Κερκόπορτες για τους ιδιώτες ανοίγουν και όσον αφορά στην αμυντική βιομηχανία της χώρας. Αυτό βεβαιώνουν δημοσιεύματα των τελευταίων ημερών αλλά έχει ξεκαθαρίσει και ο αρμόδιος αναπληρωτής υπουργός Αμυνας, ο οποίος - απαντώντας σε πρόσφατη Επίκαιρη Ερώτηση του βουλευτή του ΚΚΕ Γ. Μαυρίκου - είχε πει: «Λέμε "όχι" σε μια κρατικοδίαιτη αντίληψη περί λειτουργίας των αμυντικών βιομηχανιών δημοσίου χαρακτήρα στην Ελλάδα (...) Εάν δε χτυπήσουμε το δομικό πρόβλημα που λέγεται λειτουργικό κόστος, εάν δεν πάμε σε νέες μορφές μάνατζμεντ, εάν δε δούμε από την αρχή τη δομή της βάσης της αμυντικής βιομηχανίας του δημόσιου τομέα, δε θα κάνουμε τίποτα».
Οχημα γι' αυτή την ιδιωτικοποίηση - όπως και για όλες τις άλλες που προωθούν και επεξεργάζονται κυβέρνηση, ΔΝΤ και ΕΕ - είναι τα χρέη των ΕΑΣ. Πέρα από το ότι είναι μεγάλη κουβέντα το πώς προκαλούνται τα χρέη (γιατί η διαχείριση πολλών πρώην ΔΕΚΟ τις μετατρέπει συχνά σε καλούς πελάτες ιδιωτών), ένα βασικό ζήτημα είναι πώς η κυρίαρχη πολιτική υπονομεύει τις τεράστιες παραγωγικές δυνατότητες των Ελληνικών Αμυντικών Συστημάτων (ΕΑΣ). Γιατί οι κυβερνήσεις, τόσο του ΠΑΣΟΚ, όσο και της ΝΔ, τα έχουν καταδικάσει σε απαξίωση και υποβάθμιση με μείωση του προσωπικού, παραγωγική υποαπασχόληση, λειψή χρηματοδότηση, απολύσεις και αλλαγή εργασιακών σχέσεων.
Την ίδια στιγμή, μόνο ελάχιστες παραγγελίες δίνονται στα ΕΑΣ, και προωθούνται πολυεθνικές στρατιωτικές επιχειρήσεις. Μόνο τους τελευταίους μήνες τα ΕΑΣ εξαιρέθηκαν:
-- Από την παραγγελία 120 αρμάτων, που δόθηκε σε εταιρεία του εξωτερικού.
-- Από τη μεγάλη «παρτίδα» καταστροφής πυρομαχικών, ώστε να μπορέσει να δοθεί επίσης σε μεγάλη εταιρεία του εξωτερικού.
Επιπλέον:
-- Πρόσφατα η κατασκευή 16.000 βλημάτων δόθηκε με απευθείας ανάθεση σε γερμανική εταιρεία και όχι στα ΕΑΣ.
-- Η «Ηλεκτρομηχανική Κύμης» (σ.σ.: θυγατρική των ΕΑΣ) ενώ ήταν έτοιμη να υπογράψει ανάθεση για παραγγελία 4.000 αλεξίσφαιρων γιλέκων, ανεξήγητα, ακυρώθηκε. Στο ίδιο εργοστάσιο, πριν από τρία χρόνια εργάζονταν 105 εργαζόμενοι, σήμερα 75 και το 2015 το προσωπικό θα φτάσει μόλις τα 20 άτομα, λόγω συνταξιοδοτήσεων.
Συγκεκριμένα, η παραπάνω πρόταση πολιτικής προβλέπει την ίδρυση «κοινωνικών επιχειρήσεων» με «κοινωφελείς σκοπούς» από άτομα αποκλεισμένα από την αγορά εργασίας, που ανήκουν στις «ευπαθείς ομάδες»: ΑμΕΑ, απεξαρτημένα από διάφορες ουσίες άτομα, μακροχρόνια άνεργοι, μετανάστες κ.ά. Οι «κοινωνικές επιχειρήσεις» θα δραστηριοποιούνται σε τομείς όπως η φύλαξη και φροντίδα ηλικιωμένων και παιδιών, το περιβάλλον, η Υγεία και η Πρόνοια, η κοινωνική επανένταξη αποκλεισμένων ομάδων κ.ά. Θα χρηματοδοτούνται σε πρώτη φάση από κοινοτικούς πόρους και στη συνέχεια όπως μπορεί η καθεμιά να εξασφαλίσει χρήματα: Από δωρεές επιχειρηματιών στο πλαίσιο της «Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης», με χρηματική ή υλική στήριξη ιδιωτών ή δήμων, αξιοποιώντας εθελοντές κλπ. Αναπόφευκτα, αυτές οι υπηρεσίες όχι μόνο θα είναι σε ανταποδοτική βάση, αλλά θα έχουν και «φιλανθρωπικό» χαρακτήρα, θα αφορούν σε ένα μικρό αριθμό ανθρώπων για ένα συγκεκριμένο διάστημα, θα είναι υποβαθμισμένες και αποσπασματικές.