Λέει λοιπόν ανάμεσα σε άλλα: «Η συμμετοχή στη απεργία αποτελεί δικαίωμα καθενός (...) όποιος θέλει να απεργήσει μπορεί και όποιος θέλει να εργαστεί μπορεί (...) Ζήσαμε (σ.σ. στις 2 Απρίλη) μια λογική που ήταν ενάντια στη δημοκρατία. Αγνωστα παιδιά να παρεμποδίζουν την είσοδο στο δικό μας χώρο και να παίρνουν οδηγίες από τον καθοδηγητή τους (...) Αν αύριο αποφασίσουν διαρκείας και περιφρουρήσουν την είσοδο εμείς τι θα κάνουμε; Απλά θα χάνουμε τα μεροκάματά μας; (...) Εμείς θέλουμε το δικό μας σωματείο (...) να συζητά και να δίνει λύσεις στα προβλήματα των ανθρώπων των δικών μας και όχι να γινόμαστε αποδέκτες των δράσεων άλλων».
Οπως γίνεται κατανοητό, το φιλεργοδοτικό - συντεχνιακό παραλήρημα του «συνδικαλιστή» αφορά την περιφρούρηση της απεργίας από το ΠΑΜΕ. Με τη μόνη διαφορά ότι δυσκολεύεται κανείς να ξεχωρίσει αν η συγκεκριμένη ανακοίνωση προέρχεται από τα γραφεία της εργοδοσίας ή από το χέρι του προέδρου του σωματείου. Μικρή η διαφορά, θα σκεφτεί κανείς, όταν η γονυκλισία στα εργοδοτικά συμφέροντα έχει φτάσει σε τέτοιο θλιβερό σημείο.
Στο ένα κανάλι ο πρώην υπουργός Παυλίδης εξηγεί το δράμα που περνάει από τότε που ο εφοπλιστής Μανούσης αποφάσισε να «αναστατώσει την πολιτική ζωή» και να τον κατηγορήσει σαν αποδέκτη μίζας, προκειμένου να πάρει ο ίδιος το διαγωνισμό για τις λεγόμενες «άγονες γραμμές». Στο άλλο κανάλι ο Μανούσης περιγράφει τις δύσκολες ώρες που πέρασε η εταιρεία του, όταν - όπως ο ίδιος έλεγε - ο Παυλίδης αποφάσισε να τον πετάξει από τη μοιρασιά των εκατομμυρίων ευρώ των επιδοτήσεων για τις ίδιες ακτοπλοϊκές γραμμές. Και λίγο μετά, το πορτρέτο του εφοπλιστή Αγούδημου, που έφτασε στα όρια της αυτοκτονίας (;) επειδή το μερτικό του από τις επιδοτήσεις για τα σαπάκια του δεν έχει καταβληθεί ακόμα στο λογαριασμό του και είναι ...υποχρεωμένος να απολύσει 500 και πλέον υπαλλήλους του, που τους έχει ούτως ή άλλως απλήρωτους για μήνες.
Πραγματικά δραματική και δύσκολη η ζωή εκείνων που έχουν στήσει πανηγύρι εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ πάνω από το πτώμα των ακτοπλοϊκών συγκοινωνιών και του δικαιώματος ναυτεργατών και νησιωτών σε ασφαλείς, σύγχρονες, φτηνές συγκοινωνίες. Τους βλέπεις στις εκπομπές εκείνων που έχουν αναλάβει την αγιογράφησή τους και σκέφτεσαι πως καλύτερα να είσαι άνεργος ή απλήρωτος ναυτεργάτης, καλύτερα να είσαι ταξιδιώτης στο κατάστρωμα των ετοιμόρροπων πλοίων του Μανούση και του Αγούδημου, καλύτερα να είσαι νησιώτης αποκλεισμένος για μήνες από την ηπειρωτική Ελλάδα, παρά να είσαι εφοπλιστής και υπουργός. Τέτοιο δράμα περνάνε οι κηφήνες που ρουφάνε τον ιδρώτα του ελληνικού λαού και χαριεντίζονται με τα πολιτικά τους όργανα σε βάρος των εργασιακών - λαϊκών δικαιωμάτων...
Ετσι, ανάλογα με το ποιος είναι στην κυβέρνηση, οι κυβερνώντες για να δικαιολογήσουν τις επαχθείς για τους εργαζόμενους πολιτικές τους επικαλούνται τις υποχρεώσεις που υπάρχουν απέναντι στην ΕΕ, ενώ οι αντιπολιτευόμενοι υποστηρίζουν ότι οι όποιες επιλογές είναι αποκλειστικά των κυβερνώντων και καθόλου της ΕΕ.
Αν θα βάζαμε κουίζ ποιος λέει αλήθεια και έχει δίκιο, θα ήταν σαν να κλέβουμε εκκλησία, αφού σχεδόν οι πάντες πλέον γνωρίζουν ότι και οι δύο λένε ψέματα.
Λένε ψέματα, πρώτα και κύρια, επειδή και τα δύο κόμματα (μαζί τους και ο ΣΥΝ) έχουν συμφωνήσει και υιοθετήσει τη γενική στρατηγική της ΕΕ, όπως έχει ενσωματωθεί στη Συνθήκη του Μάαστριχτ και σε άλλες αποφάσεις της ΕΕ. Λένε ψέματα, δεύτερον, επειδή όπως αποδεικνύεται στη ζωή, ο αντιπολιτευόμενος «ελέγχει» τον κυβερνώντα ακόμα και σε θέματα που τα δύο κόμματα έχουν ταυτόσημες θέσεις. Το παράδειγμα με τους φορολογικούς συντελεστές είναι από τα πιο αποκαλυπτικά. Η ΝΔ ασκούσε κριτική στο ΠΑΣΟΚ, ενώ πριν βρεθεί στην εξουσία υιοθέτησε και εφάρμοσε το φορολογικό πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ και τώρα το ΠΑΣΟΚ ασκεί κριτική στη ΝΔ η οποία προσαρμόζει τη φορολογία του κεφαλαίου απόλυτα πιστά και σύμφωνα με τα όσα λέει το ΠΑΣΟΚ στο δικό του πρόγραμμα.
Ο στόχος τους είναι φανερός. Πότε ο ένας πότε ο άλλος θέλουν - κατά περίπτωση - να αθωώσουν είτε τις κατευθύνσεις-αποφάσεις της ΕΕ, είτε τις επιλογές που γίνονται σε κυβερνητικό επίπεδο. Το αποτέλεσμα είναι ότι και οι δύο μαζί παραπλανούν και αποπροσανατολίζουν για το γεγονός ότι η ΕΕ και οι εθνικές κυβερνήσεις από κοινού και με μοναδικό στόχο την ενίσχυση της πλουτοκρατίας εφαρμόζουν συγκεκριμένες πολιτικές, που ανεξάρτητα από το ποιος βρίσκεται στην κυβερνητική εξουσία χαρακτηρίζονται από την αντιλαϊκή τους στοχοπροσήλωση και συνέχεια.