ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 13 Αυγούστου 2006
Σελ. /32
ΔΙΕΘΝΗ
Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις σε κρίσιμη καμπή

Γρηγοριάδης Κώστας

Η προώθηση του ιμπεριαλιστικού σχεδίου της λεγόμενης «Νέας Μέσης Ανατολής» και η γενικότερη όξυνση του ανταγωνισμού μεταξύ ΗΠΑ, ΕΕ και Ρωσίας για την εδραίωση των θέσεών τους στην Ευρασία, προβληματίζει την αστική τάξη της Τουρκίας. Αναζητά τρόπους αξιοποίησης της συγκυρίας για την αναβάθμιση του γεωπολιτικού της ρόλου.

Ανησυχεί ιδιαίτερα, με την προοπτική τεμαχισμού του Ιράκ και πιθανή εμφάνιση ενός «αυτόνομου Κουρδιστάν» υπό την κηδεμονία των ΗΠΑ, ένα σενάριο που επαναλαμβάνεται όλο και πιο συχνά από έγκυρους Αμερικανούς αναλυτές και διπλωματικούς κύκλους. Το σενάριο αυτό υπηρετεί φυσικά τις ανάγκες του αμερικανικού ιμπεριαλισμού για έλεγχο των πλούσιων ενεργειακών κοιτασμάτων του Κιρκούκ και της Μοσούλης, καθώς και εδραίωση ενός στέρεου στρατιωτικού προγεφυρώματος απέναντι στο Ιράν και τη Ρωσία. Υπονομεύει όμως μια απ' τις βασικές τουρκικές επιδιώξεις σε αυτό το νέο ιμπεριαλιστικό γύρο μοιράσματος αγορών και εδαφών. Γι' αυτό και με σειρά κλιμακούμενων ενεργειών (κυβερνητικές δηλώσεις, προβοκατόρικες βομβιστικές επιθέσεις, στρατιωτικές επιχειρήσεις κλπ.) εμφανίζεται να αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο στρατιωτικής εισβολής στο Βόρειο Ιράκ, με πρόσχημα την καταδίωξη του ΡΚΚ και σύμφωνα με το πρόσφατο παράδειγμα της ιμπεριαλιστικής επέμβασης στο Λίβανο. Το εγχείρημα αυτό φαίνεται να εξετάζουν η πολιτική ηγεσία και ιδιαίτερα η νέα στρατιωτική ηγεσία της Τουρκίας.

Ακόμη και αν το σχέδιο είναι δύσκολο να υλοποιηθεί, τουλάχιστον άμεσα, μπορεί να αξιοποιηθεί για την απόσπαση ανταλλαγμάτων προς την Τουρκία σε άλλους κρίσιμους στόχους της. Δεν πρέπει να διαφύγει της προσοχής ότι στην πρόσφατη σύνοδο του Οργανισμού Ισλαμικής Διάσκεψης τον Ιούλη στο Μπακού, εκδόθηκε ψήφισμα για την καταπίεση της «τουρκικής μειονότητας» στη Δυτική Θράκη, ενώ στην αναφορά του γενικού γραμματέα του Οργανισμού Εκεμελντίν Ιχσάνογλου, υπήρξε παράγραφος για την καταπίεση της «τουρκικής μειονότητας» στη Ρόδο και την Κω. Οι συγκεκριμένες κινήσεις στο διπλωματικό επίπεδο συμπληρώνουν τις στρατιωτικές ενέργειες παραβίασης του εναέριου χώρου στο Αιγαίο και αποτελούν βήματα της ΝΑΤΟικής επιχείρησης ντε φάκτο διχοτόμησης και συνεκμετάλλευσης του Αιγαίου (ορυκτός πλούτος, πετρέλαιο, μεταφορά ενέργειας κλπ.).

Την ίδια στιγμή, η Τουρκία αρνείται ουσιαστικά να αναγνωρίσει την Κυπριακή Δημοκρατία και στηρίζει οικονομικά την τουρκοκυπριακή ηγεσία στην κατεχόμενη Β. Κύπρο, με 360 εκ. δολ. ετησίως τα τελευταία πέντε χρόνια.

Στην προσπάθειά της, η αστική τάξη της Τουρκίας δε στηρίζεται αποκλειστικά στη στρατιωτική υπεροχή σε περιφερειακό επίπεδο, ούτε μόνο στην προνομιακή της σχέση με τις ΗΠΑ. Η άρνησή της να επιτρέψει τη διέλευση στρατευμάτων των ΗΠΑ το 2003 για την ιμπεριαλιστική επέμβαση στο Ιράκ, υπογραμμίζει ότι μπορεί και διαδραματίζει αυτοτελή ρόλο η τουρκική άρχουσα τάξης, στο πλαίσιο βέβαια των γενικότερων ιμπεριαλιστικών σχεδίων.

Στη διαπραγματευτική της προσπάθεια η Τουρκία αξιοποιεί και τον οικονομικό της ρόλο σαν μεγάλης εγχώριας αγοράς και σημαντικού προορισμού των εξαγωγών εμπορευμάτων ισχυρών κρατών της ΕΕ (Γερμανία, Ιταλία, Γαλλία), αλλά και της Ρωσίας και της Κίνας. Οι εισαγωγές εμπορευμάτων έφτασαν τα 40 δισ. δολ. το 2005 και το 42% καλύπτεται από χώρες της ΕΕ. Η ΕΕ κατέχει επίσης το 70% των συνολικών ξένων επενδύσεων που ξεπερνούν τα 20 δισ. δολ. στο τέλος του 2005.

Ταυτόχρονα, η Τουρκία έχει ήδη αναδειχτεί σε σημαντικό ενεργειακό κόμβο για τη μεταφορά πετρελαίου και φυσικού αερίου από την Ασία προς την ΕΕ και τις ΗΠΑ, αναπτύσσοντας πολυδιάστατη πολιτική συνεργασιών και συμμαχιών με τις ΗΠΑ (αγωγός Μπακού - Τσεϊχάν), τη Ρωσία (αγωγός Μπλου Στριμ), το Ιράν και τις χώρες της Κασπίας (αγωγός Ναμπούκο), την ΕΕ (για τη χρηματοδότηση της υποδομής μεταφοράς πετρελαίου και φυσικού αερίου).

Απ' την άλλη, η τουρκική οικονομία παρουσιάζει διευρυνόμενο εμπορικό έλλειμμα και εξαρτάται απ' το δανεισμό του ΔΝΤ (10 δισ. δολ. την περίοδο 2005 - 2008), της Παγκόσμιας Τράπεζας και τη χρηματοδότηση της ΕΕ. Βρίσκεται σήμερα σε φάση επιβράδυνσης του ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ, για πρώτη φορά μετά την κρίση της περιόδου 2000 - 2001, όπου η τουρκική λίρα υποτιμήθηκε κατά 50% και χιλιάδες επιχειρήσεις έκλεισαν. Την περίοδο Απρίλη - Ιούλη 2006 η τουρκική λίρα υποτιμήθηκε εκ νέου κατά 16%, ενώ καταγράφεται κύμα ρευστοποιήσεων μετοχών.

Η αντίδραση της ελληνικής αστικής τάξης

Η αστική τάξη της χώρας μας ανησυχεί για τα ανταλλάγματα που μπορεί να δοθούν στην Τουρκία, ώστε να διασφαλιστεί η σχετική υποχώρησή της στο κουρδικό ζήτημα. Το συγκεκριμένο ζήτημα αποκτά ιδιαίτερο βάρος στις αντιφατικές σχέσεις ανταγωνισμού και συνεργασίας που αναπτύσσει η ελληνική με την τουρκική άρχουσα τάξη.

Βασικός άξονας της πολιτικής των ελληνικών κυβερνήσεων τα προηγούμενα χρόνια ήταν η προσπάθεια αξιοποίησης των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας με την ΕΕ. Η άρνηση της Τουρκίας να αναγνωρίσει ουσιαστικά την Κυπριακή Δημοκρατία και τα ανοιχτά ζητήματα που προαναφέραμε, την υποχρεώνουν να εμπλουτίσει την τακτική της, αξιοποιώντας την προσωρινή οικονομική της υπεροχή.

Προτάσσει, λοιπόν, στη συγκεκριμένη φάση την αναβάθμιση της διμερούς οικονομικής συνεργασίας. Αξίζει να σημειωθεί ότι την περίοδο 1999 - 2004, ο όγκος των εμπορικών συναλλαγών μεταξύ των δύο χωρών δεκαπλασιάστηκε, ενώ το εμπορικό ισοζύγιο διευρύνεται αρνητικά για τη χώρα μας (από 210 εκ. ευρώ το 2001 σε 401 εκ. ευρώ το 2005). Οι άμεσες επενδύσεις ελληνικών ομίλων στην Τουρκία ξεπερνούν ήδη τα 250 εκ. ευρώ, χωρίς φυσικά να συνυπολογίσουμε την επιχειρούμενη επένδυση 2,5 δισ. ευρώ της Εθνικής Τράπεζας για την εξαγορά της FinansBank. Μια επένδυση που αποτελεί, εκτός των άλλων, και πολύτιμη εισροή συναλλάγματος για την τουρκική οικονομία, σε μια περίοδο που εκδηλώνεται φυγή ξένων κεφαλαίων απ' τη χώρα λόγω της επιβράδυνσης της οικονομικής ανάπτυξης.

Παράλληλα, δρομολογείται η ίδρυση της ελληνοτουρκικής Τράπεζας «Aegean Business Bank» καθώς και το Πιλοτικό Πρόγραμμα Παράκτιου Εμπορίου, μεταξύ παραλιακών περιοχών της Τουρκίας και ελληνικών νησιών του Αιγαίου.

Στον ενεργειακό τομέα, έχουμε επίσης συνεχή αναβάθμιση της ελληνοτουρκικής οδού μεταφοράς φυσικού αερίου, έναντι εναλλακτικών λύσεων για τη χώρα μας (π.χ. μέσω Βουλγαρίας), αφού εκτός απ' την έναρξη κατασκευής του σχετικού αγωγού το 2005 προωθούνται ήδη συμφωνίες μεταφοράς αιγυπτιακού και ρωσικού αερίου μέσω Τουρκίας.

Ταυτόχρονα, η ελληνική κυβέρνηση εστιάζει και στο σκέλος των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, όπως η αποφυγή στρατιωτικών ασκήσεων τη θερινή περίοδο, οι κοινές στρατιωτικές ασκήσεις για την αντιμετώπιση φυσικών καταστροφών, η επιστημονική συνεργασία για περιβαλλοντικά ζητήματα κλπ.

Η απάντηση του λαϊκού κινήματος

Η αστική τάξη αναζητά επομένως λύση στο πλαίσιο της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, ενισχύοντας κυρίως το σκέλος της διμερούς κεφαλαιοκρατικής συνεργασίας. Διατηρεί ανοιχτό το δρόμο της στρατιωτικής συμπόρευσης με την Τουρκία στην αποστολή δυνάμεων ιμπεριαλιστικής επέμβασης στο Λίβανο.

Η συγκεκριμένη πολιτική υπηρετεί τα συμφέροντα των μονοπωλιακών ομίλων που δρουν στη χώρα μας και χαράσσεται με γνώμονα τη θωράκιση της άρχουσας τάξης απέναντι στον πραγματικό εσωτερικό εχθρό, το λαϊκό κίνημα.

Η αναγκαία απάντηση στα ιμπεριαλιστικά σχέδια αποσταθεροποίησης συνόρων και αμφισβήτησης κυριαρχικών δικαιωμάτων στην ευρύτερη περιοχή, δεν μπορεί να δοθεί απ' την αστική τάξη, διότι αυτή είναι υποχρεωμένη απ' τα συμφέροντά της να συμμετάσχει στο νέο γύρο μοιράσματος των εδαφών και των αγορών της περιοχής και να συμβιβαστεί σύμφωνα με την οικονομική, πολιτική και στρατιωτική της ισχύ. Γι' αυτό και στην πράξη διαπραγματεύεται ακόμα και την εξέλιξη της συνδιαχείρισης που ωθεί σε ντε φάκτο διχοτόμηση του Αιγαίου, πολιτική που έχει ξεκινήσει εδώ και πολλά χρόνια με την καθοδήγηση του ΝΑΤΟ.

Μόνο ο συντονισμένος αντιιμπεριαλιστικός αγώνας των λαών και η όξυνση της ταξικής πάλης σε κάθε χώρα της περιοχής, με στόχο την κατάκτηση της εξουσίας, μπορεί να βάλει φραγμό στις καταστροφικές εξελίξεις που έρχονται. Στο πλαίσιο αυτού του αγώνα αποκτούν σήμερα ξεχωριστή σημασία τα ζητήματα της σταθερότητας των συνόρων και του δικαιώματος κάθε λαού να επιλέγει το δρόμο ανάπτυξης που θέλει να ακολουθήσει. Η αποστολή στρατευμάτων εκτός συνόρων, η αξιοποίηση της βάσης της Σούδας, η στάση της ελληνικής κυβέρνησης στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, αναδεικνύουν το πώς απαντά στην πράξη η κάθε πολιτική δύναμη στα ζητήματα αυτά.

Σε τελευταία ανάλυση, η προώθηση των ιμπεριαλιστικών σχεδίων δεν αποκαλύπτει μόνο τις ολέθριες συνέπειες των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων και του πολέμου, αλλά και τον αντιδραστικό χαρακτήρα των διπλωματικών λύσεων της ιμπεριαλιστικής ειρήνης. Υπογραμμίζει, με άλλα λόγια, την ανάγκη να πάρει ο λαός την τύχη του στα χέρια του και αναδεικνύει τα δικά μας καθήκοντα προετοιμασίας για μια απότομη όξυνση της ταξικής πάλης.


Του
Μάκη ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ*
*Ο Μάκης Παπαδόπουλος είναι υπεύθυνος του Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ του ΚΚΕ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ