ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 19 Οχτώβρη 2008
Σελ. /32
ΔΙΕΘΝΗ
«Δε θα υπάρξει ειρήνη, αν δεν αλλάξει η πολιτική του Ισραήλ»

Μιλάει στον «Ρ» ο Χάνα Αμίρεχ, μέλος του ΠΓ του Κόμματος του Λαού της Παλαιστίνης

Ο Χάνα Αμίρεχ
Ο Χάνα Αμίρεχ
«Αν δεν ασκηθεί πολιτική πίεση προς την ισραηλινή ηγεσία να σεβαστεί διεθνείς αποφάσεις και να αλλάξει ριζικά την επιθετική της στάση απέναντι στους Παλαιστινίους, δεν πρόκειται ποτέ να υπάρξει ειρήνη στην περιοχή» υπογράμμισε, μιλώντας στον «Ρ», ο Χάνα Αμίρεχ, μέλος του ΠΓ του Κόμματος του Λαού της Παλαιστίνης και της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΟΑΠ. Ο Χάνα Αμίρεχ τονίζει ότι ο ρόλος που μπορούν να διαδραματίσουν τα κομμουνιστικά και εργατικά κόμματα, οι προοδευτικές δυνάμεις γενικότερα, στην επίτευξη πραγματικής προόδου και μιας βιώσιμης και οριστικής λύσης στο Παλαιστινιακό είναι κομβικός, απαιτώντας από τις κυβερνήσεις τους να πιέσουν την ισραηλινή ηγεσία.

-- Ενα χρόνο, σχεδόν, μετά την επανέναρξη των συναντήσεων μεταξύ του Παλαιστινίου Προέδρου και της ισραηλινής ηγεσίας στο πλαίσιο της διαδικασίας της Ανάπολης, εκτιμάτε ότι έχει υπάρξει κάποια αλλαγή, έχει επιτευχθεί κάποια πρόοδος στην κατεύθυνση της δίκαιης και βιώσιμης λύσης στο Παλαιστινιακό;

-- Οι συναντήσεις αυτές δεν έφεραν κανένα απολύτως αποτέλεσμα. Η νέα ηγέτιδα του κόμματος «Καντίμα», η Τζίπι Λίβνι, η οποία θα αντικαταστήσει τον Εχούντ Ολμέρτ στην πρωθυπουργία, θα ακολουθήσει την ίδια πολιτική, θα τηρήσει την ίδια στάση, γιατί ούτως ή άλλως όλα τα προηγούμενα χρόνια αυτή ήταν η επικεφαλής των Ισραηλινών διαπραγματευτών. Δεν περιμένουμε ότι θα επιτευχθούν αληθινά αποτελέσματα, πραγματική πρόοδος στις διαπραγματεύσεις, αντίθετα από ό,τι πολλοί υπόσχονταν κατά τη Σύνοδο της Ανάπολης, πέρυσι.

«Η ισραηλινή πλευρά ευθύνεται για το αδιέξοδο»

-- Πιστεύετε ότι η διαδικασία που άρχισε από τη Σύνοδο της Ανάπολης, ως πλαίσιο διαπραγματεύσεων, ήταν μια καλή ευκαιρία για την επίτευξη προόδου όσον αφορά στον αγώνα του παλαιστινιακού λαού;

Συνεχείς είναι οι διαδηλώσεις ενάντια στην ανέγερση του τείχους σε διάφορα σημεία της Δυτικής Οχθης

Associated Press

Συνεχείς είναι οι διαδηλώσεις ενάντια στην ανέγερση του τείχους σε διάφορα σημεία της Δυτικής Οχθης
-- Η Σύνοδος της Ανάπολης και η διαδικασία που ακολούθησε ήταν ένας μηχανισμός, προκειμένου να υπάρξουν διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο πλευρών, μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων. Θα μπορούσε κανείς να χαρακτηρίσει τη διαδικασία αυτή και να την αποτιμήσει μόνο με γνώμονα το τι αποτελέσματα πέτυχε. Σήμερα, αυτό που είναι εμφανές είναι ότι δεν υπάρχουν αποτελέσματα.Και η ευθύνη γι' αυτό βαραίνει την ισραηλινή πλευρά.

Μόνο φέτος άρχισε η κατασκευή περισσότερων από 8.000 επιπλέον σπιτιών στους εποικισμούς της Δυτικής Οχθης. Συνεχίζεται ο αποκλεισμός της Λωρίδας της Γάζας. Παραμένουν στη θέση τους περισσότερα από 500 σημεία ελέγχου στη Δυτική Οχθη, τα οποία πλέον περικυκλώνουν και την Ιερουσαλήμ. Η ισραηλινή ηγεσία, λοιπόν, δεν άλλαξε διόλου την επιθετική της πολιτική απέναντι στον παλαιστινιακό λαό. Κατά συνέπεια, η ευθύνη της αποτυχίας της όποιας διαδικασίας διαπραγμάτευσης, συμπεριλαμβανομένης και αυτής που άρχισε στην Ανάπολη, βαραίνει την ισραηλινή πλευρά.

Δεν είναι ρεαλιστικό να ζητά κανείς οι Παλαιστίνιοι να διαπραγματεύονται και οι Ισραηλινοί να συνεχίζουν ό,τι έκαναν πάντα: εποικισμούς, εισβολές, αποκλεισμούς κλπ. Δεν μπορεί να γίνει τίποτε έτσι. Η ισραηλινή πλευρά οφείλει, τουλάχιστον, να σεβαστεί τις διεθνείς αποφάσεις των διαδικασιών στις οποίες αποδέχεται να συμμετάσχει. Και πρέπει να αποδείξει ότι επιθυμεί πραγματικά ειρήνη με τους Παλαιστινίους, κάτι που δεν αποδεικνύεται με την επέκταση εποικισμών και τις κατηγορηματικές δηλώσεις περί μη αποχώρησης από σημεία των παλαιστινιακών εδαφών.


Associated Press

Υπό την έννοια αυτή, η χρονιά που πέρασε δεν ήταν αυτό που θα λέγαμε η χρονιά της επίλυσης του Παλαιστινιακού και της επίτευξης συμφωνίας, όπως διακηρυσσόταν στην Ανάπολη.

-- Πιστεύετε ότι αυτή η κατάσταση μπορεί να αλλάξει μέσα από τις διμερείς συνομιλίες που θα συνεχιστούν;

-- Οχι. Οπως διαμορφώνεται σήμερα η κατάσταση τόσο στο επίπεδο των διαπραγματεύσεων όσο και στο επίπεδο των πράξεων της ισραηλινής πλευράς, δε νομίζω ότι υπάρχει, στην παρούσα φάση και υπό τις υπάρχουσες συνθήκες, καμία προοπτική επίτευξης προόδου, πόσο μάλλον επίτευξης κάποιου είδους λύσης. Η ισραηλινή πλευρά είναι, κατά τη γνώμη μας, εμφανές ότι ενδιαφέρεται μόνο γι' αυτό που ονομάζει «δημογραφική απειλή», δηλαδή το ενδεχόμενο κάποια στιγμή σε εδάφη που βρίσκονται υπό ισραηλινό έλεγχο, είτε επειδή είναι ισραηλινό έδαφος είτε επειδή είναι κατεχόμενα, να είναι μεγαλύτερος ο αριθμός των Παλαιστινίων από των Ισραηλινών. Αυτό που προσπαθεί η ισραηλινή πλευρά είναι μόνο να αντιμετωπίσει αυτήν την ...απειλή.

Είναι γνωστό ότι στη Δυτική Οχθη κατοικείται μόνο το 40%. Σε αυτό συμπεριλαμβάνονται οι μεγάλες παλαιστινιακές πόλεις και κωμοπόλεις. Οι Ισραηλινοί φαίνεται ότι προσπαθούν να διατηρήσουν τον έλεγχο σ' ένα 50% της Δυτικής Οχθης με εποίκους και στρατιωτικές εγκαταστάσεις και να «επιστρέψουν» στους Παλαιστινίους το άλλο 50%, δηλαδή τις πόλεις, ονομάζοντας τα εδάφη αυτά κράτος. Αυτό δεν είναι παλαιστινιακό κράτος. Είναι μια περιοχή περικυκλωμένη από σημεία ελέγχου, από ισραηλινό στρατό και από εποίκους. Επί της ουσίας, προσφέρουν ένα είδος ελεγχόμενης αυτονομίας.

Και, κατά τη γνώμη τους, αυτό που προσφέρουν στην παλαιστινιακή πλευρά είναι κάτι σημαντικό. Ενώ, παράλληλα, λύνουν και το λεγόμενο «δημογραφικό» πρόβλημα, αντιμετωπίζουν, όπως γίνεται αντιληπτό, τους Παλαιστινίους, τόσο της Δ. Οχθης όσο και της Λωρίδας της Γάζας, ως εσωτερικό πρόβλημα του Ισραήλ. Δε σέβονται τίποτε, ούτε τις αποφάσεις του ΟΗΕ για τους εποικισμούς, τους πρόσφυγες, τα κατεχόμενα εδάφη, ούτε το δικαίωμα των Παλαιστινίων για αυτοδιάθεση και για ένα βιώσιμο ανεξάρτητο κράτος, τίποτε.

«Να πιεστεί η ισραηλινή ηγεσία να συμμορφωθεί με τις διεθνείς αποφάσεις»

-- Ποιες θεωρείτε ότι θα μπορούσαν να είναι οι προϋποθέσεις ή οι εγγυήσεις, αν θέλετε, για να επιτευχθεί μια δίκαιη βιώσιμη λύση για το Παλαιστινιακό;

-- Μοναδική περίπτωση επίτευξης λύσης είναι η ριζική αλλαγή της ισραηλινής στάσης.Αν δε γίνει αυτό, δε θα υπάρξει ποτέ ειρήνη.Για να επιτευχθεί, όμως, κάτι τέτοιο χρειάζεται να ασκηθεί μεγάλη διεθνής πίεση στην ισραηλινή πλευρά ώστε να υποχρεωθεί να το πράξει.

Πραγματική πίεση, που θα αναγκάσει τους Ισραηλινούς να συμμορφωθούν με το ελάχιστο των δίκαιων αιτημάτων του παλαιστινιακού λαού. Ζητάμε ένα κράτος στη Δ. Οχθη και στη Λωρίδα της Γάζας, σε εδάφη δηλαδή που δεν είναι παρά το 23% της ιστορικής Παλαιστίνης. Οι Ισραηλινοί δε δέχονται ούτε αυτό, ούτε καν εξετάζουν τέτοια αιτήματα.

Ως Παλαιστίνιοι, μόνοι μας, δεν μπορούμε να πετύχουμε το στόχο αυτό. Ισως αυτό θα μπορούσε να γίνει χρόνια πριν, αλλά όχι τώρα. Ο παλαιστινιακός λαός έχει κάνει πολλές θυσίες: Εχει χιλιάδες κρατουμένους, χιλιάδες νεκρούς, χιλιάδες τραυματίες. Ομως, δεν πετύχαμε το στόχο μας.

Εχουμε ανάγκη τη διεθνή βοήθεια, και αυτό ακριβώς ζητάμε. Αυτή η βοήθεια θα πρέπει να είναι πολιτική βοήθεια, θα πρέπει να είναι άσκηση πίεσης στην ισραηλινή πλευρά, από κυβερνήσεις, από δημοκρατικές πολιτικές δυνάμεις, από τα κομμουνιστικά κόμματα, από τους λαούς. Κάθε είδους πίεση ενάντια στην ισραηλινή κατοχή, από οποιονδήποτε. Παραδείγματος χάριν, το μποϊκοτάζ των προϊόντων που προέρχονται από εποικισμούς είναι ένα είδος πίεσης, το μποϊκοτάζ των εταιρειών που συμμετέχουν στην ανέγερση του διαχωριστικού τείχους κ.ο.κ.

Ο Παλαιστίνιος πρωθυπουργός έστειλε επιστολή στην Ευρωπαϊκή Ενωση, ζητώντας, εξαιτίας όλων αυτών των λόγων, να μην αναβαθμιστεί η σχέση ΕΕ - Ισραήλ. Δεν έλαβε καν απάντηση. Η κλασική τακτική της ΕΕ να συνεχίζει την παροχή βοήθειας προς τα παλαιστινιακά εδάφη, περιορίζοντας τη βοήθεια αυτή σε χρηματοδοτήσεις έργων, δεν αλλάζει τίποτε επί της ουσίας. Μπορεί να λύνει ορισμένα ανθρωπιστικά ζητήματα, αλλά δεν αντιμετωπίζει τη συνέχιση της ισραηλινής κατοχής. Χρειαζόμαστε μια πολιτική προσέγγιση.

Η ΕΕ θα πρέπει να επανεξετάσει τις ισορροπίες που τηρεί μεταξύ της ισραηλινής λεγόμενης αναγκαιότητας για ασφάλεια και των παλαιστινιακών εθνικών δικαιωμάτων. Αυτές οι ισορροπίες δεν οδηγούν πουθενά. Οι ισραηλινές ανάγκες για ασφάλεια είναι και θα είναι τόσο μεγάλες που από μόνες τους καταπατούν τα παλαιστινιακά δικαιώματα, κατάσχοντας ολοένα και περισσότερη παλαιστινιακή γη. Δεν μπορεί να υπάρξει ισορροπία ανάμεσα στα δύο αυτά αντιθετικά στοιχεία.

Στη φάση αυτή, υπάρχει ένας πολύ σημαντικός ρόλος που μπορεί να διαδραματίσουν τα κόμματα, τα κομμουνιστικά εργατικά κόμματα, αλλά και άλλες δημοκρατικές δυνάμεις. Μπορούν να πιέσουν τις κυβερνήσεις τους να αλλάξουν στάση απέναντι στην ισραηλινή ηγεσία, να την πιέσουν για να συμμορφωθεί με τις υπάρχουσες διεθνείς αποφάσεις. Πολλοί εκπρόσωποι κυβερνήσεων και ευρωβουλευτές έχουν επισκεφτεί τα παλαιστινιακά εδάφη και έχουν εκφράσει την αλληλεγγύη τους. Αλλά ο ρόλος του Ευρωκοινοβουλίου είναι μόνο συμβουλευτικός.

Αν, όμως, τα κομμουνιστικά κόμματα, οι προοδευτικές δυνάμεις είχαν αυξημένες εκπροσωπήσεις μέσα στα Κοινοβούλια της κάθε χώρας, και στο Ευρωκοινοβούλιο, θα μπορούσαν να ασκήσουν περισσότερη πίεση, να απαιτήσουν αλλαγή στάσης απέναντι στο Ισραήλ, κάτι που πραγματικά θα άλλαζε την κατάσταση. Είναι κατανοητό ότι για εμάς είναι εξαιρετικά σημαντικό να υπάρξει ενίσχυση της δύναμης των κομμουνιστικών και εργατικών κομμάτων μέσα στη χώρα τους.

«Εθνικός διάλογος και πρόωρες εκλογές υπό εποπτεία, η λύση στον εσωτερικό διχασμό»

-- Οσον αφορά στις εξελίξεις στην εσωτερική πολιτική σκηνή των παλαιστινιακών εδαφών. Ποια είναι η άποψη του κόμματός σας για την αντιπαράθεση μεταξύ «Χαμάς» και «Φατάχ» και το πώς έχει εξελιχθεί μέχρι σήμερα; Ποια είναι η δική σας πρόταση για υπερσκελισμό των εσωτερικών αυτών σοβαρότατων προβλημάτων;

-- Πιστεύουμε ότι αυτός ο πολιτικός διχασμός πρέπει να τελειώσει το συντομότερο δυνατό. Γίνονται συζητήσεις και επαφές διά μέσου της Αιγύπτου, προκειμένου να εξευρεθεί μια φόρμουλα για επανέναρξη ενός πολιτικού εθνικού διαλόγου με τη συμμετοχή όλων ανεξαιρέτως των παλαιστινιακών πολιτικών δυνάμεων. Πιστεύουμε ότι αυτή η προσπάθεια θα πάρει λίγο ακόμη χρόνο μέχρι να καταλήξει σε αποτέλεσμα. Ολοι σχεδόν οι Παλαιστίνιοι επιθυμούν να υπάρξει ένας μηχανισμός τέτοιος συνεργασίας και διαλόγου, σε δημοκρατική πάντα βάση, που θα οδηγήσει σε υπερσκελισμό αυτών των προβλημάτων.

Εμείς δε ζητάμε από καμία πολιτική παράταξη να αλλάξει τις θέσεις της ή τις απόψεις της. Δε ζητάμε, ας πούμε, από τη «Χαμάς» να αποδεχτεί το Ισραήλ. Ζητάμε, όμως, από όλες τις παλαιστινιακές πολιτικές δυνάμεις να συμφωνήσουν σ' έναν τρόπο αντιμετώπισης του ζητήματος. Κατά τη γνώμη μας, αυτό μπορεί να γίνει με τη διενέργεια πρόωρων εκλογών και μέσα από ειλικρινή εθνικό διάλογο σε βάθος.

Πιστεύουμε ότι όλες οι παλαιστινιακές πολιτικές δυνάμεις οφείλουμε να συμφωνήσουμε στο σχηματισμό μιας μεταβατικής κυβέρνησης, αποτελούμενης από ανεξάρτητες προσωπικότητες, που μπορεί να στηρίζονται από ξεχωριστά κόμματα. Αυτή η κυβέρνηση θα πρέπει να προετοιμάσει τη διενέργεια εκλογών και θεωρούμε ότι θα ήταν χρήσιμη η ύπαρξη αραβικής εποπτείας σε αυτή τη διαδικασία και στη διενέργεια εκλογών, όπως και διεθνούς εποπτείας, π.χ. από τον ΟΗΕ, όπως έγινε και στις προηγούμενες εκλογές.

Με αυτόν τον τρόπο θεωρούμε ότι μπορούν να ξεπεραστούν ο εσωτερικός διχασμός και τα προβλήματα που υπάρχουν σήμερα. Θεωρούμε, επίσης, στο ίδιο πλαίσιο εξαιρετικά σημαντική την ενωτική συμμετοχή των αριστερών κομμάτων της Παλαιστίνης σε αυτές τις εκλογές. Μιλώ, δηλαδή, για το δικό μας κόμμα, το Κόμμα του Παλαιστινιακού Λαού, το Λαϊκό Μέτωπο για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης, το Δημοκρατικό Μέτωπο για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης και οποιαδήποτε άλλη πολιτική οργάνωση συμφωνεί με τις προγραμματικές θέσεις των τριών αυτών δυνάμεων.

Εκτιμάμε ότι μια τέτοια κίνηση θα είναι εξαιρετικά σημαντική, γιατί η πόλωση που έχει προκληθεί μεταξύ των «Χαμάς» και «Φατάχ» δεν είναι διόλου χρήσιμη σε κανένα επίπεδο. Πρέπει να υπάρξει μια εξισορρόπηση, μια εναλλακτική πρόταση απέναντι σε αυτές τις δύο δυνάμεις.

-- Θεωρείτε ότι υπάρχει κάποιου είδους ευθύνη, στην ΟΑΠ, σε κάποιον άλλο, για τη διένεξη αυτή που έχει δημιουργηθεί στο εσωτερικό της παλαιστινιακής πολιτικής σκηνής; Θεωρείτε ότι θα μπορούσε με κάποιον τρόπο να έχει αποφευχθεί;

-- Στην ΟΑΠ συμμετέχουν όλες οι παλαιστινιακές πολιτικές δυνάμεις, εκτός από τη «Χαμάς» και την «Τζιχάντ». Σήμερα, η «Χαμάς» θεωρεί ότι η ΟΑΠ δεν έχει το νόμιμο δικαίωμα να εκπροσωπεί τον παλαιστινιακό λαό. Θέλει να υπάρξει ανασύσταση της ΟΑΠ και επιδιώκει αλλαγή του πολιτικού της προγράμματος. Εμείς δε συμφωνούμε με αυτήν τη θέση.

Η ΟΑΠ δεν είναι απλώς το πολιτικό της πρόγραμμα, είναι η μορφή εκείνη μέσα από την οποία ο παλαιστινιακός λαός είναι αναγνωρισμένος διεθνώς. Δε θεωρούμε σωστή την έναρξη της οποιασδήποτε διαδικασίας που θα οδηγήσει σε κατάργηση αυτής της διεθνούς αναγνώρισης. Η «Χαμάς» επιθυμεί διεξαγωγή νέων εκλογών για το Εθνικό Συμβούλιο της ΟΑΠ. Αυτό θα οδηγήσει σε πλήρη αλλαγή της ΟΑΠ και των πολιτικών της θέσεων. Εμείς, ούτως ή άλλως, θεωρούμε ότι προτεραιότητα δεν είναι η ΟΑΠ, αλλά η επίλυση της εσωτερικής κρίσης, η ανάδειξη ενωτικής Παλαιστινιακής Αρχής.


Ελένη ΜΑΥΡΟΥΛΗ


Πολιτική συμφερόντων

Οταν στη σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών υπό τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κωνσταντίνο Καραμανλή, η ΓΓ του ΚΚΕ, Αλέκα Παπαρήγα, ήταν η μόνη που αρνήθηκε να υπογράψει το κοινό ανακοινωθέν της ονοματολογίας για τα Σκόπια, κατηγορήθηκε για έλλειψη πατριωτισμού. Η παρούσα στήλη όταν επεσήμανε το γεγονός με τη φράση «πλην Λακεδαιμονίων», χλευάστηκε από τους εκσυγχρονισμένους αριστεροφυσιοδίφες της χαμένης «πραγματικής δημοκρατίας»! Στην πορεία και υπό την πίεση των γεγονότων, έκαναν την προσφιλή τους πολιτική κωλοτούμπα αυτοπαρουσιαζόμενοι ως λάβροι αρνητές της ονοματολογίας. Ομως η υπογραφή τους μένει να τους χαλάει τον ύπνο του «ιν» ρεαλισμού. Σήμερα η «σύνθετη ονομασία» ως πολιτική, φέρεται να υιοθετείται από το σύνολο του πολιτικού κόσμου.

Η ερώτηση που προκύπτει είναι εάν το κυνήγι της «ομονοούσας» σύνθετης γεωγραφικά ονομασίας των Σκοπίων, εκφράζει κατ' ουσία την τότε και τωρινή πολιτική των Λακεδαιμονίων. Η ουσία της ανεδαφικής πολιτικής της ονοματολογίας, βρίσκεται στο ότι το πρόβλημα της FYROM περιχαρακώνεται στο όνομά τους. Σύνθετο όνομα με μακεδονικό όρο ή χωρίς αυτόν, δείχνει να εξελίσσεται στο ίδιο κοινό νόμισμα των δύο όψεων.

Κοινό τους χαρακτηριστικό είναι ότι θεωρούν ως καταλύτη του προβλήματος το όνομα. Αυτό βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με το συνολικό πλαίσιο της πολιτικής που διατύπωσαν από την αρχή οι χλευασμένοι τότε Λακεδαιμόνιοι, από τους θιασώτες της πολιτικής κωλοτούμπας. Η πολιτική των Λακεδαιμονίων καθόριζε ως πρωτεύον το εθνολογικό και γλωσσολογικό ζήτημα με τη θέση ότι πρέπει να διατυπωθεί με κρυστάλλινη διαύγεια ότι τα περί «μακεδονικού έθνους και γλώσσας» είναι ανύπαρκτα και ανιστόρητα, δηλαδή είναι τα παραμύθια της Χαλιμάς. Από κει και πέρα εάν οι Σκοπιανοί ήθελαν να χρησιμοποιήσουν τον όρο «Μακεδονία» επειδή καταλαμβάνουν μικρό τμήμα της μακεδονικής γης, αυτός ο όρος θα είχε αυστηρά και μόνο γεωγραφική έννοια με κατάλληλες διατυπώσεις στις συμφωνίες. Επίσης θα υπήρχε πλήρης εξάλειψη αλυτρωτικών συμβόλων εθνικισμού, σοβινισμού και επεκτατισμού. Η επικαιρότητα αυτής της θέσης εξακολουθεί να υφίσταται με τις περίεργες παλινωδίες του Αμερικανού μεσολαβητή, Μάθιου Νίμιτς και την επίσης περίεργη αδιαλλαξία για το περιεχόμενο της πολιτικής της ηγεσίας των Σκοπίων.

Στο σημείο αυτό πρέπει να αποσαφηνιστούν ορισμένες πλευρές για το περιεχόμενο που όφειλε να έχει η ελληνική εξωτερική πολιτική. 1) Η αποδοχή των προκλητικών απαιτήσεων της ηγεσίας των Σκοπίων δε γίνεται αποδεκτή διότι κυρίως εκφράζουν την προσπάθεια των ΗΠΑ να σπάσουν τα υπαρκτά σύνορα και να δημιουργήσουν μικρά πλήρως ελεγχόμενα προτεκτοράτα. 2) Το όλο ζήτημα μπαίνει στον ανταγωνισμό κυρίως μεταξύ ΗΠΑ και νεοκαπιταλιστικής Ρωσίας για τον έλεγχο της περιοχής, με εκ περιτροπής έταιρο υποψήφιο τους ευρωενωσίτες. 3) Η ηγεσία της FYROM λειτουργεί ως πρακτορείο της αμερικανικής πολιτικής κόντρα στα συμφέροντα της χώρας της και διατηρώντας μια επικίνδυνη ανισορροπία στην περιοχή. 4) Δημιουργείται ερωτηματικό για τις προθέσεις του ελληνικού καπιταλισμού όταν αποφεύγει να βάλει στο τραπέζι το εθνικιστικό κι επεκτατικό ζήτημα της «εθνολογίας» και «γλωσσολογίας» των Σκοπίων αφήνοντας κατ' ουσία ανοιχτό το ζήτημα αυτής καθεαυτής της ύπαρξης της FYROM. Το ερωτηματικό αυτό ενισχύεται από την ηγεμονική αντίληψη της «διείσδυσης» του ελληνικού καπιταλισμού στα Βαλκάνια που έχει κατ' ουσία αναγάγει σε «ζωτικό χώρο».

Η ανερμάτιστη και ανιστόρητη πολιτική της σκοπιανής ηγεσίας μπορεί να την οδηγεί στην αυτοκαταστροφή ανεξαρτήτως συγκυριών. Ομως η ελληνική εξωτερική πολιτική του «βέτο» στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ, ως σανίδα σωτηρίας, φέρει μεγάλη ευθύνη για ένα δυσοίωνο μέλλον στην περιοχή. Η ονοματολογία της σύνθετης ονομασίας χωρίς το ουσιώδες πλαίσιο αρχών καταδίκης της «εθνολογίας» και «γλωσσολογίας» των Σκοπίων, ως το κύριο ζήτημα, είναι ξένη προς την αυθεντική πολιτική αντίληψη του προβλήματος.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ