Eurokinissi |
Ο «απολογισμός» έρχεται να υπηρετήσει την προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να πάρει ξανά το χρίσμα στην κυβερνητική εναλλαγή, δηλώνοντας ότι τώρα είναι πιο έμπειρος και έτοιμος να επανέλθει στη διακυβέρνηση, χωρίς τις αδυναμίες, τις «αυταπάτες» και τα «λάθη» της πρώτης θητείας.
Αυτά τα χαρακτηριστικά του τα αναγνωρίζει βέβαια και η αστική τάξη, που εκτίμησε τις υπηρεσίες του ως κυβέρνησης, αλλά συνεχίζει να τις εκτιμά και ως «εποικοδομητικής αντιπολίτευσης». Και γιατί να μην το κάνει, αφού υπηρέτησε με συνέπεια το στόχο της καπιταλιστικής ανάπτυξης και της ιμπεριαλιστικής εμπλοκής, ενώ σήμερα συνεχίζει να ανταγωνίζεται τη ΝΔ στα ίδια ακριβώς πεδία.
Χαρακτηριστικό ως προς αυτό είναι το κύριο άρθρο μεγάλης εφημερίδας πριν από μερικές μέρες, που διαπίστωνε για τον ΣΥΡΙΖΑ ότι «απέκτησε κρίσιμη μάζα εμπειριών τα προηγούμενα χρόνια, έφαγε τα μούτρα του στην πρώτη φάση, αλλά στη συνέχεια πειθάρχησε σε ένα σχήμα πολιτικής και τέλος πάντων κουτσά - στραβά κατάφερε να σταθεροποιήσει τα δημόσια οικονομικά και να επιλύσει ένα χρονίζον εθνικό θέμα».
Απευθύνει μάλιστα και «συστάσεις» για πιο θεαματική βελτίωση, που θα τον φέρει πιο κοντά στη διεκδίκηση μιας νέας κυβερνητικής θητείας, γράφοντας: «Τώρα οφείλει να προετοιμαστεί κατάλληλα για τη νέα διεκδίκησή του, να ανανεώσει το κόμμα και την επιτελική ομάδα του, να διευρύνει τους ορίζοντές του και τον διεθνή κύκλο επαφών του, και μαζί να παρακολουθήσει τα συγγενή πολιτικά ρεύματα, κοινώς να αυτοβελτιωθεί».
Αυτόν ακριβώς το στόχο υπηρετεί ο «αυτοκριτικός» απολογισμός του ΣΥΡΙΖΑ, με τον οποίο διαμορφώνει ταυτόχρονα το έδαφος για «στενότερες επαφές» με ένα πιο διευρυμένο ακροατήριο, που έβλεπε με δυσπιστία να επιβιώνουν «κατάλοιπα» από το πρώτο εξάμηνο της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.
Γι' αυτό άλλωστε, στο κείμενο που θα τεθεί για έγκριση από την ΚΕ, ο ΣΥΡΙΖΑ «ξορκίζει» περίπου ως «ανέφικτες» και «υπέρμετρες προσδοκίες» πολλές από τις εκτιμήσεις και διακηρύξεις των προηγούμενων ετών, ενισχύοντας το προφίλ του ως σύγχρονου κόμματος της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, διεκδικώντας και το ανάλογο εκλογικό ακροατήριο από τη ΝΔ.
Η «αυτοκριτική» αυτού του είδους που κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ λειτουργεί και ως μοχλός για τις διεργασίες που βρίσκονται σε εξέλιξη με άλλες δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας, για το ενδεχόμενο κυβέρνησης με πυρήνα τον ίδιο. Σ' αυτό συμβάλλει και το γεγονός ότι οι επόμενες βουλευτικές εκλογές θα γίνουν με τον εκλογικό νόμο που ο ίδιος ψήφισε και ευνοεί κυβερνήσεις συνεργασίας.
Με έναν τέτοιο ορίζοντα, ήδη έχει φουντώσει η συζήτηση για «στροφή» που κάνει το ΚΙΝΑΛ, στο φόντο «προσωπικών» επαφών κορυφαίων στελεχών των δύο κομμάτων αλλά και της φημολογίας περί συμφωνημένου «μορατόριουμ» ανάμεσά τους, τουλάχιστον σε πρώτη φάση, σε κοινοβουλευτικό επίπεδο.
Η προσπάθεια αυτή, όπως και εκείνη για τον «επαναπατρισμό» ενός κόσμου που ψήφισε ΝΔ στις προηγούμενες εκλογές, πλαισιώνονται από διεργασίες και κινητικότητα στο εργατικό κίνημα, στην Τοπική Διοίκηση, σε χώρους νεολαίας, εκεί όπου στο μάτι μπαίνουν τα «ερείσματα» του ΚΙΝΑΛ στους χώρους αυτούς και η «τεχνογνωσία» στη «γείωση» της αντιλαϊκής πολιτικής και στην ενσωμάτωση εργαζομένων και λαϊκών στρωμάτων.
Οι εξελίξεις αυτές σίγουρα θα επιδράσουν και στον ευρύτερο οπορτουνιστικό χώρο, ενισχύοντας τη λογική του «καλού ΣΥΡΙΖΑ» πριν από το 2015 και του «κακού ΣΥΡΙΖΑ» μετά.
Σ' αυτό τα πλαίσιο εντάσσονται και μια σειρά από «πρωτοβουλίες» με τις οποίες ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να παρέμβει όπου βλέπει να διαμορφώνονται εστίες αγωνιστικής ανάτασης, από τους πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας μέχρι τις εργασιακές σχέσεις και την άθλια κατάσταση στην Υγεία. Στην πραγματικότητα, όμως, ανταγωνίζεται τη ΝΔ «στα σημεία» της ίδιας αντιλαϊκής πολιτικής και προβάλλει την ικανότητά του να διασφαλίζει την «κοινωνική ειρήνη», με διαφορετικές αναλογίες στο «καρότο» και στο «μαστίγιο» απ' ό,τι η σημερινή κυβέρνηση.
Ολο αυτό προσπαθεί να το πουλήσει ως «προοδευτική» τάχα διαχείριση, απέναντι στον «νεοφιλελευθερισμό» της ΝΔ. Στα μέτωπα όμως όπου ο ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί να τεκμηριώσει τις διαφορές του με τη ΝΔ, όποια πέτρα κι αν σηκώσεις θα βρεις από κάτω και δικούς του νόμους που θωρακίζουν την αντιλαϊκή στρατηγική. Ας δούμε μερικά παραδείγματα:
Αυτό είναι επομένως το «νήμα» που συνδέει τον ΣΥΡΙΖΑ με την πολιτική που συνεχίζει και εντείνει σήμερα η ΝΔ. Σε πολλές περιπτώσεις, άλλωστε, αυτήν την πολιτική την υπερασπίζεται ως δικιά του και κατηγορεί τη ΝΔ ότι «τα βρήκε όλα έτοιμα», όπως κάνει τώρα για τα μειωμένα επιτόκια στα κρατικά ομόλογα, ή για τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις, την εμπλοκή δηλαδή στα αμερικανοΝΑΤΟικά σχέδια.
Ο λαός έχει πια πείρα και γνώση. Στα αδιέξοδα που εντείνει η πολιτική της ΝΔ, απάντηση δεν είναι η νέα εκδοχή των χρεοκοπημένων παραμυθιών του ΣΥΡΙΖΑ, που υπηρετεί την ίδια στρατηγική για λογαριασμό του κεφαλαίου, αλλά το δυνάμωμα της οργάνωσης και η κλιμάκωση της πάλης για σύγχρονους όρους δουλειάς και αμοιβής, κατάργηση όλων των αντεργατικών νόμων, ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών, σε σύγκρουση με την πολιτική αυτή.