Τετάρτη 8 Γενάρη 2020
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 7
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΗΠΑ - ΙΡΑΝ
Οξύνεται η αντιπαράθεση με νέες απειλές Τραμπ

Από την κηδεία του υψηλόβαθμου Ιρανού αξιωματούχου
Από την κηδεία του υψηλόβαθμου Ιρανού αξιωματούχου
ΤΕΧΕΡΑΝΗ - ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ - ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ.--

Οι εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής γίνονται ακόμα πιο επικίνδυνες για τους λαούς μετά την προκλητική δολοφονική επίθεση των ΗΠΑ κατά του Ιρανού υποστράτηγου Κασέμ Σουλεϊμανί στις 3/1. Η στοχευμένη δολοφονία συνιστά κλιμάκωση της αντιπαράθεσης των ΗΠΑ με το Ιράν και γίνεται σε μια περίοδο ανακατατάξεων στις διεθνείς συμμαχίες και σφοδρού ανταγωνισμού για ενεργειακές πηγές, οδούς μεταφοράς τους και γεωστρατηγικές σφαίρες επιρροής, όπου συμμετέχουν μεγάλες δυνάμεις όπως οι Ρωσία, Κίνα αλλά και περιφερειακές.

Σε πρώτη φάση, η επίθεση των ΗΠΑ οξύνει τις αντιδράσεις στο εσωτερικό του Ιράκ, το Κοινοβούλιο του οποίου ενέκρινε την Κυριακή ψήφισμα, με το οποίο απαιτεί την αποχώρηση όλων των ξένων στρατευμάτων από τη χώρα. Η απόφαση, που σηματοδοτεί μία μακρά και αβέβαιη διαδικασία, διάρκειας ακόμη και ενός έτους, πάρθηκε δίχως να είναι παρόντες αρκετοί Σουνίτες και Κούρδοι βουλευτές. Ωστόσο, είναι χαρακτηριστική του εκρηκτικού κλίματος που διαμορφώνεται στο Ιράκ, σε σχέση με τα περιθώρια δράσης των στρατευμάτων δυτικών ιμπεριαλιστικών χωρών που βρίσκονται στη χώρα με πρόσχημα τις τρομοκρατικές επιθέσεις των τζιχαντιστών του «Ισλαμικού Κράτους», τους οποίους οι ίδιες δημιούργησαν.

Σύγχυση προκάλεσε πάντως χτες ανακοίνωση του Πενταγώνου με την οποία φαινόταν πως ξεκινούσε η αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων από το Ιράκ. Αυτό το διέψευσε στη συνέχεια ο Αμερικανός υπουργός Αμυνας Μαρκ Εσπερ, λέγοντας ότι το μπέρδεμα προκλήθηκε από «προσχέδιο απόφασης» που κυκλοφόρησε «κατά λάθος». Ωστόσο, η απειλή του Αμερικανού Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ να επιβάλει «κυρώσεις άνευ προηγουμένου» στο Ιράκ με αφορμή την απόφαση της Βουλής δεν βοήθησε, καθώς έριξε και άλλο «λάδι στη φωτιά» της έντασης μεταξύ Ουάσιγκτον και Βαγδάτης.

Σε κάθε περίπτωση, η σύγχυση που προκλήθηκε από την αμφιλεγόμενη ανακοίνωση του Πενταγώνου έδωσε αφορμή στον Ιρακινό πρωθυπουργό Αντέλ Αμπντέλ Μάχντι, που δήλωσε χτες βράδυ ότι παρέλαβε μια «υπογεγραμμένη», «μεταφρασμένη» και «πολύ ξεκάθαρη» επιστολή από την αμερικανική στρατιωτική διοίκηση που ανακοινώνει την αποχώρηση του αμερικανικού στρατού από το Ιράκ.

Παζάρια προς όλες τις κατευθύνσεις...

Οι πρώτες αντιδράσεις και οι ορατοί κίνδυνοι αντιποίνων μετά τη φονική επίθεση των ΗΠΑ στις 3 Γενάρη στη Βαγδάτη δείχνουν να επιταχύνουν τα παζάρια προς διάφορες κατευθύνσεις, αναγκάζοντας παράλληλα σε αναδιατάξεις στρατευμάτων και άλλων δυνάμεων στην ευρύτερη περιοχή.

Είναι ενδεικτική η κοινή ανακοίνωση που εξέδωσαν την Κυριακή οι ηγέτες Γερμανίας, Γαλλίας και Ηνωμένου Βασιλείου, που πίεσαν το Ιράν να εγκαταλείψει μέτρα που αφορούν την απόφασή του να αποχωρήσει πλήρως από τη διεθνή συμφωνία του 2015 για το πυρηνικό του πρόγραμμα. Οι τρεις ηγέτες, εξισώνοντας θύτη με θύμα, ανέφεραν: «Είναι κρίσιμο τώρα να αποκλιμακωθεί η κατάσταση. Καλούμε όλους τους παίκτες να δείξουν υπέρτατη αυτοσυγκράτηση και υπευθυνότητα».

Επιπλέον, χτες μετά από τηλεφωνική επικοινωνία ο Βρετανός πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον και ο Τούρκος Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, κάλεσαν το Ιράν να τηρήσει τους όρους της συμφωνίας του 2015, εκτιμώντας ότι δεν θα πρέπει να επιτραπεί στην Τεχεράνη να αποκτήσει πυρηνικά όπλα. Σε ανακοίνωση της Ντάουνινγκ Στριτ αναφέρεται επίσης πως «συμφώνησαν για τη σημασία μείωσης των εντάσεων και την εύρεση μιας διπλωματικής οδού στην τρέχουσα κρίση».

Προκαλεί και το ΝΑΤΟ

Σε παρόμοιο ύφος κινήθηκαν οι αντιδράσεις στο ΝΑΤΟ, υψηλόβαθμος αξιωματούχος του οποίου ανακοίνωσε χτες το απόγευμα πως το Βορειοατλαντικό Σύμφωνο θα αποσύρει «προσωρινά» μέρος του προσωπικού του «εντός και εκτός» Ιράκ «για λόγους ασφαλείας», στο πλαίσιο «απαραίτητων προφυλάξεων» για την προστασία του προσωπικού. Ο ίδιος ωστόσο επισήμανε πως το ΝΑΤΟ «διατηρεί την παρουσία του στο Ιράκ».

Προχτές, ο γενικός γραμματέας του οργανισμού Γενς Στόλτενμπεργκ, σε συνέντευξη Τύπου που έδωσε μετά από την έκτακτη συνεδρίαση των πρεσβευτών των χωρών - μελών, δικαιολόγησε εμμέσως πλην σαφώς την πολιτική των ΗΠΑ έναντι του Ιράν, λέγοντας: «Εδώ και χρόνια όλοι οι σύμμαχοι του ΝΑΤΟ έχουν εκφράσει ανησυχία για τις αποσταθεροποιητικές δραστηριότητες του Ιράν στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής. Συμφωνούμε ότι το Ιράν δεν πρέπει ποτέ να αποκτήσει πυρηνικά όπλα. Συμμεριζόμαστε την ανησυχία για τις πυραυλικές δοκιμές του Ιράν και ενωμένοι καταδικάζουμε τη στήριξη του Ιράν σε διάφορες τρομοκρατικές οργανώσεις».

Παρ' όλα αυτά δεν παρέλειψε να απευθύνει και έκκληση... για «αυτοσυγκράτηση και αποκλιμάκωση της έντασης», επειδή «μια νέα σύγκρουση δεν θα ήταν προς το συμφέρον κανενός, συνεπώς το Ιράν θα πρέπει να απόσχει από περαιτέρω βία και προκλήσεις».

Σε επιμέρους μέτρα προχώρησαν ανεξάρτητα χώρες του ΝΑΤΟ.

Η Γερμανία ανακοίνωσε ότι μετέφερε 35 από τους περίπου 130 στρατιώτες που έχει στο Ιράκ σε Ιορδανία και Κουβέιτ. Παράλληλα, η Γερμανίδα υπουργός Αμυνας Ανεγκρετ Κραμπ-Καρενμπάουερ είπε ότι η χώρα της θέλει «μια διεθνή στρατιωτική συμμαχία» να συνεχίσει να πολεμά τους τζιχαντιστές του «Ισλαμικού Κράτους».

Η Γαλλίδα υπουργός Αμυνας Φλοράνς Παρλί ανέφερε ότι, λόγω των γεγονότων στη Βαγδάτη, η Γαλλία ενίσχυσε τα μέτρα ασφαλείας για τους 160 στρατιώτες που διαθέτει στο Ιράκ.

Ο Βρετανός υπουργός Αμυνας, Μπεν Γουάλας, είπε πως η χώρα του θα διατηρήσει τους στρατιώτες στο Ιράκ εκτός και εάν ζητήσει το αντίθετο η ιρακινή κυβέρνηση.

Η Ιταλίδα υφυπουργός Εξωτερικών Μαρίνα Σερένι είπε ότι «η Ρώμη θα συνεχίσει να παρέχει στήριξη στο Ιράκ» και πως «η απόφαση να μετακινηθεί ένας μικρός αριθμός καραμπινιέρων οφείλεται στο ότι η βάση στην οποία βρίσκονταν, στην παρούσα φάση δεν θεωρείται ασφαλής».

Νέες απειλές από τις ΗΠΑ

Η κυβέρνηση του Αμερικανού Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, σε μία προσπάθεια να δικαιολογήσει την επικίνδυνη επίθεση της 3ης Γενάρη στη Βαγδάτη, επιδόθηκε σε εκστρατεία «ενημέρωσης» συμμάχων και εταίρων, δίχως να παραλείπει την εκτόξευση νέων απειλών για μεγαλύτερες επιθέσεις κατά του Ιράν.

Ο Ντόναλντ Τραμπ απείλησε με επιθέσεις σε 52 τοποθεσίες και πολιτιστικά μνημεία μεγάλης αξίας του Ιράν, προκαλώντας έντονες αντιδράσεις, μεταξύ άλλων, σε αξιωματούχους της UNESCO και του ΟΗΕ, που του θύμισαν ότι τέτοιες ενέργειες συνιστούν εγκλήματα πολέμου. Αμερικανοί στρατιωτικοί στη συνέχεια προσπάθησαν να διασκεδάσουν τις εντυπώσεις, διαβεβαιώνοντας ότι σε περίπτωση στρατιωτικής κλιμάκωσης θα τηρηθούν οι διεθνείς κανονισμοί, δίχως μεγάλη επιτυχία...

Παράλληλα, ο υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο συνέχισε να προπαγανδίζει τα «επιχειρήματα» της κυβέρνησης για τη δολοφονία του στρατηγού Σουλεϊμανί, λέγοντας ότι οι επιθέσεις που σχεδίαζε ο Ιρανός στρατιωτικός διοικητής «θα οδηγούσαν, δυνητικά, στον θάνατο πολύ περισσότερων Αμερικανών». Μία από αυτές τις επικοινωνίες έγιναν και με τον Ρώσο ομόλογό του, Σεργκέι Λαβρόφ, που κατήγγειλε έντονα την επίθεση των ΗΠΑ στη Βαγδάτη.

Επιπλέον, ο σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας στον Λευκό Οίκο, Ρόμπερτ Ο' Μπράιεν, υπεραμύνθηκε της δολοφονίας του Ιρανού υποστράτηγου, λέγοντας ότι σχεδίαζε επιθέσεις σε βάρος Αμερικανών στρατιωτών και διπλωματών, δίχως βεβαίως να δώσει κάποια συγκεκριμένη πληροφορία ή στοιχείο...

Το ίδιο διάστημα, στο αμερικανικό Κογκρέσο οι αντιπολιτευόμενοι Δημοκρατικοί εντείνουν τις προσπάθειες ώστε να περιορίσουν τις επόμενες πιθανές στρατιωτικές κινήσεις της κυβέρνησης Τραμπ σε βάρος του Ιράν. Η πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων, Νάνσι Πελόσι, που αποδοκίμασε, από την πρώτη στιγμή, ως επικίνδυνη την επίθεση σε βάρος του Ιρανού υποστράτηγου, επιβεβαίωσε αυτές τις κινήσεις.

Στην Ουάσιγκτον, πάντως, πληθαίνουν οι προσπάθειες διαφόρων πλευρών είτε για αποκλιμάκωση, είτε για προώθηση επιμέρους συμφερόντων. Ο Σαουδάραβας υφυπουργός Αμυνας, πρίγκιπας Χαλίντ μπιν Σαλμάν, συναντήθηκε τη Δευτέρα το βράδυ με τον Ντόναλντ Τραμπ, μεταφέροντάς του μήνυμα του πρίγκιπα διαδόχου της χώρας του, Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν. Συζήτησαν επίσης «περιφερειακές και διεθνείς προκλήσεις». Στην Ουάσιγκτον μεταβαίνει άμεσα και ο Βρετανός υπουργός Εξωτερικών Ντόμινικ Ράαμπ, όπου θα έχει συνάντηση με τον Αμερικανό ομόλογό του.

Οι κινήσεις του Ιράν

Η νέα εκρηκτική κατάσταση που διαμορφώνεται μετά τις φονικές επιθέσεις των ΗΠΑ αναγκάζει το Ιράν να προχωρήσει σε νέους σχεδιασμούς αντιποίνων, σε μία γεωπολιτική σκακιέρα «μακράς διάρκειας», δίχως ταυτόχρονα να κλείνει την πόρτα σε πιθανά νέα παζάρια που αφορούν γενικότερα πεδία ανταγωνισμού και όχι μόνο το πυρηνικό του πρόγραμμα. Είναι ενδεικτική η χτεσινή δήλωση του Ιρανού αναπληρωτή υπουργού Εξωτερικών Αμπάς Αραγκτσί, ότι «δεν έχει καταρρεύσει» η διεθνής συμφωνία του 2015 για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα, παρά την πρόσφατη απόφαση της Τεχεράνης για πλήρη αποχώρηση. «Η πυρηνική συμφωνία δεν είναι ακόμα νεκρή», δήλωσε ο Αραγκτσί, επισημαίνοντας πως η ιρανική κυβέρνηση είναι έτοιμη να επιστρέψει «στην πλήρη συμμόρφωση με τη συμφωνία, και αυτό εξαρτάται από τον τερματισμό των κυρώσεων και το κέρδος από τα οικονομικά οφέλη της συμφωνίας».

Πέρα από τις δηλώσεις Αραγκτσί, ο Ιρανός υπουργός Εξωτερικών Μοχάμαντ Τζαβάντ Ζαρίφ δείχνει να εντείνει τις επαφές με ξένους ομολόγους του σε Ρωσία, Κίνα, αλλά και ισχυρές ιμπεριαλιστικές χώρες της ΕΕ. Η προσπάθειά του να μεταβεί αύριο Πέμπτη στην έδρα του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη, για να μιλήσει σε εκδήλωση για την τήρηση της Χάρτας του ΟΗΕ και του διεθνούς δικαίου, συναντά εμπόδια από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Ο ίδιος ο Ζαρίφ, μιλώντας χτες στο αμερικανικό δίκτυο CBS, εκτίμησε πως η κυβέρνηση Τραμπ φοβάται μήπως ένας Ιρανός αξιωματούχος πάει στις ΗΠΑ και πει την αλήθεια στους Αμερικανούς πολίτες. «Ομως κάνουν λάθος. Ο κόσμος δεν περιορίζεται στη Νέα Υόρκη», σημείωσε ο Ιρανός υπουργός, με αφορμή την άρνηση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ να του εκδώσει βίζα, με διάφορα προσχήματα, κατά παράβαση διεθνών συμφωνιών.

Η στάση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ πάντως δεν πέρασε απαρατήρητη από τους υπουργούς Εξωτερικών Ρωσίας και Κίνας, που εξέφρασαν έντονη δυσαρέσκεια. Οι συγκεκριμένες χώρες, νωρίτερα, εμπόδισαν την έκδοση ψηφίσματος από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, που επιδίωκε την καταδίκη πρόσφατων επιθέσεων με ρουκέτες κοντά στην αμερικανική πρεσβεία στη Βαγδάτη. Κίνα και Ρωσία αντέδρασαν επειδή δεν υπήρχε η παραμικρή αναφορά στην επίθεση που πραγματοποίησαν την περασμένη Παρασκευή οι ΗΠΑ σε βάρος του Ιρανού υποστράτηγου Σουλεϊμανί και άλλων στρατιωτικών, αγνοώντας την αντίθεση της ιρακινής κυβέρνησης.

Νωρίτερα, πάντως, το ιρανικό Κοινοβούλιο, ακολουθώντας το παράδειγμα της κυβέρνησης των ΗΠΑ που είχε χαρακτηρίσει προ μηνών «τρομοκρατική οργάνωση» τους Ιρανούς «Φρουρούς της Ισλαμικής Επανάστασης», ενέκρινε απόφαση με την οποία χαρακτηρίζει «τρομοκρατική οργάνωση» τις αμερικανικές Ενοπλες Δυνάμεις, στελέχη και υπαλλήλους του Πενταγώνου, καθώς και πράκτορες, οργανώσεις και όσους άλλους συνεργάζονται μαζί τους, θεωρώντας τους «συνεργάτες σε τρομοκρατική πράξη». Το ιρανικό κοινοβούλιο ψήφισε επίσης απόφαση για την ενίσχυση της χρηματοδότησης των Ιρανών «Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης» με περίπου 200 εκατομμύρια δολάρια έως τον ερχόμενο Μάρτη.

Η κηδεία του υποστράτηγου Σουλεϊμανί πάντως προκάλεσε μαζικές εκδηλώσεις πένθους και διαμαρτυρίας που έγιναν στην πρωτεύουσα Τεχεράνη, στην πόλη Μασχάαντ αλλά και στη γενέτειρά του, τη νοτιοδυτική πόλη Κερμάν. Χτες, λίγο πριν από την τελετή ταφής του στην πόλη του, δημιουργήθηκε πανικός σε μέρος του πλήθους, με αποτέλεσμα μέσα σε ποδοβολητό να βρουν οικτρό θάνατο τουλάχιστον 56 άνθρωποι και να τραυματιστούν αρκετά σοβαρά πάνω από 210 άλλοι.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ