ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 5 Μάρτη 1995
Σελ. /49
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
"Γλεντάτε να γλεντήσουμε... "

Τα λατρευτικά έθιμα έχουν εκπληκτική μακροβιότητα. Με θαυμαστή πολυμορφία και προσαρμοστικότητα περνούν ανά τους αιώνες, κρατώντας αναλλοίωτο τον πυρήνα τους, πίσω από τον οποίο κρύβονται αρχέγονες δοξασίες και δεισιδαιμονίες, βαθιά ριζωμένες στην ψυχή και τη συνήθεια του λαϊκού ανθρώπου. Ετσι, σε πολλούς, εντελώς διαφορετικούς μεταξύ τους, πολιτισμούς εντοπίζονται γιορτές και ιεροτελεστίες με φανερή παγανιστική αγροτική προέλευση, που τελούνται στην αρχή της άνοιξης, πανηγυρίζοντας την ετήσια αναγέννηση του κόσμου. Ανάμεσα σε αυτές είναι και η Αποκριά, που γιορτάζεται σε όλη την Ελλάδα, με ξεχωριστή εύθυμη διάθεση και μεταμφιέσεις. Και από "κανένα μεταμφιεσμένο, όπως μας πληροφορεί η Μαρία Μιχαήλ - Δέδε,κανονικά δε λείπουν τα κουδούνια, που κρεμάει πάνω του, προσπαθώντας να τα κάνει να ηχούν όσο το δυνατόν περισσότερο θορυβωδώς". Χαρακτηριστικό αρκετών εθίμων με μεταμφιέσεις, που έχουν πανάρχαιες διονυσιακές καταβολές. Τα πρωτεία στη σπουδαιότητα και αρχαιότητα αυτών των εθίμων τα έχει η Θράκη, στην οποία επέζησε το ονομαστό δρώμενο του "Καλόγερου".Διατηρώντας σημαντικά στοιχεία της αρχαίας μορφής του μεταφέρθηκε από πρόσφυγες της Αν. Ρωμυλίας στη Μακεδονία (Σέρρες, Ημαθία κ. α.). Ενας ολόκληρος θίασος "παίζει" τον "Καλόγερο", που κύριο χαρακτηριστικό του είναι ο φόνος και η ανάστασή του.

Υπαίθριοι "θίασοι"

Αλλά και σε ολόκληρο τον ελλαδικό χώρο δεν είναι λίγοι οι "θίασοι", που αναπαραστούν δρώμενα, που έχουν βαθιές ρίζες στην εθιμική ζωή του Ελληνα. Ο Βλάχικος Γάμος,που γίνεται στη Θήβα, αλλά και στην Περαχώρα Κορινθίας φαίνεται να έχει στενή σχέση με τα θρακικά έθιμα, που το βλαστολατρικό στοιχείο, η γονιμότητα γενικά, αποτελεί τη βαθύτερη έννοιά τους. Το δρώμενο αποτελεί ένα καθαρά αποκριάτικο πανηγύρι - παρωδία του βλάχικου γάμου. Ενα πραγματικό ξεφάντωμα με επίκεντρο μασκαρεμένους συμπεθέρους, που φέρνουν τα προικιά της νύφης, σκόρδα, κρεμμύδια κλπ. πάνω σε γαϊδουράκια.

"Καλόγερος", "Κούκεροι", "Μπέης", "Γάμος", "Αράπηδες" είναι ορισμένα από τα έθιμα της Αποκριάς, έθιμα με κωμικό χαρακτήρα, κατά τη διάρκεια των οποίων η κοινωνική κριτική ασκείται ελεύθερα. Σε αυτά είναι διάχυτη η καλή διάθεση και το χιούμορ, ασφαλιστικές δικλείδες στις στεναχώριες και καταπιέσεις της καθημερινότητας.

Μέσα σε αυτά δε λείπουν και τα "εξ αμάξης" σε μερικές περιοχές, όπως στη Σκύρο, την Αργολίδα κ. α.

"Εκείνο, σημειώνει η Μιράντα Τερζοπούλου,που συνέχει όλες αυτές τις εκδηλώσεις και αποτελεί την πεμπτουσία της φιλοσοφίας τους είναι η ιδέα της ανατροπής της τάξης του κόσμου, η αμφισβήτηση των αξιών και της ιεραρχίας, η κατάργηση των ορίων και των καθιερωμένων νόμων. Είναι σαν η τροπή του χρόνου σε επίπεδο κοσμικό να συνεπιφέρει την ανατροπή του κόσμου σε επίπεδο κοινωνικό. Ενας άλλος νόμος, ο εφήμερος και αγέραστος νόμος του καρναβαλιού, επιβάλλεται, κάνει πέρα όποια άλλη επιταγή και τα ορίζει όλα από την αρχή: ανάποδα".

Στα Επτάνησα

Με ιδιαίτερη λαμπρότητα οι Απόκριες γιορτάζονταν στα Επτάνησα,όπου έχουμε μια συνάντηση ελληνικών και ευρωπαϊκών εθίμων. Οπως αναφέρει ο Δημήτριος Λουκάτος στα "Συμπληρωματικά του Χειμώνα και της Ανοιξης" στα καρναβάλια της περιοχής υπήρχαν "οι προβατίσιες προσωπίδες, τα δέρματα και τα κουδούνια", έθιμο πανελλήνιο, συμβολικό και μαγικό της εποχής, "που ανεβαίνει ως τους χρόνους της διονυσιακής λατρείας και ζητεί από τα πνεύματα της άνοιξης να φέρουν την καλή σοδειά στη γεωργία και την κτηνοτροφία του τόπου". Κυρίαρχο δρώμενο της περιοχής οι "Μάσκαρες",αλλά και το πασίγνωστο "Γαϊτάνι",από τους πιο γραφικούς χορούς, ιταλικής ή ισπανικής καταγωγής, που αγαπήθηκε ιδιαίτερα στην Ελλάδα. Αυτό, μάλιστα, έπαιξε συχνά εθνικό ρόλο, όταν οι Επτανήσιοι, πριν την Ενωση, έβαζαν συμβολικά στις κορδέλες του τα χρώματα της ελληνικής σημαίας.

Αξίζει να σημειωθεί ότι σε αυτή την περιοχή και ιδιαίτερα στα χωριά, την περίοδο της Αποκριάς, υπήρχε η συνήθεια της αναπαράστασης του δραματικού έπους του "Ερωτόκριτου",που γνώριζαν και αγαπούσαν οι παλιότεροι. Ο "θίασος" φορούσε περικεφαλαίες και κρατούσε κοντάρια, ενώ απήγγειλε τους ρόλους.

Με το άρμα του Διονύσου

Απόκρεως κατά τους βυζαντινούς χρόνους, λεγόταν η τελευταία μέρα κρεατοφαγίας, "η προ της νηστείας", η μέρα κατά την οποία επιτρέπεται η κρεατοφαγία και οι διασκεδάσεις πριν αρχίσουν οι νηστείες για τη Μ. Σαρακοστή. Και το λατινικό Καρνεβάλ ή Καρνεβάλε,βγαίνει πιθανότατα από το καρνέ βάλε που σημαίνει "κρέας χαίρε". Ηδη από τον έκτο αιώνα ο Θεοφάνης μιλάει "περί της προ της νηστείας του Πάσχα αποκρεωσίμου".

Οι Αποκριές, θεωρείται ότι άρχισαν να καθιερώνονται γύρω στον 12ο αιώνα από τους Βυζαντινούς.Οι τότε γλεντζέδες, αν και δε μασκαρεύονταν με τη σημερινή έννοια, μιμούνταν τύπους και παράξενα όντα, τραγουδούσαν άσεμνα τραγούδια και επιδίδονταν σε οργιώδεις διασκεδάσεις.

Οι βυζαντινές αυτές γιορτές, έχουν πανάρχαιες διονυσιακές καταβολές. Κάτω από μία μάσκα και ένα "μασκάρεμα", ο Διόνυσος ξαναζεί με όλη του τη μεγαλοπρέπεια.Μερικοί λαογράφοι, αναζητούν τις ρίζες της Αποκριάς, στα Σατουρνάλια της αρχαίας Ρώμης, τα οποία πραγματοποιούνταν προς τιμήν του Κρόνου. Αλλοι πάλι, τις συνδέουν με τα Λουπερκάλια τα οποία γίνονταν στις 15 Φλεβάρη, προς τιμήν του Φαύνου, για τον εξευμενισμό της θεότητας με θυσίες τράγων και κατά συνέπεια για την εξασφάλιση της γονιμότητας των γυναικών, την ευφορία της γης, των καλλιεργιών κ.ά. Η ταύτιση των Λουπερκαλίων με τις Αποκριές της Κωνσταντινούπολης, δημιουργείται από το γεγονός της χρονικής τους συγγένειας (μέσα Φλεβάρη).

Οι μέρες των Αποκριών, οι οποίες επικράτησαν να γιορτάζονται με διασκεδάσεις και μεταμφιέσεις, καταπολεμήθηκαν στο παρελθόν, έντονα από την Εκκλησία, αφού σύμφωνα με την Παλαιά Διαθήκη απαγορεύεται η μεταμφίεση άνδρα σε γυναίκα και το αντίθετο.

Μπαίνοντας στο Τριώδι

Λέγοντας "το Τριώδι", ο λαός εννοεί την έναρξη της Αποκρεω - Σαρακοστιανής περιόδου. Οι Κυριακές της Αποκριάς είναι τέσσερις, αλλά οι εβδομάδες της είναι τρεις. Η πρώτη εβδομάδα είναι η Προφωνούσιμη.Είναι η προαναγγελτική της Αποκριάτικης περιόδου. Από τα βυζαντινά χρόνια, συνήθιζαν να τη χρησιμοποιούν για προειδοποιήσεις με κήρυκες, στη θέση των σημερινών ημερολογίων. Χαρακτηριστικό είναι το στιχάκι που έλεγαν στα χρόνια της Τουρκοκρατίας:

"Προφωνούσιμη βδομάδα,/ προφωνέσου, νοικοκύρη,/ κι αν δεν έχει το πουγκί σου,/ πάρε πούλα το βρακί σου".

Τα μασκαρέματα αυτή την εβδομάδα, ήταν ακόμη λίγα, προειδοποιητικά, αλλά τα φαγοπότια ήταν κανόνας να αρχίζουν αργότερα, με την Κυριακή "του Ασώτου" και την Κρεάτινη εβδομάδα.

Τέλος, ήταν οι Τρανές Αποκριές ή η Εβδομάδα της Τυρινής.Παλιότερα, η εβδομάδα αυτή ήταν μια γεφυρωτική μετάβαση, από την απόλυτη κρεοφαγία της προηγούμενης, στην προσεχή νηστεία, δίνοντας μόνο άδεια στα γαλακτερά. Αποκορύφωμα αυτής της εβδομάδας, ήταν το βράδυ της Κυριακής, όταν με τη λήξη της "αρτυμοφαγίας", τα παιδιά, έπαιζαν χαρούμενα το παιχνίδι του "τελευταίου αβγού". Το κρεμούσαν ασπροκαθαρισμένο και το κουνούσαν πέρα δώθε, για να δουν ποιος θα το "μπουκώσει" για τελευταία φορά, ως τη Λαμπρή.

Απόκριες και Μπακλαχοράνι στην Πόλη

Μέρες χαράς, γλεντιού και διασκέδασης ήταν οι μέρες των Αποκριών στην Πόλη. Οι Πολίτισσες νοικοκυρές συνήθιζαν να ετοιμάζουν σπιτικά κεράσματα (τρίγωνα, ρεβανί, μπακλαβά, γιασί κ. ά.), καθώς επικρατούσε η συνήθεια να επισκέπτονται τα σπίτια γείτονες και φίλοι μεταμφιεσμένοι. Οπως σημειώνει στο βιβλίο της η Σούλα Μπόζη,"στα μεγάλα αστικά σπίτια του Πέρα και σε διάφορες αίθουσες δίνονταν κοινοτικοί χοροί και δεξιώσεις".

Ενα ευθυμογράφημα της πολίτικης εφημερίδας "Πρόοδος" (1918) μας παρουσιάζει τη διασκέδαση των λαϊκών στρωμάτων και μας μεταφέρει στον αποκριάτικο χορό των "τουλουμπατζήδων" (άτακτο Σώμα Πυροσβεστών). "Ο χορός έγινε στο "κοβούσι" (κατάλυμα - υπνωτήριο), με μουσικούς τον Κιορ - Χατζίκη στο ζουρνά και τον Εδιρνέ - Καπουλού Γιοββανάκη στο νταούλι και κυρίαρχο της βραδιάς τον καρσιλαμά (... ). Αντί σαμπάνια υπήρχε μπόλικη γκαζόζα - λεμονάδα "για τα παιδιά της επιστήμης"". Τις Απόκριες συνήθως έκαναν τους ετήσιους χορούς τους και οι Ελληνες ετεροδημότες. Τους χορούς του συρμού - την πόλκα, τη μαζούρκα, τις καντρίλιες - διαδέχονταν οι μπάλοι, ο ρουμελιώτικος και ο χασαποσέρβικος της Πόλης.

Σαν ένα "χρωματιστό πανηγύρι" χαρακτηρίζει ο λαϊκός ζωγράφος Π. Μοσχάκης την Πόλη την Καθαρά Δευτέρα. Τη μέρα αυτή, μπορεί οι νοικοκυρές να "επανέφεραν τα πράγματα στην τάξη", αλλά το μεγάλο ξεφάντωμα, το θρυλικό Μπακλαχοράνι, ο καρνάβαλος της Καθαρής Δευτέρας, συγκέντρωνε πλήθος κόσμου στα Ταταύλα. "Οι μασκαράδες από κάθε γειτονιά προσπαθούσαν να παρουσιάσουν κάτι πρωτοφανές (... ) να γελάσει ο κόσμος. Μερικοί ντυνόντουσαν "Ελληνες λήσταρχοι" με φουστανέλες και γιαταγάνια. Κάποια άλλη γειτονιά παρίστανε τους χαμάληδες της Ανατολής, με ενδυμασίες του τόπου. Αλλοι ντυμένοι γιατροί, στη μέση του δρόμου ξεγεννούσαν γκαστρωμένες γυναίκες. Κηδείες με φέρετρα και μέσα πεθαμένους, παπάδες και ξεφτέρια, χήρες και συγγενείς". Αυτές ήταν σκηνές από το θρυλικό Μπακλαχοράνι, που αργότερα, όπως γράφει εφημερίδα το Φλεβάρη του 1944 "αφήκε αναμνήσεις, ήτο νεκρό".

Θυμοσοφία και σκώμμα με τραγούδι

Τα έθιμα της Αποκριάς είναι ιδιαίτερα δεμένα με το τραγούδι. Μέσα από το στίχο, τη μελωδία και το ρυθμό δίνεται η ευκαιρία έκφρασης τόσο στον τελεστή όσο και στο μέτοχο του εθίμου. "Τώρα τις Απόκριες/ θα φαμ' μακαρουνάδες/ θάρθει κι η Σαρακοστή/ μ' ελιές και νταραμάδες", λέει ένα γνωστό στιχάκι, που συναντάται στην Αττική, ενώ ο "Αποκριανός σκοπός", που ηχογράφησε στην Αμοργό ο Σίμων Καράς θίγει μια άλλη πλευρά της Αποκριάς, αυτή στην οποία συνυπάρχει η χαρά του γλεντιού με τη θλίψη του θανάτου: "Γλεντάτε να γλεντήσουμε τα τρυφερά μας νιάτα/ γιατί θε να 'ρθει ένας καιρός να τα σκεπάσει η πλάκα/ Δώστε του, παιδιά, κι ας πάει/ τούτ' η γης θε να μας φάει".

Στα τραγούδια της Αποκριάς παρατηρείται μια αρμονική συνύπαρξη των "γνωμικών" τραγουδιών με τα σατυρικά και τα "άσεμνα". Η ποιητική και μουσική δομή των περισσότερων είναι σχετικά απλή. Συνήθως είναι ρυθμικά, δίνοντας την αίσθηση μιας ρυθμικής "μελωδικής απαγγελίας" του κειμένου. Τα αποκριάτικα τραγούδια και κυρίως τα παλιότερα από αυτά, τα "άσεμνα", τα τραγουδούσαν χωρίς τη συνοδεία μουσικών οργάνων, χωρισμένοι σε δύο ομάδες, όπως γίνεται ακόμα σήμερα στο Δρυμό Ελασσόνας ή άρχιζε ένας σολίστας κι επαναλάμβαναν οι υπόλοιποι. Τα όργανα της στεριανής κομπανίας ή της νησιώτικης ζυγιάς αποτελούν νεότερη προσθήκη.

Αντί επιλόγου παραθέτουμε ένα απόσπασμα του Λάμπρου Λιάβα από το προλογικό του σημείωμα στη συλλογή με τα "Αποκριάτικα" της Δόμνας Σαμίου: "Με ποιο τρόπο λοιπόν, με ποια αυτιά μπορεί ο σημερινός ακροατής να προσεγγίσει αυτά τα τραγούδια; Σε μια εποχή, που το καρναβάλι μας το "έκλεψαν" οι δημοτικοί άρχοντες, τη γιορτή μας οι οργανωμένες φιέστες και το τραγούδι μας το δισκογραφικό μάρκετινγκ και τα μαζικά μέσα; Με ποια "ηθική" μπορεί κανείς να τα αντιμετωπίσει, τη στιγμή που η σύγχρονη κοινωνία έχει μετατραπεί πλέον σε μια "κοινωνία ηθών, όπου τα ήθη στρέφονται κατά των εθίμων";".



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ