ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 15 Ιούνη 2024 - Κυριακή 16 Ιούνη 2024
Σελ. /40
ΠΡΟΩΡΕΣ ΒΟΥΛΕΥΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ ΣΤΗ ΓΑΛΛΙΑ
Ξαναβγάζουν από το ντουλάπι τα κουρέλια των αντι-ακροδεξιών μετώπων

Σοσιαλδημοκρατία και οπορτουνιστές, που αντιγράφουν την πολιτική της κυβέρνησης, καλούν σε αντι-Λεπέν ψήφο μαζί με τον Μακρόν, ο οποίος παζάρευε ακόμα και συγκυβέρνηση με το κόμμα της Λεπέν!

Από τη συνάντηση Μακρόν - Λεπέν μετά τις βουλευτικές εκλογές του 2022, όταν συζητούνταν το ενδεχόμενο «κυβέρνησης εθνικής ενότητας»
Από τη συνάντηση Μακρόν - Λεπέν μετά τις βουλευτικές εκλογές του 2022, όταν συζητούνταν το ενδεχόμενο «κυβέρνησης εθνικής ενότητας»
Τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών στη Γαλλία και η προκήρυξη πρόωρων βουλευτικών εκλογών επιταχύνουν διεργασίες σε όλο το φάσμα του αστικού πολιτικού συστήματος, με καταλύτη την άνοδο της ακροδεξιάς και την ενεργοποίηση για άλλη μια φορά των χρεοκοπημένων «αντι-ακροδεξιών» μετώπων, από τα κόμματα του λεγόμενου «δημοκρατικού τόξου», με πρωταγωνίστρια τη σοσιαλδημοκρατία.

Η «Εθνική Συσπείρωση» (Ressemblement National - RN) των Ζορντάν Μπαρντελά (είναι επίσημα ο επικεφαλής του κόμματος) και Μαρίν Λεπέν (επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας) ήρθε πρώτη, συγκεντρώνοντας 31,37% (από 23,24% το 2019). Εγινε μάλιστα το κόμμα με τις περισσότερες έδρες αυτοτελώς στο Ευρωκοινοβούλιο, πρωταγωνιστώντας στη συγκρότηση νέας ευρωομάδας, για «να προωθήσουμε μια νέα Ευρώπη», όπως λένε συνεργάτες της Λεπέν.

Ο κυβερνητικός συνασπισμός, με βασικό κορμό το κόμμα «Αναγέννηση», του Προέδρου της χώρας, Εμανουέλ Μακρόν, σημείωσε νέα υποχώρηση, στο 14,6% (από 22,42%), αφού μάλιστα το 2022 είχε χάσει και την απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή, κάτι που είχε να συμβεί πολλά χρόνια.

Το βάθος των διεργασιών επιβεβαίωσε και η παρέμβαση του Ερίκ Σιοτί, μέχρι πρόσφατα ηγέτη των «Ρεπουμπλικάνων» (Les Republicains - LR), του μεγαλύτερου κεντροδεξιού κόμματος στη χώρα, απογόνου της γκολικής παράταξης, που για πολλά χρόνια αποτέλεσε τον έναν από τους δύο βασικούς πυλώνες στην κυβερνητική εναλλαγή, απέναντι στους «σοσιαλιστές».

Ο Σιοτί τάχθηκε υπέρ μιας συμμαχίας με την RN της Λεπέν, επιχειρηματολογώντας μάλιστα ότι σε πολλά θέματα «λέμε το ίδιο πράγμα» (π.χ. για το «χάος με τη μετανάστευση»), ότι «σήμερα οι LR είναι πολύ αδύναμοι» και ότι χρειάζεται «ένα σχήμα να υψωθεί για να βρεθεί αντιμέτωπο με την ανικανότητα του μακρονισμού»...

Ακολούθησε η ανακοίνωση ενός νέου εκλογικού σχήματος (του «Νέου Λαϊκού Μετώπου», με ευθείες παραπομπές στη μεταπολεμική Γαλλία), που συγκρότησαν «δυνάμεις της αριστεράς», και συγκεκριμένα το Σοσιαλιστικό Κόμμα (Partie Socialiste - PS), το οπορτουνιστικό μόρφωμα της «Ανυπότακτης Γαλλίας» (LA Franse Insoumise - LFI) του Μελανσόν, οι Οικολόγοι (EELV) και το μεταλλαγμένο ΚΚ Γαλλίας.

Η ξαναζεσταμένη σούπα των «λαϊκών μετώπων»

Η «συνταγή» είναι δοκιμασμένη. Στο όνομα του ακροδεξιού κινδύνου, η σοσιαλδημοκρατία έρχεται για άλλη μια φορά να βάλει πλάτη στη σταθερότητα του συστήματος, από τη μήτρα του οποίου γεννιούνται και ακροδεξιές - φασιστικές δυνάμεις όπως το κόμμα της Λεπέν, που στηρίζονται από ισχυρά επιχειρηματικά συμφέροντα και λανσάρονται ως αντισυστημικά.

Τα κόμματα που απαρτίζουν το «Λαϊκό Μέτωπο» δεν έχουν σε τίποτα να ζηλέψουν από την αντιλαϊκή πολιτική που διευθύνει ο Μακρόν στη Γαλλία. Για παράδειγμα, το PS επανέλαβε στις θέσεις του για τις ευρωεκλογές ότι πρέπει να «αυξήσουμε τις παραδόσεις όπλων στην Ουκρανία», υποστηρίζοντας τη βαθύτερη εμπλοκή στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, όπως κάνει και ο Μακρόν.

Ζήτησε επίσης «να οικοδομήσουμε μια ευρωπαϊκή άμυνα», προτάσσοντας την αυτοτελή αναβάθμιση της στρατιωτικής μηχανής της ΕΕ, όπως με κάθε ευκαιρία διαμήνυε ο Πρόεδρος της χώρας, ακόμα και σε Συνόδους του ΝΑΤΟ.

Αλλά και οι θέσεις του Μελανσόν οδηγούν σε μια πιο στρατιωτικοποιημένη και πιο επιθετική για τους λαούς ΕΕ, αφού είναι κι αυτός υπέρμαχος της στρατηγικής αυτονομίας, ειδικά στον στρατιωτικό τομέα. Για παράδειγμα, η LFI αντιδρά στην «ενίσχυση της στρατιωτικής παρουσίας των ΗΠΑ στην Ευρώπη» μέσω του ΝΑΤΟ, εκφράζοντας τα τμήματα εκείνα του γαλλικού κεφαλαίου που διεκδικούν έναν πιο αναβαθμισμένο ρόλο της ΕΕ (επομένως και της Γαλλίας) στους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς, αλλά και στην ανάπτυξη της ευρωπαϊκής πολεμικής βιομηχανίας, ειδικά τώρα που η ΕΕ περνάει σε «πολεμική οικονομία».

Στο πρόγραμμά του για τις ευρωεκλογές, ο Μελανσόν απορρίπτει «μια αμυντική Ευρώπη συνδεδεμένη με το ΝΑΤΟ» επειδή την θεωρεί «προέκταση των γεωπολιτικών συμφερόντων των Ηνωμένων Πολιτειών».

Εστιάζει δε στην ανάγκη να διαφυλαχθεί η «ρήτρα αμοιβαίας άμυνας μεταξύ των κρατών - μελών της ΕΕ ως βάση και πλαίσιο για την εφαρμογή της συλλογικής άμυνας της ΕΕ και όχι του ΝΑΤΟ», αλλά να διατηρηθεί και ο «εθνικός χαρακτήρας της γαλλικής πυρηνικής αποτροπής», δηλαδή να διασφαλιστούν και στην «άμυνα» όροι για την αυτόνομη και ευέλικτη δράση του γαλλικού και ευρωενωσιακού κεφαλαίου, σε συνεργασία πάντα με το ΝΑΤΟ.

Αυτοί λοιπόν που στηρίζουν επί της ουσίας αντιλαϊκές στρατηγικές επιλογές του κεφαλαίου και της κυβέρνησης Μακρόν, οι οποίες αποδοκιμάστηκαν από τον λαό στις ευρωεκλογές, «κλονίζονται» υποκριτικά από την άνοδο της ακροδεξιάς, που τροφοδοτεί αυτή ακριβώς η πολιτική! Και από πάνω οι δυνάμεις αυτές έχουν το θράσος να εμφανίζονται και ως ανάχωμα στην ακροδεξιά, «μεταγγίζοντας» ψήφους σε κόμματα που διαχρονικά τσακίζουν τον λαό.

Ολοι οι ...δημοκράτες χωράνε

Την ίδια στιγμή, στο όνομα της «ανάσχεσης της ακροδεξιάς» καλλιεργείται ήδη το έδαφος για τη συνεργασία δυνάμεων του ευρύτερου «δημοκρατικού τόξου». Κορυφαία στελέχη του κυβερνητικού στρατοπέδου δηλώνουν ανοιχτά ότι στον β' γύρο πρέπει να προκριθούν οι «αντι-λεπενικοί» υποψήφιοι, εξετάζοντας γέφυρες συνεργασίας και με το (σημαντικό απ' ό,τι φαίνεται) τμήμα των LR που διαφωνούν με μια πλήρη διάχυση στην RN.

Στα τέλη της βδομάδας, παρέμβαση έκανε και ο πρώην Πρόεδρος της χώρας και πρώην επικεφαλής του PS, Φρανσουά Ολάντ, ο οποίος με συνέντευξή του τάχθηκε υπέρ της υποστήριξης όσων υποψηφίων βρίσκονται στην καλύτερη θέση για να «αποφευχθεί η ακροδεξιά», ακόμη και αν είναι LR ή από την «προεδρική» πλειοψηφία, κρίνοντας πως «πρέπει όλοι να δείξουμε ευθύνη (...) να κάνουμε τα πάντα για να διασφαλίσουμε ότι η ακροδεξιά δεν θα έρθει στην εξουσία στη Γαλλία»...

Ακόμα μια φορά, λοιπόν, κραδαίνοντας το σκιάχτρο της ακροδεξιάς και στο όνομα του «μικρότερου κακού», στρώνεται το έδαφος αφενός για να αθωωθούν οι δυνάμεις που τσακίζουν τη ζωή των λαϊκών στρωμάτων, όπως έκανε και η κυβέρνηση Μακρόν όλα τα τελευταία χρόνια, αφετέρου για να στρώνεται το έδαφος στο «μεγαλύτερο κακό», αφού αυτό που τελικά κυριαρχεί στην ατζέντα της επόμενης μέρας είναι τα «θέλω» του μεγάλου κεφαλαίου.

Αλλωστε, ούτε το 2022 η συγκρότηση της NUPES εμπόδισε την ισχυροποίηση της Λεπέν, η οποία και τότε «εκτοξεύτηκε», κερδίζοντας 89 έδρες στη Βουλή, από 8 που είχε μετά τις εκλογές του 2017...

Υπάρχει τελικά «χάσμα» με την Λεπέν;

Τον Ιούλη του 2022, μετά τον β' γύρο των βουλευτικών εκλογών, όπου επιβεβαιώθηκε η ανοδική πορεία της RN (Λεπέν), ο Μακρόν σε διάγγελμά του εστίασε στην ανάγκη για «μια μεγαλύτερη και σαφέστερη πλειοψηφία για δράση», εκφράζοντας την ελπίδα ότι «τις επόμενες βδομάδες, αυτή η πολιτική υπέρβαση θα συνεχιστεί με σαφήνεια και υπευθυνότητα».

Ξεκαθάριζε τότε ότι για τη λειτουργία της Βουλής μπορεί να αξιοποιηθεί και η διαμόρφωση πλειοψηφιών κατά περίπτωση για την ψήφιση νομοσχεδίων, προκειμένου να προχωρήσουν οι «αναγκαίες οικονομικές μεταρρυθμίσεις».

Μάλιστα, με ζητούμενο να διασφαλιστούν «συμφωνίες μέσα από τον διάλογο», προχώρησε σε χωριστές συναντήσεις με τους επικεφαλής όλων των κοινοβουλευτικών ομάδων. Τότε ήταν που συζήτησε το ενδεχόμενο συγκρότησης «κυβέρνησης εθνικής ενότητας» ακόμα και με την Λεπέν, όπως επιβεβαίωσε και η ίδια σε δηλώσεις της (ενώ ποτέ δεν διέψευσε κάποιος από το κυβερνητικό στρατόπεδο), προσθέτοντας ωστόσο ότι «η κατάσταση δεν δικαιολογεί κάτι τέτοιο»...

Ενδεικτικές ήταν οι δηλώσεις που έκαναν τότε στελέχη της κυβερνητικής πλειοψηφίας για το ενδεχόμενο αξιοποίησης ψήφων της RN σε νομοσχέδια. «Οταν θα έχουμε ανάγκη πλειοψηφίας (...) πράγματι, θα αναζητήσουμε και αυτές τις ψήφους», έλεγαν και αναρωτιούνταν μάλιστα «γιατί να συζητούμε λιγότερο με την RN από ό,τι με την "Ανυπότακτη Γαλλία "; (...)».

Αυτός είναι λοιπόν ο «κεντρώος» Μακρόν, που εμφανίζεται τώρα ως πολέμιος της ακροδεξιάς, όταν συζητούσε ακόμα και να συνεργαστεί μαζί της στην κυβέρνηση! Αυτήν την πολιτική ξελασπώνουν όλα μαζί τα σοσιαλδημοκρατικά και οπορτουνιστικά κόμματα που συγκροτούν το «Λαϊκό Μέτωπο» και προσπαθούν να εγκλωβίσουν σε νέα αδιέξοδα τον λαό.

Τα επιχειρηματικά συμφέροντα παίρνουν θέση

Στο μεταξύ, πολλά δημοσιεύματα παρατηρούν ότι, σε αντίθεση με τις προεκλογικές περιόδους του 2017 και του 2022, όταν εργοδοτικές οργανώσεις (όπως αυτή των μεγαλοβιομηχάνων, MEDEF) είχαν εκφράσει ρητά την ανησυχία τους για μια ενδεχόμενη διακυβέρνηση της RN, αυτήν τη φορά όσες τοποθετήσεις έχουν γίνει, είναι πολύ πιο «ουδέτερες».

Στο δελτίο Τύπου που εξέδωσε μεσοβδόμαδα για τις εκλογές η MEDEF χαρακτήρισε «εύθραυστη» την πανευρωπαϊκή πρωτιά που απέσπασε η χώρα στην ελκυστικότητα ξένων επενδύσεων, ξεκαθαρίζοντας ότι όποια κι αν είναι η νέα κυβέρνηση είναι απαραίτητη η «συνέχιση των μεταρρυθμίσεων».

Τόνισε ότι με δεδομένο τον «ολοένα και πιο έντονο διεθνή ανταγωνισμό», η Ευρωπαϊκή Ενωση «αποτελεί σημαντικό πλεονέκτημα» για τις επιχειρήσεις και δηλώνει ανήσυχη - όπως αναφέρει - για «κάποιους» που «εξέφρασαν αντίθεση σε αυτό το σχέδιο». Υπογραμμίζοντας την ίδια στιγμή ότι «η Γαλλία πρέπει να "εγγραφεί" με ισχύ στο "ευρωπαϊκό παιχνίδι"».

Επίσης, η ένωση «France Digitale» (που εκπροσωπεί κολοσσούς από τους χώρους της ψηφιακής οικονομίας, των νέων τεχνολογιών κ.λπ.) ζήτησε με τον σχηματισμό της επόμενης κυβέρνησης «να κάνουμε τη Γαλλία να κερδίσει την καινοτομία», διατηρώντας την προσέλκυση «ξένου κεφαλαίου» αλλά και τη «νόμιμη μετανάστευση ταλέντων»...

Μετά απ' όλα αυτά, ο επικεφαλής του κόμματος της Λεπέν, Ζορντάν Μπαρντελά, δήλωσε έτοιμος να αναλάβει την πρωθυπουργία και επανέλαβε ότι η στήριξη της οικονομίας συνδέεται με την «ανάγκη για οικονομικό πατριωτισμό», για «χαμηλότερους φόρους στις επιχειρήσεις», μοιράζοντας από τα ...αποδυτήρια νέα προνόμια στο γαλλικό κεφάλαιο.


Α. Μ.

Ποιος δεν θυμάται τον Σιράκ;

Στις προεδρικές εκλογές του 2002 στη Γαλλία, στον α' γύρο ο τότε υποψήφιος του ακροδεξιού «Εθνικού Μετώπου» Ζαν Μαρί Λεπέν πέρασε τον υποψήφιο των Σοσιαλιστών, Ζοσπέν, και βγήκε δεύτερος μετά τον δεξιό Σιράκ, με τον υποψήφιο του Γαλλικού ΚΚ, που δήλωνε ότι στον β' γύρο θα στηρίξει Ζοσπέν, να κατακρημνίζεται στο 3,5%. Στον β' γύρο όλα τα κόμματα, μαζί και το Γαλλικό ΚΚ, υποστήριξαν τον Σιράκ για να αντιμετωπίσουν τον ακροδεξιό κίνδυνο του Λεπέν, με αποτέλεσμα ο Σιράκ να εκλεγεί με συντριπτικό ποσοστό και οι Γάλλοι να πανηγυρίζουν για τη «νίκη της δημοκρατίας»... Το αποτέλεσμα, βεβαίως, ήταν παραπέρα υποχώρηση του εργατικού κινήματος και σήμερα το «εκσυγχρονισμένο» «Εθνικό Μέτωπο», με επικεφαλής την κόρη του Λεπέν, να εμφανίζεται με ποσοστά γύρω στο 30%. Τόσο ...αποτελεσματικά είναι τα λεγόμενα «δημοκρατικά μέτωπα» σε όλες τις παραλλαγές τους απέναντι στην ακροδεξιά.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ