«Μάλλιασε» η γλώσσα τους να το λένε και να το ξαναλένε μήπως το πιστέψουν και οι ίδιοι. Ο λόγος για την ηγεσία του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ που επιμένει ότι ο δικομματισμός όπου να 'ναι ξεψυχάει. Το επανέλαβε για πολλοστή φορά ο επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ Αλ. Αλαβάνος σε συνέντευξή του στην κυριακάτικη «Ελευθεροτυπία», όπως είπε: «Ζούμε το τέλος εποχής του δικομματισμού. Υπάρχουν μεγάλες δυνατότητες - δε λέω βεβαιότητες για μια νέα λαϊκή πλειοψηφία με επίκεντρο τις δυνάμεις της αριστεράς».
Και παρακάτω επαναλαμβάνει τα περί «μεγάλης κατάκτησης για την αριστερά» που αφορά στην «κατάρρευση της συνταγματικής αναθεώρησης λόγω του άρθρου 16».
Από κατάκτηση σε κατάκτηση κι από νίκη σε νίκη, δε μένει πια τίποτα άλλο για τον ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ απ' την κατάκτηση του κυβερνητικού θώκου. Ετσι ώστε ο δικομματισμός που «πεθαίνει» να αντικατασταθεί απ' το διπολισμό ή ό,τι άλλο, να αλλάξει δηλαδή ο Μανωλιός και να φορέσει τα ρούχα του αλλιώς.
Το μέγεθος βέβαια της «νίκης» γύρω απ' τη μη αναθεώρηση του άρθρου 16, το αντιλαμβάνονται πλήρως όλοι εκείνοι των οποίων τη νοημοσύνη επιμένει να υποτιμά ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ. Οι εργαζόμενοι, η φτωχολογιά της χώρας και τα παιδιά τους που βιώνουν στο πετσί τους την εμπορευματοποίηση της Παιδείας. Που με ή χωρίς άρθρο 16 προχωρά ακάθεκτη. Η εφαρμογή του νόμου πλαίσιο και μόνο φτάνει για του λόγου το αληθές...
Φοβόμαστε και χωρίς να αναθεωρηθεί το άρθρο 16. Διότι - όπως έχει αποδείξει η κυβέρνηση - μπορεί να κάνει τα δημόσια πανεπιστήμια ...σαν ιδιωτικά.
Οπως έχει κάνει και τα δημόσια νοσοκομεία, και τους δημόσιους οργανισμούς και τα δημόσια ιδρύματα και τις δημόσιες τράπεζες και τις ΔΕΚΟ.
Ακόμη χειρότερα, μπορεί να κάνει τα πανεπιστήμια να δουλεύουν ακόμη και για το ΝΑΤΟ, όπως πρόσφατα αποκάλυψε ο «Ρ».
Φοβόμαστε ακόμη περισσότερο, γιατί το ίδιο μπορεί ωραιότατα να κάνει και το ΠΑΣΟΚ.
Βλέπετε τα πανεπιστημιακά τμήματα με «χορηγούς» τραπεζίτες ή εφοπλιστές δεν είναι «εφεύρεση» της τωρινής κυβέρνησης. Το ΠΑΣΟΚ τα ξεκίνησε, κι όπως ξέρουμε αυτή παραμένει η θέση του.
Γενικώς, λοιπόν, φοβόμαστε, γιατί ξέρουμε ακριβώς τι λένε οι κατευθύνσεις της Μπολόνια και γνωρίζουμε επίσης ότι υπάρχουν πολλοί πρόθυμοι να τις ακολουθήσουν.
ΩΡΕΣ - ΩΡΕΣ τους πιάνει μια κρίση ειλικρίνειας. Γι' αυτό και ο διοικητής της Εθνικής, Τ. Αράπογλου δήλωσε ότι η πώληση του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου μοιάζει με ...«παιγνίδι πόκερ».
Ολοι, λέει, πρέπει να δηλώσουν «παρών» και εφόσον υπάρξει διαγωνισμός να κάνουν τις προσφορές τους.
Το μόνο που του ...διέφυγε είναι πως όποιος επιλέγει να κάθεται σε «πράσινες τσόχες» πρέπει να «τζογάρει» τα δικά του λεφτά.
Οταν ρίχνει στο τραπέζι τις δημόσιες επιχειρήσεις, δηλαδή τα λεφτά του Ελληνα φορολογούμενου, υπάρχει μια μικρή - μικρή διαφορά.
Σε τελική ανάλυση η - όποια - γοητεία και συγκίνηση του τζόγου είναι υποτίθεται το ότι ρισκάρεις τα δικά σου λεφτά.
Διαφορετικά δε λέγεται «παιγνίδι». Κλοπή και απάτη λέγεται...
Το ενδιαφέρον της είδησης, δε βρίσκεται στο ότι μια πολυεθνική εταιρεία εξαγοράζει μια άλλη. Παρόμοια γεγονότα, σε συνθήκες μονοπωλιακού καπιταλισμού και διεθνικής δράσης του κεφαλαίου, αποτελούν... ρουτίνα. Το ενδιαφέρον βρίσκεται στο γεγονός ότι η ιταλική αυτοκινητοβιομηχανία «Φίατ» προχωρά στην εξαγορά της πρώην γιουγκοσλαβικής αυτοκινητοβιομηχανίας «Ζάσταβα», που σήμερα ανήκει στο Δημόσιο της Σερβίας.
Η εξαγορά αυτή δεν είναι τυχαία. Αποτελεί μια ακόμη απόδειξη για τους λόγους που έγινε ο πόλεμος στη Γιουγκοσλαβία, στους βομβαρδισμούς της οποίας μετείχαν - άμεσα ή έμμεσα - και όλες οι κυβερνήσεις των χωρών μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Ανάμεσα σ' αυτές και η ιταλική κυβέρνηση, που πρόσφερε «γην και ύδωρ» στα αμερικανικά βομβαρδιστικά, και τη βάση του Αβιάνο, προσβλέποντας ακριβώς στην «επόμενη μέρα» για το συμφέρον των κεφαλαιοκρατών της Ιταλίας. Σαν ανταμοιβή για τη συμμετοχή της στον βρώμικο πόλεμο κατά της Γιουγκοσλαβίας, η Ιταλία - δηλαδή τα κεντροαριστερά και κεντροδεξιά κόμματα που υποστήριξαν τους βομβαρδισμούς - πέτυχε δύο τουλάχιστον πράγματα. Πρώτον, να αποκτήσει «κοψοχρονιά» τη ρημαγμένη από τον πόλεμο αυτοκινητοβιομηχανία «Ζάσταβα» (για να τη χαρίσει στα αφεντικά της «Φίατ»). Δεύτερον, η ιταλική κυβέρνηση μαζί με τη «Φίατ» να εμφανίζονται ως... «σωτήρες» στους Σέρβους, που ακόμη προσπαθούν να κλείσουν τις πληγές του πολέμου (όπως η ανεργία), αφού με τη συγκεκριμένη εξαγορά αρκετοί άνεργοι Σέρβοι θα βρουν δουλειά.