ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 20 Μάρτη 2021 - Κυριακή 21 Μάρτη 2021
Σελ. /48
ΕΡΓΑΤΙΚΑ
ΔΕΚΑΩΡΗ ΔΟΥΛΕΙΑ - ΝΕΟΣ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ
Αντεργατική κλιμάκωση και καταστολή συνδικαλιστικών δικαιωμάτων αλληλοσυμπληρώνονται

Στην τελική ευθεία βρίσκονται οι προετοιμασίες της κυβέρνησης για την προώθηση στη Βουλή, το επόμενο διάστημα, του νομοσχεδίου για τα Εργασιακά και του συνδικαλιστικού νόμου.

Βασικές αιχμές του νέου αντεργατικού τερατουργήματος, των «ανατροπών του αιώνα», όπως τις χαρακτήρισαν οι εργαζόμενοι, είναι η κατάργηση του 8ωρου και η καταστολή της συνδικαλιστικής δράσης μέσα και έξω από τους χώρους δουλειάς, σε μια περίοδο μάλιστα που, με πρόσχημα την πανδημία, η κυβέρνηση επιχειρεί να επιβάλει «άκρα του τάφου σιωπή» συνολικά στο λαό και τις διεκδικήσεις του.

Αυτές οι βαθιές και αντιδραστικές ανατροπές βαφτίζονται «εκσυγχρονισμός» από την κυβέρνηση και τα αστικά επιτελεία, με τον ίδιο τον πρωθυπουργό να δηλώνει κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στο υπουργείο Εργασίας ότι «η αγορά της εργασίας άλλαξε κατά τη διάρκεια της πανδημίας και οφείλει και η εργατική νομοθεσία - ο πυρήνας της οποίας θα συμπληρώσει του χρόνου 40 χρόνια ζωής, είναι από το 1982 - να προσαρμοστεί σε αυτή τη νέα πραγματικότητα...».

Επιβεβαιώνεται δηλαδή ότι τα μέτρα που πάρθηκαν και επιβλήθηκαν μέσα στην πανδημία, δεν ήταν προσωρινά ούτε έκτακτα, αλλά αποτελούσαν τον προθάλαμο μιας πορείας νέων ανατροπών σε βάρος των εργαζομένων. Το νομοσχέδιο που ετοιμάζει η κυβέρνηση αυτόν το ρόλο έρχεται να παίξει.

Μάλιστα, οι ισχυρισμοί αυτοί διατυπώνονται μετά από μια δεκαετία σχεδόν βαθιάς καπιταλιστικής κρίσης, στη διάρκεια της οποίας ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ εφάρμοσαν τρία μνημόνια, σαρώνοντας κυριολεκτικά ό,τι είχε απομείνει όρθιο από τα εργασιακά δικαιώματα των προηγούμενων δεκαετιών.

Κλιμακώνοντας αυτήν τη ρητορική, ο Κυρ. Μητσοτάκης ισχυρίστηκε πως «το υπουργείο Εργασίας επωμίζεται ένα πολύ μεγάλο μερίδιο της εθνικής πρόκλησης της ανάκαμψης, παραμερίζοντας εμπόδια που κρατούσαν την Ελλάδα πίσω για πολλές δεκαετίες». Είναι προφανές ότι ακόμα και στοιχειώδη εργασιακά δικαιώματα θεωρούνται τροχοπέδη για τη θωράκιση της κερδοφορίας των επιχειρήσεων και πρέπει να φύγουν από τη μέση.

10 ώρες δουλειά τη μέρα

Στον πυρήνα της κυβερνητικής μεταρρύθμισης βρίσκεται η καθιέρωση 10ωρης δουλειάς, με διευθέτηση του χρόνου εργασίας, σε συνέχεια ανάλογων μέτρων που πάρθηκαν απ' όλες τις προηγούμενες κυβερνήσεις. Και μπορεί η κυβέρνηση να διαβεβαιώνει ότι το 8ωρο παραμένει, κάνοντας αλχημείες με τα ρεπό και τις περιόδους διευθέτησης, οι εργαζόμενοι όμως ξέρουν καλά ότι η επιβολή 10ωρης εργασίας σημαίνει την οριστική κατάργησή του.

Αν περάσουν τα σχέδια κυβέρνησης και εργοδοσίας για παραπέρα διευθέτηση του εργάσιμου χρόνου, το 8ωρο, από σταθερός ημερήσιος χρόνος εργασίας, θα γίνεται στην «καλύτερη» περίπτωση ένας... μέσος όρος σε βάθος 6μήνου ή έτους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη ζωή και την υγεία των εργαζομένων. Η μεγαλοεργοδοσία θα έχει το «ελεύθερο» να κάνει τα ωράρια και τη ζωή των εργαζομένων «ακορντεόν», απογειώνοντας την εκμετάλλευση.

Η εν λόγω «διευθέτηση» των ωραρίων, σε συνδυασμό με άλλα «εργαλεία», όπως η γενίκευση και παγίωση της τηλεργασίας, η οποία «σβήνει» τα όρια ανάμεσα στον εργάσιμο και τον μη εργάσιμο χρόνο, χτυπά την καρδιά των εργατικών δικαιωμάτων. Ταυτόχρονα, η αύξηση των ωρών υπερωριακής απασχόλησης στη βιομηχανία και γενικά στη μεταποίηση θα οδηγήσει σε πλήρη εξόντωση τους βιομηχανικούς εργάτες.

Ολα τα παραπάνω, σε συνάρτηση με την ανυπαρξία Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, με την «ευελιξία» στις μορφές απασχόλησης να έχει απογειωθεί, με 1 εκατομμύριο ανέργους στις λίστες του ΟΑΕΔ, μόνο «εκσυγχρονισμό» δεν αποτελούν από τη σκοπιά των εργαζομένων, τη στιγμή που το επίπεδο της παραγωγικότητας, η ανάπτυξη της επιστήμης και της τεχνολογίας επιτρέπουν σήμερα τη μείωση του εργάσιμου χρόνου και τη διεύρυνση συνολικά των εργασιακών δικαιωμάτων.

Αντί γι' αυτά, όμως, η ραγδαία εισαγωγή της τεχνολογίας στην παραγωγή αξιοποιείται από την εργοδοσία και το κράτος της για να βαθαίνει η εκμετάλλευση, συμπαρασύροντας και ό,τι έχει απομείνει από τα εργασιακά δικαιώματα. Φανερώνεται έτσι το αποκρουστικό πρόσωπο του σάπιου καπιταλισμού, που όσο «εκσυγχρονίζεται», όσο εξελίσσεται δηλαδή, τόσο πιο επικίνδυνος γίνεται για τους εργαζόμενους και το λαό, τόσο πιο επιτακτική προβάλλει η αναγκαιότητα της οργανωμένης πάλης για την ανατροπή του.

Η απεργία στο απόσπασμα

Ακριβώς επειδή η εφαρμογή τέτοιων μέτρων φέρνει εκ βάθρων ανατροπές όχι μόνο στις συνθήκες και στους όρους εργασίας αλλά στην ίδια τη ζωή εκατομμυρίων μισθωτών, η κυβέρνηση σπεύδει να τα θωρακίσει, προωθώντας για ψήφιση και «νέο» συνδικαλιστικό νόμο, που καταστέλλει τη δράση των συνδικάτων, χτυπάει το δικαίωμα στην απεργία και επιχειρεί να εξοβελίσει τους αγωνιστές συνδικαλιστές μέσα από τις επιχειρήσεις.

Ετσι, σε συνέχεια της απεργοκτόνας διάταξης που νομοθέτησε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, υπερδιπλασιάζοντας τον αριθμό των εργαζομένων που συγκροτούν απαρτία για την ψήφιση απεργίας, η κυβέρνηση της ΝΔ ετοιμάζει διατάξεις που μεταξύ άλλων προβλέπουν:

  • Γενίκευση της πρόβλεψης για «προσωπικό ασφαλείας». Συγκεκριμένα, σε όλο τον ιδιωτικό τομέα (και όχι μόνο στο Δημόσιο και σε επιχειρήσεις «κοινής ωφέλειας», όπως ισχύει τώρα) θα απαιτείται από τα συνδικάτα να καθορίζουν και να γνωστοποιούν έγκαιρα στην εργοδοσία συγκεκριμένο αριθμό εργαζομένων, που θα απασχολούνται ως «προσωπικό ασφαλείας» κατά τη διάρκεια απεργιών. Με τον τρόπο αυτό, στην πραγματικότητα θα διασφαλίζεται συνέχεια στην παραγωγική διαδικασία και τη λειτουργία των επιχειρήσεων, θα περιορίζεται ο αντίκτυπος της απεργίας στην εργοδοσία. Καθόλου τυχαία, η πρόβλεψη για γενίκευση του «προσωπικού ασφαλείας» παρουσιάζεται στις εν λόγω «διαρροές» που έχουν γίνει ως «εναλλακτική» στην επίταξη απεργών...
  • Ποινές στα σωματεία και αποζημίωση στην εργοδοσία για «παράνομες» και «καταχρηστικές» απεργίες. Θα παρέχεται η δυνατότητα στον εργοδότη να διεκδικήσει αποζημίωση από τους απεργούς και τα συνδικάτα σε περίπτωση που μια κινητοποίηση κριθεί παράνομη, καταχρηστική ή και τα δύο. Με δεδομένο ότι ήδη 9 στις 10 απεργίες κρίνονται παράνομες ή/και καταχρηστικές από τα δικαστήρια, η πρόβλεψη αυτή σημαίνει οικονομική εξόντωση των συνδικάτων και μια «δαμόκλειο σπάθη» που θα επικρέμαται μόνιμα πάνω από τα κεφάλια των απεργών.
  • Πρόσθετα εμπόδια στη λήψη απόφασης για απεργία και νέο χτύπημα στη ζωντανή δράση των συνδικάτων. Η νέα διάταξη για εφαρμογή της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας για την πραγματοποίηση απεργίας θα συνδυάζεται με τη διάταξη για υποχρεωτική συμμετοχή στη Γενική Συνέλευση που αποφασίζει απεργία τουλάχιστον του 50% των οικονομικά ενεργών μελών του πρωτοβάθμιου συνδικάτου.
Νέο χτύπημα στη συνδικαλιστική δράση

Παράλληλα, σε απηνή διωγμό τίθεται συνολικότερα η συνδικαλιστική δράση. Σύμφωνα με τις μέχρι τώρα κυβερνητικές «διαρροές», στο νέο νόμο θα περιλαμβάνονται:

  • Ο περιορισμός της νομικής προστασίας των συνδικαλιστών από απόλυση. Ενώ ακόμα και με το ισχύον καθεστώς οι εργοδότες απολύουν συνεχώς συνδικαλιστές, πλέον μειώνεται ο αριθμός των μελών της διοίκησης μιας συνδικαλιστικής οργάνωσης που θα έχουν τη σημερινή τυπική νομική προστασία. Θα μειωθεί και το χρονικό διάστημα μετά τη λήξη της συνδικαλιστικής θητείας που ο συνδικαλιστής έχει προστασία. Στους όρους απόλυσης συνδικαλιστή, μάλιστα, θα προστεθεί η υποβολή μήνυσης σε βάρος του, αλλά και η «παρεμπόδιση» άλλων εργαζομένων να κάνουν απεργοσπασία κατά τη διάρκεια απεργιών. Θα αρκεί δηλαδή ένας εργοδότης να ασκεί κακόβουλα μήνυση σε συνδικαλιστή, όπως και να καταγγέλλει τις απεργιακές φρουρές των εργαζομένων, και χωρίς καταδίκη να καταδικάζεται εκ των προτέρων με απόλυση.
  • Εξοβελισμός συνδικαλιστών από τους εργασιακούς χώρους. Στα παραπάνω προστίθεται και η προωθούμενη μείωση των συνδικαλιστικών αδειών, ως ένα ακόμα μέσο για τη μετατροπή των χώρων δουλειάς σε «γκέτο», χωρίς να υπάρχει πρακτικά η δυνατότητα παρέμβασης από αγωνιστές συνδικαλιστές, παρά μόνο από ανθρώπους της εργοδοσίας.

Ολα τούτα, αν κάτι «εκσυγχρονίζουν» είναι το οπλοστάσιο της εργοδοσίας και του αστικού κράτους για να χτυπήσουν τους αγώνες των εργαζομένων. Ομως, ταυτόχρονα, είναι και μια ανομολόγητη παραδοχή ότι οι καπιταλιστές, η κυβέρνηση και τα κόμματά τους «δεν θέλουν ο εργάτης να μαζεύεται, να συλλογάται συλλογικά, να αποφασίζει, να οργανώνεται, να δρα», όπως τονίστηκε και στην κινητοποίηση των συνδικάτων την περασμένη Τετάρτη στα Προπύλαια. Λογαριάζουν όμως χωρίς τον ξενοδόχο αν νομίζουν ότι το τερατούργημα που ετοιμάζουν θα περάσει «άβρεχτο»...


Γ. Ζαχ.


Η κυβερνητική οικονομική πολιτική μετά την τυπική λήξη των μνημονίων

Το καλοκαίρι του 2018 έληξαν τυπικά τα μνημόνια, ενώ ενεργοποιήθηκε το πλαίσιο ενισχυμένης εποπτείας. Τον Απρίλη του 2019 υποβλήθηκαν το Πρόγραμμα Σταθερότητας και το Εθνικό Πρόγραμμα Μεταρρυθμίσεων, καθώς η χώρα εντάχθηκε στο πλαίσιο των υποχρεώσεων του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου.

Η εκάστοτε κυβερνητική οικονομική πολιτική σχεδιάζεται και εξελίσσεται με βάση τις συνολικές ανάγκες αλλά και τις εσωτερικές αντιθέσεις του μεγάλου κεφαλαίου. Η εκάστοτε κυβερνητική εναλλαγή εκφράζει, μεταξύ άλλων, και ενδοκεφαλαιακές αντιθέσεις, διαφοροποιήσεις στα επιμέρους αστικά συμφέροντα, διαφορετικό ρυθμό υλοποίησης ορισμένων πλευρών της αστικής στρατηγικής, όμως ο στρατηγικός αστικός σχεδιασμός παραμένει απαράλλακτος. Ο πυρήνας του αφορά τη διαμόρφωση όρων επιτάχυνσης της καπιταλιστικής ανάπτυξης, τη γεωπολιτική αναβάθμιση της χώρας, τη στροφή στους κλάδους όπου η χώρα «έχει ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα», καθώς και τη θωράκιση του συστήματος μπροστά σε ενδεχόμενη απότομη και μαζική λαϊκή αντίδραση.

Από την κυβέρνηση της ΝΔ υιοθετήθηκαν νομοθετικές ρυθμίσεις για την «έμμεση» στήριξη της κερδοφορίας του κεφαλαίου και την προσέλκυση επενδύσεων (αλλαγές χρήσης γης, στο καθεστώς επενδύσεων, στην άρση μηχανισμών που εμπόδιζαν τη συγκεντροποίηση κ.ά.) αλλά και την άμεση στήριξη των μονοπωλιακών ομίλων (φοροελαφρύνσεις, αξιοποίηση κονδυλίων ΕΣΠΑ και ευρωπαϊκών πόρων κ.ά.).

Παραμένει σταθερός ο προσανατολισμός της για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου μέσα από την πολιτική φθηνότερης εργατικής δύναμης, την προώθηση των ιδιωτικοποιήσεων. Η διασφάλιση φθηνής εργατικής δύναμης και η αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης αποτελούν την προϋπόθεση για την προσέλκυση των νέων μεγάλων επενδύσεων της λεγόμενης «ψηφιακής» και της «πράσινης» οικονομίας. Κλιμακώνεται η επίθεση στην εργατική τάξη με νέες ρυθμίσεις για την ελαστικοποίηση του εργάσιμου χρόνου, τη σχετική μείωση των εργοδοτικών εισφορών και την επιβολή πλήρως ανταποδοτικού κεφαλαιοποιητικού συστήματος στο Ασφαλιστικό, τη μείωση των συντάξεων και του μέσου μισθού, την άρση προστασίας της πρώτης κατοικίας. Επίσης, όλοι οι μηχανισμοί διασύνδεσης των αυτοαπασχολουμένων της πόλης και της υπαίθρου με τη βιομηχανία και το εμπόριο αναπαράγουν τις υποχρεώσεις τους (σε τράπεζες, Δημόσιο, ΕΛΓΑ κ.λπ.).

(Θέσεις της ΚΕ για το 21ο Συνέδριο του ΚΚΕ, δεύτερο κείμενο)



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ