ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 27 Γενάρη 2005
Σελ. /40
Η περιουσία των Ταμείων...

Παπαγεωργίου Βασίλης

Σκόπιμη η χρονική στιγμή και προβληματικοί - τουλάχιστον - οι προσανατολισμοί της προχτεσινής δημοσιοποίησης της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων στα Ασφαλιστικά Ταμεία (ΠΟΠΟΚΠ), αλλά κάποια στοιχεία οδηγούν σε ενδιαφέρουσες σκέψεις και συμπεράσματα. Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά, λοιπόν, η περιουσία των Ασφαλιστικών Ταμείων το 1984 ήταν μόλις 524 εκατομμύρια ευρώ και αντιστοιχούσε στο 39% των εσόδων του ιδίου έτους ή στο 5% του αντίστοιχου Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ). Στο τέλος του 2004 η συνολική περιουσία των Ταμείων έφτανε στα 25 δισ. ευρώ, που αντιστοιχεί στο 97% των εσόδων του ιδίου έτους ή στο 15,2% του ΑΕΠ.

Ενα πρώτο και ολοφάνερο συμπέρασμα, επομένως, είναι η μεγάλη αύξηση της περιουσίας των Ταμείων. Αύξηση, η οποία φαίνεται κι από το εξής στοιχείο: Ενώ το 1984, όταν οι συνταξιούχοι ήταν πολύ λιγότεροι, η περιουσία των Ταμείων αντιστοιχούσε σε δαπάνες 5 μηνών, η σημερινή περιουσία (τέλους του 2004) αντιστοιχεί σε δαπάνες 12,3 μηνών. Ταυτόχρονα, όμως, προκύπτουν και μια σειρά κρίσιμα ερωτήματα, με πρώτο και καλύτερο το εξής: Γιατί ήταν τόσο μικρή η περιουσία των Ταμείων το 1984, όταν, μάλιστα, στη διάρκεια των προηγούμενων τριών περίπου δεκαετιών της ύπαρξής τους είχαν κυρίως έσοδα και πολύ λιγότερες δαπάνες, καθώς το ασφαλιστικό σύστημα δεν είχε ωριμάσει ακόμη;

... και η ιστορία της καταλήστευσής της

Από τη δεκαετία του 1950, έως τα μέσα της δεκαετίας του 1980, όταν η σχέση εργαζομένων - συνταξιούχων ήταν ιδιαίτερα ευνοϊκή για τα έσοδα των Ταμείων και τα πλεονάσματα μεγάλα, τα αποθεματικά των Ταμείων καταληστεύονταν από τις εκάστοτε κυβερνήσεις, τους τραπεζίτες και την πλουτοκρατία. Ο πλέον γνωστός τρόπος καταλήστευσης ήταν ο νόμος που υποχρέωνε τα Ταμεία να καταθέτουν τα αποθεματικά τους στην Τράπεζα της Ελλάδας με μηδενικό ή σχεδόν μηδενικό επιτόκιο. Ορισμένες μελέτες ανεβάζουν τη συνολική καταλήστευση αυτής της περιόδου σε μερικά τρισεκατομμύρια δραχμές. Ετσι, το 1984 τα Ταμεία βρέθηκαν με περιουσία μόνο 524 εκατ. ευρώ ή περίπου 177 δισ. δραχμές.

Στα μέσα της δεκαετίας του 1980, η τότε κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ -κάτω από την πίεση του εργατικού κινήματος, αλλά και των αντικειμενικών αναγκών του ασφαλιστικού συστήματος, που είχε αγγίξει τα όριά του - υποχρεώθηκε να καταργήσει το μέχρι τότε σύστημα καταλήστευσης. Αυτό και μόνο το γεγονός και χωρίς να γίνουν αποδεκτές από την τότε κυβέρνηση όλες οι προτάσεις του συνδικαλιστικού κινήματος (απεμπλοκή των Ταμείων από τον ασφυκτικό κρατικό εναγκαλισμό, εκλογή διοικήσεων, κλπ.) επέτρεψε την παρουσιαζόμενη σήμερα αύξηση της περιουσίας των Ταμείων.

Τέλος, το μέγεθος αυτής της περιουσίας (25 δισ. ευρώ ή 8,5 τρισ. δραχμές) δίνει την απάντηση στο πού οφείλεται η μεγάλη πρεμούρα των προηγούμενων και σημερινών κυβερνώντων, ασφαλιστικών εταιριών, κλπ., κλπ., για τη δημιουργία επαγγελματικών ταμείων και την εντεινόμενη προώθηση της πολιτικής ιδιωτικοποίησης της κοινωνικής ασφάλισης. Η καταλήστευση και πάλι των Ταμείων είναι ο βασικός τους στόχος.

Αντιαγροτική κυβέρνηση

Εχει παρατραβήξει το κακόγουστο αστείο της κυβέρνησης να παρουσιάζει τους αγρότες που κατεβαίνουν στους δρόμους του αγώνα ως μια μικρή μειοψηφία, επιφυλάσσοντας ταυτόχρονα για τον εαυτό της το ρόλο του υπερασπιστή των συμφερόντων της πλειοψηφίας των αγροτών!

«Η πολιτική μας είναι πολιτική στήριξης των πολλών και όχι των ολίγων», ισχυρίστηκε με περισσή θρασύτητα ο αναπληρωτής κυβερνητικός εκπρόσωπος. Φυσικά το αστείο αυτό «αξίωμα» δεν ισχύει σε καμία περίπτωση και όχι μόνο στην περίπτωση των αγροτών. Αξίζει μόνο να σημειωθεί ότι όλα τα μέτρα που έχει πάρει μέχρι τώρα η κυβέρνηση είναι «φιλικά» για τους λίγους (κεφάλαιο) και σαφώς ενάντια στα συμφέροντα των πολλών.

Ειδικά όμως για τους αγρότες η κυβέρνηση δε διανοείται καν να «παρανομήσει» απέναντι στις εντολές των Βρυξελλών, πράγμα που απλά σημαίνει ότι «ξεγράφει» τους ξωμάχους της υπαίθρου.. «Η κυβέρνηση δεν έχει την πρόθεση και ούτε πρόκειται να παρανομήσει», είπε ο Αντώναρος. Ξεχνά όμως ότι η κυβέρνηση αγνοεί επιδεικτικά και πεισματικά τη νομιμότητα των Βρυξελλών όταν πρόκειται για να υπηρετήσει πραγματικά τους λίγους. Χαρακτηριστικό το παράδειγμα του νόμου για το «βασικό μέτοχο», τον οποίο η κυβέρνηση υπερασπίζεται με νύχια και με δόντια μέχρι να πετύχει το «βασικό» πολιτικό στόχο της... Το συμπέρασμα είναι ολοφάνερο: η επιβίωση των μικρομεσαίων αγροτών δεν είναι στις προτεραιότητες της κυβέρνησης.

Η ΑΠΟΨΗ ΜΑΣ
Περί ΜΜΕ και «ενημέρωσης»

Ο ελληνικός λαός, όπως με το νόμο για το βασικό μέτοχο, έτσι και με τη σημερινή δημόσια διαβούλευση για τις σχέσεις δημοσιογράφων με το κράτος και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, δεν μπορεί να περιμένει τίποτα ουσιαστικό. Οπως ακριβώς με το νέο νόμο για το βασικό μέτοχο πάλι μια χούφτα κεφαλαιοκρατών θα έχει στην κατοχή της τα ΜΜΕ και θα νέμεται τα δημόσια έργα και τις προμήθειες, έτσι ακριβώς και με την ποιότητα και το είδος της ενημέρωσης που παρέχουν σήμερα τα ΜΜΕ και τις σχέσεις δημοσιογράφων με τα ποικιλώνυμα κέντρα πολιτικής και οικονομικής εξουσίας, δεν πρόκειται να αλλάξει τίποτα προς όφελος του λαού. Και να εξηγούμαστε:

Είναι βέβαιο ότι η κυβέρνηση της ΝΔ - και εκεί στοχεύουν οι πρωτοβουλίες της - θέλει να αλλάξει τους συσχετισμούς στα ΜΜΕ προς όφελός της. Τόσο στο επίπεδο αυτών που τα κατέχουν, όσο και σε όλο εκείνο το σύστημα των δημοσιογράφων που προσφέρουν - με το αζημίωτο βέβαια - τις υπηρεσίες τους, για να προβάλλουν και να εξυπηρετούν συγκεκριμένα συμφέροντα. Ομως, μέχρι εκεί. Η ουσία του προβλήματος, που είναι η χειραγώγηση της ενημέρωσης προς όφελος του κεφαλαίου, δεν πρόκειται να θιγεί στο ελάχιστο.

Σήμερα όσο ποτέ άλλοτε - και αυτό έχει να κάνει με την εντεινόμενη επίθεση του κεφαλαίου στην εργασία και την επιθετικότητα τα ιμπεριαλισμού - τα ΜΜΕ παίζουν με τον πιο ξεδιάντροπο τρόπο το ρόλο της βιομηχανίας κατασκευής συναίνεσης των εργαζομένων στις πολιτικές που εξυπηρετούν το κεφάλαιο. Τα ΜΜΕ ανήκουν σε κεφαλαιοκράτες και από αυτούς ελέγχονται και κατευθύνονται. Με αποκλειστικό γνώμονα τη στήριξη του εκμεταλλευτικού συστήματος (το γεγονός ότι οι εσωτερικές αντιθέσεις και τα αντιμαχόμενα συμφέροντα και συγκρούσεις συμφερόντων, πάντα μέσα στο σύστημα, βρίσκουν έκφραση και στα ΜΜΕ, δεν αλλάζει σε τίποτα το βασικό χαρακτήρα). Αυτό είναι η ρίζα του προβλήματος της ενημέρωσης.

Υπάρχουν δημοσιογράφοι και δημοσιογράφοι. Οι πολλοί, που εργάζονται σκληρά και με απαράδεκτα χαμηλούς μισθούς και οι λίγοι, οι «ενσωματωμένοι» στο σύστημα της εξουσίας, που αμείβονται πλουσιοπάροχα, είτε με μεγάλους μισθούς, είτε με πολλές, φανερές ή και κρυφές, θέσεις στο δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα. Οι τελευταίοι, αν και οι λιγότεροι, είναι αυτοί που διευθύνουν και δίνουν το στίγμα των ΜΜΕ. Και βέβαια, υπάρχουν και οι αμοιβές κάτω από το τραπέζι, για να μη χαλάει το προφίλ της δήθεν αντικειμενικότητας που έχουν ανάγκη οι διαμορφωτές της κοινής γνώμης. Η πλήρης δημοσιοποίηση των στοιχείων που αφορούν στις όποιες εργασιακές σχέσεις δημοσιογράφων με το κράτος και τους φορείς του, αλλά και με ιδιωτικές επιχειρήσεις πρέπει να είναι απαίτηση όχι μόνο των δημοσιογραφικών ενώσεων, αλλά και γενικότερα του λαϊκού κινήματος. Για να γνωρίζουμε όλοι ποιος είναι αυτός που «ενημερώνει», και τι δεσμεύσεις και δουλείες κουβαλάει. Οπως, επίσης, απαίτηση πρέπει να είναι ο πλήρης διαχωρισμός του δημοσιογραφικού επαγγέλματος από οτιδήποτε έχει σχέση με δημόσιες σχέσεις, γραφεία Τύπου, εταιρίες επικοινωνίας κλπ., κλπ., ως το ελάχιστο που μπορεί να γίνει σήμερα σε σχέση με το ρόλο του δημοσιογράφου στην ενημέρωση. Γιατί η πραγματική για το λαό θα υπάρξει όταν τα ΜΜΕ θα γίνουν κοινωνική ιδιοκτησία.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ