Icon |
Καμιά έκπληξη δεν προκαλεί η είδηση, αφού μέχρι και οι πέτρες γνωρίζουν τις πρακτικές των φαρμακοβιομηχανιών σε όλο τον κόσμο -και στην Ελλάδα-, χωρίς η κατάσταση να αλλάζει από την αποκάλυψη της μιας ή της άλλης περίπτωσης, η οποία ενδεχόμενα να είναι και προϊόν του επιχειρηματικού ανταγωνισμού. Το παράδειγμα όμως, έρχεται να επιβεβαιώσει ότι όσο το φάρμακο είναι εμπόρευμα, όσο παράγεται και διακινείται από μια χούφτα πολυεθνικές, η υγεία του λαού είναι σε κίνδυνο. Πολύ περισσότερο που ο ανταγωνισμός ανάμεσα στα μονοπώλια του φαρμάκου, τα οδηγεί σε πρακτικές χειραγώγησης της ίδιας της ιατρικής επιστήμης, με γιατρούς - προωθητές του ενός ή του άλλου φάρμακου, ακόμα κι όταν αυτό δεν είναι αναγκαίο στον ασθενή ή δεν ενδείκνυται για την πάθησή του. Στο κριτήριο του κέρδους υποτάσσεται και η έρευνα γύρω από το φάρμακο, επαληθεύοντας ότι πραγματική διέξοδος για το λαό δεν μπορεί να υπάρξει μέσα στο σύστημα όπου τα πάντα πουλιούνται και αγοράζονται και όπου οι παροχές υγείας, από κοινωνικό αγαθό, μετατρέπονται σε ακριβοπληρωμένο εμπόρευμα.
«Η κυβέρνηση της Πορτογαλίας υποσχέθηκε σταδιακές μειώσεις της φορολογίας για τις επιχειρήσεις από τις αρχές 2014, στο πλαίσιο των δημοσιονομικών και οικονομικών μεταρρυθμίσεων, με στόχο την ενίσχυση των επενδύσεων και την έξοδο της χώρας από τη βαθύτερη ύφεση στην οποία έχει περιέλθει από την δεκαετία του 1970». Αυτό μεταδίδουν τα πρακτορεία και η είδηση θα μπορούσε να αφορά στην ελληνική ή οποιαδήποτε άλλη κυβέρνηση της ΕΕ, που βρίσκεται σε κρίση. Σύμφωνα με τον Αντόνιου Πιρές ντε Λίμα, νέο υπουργό Οικονομικών της Πορτογαλίας, «η κύρια οικονομική προτεραιότητα είναι η προσέλκυση εγχώριων και ξένων επενδύσεων, και η μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος για τις επιχειρήσεις είναι κρίσιμη». Σύμφωνα με τον ίδιο, σχεδιάζεται να μειωθεί ο βασικός φόρος που καλούνται να καταβάλλουν οι επιχειρήσεις στο 17%-19% μεσοπρόθεσμα, από τουλάχιστον 25% σήμερα. Η πορτογαλική κυβέρνηση ανέφερε επίσης ότι θα διευρύνει παράλληλα τη φορολογική βάση και θα καταργήσει σταδιακά φορολογικές εξαιρέσεις, οι οποίες κατά κανόνα αφορούν στα λαϊκά στρώματα, όπως έγινε και στην Ελλάδα με την κατάργηση πολλών φοροαπαλλαγών, που ίσχυαν για τα χαμηλά εισοδήματα. Το υπουργείο Οικονομικών της Πορτογαλίας ανακοίνωσε, ακόμα, ότι «η φορολογία 19% προς τις επιχειρήσεις εφαρμόζεται σήμερα στην Πολωνία και την Τσεχία, δύο χώρες με τις οποίες η Πορτογαλία ανταγωνίζεται για την προσέλκυση επενδύσεων». Δίπλα στα αντιλαϊκά μέτρα των προηγούμενων χρόνων, η κυβέρνηση της Πορτογαλίας ανακοίνωσε τον περασμένο Μάη μια σειρά από νέες ανατροπές, όπως αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης από τα 65 στα 66 χρόνια, αναμόρφωση του ασφαλιστικού συστήματος με την επιβολή έκτακτων εισφορών, αύξηση των ωρών εργασίας από τις 35 στις 40 τη βδομάδα για τους δημόσιους υπάλληλους και πρόγραμμα «εθελούσιων» απολύσεων 30.000 δημοσίων υπαλλήλων. Να, λοιπόν, οι δυο όψεις της αντιλαϊκής πολιτικής που εφαρμόζεται ενιαία σε όλη την ΕΕ: Από τη μια φοροαπαλλαγές για το κεφάλαιο, για να κάνει επενδύσεις με το μεγαλύτερο δυνατό περιθώριο κέρδους και από την άλλη μέτρα που του εξασφαλίζουν ακόμα φθηνότερη εργατική δύναμη. Μ' αυτές τις κυβερνήσεις ζητάει ο ΣΥΡΙΖΑ να κάνει τη «συμμαχία του Νότου», όταν αποδεδειγμένα στις χώρες τους τσακίζουν το λαό όσο και η ελληνική, η γερμανική και κάθε άλλη αστική κυβέρνηση στην ΕΕ των μονοπωλίων.
Τεράστιες ευθύνες έχουν οι συμβιβασμένες δημοτικές πλειοψηφίες (και) στις τελευταίες δυσμενείς εξελίξεις στο χώρο των ΟΤΑ, με τις νέες απολύσεις. Δημοτικές αρχές των ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ (και κάθε λογής αυτοπαρουσιαζόμενων ως «ανεξάρτητων») έχουν αποδεχτεί χρόνια τώρα τη λειψή χρηματοδότηση των δήμων, τη μείωση της κρατικής επιχορήγησης προς τους ΟΤΑ, την εμπορευματοποίηση και ιδιωτικοποίηση υπηρεσιών, τη μεταφορά αρμοδιοτήτων δίχως τους αντίστοιχους πόρους, πρωταγωνιστούν στο άγριο χαράτσωμα των δημοτών, συντάσσουν και εκτελούν ταξικούς προϋπολογισμούς που ρίχνουν ολοένα μεγαλύτερα βάρη στο λαό, μετακυλίουν στις πλάτες των δημοτών το κόστος λειτουργίας μιας σειράς βασικών κοινωνικών υπηρεσιών (π.χ. βρεφονηπιακοί σταθμοί).
Σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο κι ενώ χύνουν κροκοδείλια δάκρυα για το προσωπικό των ΟΤΑ και τις απολύσεις, πέρυσι έσπευσαν να εφαρμόσουν κυβερνητική εγκύκλιο και να καταργήσουν τις κενές οργανικές θέσεις στους Οργανισμούς Εσωτερικής Υπηρεσίας. Ετσι, ενώ υπάρχουν κενά (μύθος το δήθεν πλεονάζον προσωπικό), πλέον τυπικά δεν εμφανίζονται και οι δημοτικές πλειοψηφίες δεν διεκδικούν την κάλυψή τους με μόνιμο προσωπικό με πλήρη εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα. Προηγουμένως, είχαν συμφωνήσει με την «κινητικότητα», τη «θεωρία» περί πλεονάζοντος προσωπικού. Παραπέρα, η ηγεσία της ΚΕΔΕ στις πρόσφατες συναντήσεις της με τους υπουργούς Εσωτερικών και Διοικητικής Μεταρρύθμισης, έσπευσε να καταθέσει τα διαπιστευτήριά της στην πολιτική των απολύσεων και ζήτησε να γίνει «σωστή αξιολόγηση» στις δομές όλων των φορέων του δημόσιου τομέα. Δηλαδή, κάλεσε την κυβέρνηση να προχωρήσει μεν στο πρόγραμμα «διαθεσιμότητας» που εξήγγειλε (άρα και απολύσεις), αντλώντας όμως λιγότερους υπαλλήλους από το χώρο των δήμων, και να «αποκεφαλίσει» άλλους εργαζομένους σε άλλους φορείς.