ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 3 Δεκέμβρη 2000
Σελ. /40
ΔΙΕΘΝΗ
Η «αντιφασιστική» καμπάνια «από τα πάνω» και οι λόγοι της διεξαγωγής της τώρα

Του Γερμανού ιστορικού και θεωρητικού Κουρτ Γκόσβαϊλερ 

Απο διαδήλωση φασιστών

Associated Press

Απο διαδήλωση φασιστών
»... Σαν να τους ήρθε ξαφνικά κάποια φώτιση, κορυφαίοι εκπρόσωποι αυτής της χώρας, της ηγετικής δύναμης του ευρωπαϊκού καπιταλισμού, μάλιστα και οι επικεφαλής των επιχειρηματικών συνδέσμων, ακούγεται να λένε ότι πρέπει να μπει τέλος στη ναζιστική σκηνή στην ΟΔΓ (σ.σ. Γερμανία).

Ο Στόιμπερ, αρχηγός της CSU (σ.σ. Χριστιανοκοινωνική Ενωση), που βρίσκεται δεξιότερα από τη CDU (Χριστιανοδημοκρατική Ενωση) και είναι και πρωθυπουργός της Βαυαρίας, ο σημαντικότερος κρατικός εκπρόσωπος των συμφερόντων της τράπεζας Φεράινς - Μπανκ της Βαυαρίας, της (αυτοκινητοβιομηχανίας) BMW και της Ζίμενς - και αναφέρω μόνο τις μέγιστες επιχειρήσεις από τον χρηματιστικό και βιομηχανικό κόσμο της Βαυαρίας - αυτός ο Στόιμπερ, γνωστός ως τώρα σαν ένας απ' αυτούς που κρατούσαν προστατευτικό χέρι πάνω από τους δεξιούς, ως και τους λεγόμενους «ακροδεξιούς» - εμφανίστηκε σαν πρώτος πρωθυπουργός ομοσπονδιακού κρατιδίου με την απαίτηση να απαγορευτεί το NPD! (Εθνικό Κόμμα Γερμανίας)...

... Μάλιστα και τράπεζες και ταμιευτήρια έφτασαν στο σημείο να μη διεκπεραιώνουν λογαριασμούς του NPD!

Μπορεί λοιπόν να ζητήσει κανείς ισχυρότερες αποδείξεις για τη σοβαρότητα του νέου «αντιφασισμού από τα πάνω»;

Αχ όχι, γι' αυτό δε χρειάζεται να φοβηθεί κανένας φασίστας... Μάλιστα, αρκετοί ισχυρίζονται ότι στο (χιτλερικό) εθνικοσοσιαλιστικό σύστημα δεν επιτρέπεται να κολλήσουμε την «ετικέτα του φασισμού». Γι' αυτό και τώρα δεν ακούγεται η κραυγή: Αγώνας κατά του φασισμού και των φασιστών(!), αλλά «αγώνας κατά της ακροδεξιάς». Γι' αυτό κι ο τωρινός θόρυβος κατά της λεγόμενης «ακροδεξιάς» είναι μια υποκριτική, ψεύτικη σόου - παράσταση «ένα παιχνίδι αχρείων... κατά το οποίο οι ίδιοι οι εμπρηστές φωνάζουν την πυροσβεστική αντλία» - όπως έγραψε το Σεπτέμβρη η εφημερίδα «Εργατική Φωνή».

Η υποκρισία

Παλιότερη δίκη Νεοναζί

Associated Press

Παλιότερη δίκη Νεοναζί
Η υποκρισία και ψευδευλάβεια της αντιναζιστικής καμπάνιας από τα πάνω φαίνεται από τα εξής:

Πρώτο: Αποσιωπάται ότι η Ομοσπονδιακή Γερμανία από την ίδρυσή της συνέχισε τις ναζιστικές παραδόσεις και ότι ο κρατικός της μηχανισμός, η δικαιοσύνη της, τα σχολεία της, η αστυνομία της και η Μπούντεσβερ (ο στρατός) επίσης, στο μεγαλύτερο μέρος τους οικοδομήθηκαν από ναζιστές υπαλλήλους και ναζιστές στρατηγούς...

... Δεύτερο: Οι «ακροδεξιοί» με την εχθρότητα προς τους ξένους, με το σεβασμό τους στις αντιδραστικές παραδόσεις από τη γερμανική ιστορία, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και τέτοιες από το Τρίτο Ράιχ, βρίσκονται ολοκληρωτικά στη γραμμή της κρατικής πολιτικής. Για σύγκριση, εδώ λίγα παραδείγματα:

- Ο Γκέρχαρντ Σρέντερ, ο πρώτος σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος πολέμου και σαν πρώτος καγκελάριος της ΟΔΓ τίμησε στις 3 Σεπτέμβρη τη ρεβανσιστική «Ενωση των εκδιωχθέντων» (BdV), με το ότι τους εκφώνησε τον πανηγυρικό λόγο στο Κοντσέρτ-Χάους (οίκο συναυλιών) στο Βερολίνο...

- Ο κομματικός του σύντροφος και υπουργός Εσωτερικών, ο Σίλι, με τη δήλωσή του ότι «το σκάφος είναι πλήρες» έδωσε στους νεοναζιστές κυνηγούς των ξένων τη δικαιολογία για τις «πατριωτικές» τους δραστηριότητες «παρεμπόδισης της υπερπλήρωσης του σκάφους»...

- Τον Απρίλη του 1998 - το SPD ήταν ακόμα αντιπολίτευση - η πλειοψηφία του Μπούντεσταγκ - από το SPD, το ΚΟΔΗΣΟ και τους Πράσινους - απαίτησαν να σβηστεί το όνομα του στρατηγού Βέρνερ Μέλντερ απ' όλα τα ιδρύματα της Μπούντεσβερ, γιατί πρόκειται για στρατιωτικό βραβευμένο από τον Χίτλερ με ύψιστα παράσημα και είχε συμμετάσχει και στη ναζιστική επίθεση κατά της Ισπανικής Δημοκρατίας. Ομως επί κυβερνήσεως Σρέντερ ο υπουργός του Αμυνας, Σάρπινγκ, δεν εφάρμοσε την απόφαση του Μπούντεσταγκ και άφησε εκπρόσωπό του να δηλώσει ότι η σύμπραξη του Μέλντερ στο συνολικό σύστημα του εγκληματικού ναζιστικού κράτος δεν ξεπερνούσε τα όρια αυτού που του είχε «διαταχθεί από το πάνω». Ετσι ο Σάρπινγκ φροντίζει ώστε το πρότυπο για τους νεοναζιστές, ο Μέλντερ, να παραμένει πρότυπο και για την Μπούντεσβερ...

Σρέντερ και Φίσερ ποζάρουν σε αντιφασιστική συγκέντρωση

Associated Press

Σρέντερ και Φίσερ ποζάρουν σε αντιφασιστική συγκέντρωση
Τρίτο: Αν κρίνει κανείς από την προσοχή, την οποία αφιερώνουν ο καγκελάριος, οι υπουργοί, οι κομματικοί και οικονομικοί ηγέτες και τα μίντια τους τελευταίους μήνες στα ναζιστικά μουντζουρώματα, τις βεβηλώσεις εβραϊκών συναγωγών και νεκροταφείων, αντιφασιστικών επιγραφών και τόπων, στις ναζιστικές επιθέσεις και τους φόνους ξένων, αντιφασιστών και άλλων προσώπων, αποκομίζει την εντύπωση ότι όλα αυτά γίνονται στη Γερμανία για πρώτη φορά αυτό το καλοκαίρι... Ομως τέτοιες δολοφονικές επιθέσεις από το καστανόχρωμο περιβάλλον δεν είναι τίποτα το νέο. Αυτά συνέβαιναν χρόνια ολόκληρα πριν, αλλά από τα ΜΜΕ πήραν τη μορφή μεγάλων γεγονότων μετά το 1990 και τότε μόνο, όταν συνέβαιναν στην «Ανατολή». Κι αυτό για να συμβάλουν στη δυσφήμιση της ΓΛΔ. Οταν όμως στη Δύση καίγονταν ζωντανοί άνθρωποι, όπως το 1996 στο Λίμπεκ, τότε άφηναν ελεύθερους τους ύποπτους νεαρούς από το ναζιστικό περιβάλλον και προσπαθούσαν με δυο δίκες να αποδείξουν ότι το έγκλημα διαπράχτηκε από ξένον, τον Σαφράν Αϊντ. Ο αριθμός των δολοφονημένων από τους νεοναζιστές από το 1990 ως το 2000 ανέρχεται σε 130...

Γιατί η καμπάνια και γιατί ακριβώς τώρα;

Γιατί όμως αυτή η «αντιδεξιοεξτρεμιστική» καμπάνια και γιατί ακριβώς τώρα; Μπορεί, είναι μάλιστα αρκετά σωστό, ότι οι νεοναζιστές τα τελευταία χρόνια είχαν ισχυρότερη προσέλκυση ανθρώπων. Αυτό δα το γνωρίζουμε από την ιστορία: η μαζική ανεργία, η απώλεια της προοπτικής για το μέλλον, η αφαίρεση κοινωνικών παροχών, μέχρι του σημείου της φτώχειας, δημιουργούν ακριβώς ιδεώδεις συνθήκες για να καρποφορήσει σε μαζική κλίμακα η σπορά των φασιστών δημαγωγών, ιδιαίτερα σε νέους που τους έκαναν να χάσουν την ελπίδα και τον προσανατολισμό.

Αλλά: Οι ναζιστές και τα εγκλήματά τους ανησυχούν τους κρατικούς και οικονομικούς μας τιμονιέρηδες μόνο τότε, όταν βάζουν σε κίνδυνο το παναγιότατο πράγμα της καπιταλιστικής τάξης πραγμάτων - την απόκτηση κέρδους. Ναι μεν αυτό δεν το ομολογούν ανοιχτά, αλλά βγαίνει από τις δηλώσεις τους. Ετσι ο Χανς-Ολαφ Χένκελ, πρόεδρος του BDI (Ομοσπονδιακού Συνδέσμου Γερμανικής Βιομηχανίας) δήλωσε στις 24 Σεπτέμβρη σε συμπόσιο του συνδέσμου ότι η γερμανική βιομηχανία στον αγώνα κατά της εχθρότητας προς τους ξένους θέλει «να δείξει τη σημαία της». Η Γερμανία, είπε, πρέπει να μείνει ανοιχτή στον κόσμο, γιατί οικονομικά εξαρτάται από το εξωτερικό, μια στις τρεις θέσεις εργασίας (στη Γερμανία) εξαρτάται από τις εξαγωγές και λόγω της ανάγκης σε εργασιακές δυνάμεις πρέπει να ενισχυθεί η αποδοχή μεταναστών.

Κι ο σοσιαλδημοκράτης πρωθυπουργός της Σαξωνίας - Ανχάλτης είπε: «Πρέπει να προσέξουμε ώστε (τα νεοζαστικά) επεισόδια να μη γίνουν κίνδυνος για τον οικονομικό μας τόπο» (Γερμανία).

... Αυτή η «αντιδεξιοεξτρεμιστική» καμπάνια δεν άρχισε συμπτωματικά την ώρα που ο γερμανικός ιμπεριαλισμός ήταν (και είναι) αναγκασμένος να εξαλείψει σκεπτικισμό και δυσπιστία στο εξωτερικό εναντίον των συνθηκών στη Γερμανία και εναντίον της γερμανικής πολιτικής. Αυτό έγινε αναγκαίο αφ' ενός λόγω της δικαιολογημένης αγανάκτησης στο δυτικό και στο γειτονικό ανατολικό εξωτερικό για τους ξεδιάντροπους, εκβιαστικούς ελιγμούς της γερμανικής πλευράς κατά τις διαπραγματεύσεις αποζημίωσης των ανθρώπων που σύρθηκαν ή εκβιάστηκαν για καταναγκαστική εργασία από τις κατεχόμενες περιοχές, κατά κύριο λόγο για τις γερμανικές μεγαλοεπιχειρήσεις...

Εγινε αναγκαίο επίσης γιατί ο γερμανικός ιμπεριαλισμός στην άμιλλα, ιδιαίτερα με τον ιμπεριαλισμό των ΗΠΑ, καθυστέρησε ανέλπιδα στον τομέα της ηλεκτρονικής... Και τώρα ψάχνει να βρει όπως - όπως ξένους ειδικούς.

Αλλά πρόκειται, αν ψάξει κανείς βαθύτερα, για κάτι περισσότερο. Πρόκειται πρώτο για το ότι ο γερμανικός ιμπεριαλισμός επιδιώκει να καταστήσει τη θέση του σαν ηγετική ευρωπαϊκή δύναμη αδιαμφισβήτητη και γι' αυτό αισθάνεται σαν εμπόδιο το καθετί που είναι αντίθετο σ' αυτό, και δεύτερο πρόκειται για το ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση που κυριαρχείται από τη Γερμανία βρίσκεται σε αγώνα εξουσίας με τις ΗΠΑ, που εξωτερικά παραμένει ακόμα κρυφός στα μάτια του κόσμου.

Σ' αυτόν τον αγώνα ο ιμπεριαλισμός των ΗΠΑ ζητάει να διατηρήσει με όλα τα μέσα τη θέση του της παγκόσμιας ηγεμονίας απέναντι και στην ΕΕ. Ανάμεσα σ' αυτά τα μέσα είναι τόσο οι αποκτήσεις, που εγέρθηκαν από τις ΗΠΑ με κακοήθη υπολογισμό μόνο μετά την εξαφάνιση των ευρωπαϊκών σοσιαλιστικών χωρών και με μαζική πίεση, για την αποζημίωση των καταναγκαστικών εργατών - γιατί τα χρήματα θα ρεύσουν κυρίως στις ΗΠΑ και όχι στις ανατολικές γειτονικές χώρες της Γερμανίας - όσο επίσης και ο νομισματικός πόλεμος των ΗΠΑ κατά του Ευρώ.

Κοντολογίς: Ο ξαφνικός «τρόμος για το κύμα δεξιο-εξτρεμιστικών πράξεων βίας» και η «αποφασιστικότητα να αντιδράσουν εναντίον τους με όλη την αυστηρότητα, για να υπερασπιστούν τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις αξίες του δυτικού κόσμου» είναι ένα κακοπαιγμένο θέατρο κολακείας. Αυτό για το οποίο ενδιαφέρονται με όλα αυτά οι κυρίαρχοι σ' αυτή την καπιταλιστική τάξη πραγμάτων δεν είναι τίποτα άλλο από την εξασφάλιση των όρων ανενόχλητης αποκόμισης μέγιστου κέρδους.

Ποτέ πια φασισμός!

Το αίτημά μας, το αίτημα όλων των πραγματικών αντιφασιστών από το 1945 ήταν: Ποτέ πια φασισμός! Ποτέ πια να επιτραπούν φασιστικές οργανώσεις!

Αυτό δεν ήταν μόνο αίτημα των αντιφασιστών, αυτό μετά τις δίκες της Νυρεμβέργης και τη Συμφωνία του Πότσνταμ ήταν - και μάλιστα για τη Γερμανία - ισχύον διεθνές δίκαιο.

Αυτό το όριζε και το άρθρο 7 του Συντάγματος της 7ης Οκτώβρη 1949 της ΓΛΔ, όπως επίσης και το άρθρο 139 του (δυτικο)γερμανικού συντάγματος.

Εμείς τώρα λέμε: Αν εσείς (σ.σ. οι κυβερνώντες) θέλετε να απαγορεύσετε μόνο μια από τις πολλές ναζιστικές και νεοναζιστικές οργανώσεις (σ.σ. το NPD) αυτό αποτελεί στάχτη στα μάτια του κόσμου. Εμείς απαιτούμε την τήρηση του άρθ. 139 και του διεθνούς δικαίου και γι' αυτό την απαγόρευση όλων των ναζιστικών οργανώσεων, δηλαδή και της DVU (σ.σ. Γερμανική Λαϊκή Ενωση) και των Ρεπουμπλικάνων, την «Καμερέντσαφτ», της ναζιστικής μουσικής και όλων των αναπληρωματικών και καμουφλαρισμένων οργανώσεων. Γιατί ο φασισμός δεν είναι έκφραση γνώμης, είναι έγκλημα. Αλλά μόνο η απαγόρευση δεν αποτελεί λύση του προβλήματος. Ριζική λύση είναι δυνατή μόνο όταν από το κοινωνικό έδαφος κοπούν οι ρίζες από τις οποίες μεγαλώνει ο φασισμός. Αλλά ως τότε πρέπει να βρούμε μέσα και δρόμους ώστε να εμποδίσουμε οι φασίστες να ξανατραβήξουν πίσω τους, όπως στη δεκαετία του '30, εκατομμύρια ανθρώπων δυσαρεστημένων, απαγοητευμένων, ανθρώπων που ζητάνε διέξοδο από το τέλμα μιας κοινωνίας διεφθαρμένης, η οποία κάνει τους πλούσιους διαρκώς πλουσιότερους και τους φτωχούς φτωχότερους...

Το παρελθόν δίνει στους κομμουνιστές το δικαίωμα να μπουν σε ένα πλατύ αντιφασιστικό κίνημα με αυτοπεποίθηση και σιγουριά, για να βοηθήσουν να γίνει αυτό τόσο δυνατό, τόσο γιγαντιαίο, ώστε να μην έχει ο φασισμός στη Γερμανία και δεύτερη φορά ελπίδα επιτυχίας.

Ως εδώ οι απόψεις του Κουρτ Γκόσβατλερ. Οσα αναφέρει επιβεβαιώνονται και από τα εξής περιστατικά: Η συντηρητική εφημερίδα του Βερολίνου «Der Tagesspiegel» έγραφε στις 11 Νοέμβρη - δύο μέρες μετά τη μεγάλη διαδήλωση στη γερμανική πρωτεύουσα και άλλες γερμανικές πόλεις: «Το παράσημο προσφοράς υπηρεσιών σε πρώην μέλος των Ες-Ες» (στον τίτλο) και στην είδηση το εξής. «Στο πρώην μέλος των Ες-Ες και πρώην νομαρχιακό στέλεχος της πόλης Στάντε της Κάτω Σαξωνίας (Δυτ. Γερμανία) Χάιντς Εκοφ, θα απονεμηθεί στις 13 Νοέμβρη το παράσημο προσφοράς υπηρεσιών προς την πόλη».

Στην ίδια εφημερίδα ο συγγραφέας και δημοσιογράφος Ράφαελ Σέλιγκμαν διαπιστώνει: «Ας μην έχουμε αυταπάτες. Η εχθρότητα προς τους ξένους και ο αντισημιτισμός φωλιάζουν σε τμήματα της κοινωνίας μας σαν τα κύτταρα του καρκίνου. Δεν εξαφανίζονται με μεμονωμένες δυναμικές πράξεις όπως είναι οι αλυσίδες με κεριά ή οι μεγάλες διαδηλώσεις. Οι ξένοι θα περιφρονούνται και θα κακοποιούνται και μελλοντικά, εβραϊκά νεκροταφεία θα βεβηλώνονται και στο μέλλον... Πρέπει με νηφαλιότητα να ερευνήσουμε για τις αιτίες της απανθρωπιάς...».


Θανάσης ΒΟΡΕΙΟΣ


ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Εκλογές με μεγάλη αποχή

Μόνο ένας στους πέντε ψηφοφόρους προσήλθε στις κάλπες την Κυριακή 19 του Νοέμβρη για το δεύτερο και τελικό γύρο των εκλογών για τη Γερουσία και την Ανω Βουλή της Τσεχικής Δημοκρατίας, όπου κάθε δύο χρόνια το ένα τρίτο των 81 θέσεων ανανεώνεται με εκλογές.

Η συμμετοχή (21,6%) ήταν ακόμα πιο χαμηλή απ' αυτήν της προηγούμενης Κυριακής (12/11), όπου τα δύο τρίτα των ψηφοφόρων αποφάσισαν να παραμείνουν μακριά από τις κάλπες για την εκλογή των βουλευτών της Γερουσίας, αλλά και των μελών για τα 13 νεοϊδρυθέντα περιφερειακά συμβούλια.

Η μικρή συμμετοχή στις εκλογές αντανακλά την έλλειψη εμπιστοσύνης του τσεχικού λαού προς τους αστικούς «δημοκρατικούς» θεσμούς της μετά το 1989 εποχής. Οπως γράφει ο Βιάτσλαβ Βερτελάρ στην καθημερινή εφημερίδα του Κομμουνιστικού Κόμματος Βοημίας-Μοραβίας (KSCM) «Χάλο Νόβινι», «οι πολίτες δεν ενδιαφέρονται για κενά εκλογικά συνθήματα. Θέλουν ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα, στο οποίο να μπορούν να βασιστούν, που θα σκοπεύει στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, θα τους δώσει πραγματικές αυξήσεις στους μισθούς, σπίτια που θα μπορούν να αγοράσουν, καλή υγειονομική περίθαλψη και εκπαίδευση για τα παιδιά τους, θα καταπολεμήσει την εγκληματικότητα, θα αποτρέψει την καταλήστευσή τους από τις τράπεζες κλπ.».

Οι περισσότεροι Τσέχοι, προσθέτει ο Βερτελάρ, θεωρούν τη Γερουσία ως μια πολυτέλεια που περισσεύει, και δεν είναι ακόμα πεισμένοι για το αν τα νέα περιφερειακά συμβούλια θα ασχοληθούν με τη λύση των προβλημάτων τους.

Σύμφωνα με τα τελικά αποτελέσματα, η Συμμαχία των Τεσσάρων Κομμάτων (που αποτελείται από την Ενωση Ελευθερίας, τη Δημοκρατική Ενωση, τη Λαϊκή Δημοκρατική Ενωση και το κόμμα των Χριστιανοδημοκρατών) κέρδισε τις περισσότερες έδρες για τη Γερουσία (17 από τις 27) και αποτελεί πλέον τη μεγαλύτερη παράταξη στη Γερουσία με 39 από τις συνολικά 81 έδρες.

Το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (CSSD) κέρδισε μόλις μία έδρα και διαθέτει πλέον μόνο 15 έδρες στη Γερουσία. Το Κόμμα των Πολιτειακών Δημοκρατών (ODS) κατέλαβε οχτώ έδρες, χάνοντας δύο, και συνολικά διαθέτει στο Σώμα 22 έδρες.

Εξαιτίας του αντιδημοκρατικού εκλογικού συστήματος, κανένας από τους 8 υποψηφίους του Κομμουνιστικού Κόμματος Βοημίας- Μοραβίας δεν εκλέχτηκε στο δεύτερο γύρο, και ο μόνος κομμουνιστικής γερουσιαστής έχασε την έδρα του αφήνοντας έτσι το κόμμα μόνο με 3 βουλευτές στην Ανω Βουλή. Οι υπόλοιπες 2 έδρες καταλήφθηκαν από ανεξάρτητους.

Αξίζει να σημειώσουμε πως οι μέχρι πρόσφατα εχθροί, η Συμμαχία και το ODS, έκρυψαν τα μαχαίρια τους και ένωσαν τις δυνάμεις τους, μετά τον πρώτο γύρο, σε μια προσπάθεια να πανικοβάλουν τους ψηφοφόρους με την «κόκκινη απειλή».

Ομως, όπως έδειξε η μικρή συμμετοχή, η «κόκκινη απειλή» δεν «έπιασε». Ομως, αν και η Δεξιά αυξάνει τις επιθέσεις της στους κομμουνιστές, η έκκληση για αντικομμουνισμό δεν περνάει στο λαό, μια και οι Τσέχοι έχουν ζήσει τις αλλαγές που έχουν γίνει μετά την παλινόρθωση του καπιταλισμού (μετά το 1989). Η παλινόρθωση αυτή έχει φέρει, εκτός από μια πιθανή δραματική τρίτη οικονομική κρίση, την αυξανόμενη ανεργία σε σημεία- κλειδιά της βιομηχανίας στη Βόρεια Βοημία και Νότια Μοραβία, μεγάλη αβεβαιότητα, αι περικοπές στις κοινωνικές δαπάνες, σύμφωνα με τις επιταγές της Παγκόσμιας Τράπεζας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.

Η επιτυχία των κομμουνιστών στον πρώτο γύρο για τη Γερουσία ήταν κατά κάποιο τρόπο μεγάλη και σημαντική, λαμβάνοντας 21% των ψήφων (συγκριτικά με το 11% στις γενικές εκλογές του 1998) και 23,8% των 675 εδρών των περιφερειακών συμβουλίων.

Πάντως, όπως αναφέρει ο εκδότης του «Πόστμαρκ Πραγκ» (Νο 236), Κεν Μπιγκς, ένας από τους λόγους που συντέλεσαν στο να υπάρχουν τα παραπάνω αποτελέσματα ήταν πως «ενώ η Δεξιά ένωσε τις δυνάμεις της ενάντια στην "κόκκινη απειλή", οι σοσιαλδημοκράτες για μια ακόμα φορά αρνήθηκαν να συνεργαστούν μαζί με τους κομμουνιστές σε έναν συνασπισμό ενάντια στη Δεξιά».

«Καθώς, αναφέρει, πραγματοποιούνταν συνομιλίες μεταξύ του ηγέτη των σοσιαλδημοκρατών και πρωθυπουργού Μίλος Ζέμαν, και του ηγέτη των κομμουνιστών Μιροσλάβ Γκρεμπένιτσεκ μετά τον πρώτο γύρο, τα ελεγχόμενα από το εξωτερικό ΜΜΕ κατάφεραν να δημιουργήσουν τέτοια σύγχυση σχετικά με το αποτέλεσμα αυτών των συνομιλιών (απόφαση που τόνιζε πως οι τοπικές επιτροπές τόσο των σοσιαλδημοκρατών όσο και των κομμουνιστών θα έπρεπε να αποφασίσουν αν θα υποστήριζαν και ποιους αντιπροσώπους ενάντια στη Δεξιά), που πολλοί ψηφοφόροι κατέληξαν τελείως μπερδεμένοι για το τι ακριβώς έπρεπε να ψηφίσουν».

Ο συγκεκριμένος εκδότης αναφέρει επίσης πως ένα δεύτερο στοιχείο αφορά στην άρνηση αρκετών κομμουνιστών ψηφοφόρων να ακολουθήσουν τη συμβουλή των τοπικών επιτροπών των κομμουνιστών να ψηφίσουν σοσιαλδημοκράτες στο δεύτερο γύρο εξαιτίας της αντιδραστικής στάσης του υποψηφίου σοσιαλδημοκράτη. Αυτό αφορούσε κυρίως τους ψηφοφόρους του Προστέζοφ, όπου ο υπουργός Εξωτερικών Ζαν Καβάν, ενθουσιώδης υποστηρικτής του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, έχασε την έδρα του.

Ενα τρίτο στοιχείο, αναφέρει, ήταν η σύγχυση αρκετών κομμουνιστών ψηφοφόρων στο αν τελικά άξιζε τον κόπο να ψηφίσουν για τη Γερουσία.

Πάντως, θα πρέπει να αναφέρουμε ότι οι βασικοί χαμένοι τόσο στη Γερουσία όσο και στις περιφερειακές εκλογές ήταν οι κυβερνώντες σοσιαλδημοκράτες. Παρά το γεγονός ότι οι δημοσκοπήσεις τούς έδειχναν να ηγούνται, στα περιφερειακά συμβούλια ήρθαν τελευταίοι, μετά τους υποψηφίους των Λαϊκών Δημοκρατών, το Συνασπισμό 4 κομμάτων και των κομμουνιστών. Ελαβαν μόνο το 15% των ψήφων και τις 111 από τις 675 θέσεις των περιφερειακών συμβουλίων.


Κλωντίν ΧΕΣΠΕΡ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ