Μια μικρή αναδρομή σε ηρωικές μορφές της ταξικής πάλης στο νησί
Ενας από τους πρωτεργάτες, ο μαχητής του ΔΣΕ Αντώνης Καλαμπόγιας, ο οποίος παραμένει κρυμμένος μέσα στις σπηλιές, στεριανές και θαλασσινές, αυτού του ασυμβίβαστου αγριότοπου μέχρι το Σάββατο της 16ης Ιούλη 1955. Οπότε δραπετεύει με άλλους εφτά συντρόφους του και, με τα πανιά ούρια, βρίσκει λιμάνι φιλόξενο στην Αυλώνα της Αλβανίας.
Από κει, ο πιστός κομμουνιστής, με σοβιετικό πλοίο, περνάει τα σύνορα της Λαϊκής Δημοκρατίας της Ρουμανίας και κάνει το όνειρό του γεγονός: Θα ζήσει από μέσα τον εμπεδωμένο σοσιαλισμό.
Αυτή είναι η μεγαλειώδης τελευταία πράξη αντίστασης, αυτού του τότε 28χρονου υπερήφανου και ανυποχώρητου λαϊκού αγωνιστή, μετά από έξι χρόνια μαχών, σώμα με σώμα, με τον αστικό στρατό.
Στο ίδιο καΐκι ελευθερίας, που, με προβλεπόμενους κι απρόβλεπτους κινδύνους, σχίζει τα καλοκαιρινά νερά του Αιγαίου, είναι άλλοι εφτά μπαρουτοκαπνισμένοι αντάρτες - συνεπιβάτες - όπως αποτυπώνονται στον δεύτερο τόμο του Δοκιμίου Ιστορίας του ΚΚΕ, 1949 - 1968 (σελ. 199): Οι Χαράλαμπος Γκότζιος, Κώστας Λίτσας, Φίλιππος Μαυρίκης, Μήτσος Μπάφας, Στεφανής Παπαγεωργάκης, Στρατής Τσαμπής και Γιάννης Τσερεμέγκας. Καπετάνιος, ο μπαρμπα - Κώστας, που έχει περάσει την «αναμόρφωση» από τη Μακρόνησο και τον Αϊ - Στράτη.
Η μαρτυρία του Αντώνη Καλαμπόγια, όπως την καταγράφει στο χρονικό «Ικαρία. Ο "Κόκκινος Βράχος"» (δεύτερη έκδοση, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2019):
Ηταν η γη που τους είχε αγκαλιάσει τους πιο πολλούς, που τους είχε όλους αγκαλιάσει στις σκληρές και άγριες μέρες του κατατρεγμού, τους προστάτεψε και τους φύλαξε. Φρουροί τους και καλοί τους άγγελοι στάθηκαν και τ' άψυχά του και οι άνθρωποί του. Κι οι βράχοι και τα απάτητα μονοπάτια του κι οι θαλασσοσπηλιές και τ' ανεμοδαρμένα του δέντρα και τα σπίτια του αυτά, τα ειρηνικά, τα γραφικά και τα κάτασπρα. Και, πάνω απ' όλα, οι άνθρωποί του. Ξωμάχοι της φτενής του γης και ξωμάχοι της θάλασσας, μεροκαματιάρηδες του λιμανιού και της φτωχικής αγοράς, όλοι αυτοί που τους αγκάλιασαν με τη φροντίδα και τη στοργή της καρδιάς τους. Αυτής της καρδιάς που την θέρμαινε η φλόγα της πίστης στην υπόθεση που και κείνοι υπηρετούσαν. Στην υπόθεση του λαού και του Κόμματός του. Του Κόμματος που, μ' όλες τις αντιξοότητες και τους κατατρεγμούς, (...), δεν έπαψε ούτε στιγμή να παλεύει για το λυτρωμό και το ξανάσαμα».
Ομως, πρέπει να γίνει κατανοητό ότι Αντώνης Καλαμπόγιας δεν βγαίνει χωρίς καθοδήγηση στου Διγενή τ' αλώνια και τα κάστρα. Τον δρόμο του φωτίζει ο χωρίς έλεος δολοφονημένος συντοπίτης του, από το Φραντάτο της Ικαρίας, Γιάννης Σαλάς (1908 - 1949), ο πολιτικός επίτροπος του ΚΚΕ στη Σάμο, με τον βαθμό του αντισυνταγματάρχη του ΔΣΕ.
Ιδού πώς τον ψυχογραφεί ο νεότερός του καθοδηγούμενος, με τον οποίο έχουν δεκαεννέα χρόνια διαφορά:
«Ηταν απλός και σεμνότατος. Με το χαρακτήρα και την παλικαριά του, είχε κατακτήσει τις καρδιές των ανταρτών. Ιδιος στο χαρακτήρα ήταν και ο στρατιωτικός διοικητής (σ.σ. συνταγματάρχης) του αντάρτικου Γιάννης Μαλαγάρης (σ.σ. 1908 - 1949). Με τα καλύτερα λόγια μιλούσαν οι αντάρτες για τους δύο καθοδηγητές».
«Το τέλος είχε έρθει και για το αντάρτικο της Σάμου. Οι φήμες και οι θρύλοι έδιναν και έπαιρναν για τον ηρωικό πόλεμο των ανταρτών και για το τραγικό τέλος τους (...) Ο Σαλάς βρισκόταν πάλι σε αδιάκοπες κρίσεις της αρρώστιας του (...) Μαζί με το φοιτητή (σ.σ. Σαράντο) Καρούτσο, τους έπιασαν ενώ κοιμούνταν.
(...) Στο δρόμο ο φοιτητής ζήτησε σε μια βρύση να πιει νερό και, καθώς έπινε, τον σκότωσαν με μια σφαίρα στον τράχηλο.
Στον Πολιτικό Επίτροπο (...) επιφύλαξαν θάνατο πιο τραγικό.
Τον έδεσαν ζωντανό πίσω από ένα τανκ και τον έσερναν έτσι, ώσπου τον κατέβασαν νεκρό και κομματιασμένο στο Βαθύ, όπου τον έκθεσαν σε κοινή θέα για να τρομοκρατήσουν ακόμη περισσότερο το λαό...
Η καταστροφή του αντάρτικου της Σάμου ολοκληρώθηκε με την άνανδρη και τη στυγερή δολοφονία του Πολιτικού Επιτρόπου του. Μα και η Ικαριά στο πρόσωπό του έχανε ακόμα ένα από τα καλύτερα παιδιά της».