ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 23 Αυγούστου 2009
Σελ. /32
ΔΙΕΘΝΗ
ΓΕΡΜΑΝΙΑ
Τα χειρότερα έπονται

Από παλιότερη απεργία μεταλλεργατών στην Γερμανία για αυξήσεις μισθών
Από παλιότερη απεργία μεταλλεργατών στην Γερμανία για αυξήσεις μισθών
«Η χειρότερη κρίση της οικονομίας από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο έχει τελειώσει, o εφιάλτης τελειώνει», θα διακηρύξει μέσα από τις σελίδες της η οικονομική εφημερίδα Handelsblatt, ενώ η Frankfurter Allgemeine Zeitung θα δώσει τα εύσημα στη Γαλλία και τη Γερμανία και ειδικά στην καγκελάριο Αγκελα Μέρκελ για την έξοδο από την ύφεση που «θα συμπαρασύρει» και τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης.

Οι διθυραμβικές διακηρύξεις αφορούν στην ανακοίνωση των επίσημων στοιχείων της ομοσπονδιακής υπηρεσία στατιστικών Destatis, όπου το γερμανικό ΑΕΠ σημείωσε «απροσδόκητη» αύξηση στο τρίμηνο Απριλίου - Ιουνίου, κατά 0,3%. Αύξηση που κατά τη Destatis αποδίδεται στις αυξήσεις στην ιδιωτική και δημόσια κατανάλωση, στις κατασκευές και το καθαρό εμπόριο. Πάντως, σε ετήσια βάση, η γερμανική οικονομία συρρικνώθηκε το δεύτερο τρίμηνο κατά 7,1%, έπειτα από συρρίκνωση της τάξης του 6,4% που είχε καταγράψει την περίοδο Ιανουαρίου - Μαρτίου.

Φυσικά, η πλειοψηφία των γερμανικών ΜΜΕ «αγνοεί» επιδεικτικά τα στοιχεία για τη συρρίκνωση της γερμανικής οικονομίας, επιλέγοντας να καλλιεργήσει ένα τεχνητό τμήμα ευφορίας, ειδικά ενόψει των γενικών εκλογών της 27ης Σεπτέμβρη, για τις οποίες η Αγκελα Μέρκελ εμφανίζεται να καλπάζει προς την καγκελαρία, τουλάχιστον βάσει των δημοσκοπήσεων. Το τεχνητό κλίμα ευφορίας, που καλλιεργείται συστηματικά από τα ΜΜΕ, τους αξιωματούχους της κυβέρνησης αλλά και επιχειρηματίες, έχει ως στόχο έναν και κύριο: να καθησυχάσει τους εργαζόμενους ενώπιον της επερχόμενης λαίλαπας στα εισοδήματα και τα δικαιώματά τους.

Σύμφωνα με έρευνα του Ινστιτούτου Ifo του Μονάχου, το 25% του συνόλου των γερμανικών επιχειρήσεων σχεδιάζουν να μειώσουν τον αριθμό των εργαζομένων τους μέσα στους επόμενους έξι μήνες. Στη βιομηχανία, ο αριθμός μεγεθύνεται στο 34%, ενώ, σχεδόν τα δύο τρίτα όλων των εργοστασίων που έχουν πάνω από 1.000 εργαζόμενους σχεδιάζουν να προβούν σε απολύσεις.

Μια εταιρεία της Χαϊδελβέργης που παράγει εκτυπωτικές μηχανές για τη διεθνή αγορά σχεδιάζει να απολύσει 5.000 από τους 20.000 εργαζόμενους που έχει. Ειδικοί εκτιμούν ότι μαζικές απολύσεις θα σημειωθούν στη βιομηχανία του χάλυβα το δεύτερο εξάμηνο της φετινής χρονιάς. Μαζικές απολύσεις αναμένονται και στη Siemens, όπου 19.000 από το σύνολο των 131.000 εργαζόμενων απασχολούνταν με συμβάσεις ορισμένου χρόνου τους τελευταίους μήνες.

Πρόσφατα, το εβδομαδιαίο επιχειρηματικό περιοδικό Wirtschaftswoche προειδοποίησε ότι η μαζική ανεργία θα μεγεθυνθεί. Σύμφωνα με τον Βόλφγκανγκ Φραντς, εκπρόσωπο της κυβέρνησης, πάνω από ένα εκατομμύριο εργαζόμενοι θα απολυθούν τον επόμενο ενάμιση χρόνο. Ο Φραντς τόνισε: «Τα χειρότερα έρχονται». Είναι ξεκάθαρο ότι η εκτεταμένη επιβολή των προσωρινών θέσεων απασχόλησης, το «μαγικό σχέδιο» για τη μείωση της ανεργίας, κάθε άλλο παρά απέτρεψε το κύμα μαζικών απολύσεων. Μάλιστα, σύμφωνα με το Wirtschaftswoche, ο Ολιβερ Μπούκχαρν, στέλεχος του συνδικάτου IG-Metall, δήλωσε πως «το ένα τρίτο των 5.000 εργοδοτών στην περιοχή της Βόρειας Ρηνανίας - Βεστφαλίας σχεδιάζουν περικοπές του εργατικού τους δυναμικού».

Εκατομμύρια χαμηλόμισθοι

Η εικόνα γίνεται ακόμη πιο γκρίζα, εάν ληφθούν υπόψιν τα στοιχεία του Ινστιτούτου Εργασίας (IAQ) του Πανεπιστημίου Ντούισμπουργκ-Εσσης. Τον περασμένο μήνα δημοσίευσε μια μελέτη, η οποία καταδεικνύει πως καταγράφεται τρομακτική μεγέθυνση του τομέα των χαμηλόμισθων στη Γερμανία. Ο αριθμός των χαμηλόμισθων εργαζομένων στη Γερμανία έχει αυξηθεί κατά 2,1 εκατ. από το 1995. Υπάρχουν σήμερα 6,5 εκατ. χαμηλόμισθοι - πάνω από το 1/5 του συνολικού εργατικού δυναμικού της χώρας - που εργάζονται για λιγότερα από 9,62 ευρώ την ώρα στη Δυτική Γερμανία και λιγότερα από 7,18 ευρώ στην Ανατολική. Από αυτούς, οι περίπου 2,2 εκατ. απασχολούνται με αμοιβή χαμηλότερη από 6 ευρώ την ώρα, ενώ περίπου 1,2 εκατ. με λιγότερα από 5 ευρώ την ώρα. Οι μερικώς απασχολούμενοι δεν είναι οι μόνοι που αμείβονται με χαμηλούς μισθούς. Σχεδόν το 1/3 των χαμηλόμισθων εργάζονται σε μόνιμες θέσεις αλλά αναγκάζονται να ζουν με λιγότερα από 800 ευρώ το μήνα.

Τα πολιτικά θεμέλια γι' αυτήν τη μεγάλη αύξηση των χαμηλά αμειβόμενων θέσεων εργασίας τέθηκαν από το συνασπισμό Σοσιαλδημοκρατών (SPD) και Πρασίνων (1998 - 2005), του οποίου ηγούνταν ο Γκέρχαρντ Σρέντερ και ο Γιόσκα Φίσερ, που εισήγαγαν τους νόμους του λεγόμενου πακέτου Hartz IV και τη λεγόμενη Ατζέντα 2010, με στόχο την αποδιάρθρωση του συστήματος ασφάλισης, υγείας και πρόνοιας. Η εφαρμογή των μέτρων αυτών συνεχίστηκε και εντάθηκε από το σημερινό «μεγάλο συνασπισμό» χριστιανοδημοκρατών (CDU/CSU) και σοσιαλδημοκρατών (SPD).

Η μεγέθυνση του τομέα των χαμηλά αμειβόμενων θέσεων εργασίας επιχειρήθηκε να δικαιολογηθεί από ηγετικά στελέχη του SPD και των Πρασίνων με τον ισχυρισμό ότι θα έδινε ευκαιρίες στους λιγότερο ειδικευμένους εργαζόμενους που θα επανεντάσσονταν στην εθνική αγορά εργασίας. Στην πραγματικότητα, πολλές επιχειρήσεις και δημόσιοι οργανισμοί, απλούστατα περιέκοψαν μόνιμες θέσεις εργασίας και τις αναπλήρωσαν με προσωρινούς εργαζόμενους που, όχι μόνο αμείβονταν λιγότερο, αλλά επίσης δικαιούνταν μικρότερη ασφάλιση και λιγότερη ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Τα μέτρα που εισήγαγαν το SPD και οι Πράσινοι χρησιμοποιήθηκαν ευρύτατα, για να καταργηθούν οι μόνιμες θέσεις με συλλογικές συμβάσεις, να μειωθούν μισθοί και κεκτημένα.

Στον «Καιάδα» άνεργοι και συνταξιούχοι

Οσοι αναγκάζονται να αποδεχτούν χαμηλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας έχουν ελάχιστες πιθανότητες να γλιτώσουν απ' αυτές. Η μελέτη του IAQ αναφέρει ότι ο μέσος μισθός για τέτοιες θέσεις εργασίας, στην πραγματικότητα μειώθηκε τα τελευταία 12 χρόνια. Εάν ληφθεί υπ' όψιν ότι η μελέτη ασχολείται με το 2007, όταν δηλαδή δεν είχε ξεσπάσει η τρέχουσα παγκόσμια οικονομική κρίση, είναι λογικό να εκτιμηθεί ότι τα δυο χρόνια που μεσολάβησαν υπήρξε περαιτέρω αύξηση των χαμηλόμισθων εργαζομένων.

Μια άλλη μελέτη, που δημοσίευσε η Γερμανική Ομοσπονδία Εργατικών Συνδικάτων (DGB), καταδεικνύει ότι οι νέοι εργαζόμενοι, μέχρι 24 ετών και οι μεγαλύτεροι από 55 ετών πλήττονται ιδιαίτερα σκληρά από την ανεργία. Και στις δυο ηλικιακές ομάδες η ανεργία αυξήθηκε με ρυθμό τριπλάσιο του μέσου όρου.

Τον Μάη του 2009, το ποσοστό ανεργίας ήταν 5,3% υψηλότερο συγκρινόμενο με την περσινή χρονιά, αλλά το ποσοστό ανεργίας στις ηλικιακές ομάδες των νεότερων και των γηραιότερων εργαζόμενων ήταν 16,1% και 17,3%, αντίστοιχα. Τα στοιχεία του Ιούνη καταδεικνύουν επιδείνωση της κατάστασης συνολικά, σε σύγκριση με τον προηγούμενο μήνα.

Οι νέοι εργαζόμενοι είναι συχνά τα πρώτα θύματα διότι είναι πιθανότερο να μην έχουν σύμβαση πλήρους απασχόλησης. Πολλοί νέοι εργαζόμενοι δεν προσλαμβάνονται μετά το πέρας της περιόδου «δοκιμής» τους, ή προσλαμβάνονται από υπηρεσίες εύρεσης προσωρινής εργασίας. Οι πιο ηλικιωμένοι συχνά εξαναγκάζονται να δεχτούν την πρόωρη συνταξιοδότησή τους, διότι, κατά τη μελέτη της DGB, «στα μάτια των εργοδοτών φαντάζουν λιγότερο παραγωγικοί». Τους πρώτους πέντε μήνες του 2009, 380.000 εργαζόμενοι πάνω από 50 ετών έχασαν τις δουλειές τους.

Αυτές οι καταναγκαστικές συνταξιοδοτήσεις αυξάνουν τα ποσοστά της φτώχειας μεταξύ των ηλικιωμένων Γερμανών. Εως το 2007, όσοι ήταν πάνω από 58 ετών δικαιούνταν επιδόματα ανεργίας, αλλά δεν καταγράφονταν επίσημα στις στατιστικές ανεργίας, εάν δεσμεύονταν ότι θα συνταξιοδοτούνταν το ταχύτερο. Η κατάσταση μεταβλήθηκε δραματικά, όταν η σημερινή κυβέρνηση αποδέχθηκε την πρόταση του ηγέτη του SPD Φραντς Μυντεφέρινγκ να αυξηθεί το όριο συνταξιοδότησης στα 67 έτη. Με μια μονοκοντυλιά, αυτό κατέστησε αδύνατον για εκατομμύρια μεγαλύτερους σε ηλικία εργαζόμενους...

Βέβαια, η μελέτη της DGB δεν αναφέρεται καθόλου στο δικό της ρόλο και γενικότερα των ηγεσιών των εργατικών συνδικάτων, που υιοθέτησαν τις πολιτικές υπέρ των επιχειρήσεων. Αν κανείς διαβάσει «ανάμεσα» στις γραμμές, διαπιστώνει ότι η μελέτη της DGB αποτελεί ομολογία της χρεοκοπίας του συνδικαλιστικού κινήματος, το οποίο πάντοτε είχε στενές σχέσεις με το SPD.

Σε μια συγκυρία, στην οποία οι μεγάλες τράπεζες και τα χρηματοοικονομικά ιδρύματα μπόρεσαν να εξασφαλίσουν δισεκατομμύρια από την κυβέρνηση, οι άνεργοι πληροφορούνται από επίσημα χείλη πως «δεν υπάρχουν» χρήματα για να πάρουν λογικούς μισθούς ή να έχουν αξιοπρεπή ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Στο παρασκήνιο, η κυβέρνηση σχεδιάζει περαιτέρω μαζικές περικοπές στο σύστημα Υγείας και Πρόνοιας, για να καλύψει το κόστος της «διάσωσης» των τραπεζών.

Την ίδια στιγμή, οι οργανώσεις της εργοδοσίας ζητούν περισσότερες περικοπές στο κοινωνικό κράτος. Ο σύνδεσμος των βιομηχάνων χάλυβα ψήφισε τον Χουμπέρτους Πέλενγκαρ, πρώην πρόεδρο του εμπορικού επιμελητηρίου HDE, ως διευθύνοντα σύμβουλο της λεγόμενης Πρωτοβουλίας για Μια Νέα Κοινωνική Οικονομία της Αγοράς (INSM). Διακηρυγμένος στόχος του είναι να επιτύχει πιο «ανεμπόδιστη» λειτουργία της «οικονομίας της αγοράς» και «λιγότερες κρατικές παρεμβάσεις». Ο Πέλενγκαρ δήλωσε: «Ολες οι παρεμβάσεις του κράτους, εκτός του χρηματοοικονομικού τομέα, ξεπερνάνε τα όρια».


Χρ. Μ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ