ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 31 Μάρτη 2005
Σελ. /40
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΑΓΟΡΑ
Εντοπίστηκαν 350.000 χαλασμένα γιαούρτια

Επικίνδυνη η πολιτική της κυβέρνησης, που, αντί να ενημερώσει τους καταναλωτές για την απειλή, αλληλογραφούσε για το πρόβλημα με τη ΦΑΓΕ

Σε επικίνδυνο παιχνίδι σε βάρος της δημόσιας υγείας και των καταναλωτών εξελίσσεται η κυβερνητική πολιτική στα ζητήματα που αφορούν στην ασφάλεια των τροφίμων στην αγορά. Αυτό αποδεικνύεται για άλλη μια φορά, με αφορμή την προώθηση στην αγορά τουλάχιστον 350.000 χαλασμένων γιαουρτιών της ΦΑΓΕ, τα οποία ουδείς φορέας εντόπισε, ενώ ο Ενιαίος Φορέας Ελέγχου Τροφίμων (ΕΦΕΤ) ενεργοποιήθηκε μόνο μετά από το μαζικό χαρακτήρα που πήραν οι καταγγελίες από καταναλωτές, οι οποίοι βρέθηκαν να έχουν αγοράσει μουχλιασμένα γιαούρτια. Το γεγονός ότι το θέμα ήταν σε πλήρη εξέλιξη επί ένα μήνα, αλλά τόσο ο ΕΦΕΤ όσο και ο πολιτικός προϊστάμενος του Φορέα, υφυπουργός Ανάπτυξης Γ. Παπαθανασίου, αναγκάστηκαν να δημοσιοποιήσουν την υπόθεση μόνον αφού ήρθε στο φως της δημοσιότητας από ραδιοφωνικό σταθμό, αποδεικνύει επιπλέον ότι οι καταναλωτές παραμένουν έρμαια των επικίνδυνων επιχειρηματικών κερδοσκοπικών συμφερόντων και θύματα της κυβερνητικής πολιτικής.

Σύμφωνα με τον Γ. Παπαθανασίου, ο ΕΦΕΤ δέχτηκε από τα τέλη Φλεβάρη καταγγελίες από καταναλωτές που είχαν αγοράσει γιαούρτια της συγκεκριμένης εταιρίας που παρουσίαζαν μούχλα. Τις πρώτες καταγγελίες, είπε ο ίδιος, δεν τις έλαβε υπόψη ο ΕΦΕΤ, γιατί ...θεωρήθηκαν «τυχαίο περιστατικό». Οταν οι καταγγελίες συνεχίστηκαν, ο ΕΦΕΤ, αντί για οτιδήποτε άλλο, έστειλε την 1η του Μάρτη επιστολή στη ΦΑΓΕ, ζητώντας να ενημερωθεί από τους ίδιους τους επιχειρηματίες!!! Η εταιρία απάντησε στις 15 Μάρτη κατά τον υφυπουργό, 23 Μάρτη σύμφωνα με άλλες πληροφορίες, λέγοντας ότι διαπιστώθηκε πρόβλημα στη γραμμή παραγωγής, που δημιουργούσε επιμόλυνση στα συγκεκριμένα προϊόντα και πως το πρόβλημα αποκαταστάθηκε, ενώ δήλωσε ότι απέσυρε από την αγορά 350.000 γιαούρτια!

Σύμφωνα με τον ΕΦΕΤ, κλιμάκιο του Φορέα διαπίστωσε την αποκατάσταση της βλάβης στο εργοστάσιο, ενώ ο υφυπουργός Ανάπτυξης «καθησύχασε» τους καταναλωτές, λέγοντας ότι η τελευταία προβληματική παρτίδα έληγε στις 28 Μάρτη, επομένως ...στη χειρότερη περίπτωση και οι τελευταίες προβληματικές παρτίδες θα έχουν αποσυρθεί! Αξίζει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με πληροφορίες, παρόμοιο πρόβλημα είχε παρουσιαστεί σε προϊόντα της ίδιας επιχείρησης το καλοκαίρι του 2003.

Το συγκεκριμένο περιστατικό δείχνει, για άλλη μια φορά, το τεράστιο πρόβλημα που δημιουργείται για τη δημόσια υγεία από την πολιτική πλήρους ασυδοσίας που υπάρχει και στα ζητήματα της καταλληλότητας των τροφίμων, ενώ αποδεικνύει την υποκρισία των κυβερνώντων που διαφημίζουν τους περιβόητους -και άνευ αξίας- δειγματοληπτικούς ελέγχους. Ψευτοέλεγχοι, τα αποτελέσματα των οποίων εξετάζονται από τον ΕΦΕΤ σε συνεργασία με τους παραβάτες - προμηθευτές ακατάλληλων προϊόντων.

Παράλληλα, είναι ολοφάνερο ότι στην προκειμένη περίπτωση δεν κινητοποιήθηκαν καν οι όποιοι, αμφιβόλου έτσι κι αλλιώς αποτελεσματικότητας, μηχανισμοί, αφού στην ουσία πέταξαν στον κάλαθο των αχρήστων τις πρώτες καταγγελίες, και, ενώ για ένα μεγάλο διάστημα τα ράφια των καταστημάτων τροφίμων ήταν γεμάτα με τα συγκεκριμένα αλλοιωμένα προϊόντα, περιορίζονταν στην ανταλλαγή... επιστολών. Ταυτόχρονα, ο ΕΦΕΤ δεν μπήκε καν στον κόπο να μεριμνήσει για την απόσυρση των προβληματικών παρτίδων. Κι από την άλλη μεριά, ο αρμόδιος υφυπουργός προσπαθεί να αποποιηθεί των ευθυνών που βαρύνουν σε κάθε περίπτωση την κυβέρνηση, η οποία έχει την πολιτική ευθύνη για τον τρόπο που χειρίζονται οι εποπτευόμενοι φορείς τα ζητήματα που τους αφορούν, χρεώνοντας ευθύνες στον ΕΦΕΤ, ακόμα και στην ίδια την εταιρία, γιατί ...δεν ενημερώθηκαν οι καταναλωτές. Είναι προφανές ότι η όποια προσπάθεια τέτοιου τύπου καθόλου δεν αφορά στους ίδιους τους καταναλωτές.


ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΗ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗ ΑΞΙΑ
Νέα συρρίκνωση για την αγροτική οικονομία

Η παραπέρα αποδυνάμωση του πρωτογενούς τομέα της οικονομίας και η κυριαρχία του τριτογενούς, επιβεβαιώνεται και από τα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας, τα οποία παρακολουθούν την Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία (ΑΠΑ) των τομέων παραγωγής των ετών 2002 και 2003.

Σε απόλυτα μεγέθη η ΑΠΑ ανάμεσα στα δύο αυτά έτη, στον μεν πρωτογενή τομέα σημείωσε αύξηση 3,9%, στο δευτερογενή 11,3% και στον τριτογενή 9,1%. Και στους τρεις τομείς, στο σύνολο δηλαδή της οικονομίας η αύξηση ήταν 9,2%.

Ως προς τη συμμετοχή όμως των τομέων παραγωγής στο σχηματισμό της ΑΠΑ, προκύπτει ότι μεταξύ των ετών 2002 και 2003 η συμμετοχή του πρωτογενούς τομέα μειώθηκε από 7,1% στο 6,7% και στα ποσοστά αυτά αποτυπώνεται η συνεχής τάση συρρίκνωσης της αγροτικής παραγωγής της χώρας, η οποία ασφυκτιά από την ΚΑΠ και τις συμφωνίες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου. Η συμμετοχή του δευτερογενούς τομέα κυμάνθηκε στα επίπεδα στασιμότητας του 22,3% το 2002 και στο 22,7% το 2003. Ο δε τριτογενείς τομέας και τα δύο αυτά χρόνια διατηρείται στην πρωτοκαθεδρία με ποσοστό 70,6%.

Από την επιμέρους ανάλυση των περιφερειών, το πιο αξιόλογο στοιχείο που προκύπτει είναι η μικρή υποχώρηση της συμμετοχής του δευτερογενούς και τριτογενούς τομέα στο σχηματισμό της ΑΠΑ του νομού Αττικής, την οποία κερδίζει κυρίως η περιφέρεια της Στερεάς Ελλάδας. Από 37% και 41,4% η συμμετοχή της Αττικής στο σχηματισμό της ΑΠΑ το 2002, το 2003 σημειώθηκε υποχώρηση στο 35,7% και στο 37,4%, ενώ τα αντίστοιχα ποσοστά στη Σ. Ελλάδα αυξήθηκαν από 13,7% σε 15% και 4,8% σε 7,4%.


ΑΓΟΡΑ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΕΙΔΩΝ
Νομοσχέδιο ενίσχυσης των μεγάλων εταιριών

Μόνο οι κυβερνητικοί βουλευτές υπερψήφισαν επί της αρχής το νομοσχέδιο για τον έλεγχο της αγοράς πετρελαιοειδών που εισηγήθηκε το υπουργείο Ανάπτυξης στην Ολομέλεια της Βουλής.

Για νομοσχέδιο «καθαρά ταξικό», που «ενισχύει ουσιαστικά τις μεγάλες εταιρίες», έκανε λόγο ο εισηγητής του ΚΚΕ, τονίζοντας ότι επί της ουσίας «συνεχίζει την πολιτική του ΠΑΣΟΚ». Πιο συγκεκριμένα, ανέφερε πως «εμείς θεωρούμε ότι με τα μέτρα γίνεται μια βελτίωση στη δομή του ελέγχου και τίποτε παραπάνω» και «μας ενδιαφέρει αυτό για το λαθρεμπόριο και τις νοθείες», όμως «ο καταναλωτής δεν ωφελείται από αυτή την αντιμετώπιση». Συγκρίνοντας τις αυξήσεις στα πετρελαιοειδή επισήμανε πως «τα πετρελαιοειδή αυξήθηκαν κατά 18% ενώ οι αυξήσεις των μισθών ήταν 3%», αφού «οι αυξήσεις ξεπέρασαν τα 420 ευρώ τον τόνο». Ο Νίκος Γκατζής επισήμανε πως «η "Μόμπιλ" μαζί με τη ΔΕΠΑ έχουν μια μονοπωλιακή αντιμετώπιση στο να διαμορφώνουν τις τιμές», σημειώνοντας ότι «θα πρέπει να υπάρχει ένας κρατικός φορέας διαχείρισης των πετρελαιοειδών, που θα λαμβάνει υπόψη τα λαϊκά συμφέροντα και θα διαμορφώνει τις τιμές με βάση την ανάπτυξη και τις λαϊκές ανάγκες». Απευθυνόμενος στην κυβέρνηση μάλιστα είπε: «Εχετε και τώρα τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσετε τον κρατικό φορέα, τη ΔΕΠΑ. Αντίθετα, όμως, την αφήνετε να γίνει ένας μηχανισμός εκμετάλλευσης». Οσον αφορά στην αγορά ο εισηγητής του ΚΚΕ τόνισε ότι «δεν είναι ούτε οι συμφωνίες κυρίων που μπορούν να μειώσουν τις τιμές των πετρελαιοειδών», αφού «ο ανταγωνισμός δεν μπορεί να βάλει φρένο στις τιμές», μιλώντας για «συνειδητή πολιτική που ακολουθεί η ΝΔ όπως και το ΠΑΣΟΚ όλα αυτά τα χρόνια». Τέλος, δήλωσε πως «ήταν ψεύτικο το επιχείρημα ότι μέσω της ΕΕ θα λύσετε το πρόβλημα του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης». Από την πλευρά της κυβέρνησης, ο υπουργός Ανάπτυξης, Δ. Σιούφας, επιχείρησε να παρουσιάσει ως παρέμβαση στην αγορά τη δράση των ελεγκτικών μηχανισμών, μιλώντας για τη διενέργεια 2.500 ελέγχων.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ