ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 1 Αυγούστου 1999
Σελ. /48
ΔΙΕΘΝΗ
ΚΑΝΑΔΑΣ
Ανασύνταξη και πάλη σε έναν αρνητικό συσχετισμό δυνάμεων

Η ευκαιρία που παρουσιάστηκε για μία συζήτηση με τον Γενικό Γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος του Καναδά, Μιγκέλ Φιγκερόα, ήταν μοναδική και το σκηνικό δε θα μπορούσε να είναι καλύτερο, καθώς βρέθηκε στην Αθήνα για να συμμετάσχει στη Διεθνή Διάσκεψη Κομμουνιστικών και Εργατικών Κομμάτων (21-23/5). Τα ερωτήματα πολλά, οι απορίες ακόμα περισσότερες για μία χώρα που αποτελεί γρίφο, αφού οι ειδήσεις ρέουν με το σταγονόμετρο, ενώ δεν είναι λίγοι εκείνοι που εμφανίζονται μπερδεμένοι, ώστε να κάνουν σαφή διαχωρισμό του Καναδά από τις ΗΠΑ... σαν ένα κουβάρι από καουμπόηδες, Ινδιάνους, χιόνια, αρκούδες και δάση.

- Αλήθεια τι πραγματικά συμβαίνει στον Καναδά και γιατί όλοι μας μπερδεύουμε τα "σύνορα", πραγματικά και νοητά, που χωρίζουν αυτές τις δύο χώρες;

- Ισως δεν είναι παράλογο.... αφού οι πολύ στενές σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών και πιθανά ο κοινός τόπος όσον αφορά την ιστορία, που πηγαίνουν βαθιά μέσα στο χρόνο, δημιουργούν αυτήν την εντύπωση. Ισως το μπέρδεμα ξεκινά από τις πρώτες μέρες που οι Ευρωπαίοι άρχισαν να αποικούν τη Βόρειο Αμερική, με αποτέλεσμα και οι δύο χώρες να γίνουν αποικίες.

Ωστόσο, η εντύπωση αυτή εντείνεται τα τελευταία χρόνια και κυρίως τη δεκαετία που διανύουμε, που βασικό συστατικό στοιχείο είναι η οικονομική ολοκλήρωση με τις ΗΠΑ, η βορειοαμερικανική ολοκλήρωση που επισήμως ξεκινά το 1988 με την εφαρμογή της διμερούς συμφωνίας των δύο χωρών, αλλά υπήρχαν πάντοτε ιδιαίτερες εμπορικές σχέσεις, αλλά και κοινή στρατηγική.

Κατ' αρχήν, όσον φορά τη συμφωνία Καναδά - ΗΠΑ υπήρξαν κάποιες αρχικές διαφωνίες, αλλά δυστυχώς πολλές πτυχές της συμφωνίας ολοκλήρωσης και οικονομικής ενσωμάτωσης υπήρξαν κρυφές ή δεν ήταν δυνατόν να γίνουν αμέσως αντιληπτές από μεγάλο τμήμα των εργαζομένων. Ωστόσο, μετά το πρώτο μούδιασμα υπήρξε κάποια αντίδραση - αντίθεση καθώς με το πέρασμα του χρόνου οι εργαζόμενοι άρχισαν να κατανοούν ότι αυτή η συμφωνία δεν είναι δίκαιη και σταδιακά θα σημάνει το χάσιμο του ελέγχου στην καναδική οικονομία και την παράλληλη θυσία πολλών κεκτημένων δικαιωμάτων των εργαζομένων. Σταδιακά οι ολέθριες συνέπειες του Συμφώνου έπαιξαν καταλυτικό ρόλο για τη σχηματοποίηση μιας πλήρους εικόνας της απόλυτης εξάρτησης από τις ΗΠΑ και της ταυτόχρονης απώλειας της εθνικής μας ανεξαρτησίας.

Παρότι, ο Καναδάς είναι ένα πολύ πλούσιο κράτος, η σχετικότητα στα μεγέθη όσον αφορά τον πληθυσμό και την παραγωγή ήταν ανισομερής και κατέτασσε αναγκαστικά τη χώρα μας σε υποδεέστερη θέση. Η πλειοψηφία των εργαζομένων και γενικά του καναδικού λαού ήταν αντίθετη με τη συμφωνία. Για να γίνει πιο κατανοητό, θα πρέπει να αποφευχθεί κάποια σύγκριση με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ και την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, καθώς τα μεγέθη είναι τρομακτικά ανόμοια. Αν στην Ευρώπη υπάρχουν κάποιες οικονομίες που είναι σχετικές ως μεγέθη ή στο σύνολο υπάρχει ναι μεν διαφορά μεταξύ της πρώτης δύναμης και της τελευταίας, αλλά υπάρχει μια κλίμακα, στη συμφωνία μεταξύ Καναδά και ΗΠΑ, μιλάμε για μια τεράστια οικονομία και κυρίως ένα μέγεθος παραγωγής που απέχουν έτη φωτός μεταξύ τους. Είναι σα να προσπαθούν "ένα πρόβατο και ένας ελέφαντας να κοιμηθούν στο ίδιο κρεβάτι"...

Ομως κατά τη διενέργεια των εκλογών εκείνης της περιόδου η ψήφος διαμαρτυρίας μοιράστηκε στα δύο κόμματα, ανάμεσα στο "Φιλελεύθερο Κόμμα" και το "Δημοκρατικό Κόμμα" και οι Φιλελεύθεροι κατάφεραν να επανεκλεγούν στην κυβέρνηση, έστω και με πολύ μικρή πλειοψηφία. Την ώρα που βρέθηκαν στην κυβέρνηση και παρά τις προεκλογικές τους διακηρύξεις στήριξαν τελικά την ίδια οικονομική πολιτική. Παρότι ουσιαστικά έχει περάσει περισσότερο από μία δεκαετία που έχει τεθεί σε εφαρμογή η συμφωνία, μόλις πέρσι είχαν γίνει συνολικές εκτιμήσεις για τις συνέπειες που είχε η συμφωνία...

Η πορεία "βαλκανιοποίησης" του Καναδά

Ενας "άλλος κόσμος" ή καλύτερα ένας μικρόκοσμος, που προσπαθεί να κόψει με τα μικρά του δόντια τον ομφάλιο λώρο με τον Καναδά. Ο λόγος για το γαλλόφωνο Κεμπέκ που επιζητούσε και ίσως να εξακολουθεί να επιζητά την ανεξαρτητοποίησή του και έχει καταφέρει να σπάσει τον "πάγο" της σιωπής για τα όσα συμβαίνουν στη χώρα.

Το πρόβλημα της ενδεχόμενης απόσχισης του Κεμπέκ, γνωστό και ως "κρίση της ομοσπονδίας", έχει τις ρίζες του βαθιά μέσα στο χρόνο, καθώς ανάγεται στις πρώτες μέρες ίδρυσης ή, καλύτερα, σχηματισμού του κράτους του Καναδά, στην πρώτη αποικιακή περίοδο και την πολιτική της γενοκτονίας κατά του αυτόχθονα πληθυσμού σε ολόκληρη τη Βόρεια Αμερική. Η αποικιοποίηση από τους Γάλλους και κατόπιν από τους Βρετανούς και οι χρόνιες διαμάχες και συγκρούσεις μεταξύ των δύο αυτών δυνάμεων για την κυριαρχία της αμερικανικής γης ανέδειξαν, τελικά, νικητές τους Βρετανούς. Κατόπιν οι σχέσεις καταπίεσης, οι οποίες εγκαθιδρύθηκαν με τη Διακήρυξη του 1763 και το Σύνταγμα της χώρας, που αναγνώρισε ότι το Κεμπέκ αποτελεί επαρχία και, φυσικά, οι κάτοικοί του όχι ξεχωριστό έθνος.

Το πρόβλημα αποτελεί ένα μακροχρόνιο ζήτημα διαμάχης και έχει οδηγήσει σε πολλαπλές αντιθέσεις και συγκρούσεις μεταξύ των κατοίκων, για περισσότερο από έναν αιώνα. Αυτή η εξίσωση του απομονωτισμού, στα δύο της σκέλη, εμπεριέχει την οικονομική καταπίεση, την πολιτική, κοινωνική και την πολιτισμική καταπίεση. Φυσικά, η κατάσταση έχει οπωσδήποτε βελτιωθεί από πολλές απόψεις για το γαλλόφωνο τμήμα του Καναδά, το Κεμπέκ, όσον αφορά την οικονομία και την ανάπτυξη, τις επιτεύξεις του κινήματος των κοινωνικών δικαιωμάτων, που έδωσε μία ανάσα, καθώς αναγνώρισε τα θεμελιώδη δικαιώματά τους. Εντούτοις, το πολιτικό ζήτημα της ανισότητας παραμένει ακανθώδες, καθώς δεν αναγνωρίζεται ότι οι γαλλόφωνοι κάτοικοι του Κεμπέκ αποτελούν ένα έθνος μέσα στα πεπερατά όρια του κράτους του Καναδά.

Το ΚΚ Καναδά, κατανοώντας την ειδοποιό διαφορά, όπως αυτή εκδηλώνεται, εδώ και πενήντα χρόνια, και σύμφωνα με τις επικρατούσες συνθήκες, έχει ζητήσει τη δημοκρατική αναθεώρηση του Συντάγματος, που θα αναγνωρίζει το έθνος που κατοικεί στο Κεμπέκ και θα προχωρά σε ένα συγκερασμό των δύο αυτών αντιφάσεων της καναδικής κοινωνίας, κάτι σαν ένα γάμο μεταξύ των γαλλόφωνων και των αγγλόφωνων, σε βάση καλής θέλησης και, φυσικά, ισοτιμίας.

Νέα Συντακτική Συνέλευση

Μολονότι το πρόβλημα υπάρχει, ποτέ δεν έχει τεθεί επί τάπητος για να λυθεί και το μόνο που γίνεται είναι να ρίχνεται συνεχώς στον κάλαθο των αχρήστων. Ισως κάποιοι θυμούνται την κρίση του Εκολ Τιουμπ, το 1970, όπου για πρώτη φορά έγιναν δυναμικές αποσχιστικές κινήσεις και κλήθηκε ο στρατός, για να αντιμετωπίσει την έκρυθμη κατάσταση που είχε διαμορφωθεί στο Κεμπέκ. Κατόπιν, το 1976, το εθνικιστικό κόμμα, το κόμμα Κεμπεκουά, κατάφερε να επιτύχει μία σημαντική νίκη στις εκλογές και να σπάσει για πρώτη φορά το "απόρθητο" του Κοινοβουλίου. Μία νίκη που το οδήγησε στην προκήρυξη δημοψηφίσματος για το καθεστώς του Κεμπέκ και την απόσχισή του από τον Καναδά, στο οποίο ηττήθηκε. Ουσιαστικά, ήταν μία πύρρειος νίκη για την ομοσπονδιακή κυβέρνηση, αφού ποτέ το πρόβλημα δε λύθηκε και εξακολουθεί να υφέρπει με περιόδους έξαρσης ή και ύφεσης.

Το δίλημμα υπάρχει και τέθηκε στο τελευταίο επεισόδιο κρίσης, στο δημοψήφισμα του 1995. Τούτη τη φορά, ουσιαστικά για την ανεξαρτησία του Κεμπέκ, αν και η διατύπωση του ερωτήματος που τέθηκε υπόψη των ψηφοφόρων ήταν πολύ πιο πολύπλοκη και δυσνόητη για ευνόητους λόγους. Ουσιαστικά, ήταν μία καταμέτρηση δυνάμεων, μία συνολική επισκόπηση, τόσο των απόψεων, όσο και της πρόθεσης του λαού του Κεμπέκ. Η διαφορά ήταν μηδαμινή, αφού η κάλπη ανέδειξε ότι αυτοί που ήταν εναντίον ήταν 50,1% και αυτοί που ήταν υπέρ αποτελούσαν το 49,9%! Η πρόταση για ανεξαρτησία απορρίφθηκε τελικά για 11.000 ψήφους, σε ένα σύνολο πληθυσμού 7 εκατομμυρίων ανθρώπων.

Η λύση δεν είναι η ανεξαρτησία

Εντούτοις, υπάρχει εναλλακτική λύση. Ούτε ανεξαρτησία, αλλά ούτε και παραγκώνιση του ζητήματος, δηλαδή να θεωρηθεί ότι δεν υφίσταται και να αναμένεται η επίλυση διά... μαγείας, με την παράλληλη διατήρηση του υφιστάμενου "status quo". Μια λύση, μια δημοκρατική λύση, είναι αυτή που θα συνδυάζει τη δημιουργία Συντακτικής Συνέλευσης για τον καναδικό λαό, το γαλλόφωνο και αγγλόφωνο και με σημαντική και ουσιαστική συμμετοχή των "πρώτων Εθνών", δηλαδή των ιθαγενών Ινδιάνων, όπου θα συνταχθεί ένα νέο Σύνταγμα, που θα βασίζεται στο ίσο, δίκαιο και εθελοντικό "συνεταιρισμό" όλων των λαών του Καναδά.

Το ΚΚ Καναδά, επανειλημμένα, έχει τονίσει ότι το ζήτημα του Κεμπέκ έχει δύο όψεις. Σε πρώτο επίπεδο, είναι το δημοκρατικό ζήτημα και το δικαίωμα των εθνοτήτων που απαρτίζουν το μωσαϊκό της χώρας, να είναι ίσες και απολύτως σεβαστές, καθώς και να μη χρησιμοποιούνται πολλαπλοί μέθοδοι χειραγώγησης και καταπίεσης, όπως οικονομικές, νομικές και απειλές, όχι μόνο κατά του λαού του Κεμπέκ, αλλά και των άλλων εθνοτήτων. Σε δεύτερο επίπεδο, να γίνει κατανοητό και να αποσαφηνιστεί ποια είναι τα πραγματικά συμφέροντα της εργατικής τάξης όλου του Καναδά, και των γαλλόφωνων και των αγγλόφωνων. Θεωρούμε ότι η λύση και το συμφέρον των εργαζόμενων δεν είναι η ανεξαρτησία ή η απόσχιση του Κεμπέκ, αφού θα συντελέσει στην παράδοση του λαού, "ως ώριμο φρούτο", στα χέρια του αμερικανικού ιμπεριαλισμού, που δε χωρά αμφιβολία ότι θα εκμεταλλευτεί την αδυναμία, όπως θα παρουσιαστεί, του καναδικού κράτους να διευθετήσει τις εσωτερικές του υποθέσεις, για να κάνει υποτελή και τα δύο κράτη που πιθανά θα γίνουν. Εξάλλου, η πολιτική των ΗΠΑ είναι πολύ ξεκάθαρη, όσον αφορά τις προθέσεις τους και το πώς βλέπουν τις σχέσεις τους με τον Καναδά, αφού μονίμως εκδηλώνουν την "αδηφαγία" τους να θέσουν υπό τον έλεγχό τους όλες τις φυσικές πλουτοπαραγωγικές πηγές της χώρας - που είναι τεράστιες και αποτελούν έναν από τους κρυφούς ή φανερούς πόθους του αμερικανικού ιμπεριαλισμού.

"Βαλκανιοποίηση" της χώρας

Επίσης, υπάρχει ακόμα μια πτυχή που εμπλέκεται στο ζήτημα και έχει να κάνει με τη "νεοφιλελεύθερη ατζέντα" και είναι η αποκέντρωση - αποσύνθεση του κράτους. Να αποδυναμωθεί η ομοσπονδιακή κυβέρνηση, όσον φορά την παιδεία, την υγεία, την εργασία, ούτως ώστε να μπορέσει να γίνει εφικτή η παράδοσή τους στον ιδιωτικό τομέα και στις μεγάλες επιχειρήσεις. Οι πρόσφατες τεχνητές κρίσεις στην παιδεία και το συνταξιοδοτικό ζήτημα δημιουργήθηκαν με τέτοιο τρόπο, ώστε να προκληθεί η εντύπωση ότι δεν υπάρχει άλλη λύση, εκτός από την ιδιωτικοποίησή τους και παράδοσή τους στις πολυεθνικές. Με αυτόν τον τρόπο, προωθείται η αποσύνθεση του ομοσπονδιακού κράτους και η "βαλκανιοποίηση" του Καναδά. Πώς αυτή η διάσταση του ζητήματος έχει άμεση σχέση με το θέμα του Κεμπέκ;

Ο λαός και η τοπική κυβέρνηση του Κεμπέκ επιθυμούν να έχουν έλεγχο σε όλους τους τομείς της κοινωνικής και οικονομικής ζωής, που τους αφορούν άμεσα, όπως η εκπαίδευση, το σύστημα υγεία, οι δημοσιονομικές δαπάνες. Φυσικά, είναι απολύτως λογικό, αφού αποτελούν επί της ουσίας έθνος. Ωστόσο, οι μεγάλες επιχειρήσεις και οι πολυεθνικές θέλουν να εκμεταλλευτούν προς ίδιον όφελος την εγγενή αδυναμία - εξαιτίας της έλλειψης θέλησης - τόσο της τοπικής, όσο και της ομοσπονδιακής κυβέρνησης να επιλύσουν τα κρίσιμα ζητήματα, τονίζοντας ότι "εμείς μπορούμε να εκπληρώσουμε όλες τις φιλοδοξίες, αν μας παραδώσετε όλους αυτούς τους τομείς". Το επόμενο στάδιο είναι, από τοπικό επίπεδο η κρίση να μεταφερθεί σε εθνικό επίπεδο και να δημιουργηθεί κρίση της ομοσπονδίας.

Αυτό θα είναι πραγματική καταστροφή για τον καναδικό λαό, αφού το "κράτος πρόνοιας" και οι παροχές αποτελούν κεκτημένα δικαιώματά του μετά από αγώνες 50 ετών. Γι' αυτό, το ΚΚ Καναδά συνεχώς τονίζει ότι μία απόσχιση του Κεμπέκ θα είναι καταστροφική για όλο τον καναδικό λαό και, φυσικά, την εργατική τάξη. Αν το Κεμπέκ αποσχιστεί και προσπαθήσει να επιζήσει ως ανεξάρτητο κράτος, η διαδικασία διάλυσης δε θα σταματήσει εκεί.

Χρ. Μ.

Η απώλεια της εθνικής ανεξαρτησίας

- Παρ' όλα αυτά, ο Καναδάς, ή μάλλον να πούμε η κυβέρνηση του Καναδά προχώρησε μαζί με τις ΗΠΑ στη σύναψη της συμφωνίας της ΝΑΦΤΑ, το 1993.

- Τα συμπεράσματα που εξήχθησαν για τα τελευταία δώδεκα χρόνια ισχύουν και για τη συμφωνία της ΝΑΦΤΑ, η οποία ήταν μάλλον το επόμενο εύλογο βήμα. Ορισμένα από αυτά είναι απολύτως χαρακτηριστικά και θεμελιώδη για τη συνολική πορεία της χώρας. Καταρχήν, η ολοένα και μεγαλύτερη αποσύνθεση ή διάλυση του ομοσπονδιακού κράτους, που γίνεται προκειμένου να υπάρχει απόλυτη και καθολική δυνατότητα πρόσβασης των επενδύσεων των πολυεθνικών εταιρών σε όλους τους τομείς της οικονομικής δραστηριότητας και σε όλη την επικράτεια του Καναδά. Με άλλα λόγια, μία επιτυχής και φυσικά ανοιχτή "οικονομίας της αγοράς".

Ενα παράδειγμα για το πώς διεισδύουν και τις επιπτώσεις που έχει για τους εργαζόμενους η εφαρμογή αυτής της πολιτικής, είναι η δράση των πολυεθνικών στον τομέα της βιομηχανίας, συμπεριλαμβανομένης και της βαριάς βιομηχανίας. Αυτό που ακολούθησαν σαν στρατηγική ήταν να αρχίσουν τη διαδικασία της αποβιομηχάνισης ή του κατακερματισμού και κατόπιν της ιδιωτικοποίησης της βιομηχανίας σε περιοχές σχετικά απομακρυσμένες από το οικονομικό κέντρο, όπου και η ύπαρξη δυνατών Συνδικάτων ήταν μηδαμινή και επομένως η αντίσταση των εργαζομένων σχεδόν ανύπαρκτη, ενώ παράλληλα διασφαλιζόταν η μη διαρροή τους προς τον Τύπο. Κατακερμάτισαν, διέλυσαν πολλές κρατικές επιχειρήσεις ή δημιούργησαν βάσεις για τις πολυεθνικές. Ανάλογα παραδείγματα σε ακόμα μεγαλύτερη έκταση έχουν γίνει και στο Μεξικό ή στις Νότιες Πολιτείες των ΗΠΑ, όπου προσφέρονταν οι καλύτερες δυνατές συνθήκες για την ανάπτυξη μεγάλων επιχειρήσεων με πολύ χαμηλό εργατικό κόστος και φυσικά τεράστια κέρδη. Πρέπει να τονίσουμε ότι στο στόχαστρο βρέθηκαν κυρίως συγκεκριμένες ειδικότητες βιομηχανικών εργασιών, που εργαζόμενοι είχαν κατακτήσει υψηλές αποδοχές, επιδόματα και συνθήκες εργασίας κατάλληλες και ανθρώπινες.

Επίσης, ένα ακόμα μείζον θέμα που έχει εξαχθεί ως συμπέρασμα - και για να επανέλθω στην πρώτη ερώτησή σας - είναι το θέμα της εθνικής ανεξαρτησίας της χώρας, αφού δεν μπορεί να υπάρξει πολιτική ανεξαρτησία χωρίς την οικονομική ανεξαρτησία. Η οικονομία του Καναδά έχει τεθεί στις διαταγές του Λευκού Οίκου και των κύκλων που καθορίζουν τη στρατηγική και πολιτική των ΗΠΑ. Επί της ουσίας, όσο περισσότερο υποτάσσεται η καναδική οικονομία στις διαταγές της Ουάσιγκτον και της Γουόλ Στριτ τόσο περισσότερο υποτάσσεται και η συνολική πολιτική του Καναδά. Οπως, π.χ., οι διεθνείς σχέσεις και η στρατηγική που ακολουθούν από κοινού οι δύο χώρες, αν και σε ορισμένες περιπτώσεις υπάρχουν σημαντικές διαφοροποιήσεις, όπως απέναντι στην Κούβα που αντιτίθεται στον εμπάργκο και έχει πολύ στενές σχέσεις, και εμπορικές, με την Κούβα.

Εντούτοις, συν τω χρόνω αυξάνεται η απόλυτη σύμπλευση με τις ΗΠΑ σε καίρια ζητήματα εξωτερικής πολιτικής. Οπως πολύ πρόσφατα όσον αφορά τα Βαλκάνια συνολικά και ιδιαίτερα η ακολουθούμενη πολιτική απέναντι στην ΟΔ Γιουγκοσλαβίας και ο πόλεμος στο Κόσσοβο. Οπως γίνεται και με την Πολυμερή Συμφωνία για τις Επενδύσεις (ΜΑΙ), όπου μάλιστα ο Καναδάς πρωτοστατεί και το κάνει πίσω από τις πλάτες του καναδικού λαού και όταν αποκαλύφθηκε υπήρξε ένα γιγάντιο κύμα διαμαρτυριών - συντονισμένα από το εργατικό κίνημα, το γυναικείο κίνημα, το φοιτητικό και μαθητικό κίνημα - που αλλοίωσε σημαντικά την εικόνα. Παρ' όλα αυτά, η εικόνα που καταφέρνουμε να αποσπάσουμε, έστω και αποσπασματικά, είναι ότι θα γίνει μία άνευ όρων παράδοση στις ΗΠΑ και στις πολυεθνικές επιχειρήσεις.

Το μεγάλο "στοίχημα"

- Πόση δυσκολία δημιουργεί στην ανάπτυξη του κινήματος ή στη διείσδυση του ΚΚ, η πολύ χαλαρή ή ακόμα και ανύπαρκτη κοινωνική συνείδηση στον Καναδά;

- Η αλήθεια είναι ότι η κοινωνική ή ακόμα περισσότερο ταξική συνείδηση είναι μια μεγάλη πρόκληση για το Κόμμα μας. Καταρχήν θα πρέπει να τονίσουμε ότι υπάρχουν σοβαρές διαφοροποιήσεις σε πολλές περιοχές της χώρας. Στα αστικά κέντρα και στις περιοχές, όπου υπάρχουν μεγάλες βιομηχανικές μονάδες, ο βαθμός ανάπτυξης κοινωνικής ή ακόμα και ταξικής συνείδησης είναι υψηλός. Αντίθετα, στις ημι-αστικές ή αγροτικές περιοχές είναι σχεδόν ανύπαρκτος. Αυτό μπορεί, ως ένα βαθμό, να είναι κατανοητό στους Ελληνες αλλά στην περίπτωση του Καναδά παίζουν σημαντικό ρόλο και άλλες παράμετροι όπως οι πολιτισμικές, ιστορικές διαφορές, κλπ. Το ουσιαστικότερο, όσον αφορά στην ανάπτυξη κοινωνικής συνείδησης, ήταν και παραμένει η πορεία ανάπτυξης του καπιταλισμού στη χώρα μας για ολόκληρες δεκαετίες, που δημιούργησε μια μεγάλη μερίδα μεσοαστών, με υψηλά εισοδήματα και έντονα τα στοιχεία του ατομικισμού. Επίσης, δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής ότι υπήρξε ένα είδος Σχεδίου Μάρσαλ τη μεταπολεμική περίοδο και για τον Καναδά, για να αποτραπεί η πιθανή εκ νέου ανάπτυξη ενός ισχυρού επαναστατικού και κομμουνιστικού κινήματος, σε συνδυασμό και με την εισαγωγή του μακαρθισμού, που επηρέασε έντονα και βαθιά και τον Καναδά.

Η εργατική τάξη υποχώρησε και μια επίπεδη και απρόσωπη μεσοαστική τάξη αναδύθηκε και κυριάρχησε. Αν και οι συνθήκες εν πολλοίς έχουν διαφοροποιηθεί, αφού οι εργαζόμενοι βρίσκονται ολοένα και πιο συχνά σε δεινή θέση, πολύ μεγάλο τμήμα τους δε νιώθει "άνετα" να σκεφτεί τον εαυτό του ως τμήμα της εργατικής τάξης... Και οι μεγάλες βιομηχανίες και επιχειρήσεις παίζουν σκόπιμα με αυτό το διαστρεβλωμένο συναίσθημα, δίνοντας "τίτλο" στους εργαζομένους... χαρακτηρίζοντάς τους "συνεργάτες" ή και σε ακραίες περιπτώσεις "μετόχους"!

Είναι τεράστιο πρόβλημα, που πρέπει να λύσουμε και να αποκαλύψουμε τη σκληρή - πλέον - πραγματικότητα στους εργαζόμενους, ώστε να τους βοηθήσουμε να συνειδητοποιήσουν τι ακριβώς συμβαίνει και να παλέψουν, για να το αλλάξουν. Είναι ένα μεγάλο στοίχημα που έχουμε βάλει με τον εαυτό μας. Οσο πιο δυνατό είναι το Κομμουνιστικό Κόμμα τόσο μεγαλύτερη ικανότητα διείσδυσης έχει, ώστε να μπορέσει να συνειδητοποιήσει, να κάνει τους εργαζόμενους να κατανοήσουν τη μαρξιστική και λενινιστική θεωρία και φυσικά να μπορέσουν να τη συνδέσουν με την πάλη και τον αγώνα, τον πολιτικό, ταξικό αγώνα. Τα μηνύματα που λαμβάνουμε τον τελευταίο καιρό είναι θετικά και είμαστε αισιόδοξοι. Είναι μια δύσκολη περίοδος ανασύνταξης και πάλης του Κόμματος σε ένα αρνητικό, για το παγκόσμιο κίνημα, συσχετισμό δυνάμεων. Εμείς λέμε ένα ρητό: Παλεύουμε, παλεύουμε, παλεύουμε, παλεύουμε, χάνουμε χάνουμε χάνουμε μέχρι να κερδίσουμε.!

Χριστίνα ΜΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ

Η κατάρρευση του μύθου της φιλειρηνικής χώρας

- Μιλήσατε για την απόλυτη ευθυγράμμιση με την πολιτική που ακολουθούν οι ΗΠΑ, όπως στην περίπτωση του πολέμου στο Κόσσοβο. Πώς αντιδρούν οι Καναδοί πολίτες;

- Το σημαντικότερο είναι η σύγχυση που επικρατεί σε σχέση με τα τεκταινόμενα τόσο στα Βαλκάνια, και πολύ περισσότερο στο Κόσσοβο. Τι ακριβώς γίνεται εξακολουθεί να παραμένει ερώτημα για το μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού, καθώς είναι εγκλωβισμένοι στην προπαγάνδα που γίνεται για τις "εθνικές εκκαθαρίσεις που διατάχθηκαν από το γιουγκοσλαβικό κράτος" ή από τις "σπαρακτικές εικόνες για το δράμα των προσφύγων".

Ωστόσο, στους περισσότερους - ακόμα και σε εκείνους που έχουν εγκλωβιστεί στις κατασκευασμένες εικόνες - είναι η πρωτοφανής για τον φιλήσυχο και ειρηνικό καναδικό λαό επιθετικότητα του ΝΑΤΟ και η έλλειψη θάρρους και φυσικά θέλησης για μια ειρηνική διαπραγμάτευση και εξεύρεση διπλωματικής λύσης. Τα ερωτήματα που έχουν γεννηθεί είναι πολλά, ενώ την ίδια στιγμή καταρρέει η περσόνα, μάλλον η μυθολογία, που έχει καλλιεργηθεί πολλά χρόνια από την εκάστοτε κυβέρνηση, ότι ο Καναδάς είναι ένα κράτος που προασπίζει και πρεσβεύει την ειρήνη. Αυτή τη στιγμή, όχι μόνο συντάσσεται με την πολιτική των ΗΠΑ, αλλά συμμετέχει ενεργά στην πρώτη επιθετική ενέργεια του ΝΑΤΟ με τα πολεμικά αεροσκάφη, ενώ θα στείλει και στρατεύματα στα Βαλκάνια!

Πάντως, το κίνημα έχει κάνει κάποια βήματα, αφού πρώτα ξεπέρασε το σοκ. Τώρα πραγματοποιεί μια ολόκληρη εκστρατεία, για να δώσει μια πληρέστερη εικόνα για το τι πραγματικά συμβαίνει και να κινητοποιήσει εναντίον του πολέμου όσον το δυνατόν μεγαλύτερα τμήματα του πληθυσμού. Αυτή είναι και η μεγάλη μάχη που δίνει το κόμμα μας αυτόν τον καιρό μαζί με το εργατικό κίνημα...

ΛΕΖΑΝΤΑ - ΚΑΝΑΔΑ

Ούτε ένας, ούτε δύο, αλλά χιλιάδες εργαζόμενοι αντιδρούν δυναμικά στην κυβερνητική πολιτική των μαζικών απολύσεων, των αθρόων περικοπών και των ιδιωτικοποιήσεων



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ