Χαρακτηριστικές απαντήσεις κατά τη συζήτηση Επίκαιρης Ερώτησης του ΚΚΕ για τους αμπελοκαλλιεργητές της Κρήτης
Μόνο... «τα ρέστα» δεν ζήτησε ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης, Μ. Βορίδης, από τους αμπελοκαλλιεργητές της Κρήτης, μιλώντας χτες στη Βουλή, επειδή με το αίτημα του οργανωμένου αγροτικού κινήματος για μέτρα στήριξης των αγροτών από το κράτος και εξασφάλιση κατώτατης εγγυημένης τιμής για να αποφύγουν τους εκβιασμούς των εμπόρων... νοθεύουν «τον ελεύθερο ανταγωνισμό, την ελεύθερη κίνηση κεφαλαίων και κίνηση προσώπων», με άλλα λόγια το «ευαγγέλιο» των μονοπωλίων και της ΕΕ, τη Συνθήκη του Μάαστριχτ.
Τα παραπάνω λέχθηκαν κατά τη συζήτηση της Επίκαιρης Ερώτησης που κατέθεσε το ΚΚΕ, μεταφέροντας τα αιτήματα των αμπελοκαλλιεργητών. Ηταν η πρώτη Επίκαιρη Ερώτηση που απαντήθηκε για τη νέα κοινοβουλευτική περίοδο από τον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης, ο οποίος φρόντισε να δώσει εξαρχής το στίγμα της αντιαγροτικής πολιτικής της κυβέρνησης της ΝΔ, πιάνοντας το νήμα από εκεί που το άφησε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Αλλωστε, το περιεχόμενο όσων είπε ο Μ. Βορίδης ήταν ουσιαστικά ίδιο με τις απαντήσεις που έδιναν μέχρι πρότινος οι υπουργοί της προηγούμενης κυβέρνησης.
Ειδικότερα, ο βουλευτής του ΚΚΕ Μ. Συντυχάκης τόνισε ότι οι αμπελοκαλλιεργητές του Ηρακλείου Κρήτης αντιμετωπίζουν πια θέμα επιβίωσης, με αρκετούς από αυτούς να έχουν ήδη εγκαταλείψει τα αμπέλια τους, αφού οι τιμές του επιτραπέζιου και οινοποιήσιμου σταφυλιού που διαμορφώνουν μεγαλέμποροι και μεγαλοεπιχειρηματίες οινοποιοί είναι στα εξευτελιστικά επίπεδα των 20 και 60 λεπτών το κιλό, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να καλύψουν ούτε τα τεράστια έξοδά τους, χώρια τις κακές καλλιεργητικές χρονιές, οπότε οι εκβιασμοί σε βάρος τους επιτείνονται. Από την άλλη, οι επιχειρηματίες πωλούν το κρασί σε υπερδιπλάσιες τιμές, φτάνοντας τα 5,5 ευρώ τα 550 γραμμάρια.
Με βάση τα παραπάνω, ρώτησε τον υπουργό τι μέτρα θα πάρει η κυβέρνηση άμεσα για την ικανοποίηση του αιτήματος των αμπελοκαλλιεργητών για κατώτατες εγγυημένες τιμές, αλλά και «για να μην εφαρμοστεί η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για τον φόρο στην τσικουδιά και το τσίπουρο».
Ο υπουργός, απαντώντας, ανέφερε χαρακτηριστικά ότι ακόμα και αν «επέτρεπε κατώτατη εγγυημένη τιμή» η νομοθεσία της ΕΕ, «δεν θα έπρεπε να το κάνουμε, σε συνθήκες ελεύθερου ανταγωνισμού και ελεύθερης κυκλοφορίας προϊόντων, ελεύθερης κίνησης κεφαλαίων και κίνηση προσώπων», καθώς θα πληττόταν η ανταγωνιστικότητα. Δείχνοντας παραστατικά ποια είναι η αγωνία της κυβέρνησης, αναρωτήθηκε ότι αν εφαρμοστεί εγγυημένη κατώτατη τιμή, «τι θα κάνει ο έμπορος; Δεν θα το πάρει. Και από πού θα βγάλει λεφτά;».
Ο βουλευτής του ΚΚΕ υπενθύμισε ότι «εμείς τοποθετούμαστε από τη σκοπιά υπεράσπισης των συμφερόντων των αγροτών, των εργατών, των μικρομεσαίων. Δεν μιλάμε ούτε για τους μεγαλέμπορους ούτε για τους βιομήχανους».