ακόμα, έβαζε στην ημερήσια διάταξη την προώθηση μεταρρυθμίσεων από την τοπική και την κεντρική εξουσία, ώστε να μπει τέρμα στη φεουδαρχία και στη δουλική εκμετάλλευση των Θιβετιανών.
Μετά την υπογραφή της Συμφωνίας, ο 14ος Δαλάι Λάμα επισκέφτηκε το Πεκίνο, παρακολούθησε το πρώτο Εθνικό Συνέδριο της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και τιμήθηκε με την ανάδειξή του σε διάφορα διοικητικά όργανα. Τον Απρίλη του 1956, τέθηκε επικεφαλής της Επιτροπής που συνέστησε η ΛΔ Κίνας για να προετοιμάσει την ίδρυση της Αυτόνομης Περιοχής του Θιβέτ, σύμφωνα με τα όσα περιέχονταν στη «Συμφωνία των 17 σημείων». Από κει και ύστερα, οι εξελίξεις ήταν ραγδαίες.
Το παλιό φεουδαρχικό κατεστημένο αρνούνταν να αποδεχτεί τις μεταρρυθμίσεις και αμφισβητούσε ευθέως το κατά πόσο ήταν υποχρεωτική η εφαρμογή της «Συμφωνίας των 17 σημείων» που προέβλεπε βαθιές τομές στο επίπεδο της οικονομίας και της πολιτικής εξουσίας. Ο Δαλάι Λάμα συντάχθηκε με την αντίδραση.
Στις 10 Μάη 1959 οι γαιοκτήμονες ανακήρυξαν την «ανεξαρτησία» του Θιβέτ και ξεκίνησαν ένοπλο αγώνα σε βάρος της ΛΔ της Κίνας. Τα σχέδιά τους ανακόπηκαν και η ΛΔ της Κίνας, μετά την επικράτηση των στρατιωτικών της δυνάμεων, καθαίρεσε την τοπική κυβέρνηση του Θιβέτ. Ο 14ος Δαλάι Λάμα διέφυγε στην Ινδία - άγνωστο πώς, αλλά εικάζεται έντονα ότι τον φυγάδευσε η CIA. Κυβερνητικές αρμοδιότητες ανέλαβε η Επιτροπή που είχε συστήσει η ΛΔ Κίνας για την προετοιμασία της ίδρυσης της Αυτόνομης Περιοχής του Θιβέτ, με επικεφαλής τον δεύτερο τη τάξει θρησκευτικό ηγέτη του Θιβέτ.
Τον Ιούνη και το Σεπτέμβρη του 1959, η Επιτροπή «πέρασε» το «Σχέδιο για το δημοκρατικό μετασχηματισμό ολόκληρης της περιοχής του Θιβέτ» και το «Σχέδιο για την απαλλαγή από τη φεουδαρχία, με τη διανομή της γης στους αγρότες».
Η μεγάλη αυτή μεταρρύθμιση, η οποία περιλάμβανε και το διαχωρισμό της θρησκευτικής από την πολιτική εξουσία, ολοκληρώθηκε τυπικά στο τέλος του 1961, με την εκλογή τοπικών διοικητικών οργάνων στις διάφορες περιοχές του Θιβέτ. Η πρώτη συνεδρίαση του Συμβουλίου του λαού της Αυτόνομης Περιοχής του Θιβέτ, το Σεπτέμβρη του 1965 στη Λάσα, σηματοδότησε και επίσημα την ίδρυση της Αυτόνομης Περιοχής.
Σήμερα, ο αυτοεξόριστος 14ος Δαλάι Λάμα, επί της ουσίας επιδιώκει να ανοίξει η συζήτηση και ο δρόμος για την απόσχιση του Θιβέτ, προβάλλοντας στην κινεζική κυβέρνηση απαράδεκτες διεκδικήσεις. Ανάμεσα σε άλλα, διεκδικεί την υπογραφή μνημονίου που θα εξασφαλίζει την υψηλή αυτονομία του Θιβέτ, έξω από το κοινωνικοοικονομικό σύστημα της Κίνας και την απομάκρυνση του στρατού της ΛΔ. Απαιτήσεις που ευθέως θίγουν την εδαφική ακεραιότητα της Κίνας και απλώνουν βούτυρο στο ψωμί των οικονομικών ανταγωνιστών της.
Η επίσημη θέση της κινέζικης κυβέρνησης απέναντι στις διεκδικήσεις του Δαλάι Λάμα και της κλίκας του, είναι ότι διαβουλεύεται μαζί του μόνο για την προσωπική του τύχη στο Θιβέτ και όχι για τα θέματα που ο ίδιος βάζει. Από το 2002 έχουν γίνει συνολικά 9 διαπραγματεύσεις με εκπροσώπους του Δαλάι Λάμα, οι οποίες, σύμφωνα με την κινέζικη κυβέρνηση, δεν ολοκληρώθηκαν με δική του υπαιτιότητα. Οπως ανακοινώθηκε στα τέλη του Γενάρη, αντιπροσωπεία του Δαλάι Λάμα θα μετέβαινε εκ νέου στο Πεκίνο προκειμένου να επαναληφθούν οι συνομιλίες.
Τις επόμενες μέρες η συνέχεια του ρεπορτάζ