Τετάρτη 2 Δεκέμβρη 2020
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 12
ΝΕΟΛΑΙΑ (ΤΕΤΡΑΣΕΛΙΔΟ)
Μια εκτίμηση της «έκθεσης Πισσαρίδη» για την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση

MotionTeam

Κάθε φορά που το αστικό σύστημα επιδιώκει να δώσει μια ψευδο-επιστημονική επίφαση στη δρομολόγηση βασικών πλευρών της αστικής στρατηγικής, συγκροτεί μια «επιτροπή σοφών». Στην πράξη, κινητοποιεί δυνάμεις ταγμένες ιδεολογικά στους σκοπούς των αστικών κυβερνήσεων, που έχουν ένα κύρος, με στόχο να λειτουργήσει αυτό με όρους ενσωμάτωσης και αποδοχής για ευρύτερα λαϊκά στρώματα.

Το ίδιο κάνει σήμερα και η κυβέρνηση της ΝΔ, συνεχίζοντας το έργο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ (που υπήρξε «πρωτοπόρος» σε αυτό το πεδίο), προκειμένου να στηρίξει ιδεολογικά και πολιτικά τους κύριους άξονες της εκπαιδευτικής της στρατηγικής. Συγκεκριμένα, το υπουργείο Παιδείας επικαλείται την έκθεση μιας τέτοιας επιτροπής, με επικεφαλής τον νομπελίστα οικονομολόγο Χ. Πισσαρίδη, η οποία κατέληξε σε προτάσεις απευθυνόμενες προς την κυβέρνηση και τον ίδιο τον πρωθυπουργό που αφορούν ανάμεσα σε άλλα και την Εκπαίδευση.

Καταρχάς, και μόνο το γεγονός ότι ο επικεφαλής της παραπάνω Επιτροπής καθώς και τα περισσότερα μέλη είναι οικονομολόγοι δείχνει τον χαρακτήρα και την κατεύθυνση των επισημάνσεων, που στόχο έχουν ρητά να δέσουν ακόμα περισσότερο την Εκπαίδευση σε όλο της το φάσμα με τις καπιταλιστικές στοχεύσεις (Βαγιάνος Δ., διευθυντής του Τμήματος Χρηματοοικονομικών του London School of Economics, Βέττας Ν., διευθυντής στο Ιδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών, Μεγήρ Κ., καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Yale). Επιπλέον, η αναφορά των περισσότερων μελών στις ΗΠΑ και στη Μεγάλη Βρετανία αποτυπώνει εν μέρει και τις εμπορικές συμμαχίες που συνάπτονται στη μεγάλη αυτή αγορά των εκπαιδευτικών προϊόντων, αναδεικνύει τους ανταγωνισμούς και τις δυνατότητες μεγάλης κερδοφορίας που ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια αποκτά η Εκπαίδευση και στη χώρα μας.


Τι αναφέρει όμως η «επιτροπή σοφών»; Στην ουσία, πρόκειται για μια σύνοψη και προσαρμογή στα ελληνικά δεδομένα της πεμπτουσίας της αστικής στρατηγικής, όπως αυτή αποτυπώνεται στα βασικά εγχειρίδια των ευρωενωσιακών επιτελείων για την Εκπαίδευση. Στοιχίζεται γύρω από κομβικές θεωρητικές έννοιες, όπως αξιολόγηση, «λογοδοσία», δεξιότητες, εξωστρέφεια, αυτονομία, ενώ η γενική κριτική όλων των εκπαιδευτικών βαθμίδων κινείται στον άξονα «κινήτρου - απόδοσης».

Κεντρικός άξονας οι δεξιότητες

Στην έκθεση επισημαίνεται αρκετές φορές ότι οι δείκτες αποτελεσματικότητας της ελληνικής Εκπαίδευσης δεν είναι γενικά και συνολικά αρνητικοί, ιδιαίτερα τα χρόνια προ κρίσης. Ο βασικός προβληματισμός ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια εντοπίζεται γύρω από το ζήτημα των δεξιοτήτων (skills) και διατρέχει όλες τις βαθμίδες της Εκπαίδευσης, με την ιδιαίτερη ευθύνη της καθεμιάς.

Είναι γνωστό ότι η προηγούμενη ειδικά και η σημερινή κυβέρνηση έθεσαν ως όρο διεξόδου από την καπιταλιστική κρίση για λογαριασμό των μονοπωλιακών ομίλων τη βελτίωση του χαρακτήρα και της αντιστοίχισης των δεξιοτήτων με τα ζητούμενα της αγοράς. Οι ψηφιακές ιδιαίτερα δεξιότητες, συνδεδεμένες με την ευρεία εφαρμογή της τεχνολογίας στην καπιταλιστική οικονομία, είναι κυρίαρχο ζητούμενο, δεδομένου ότι η Ελλάδα (όπως αναφέρεται στην έκθεση) καταλαμβάνει την τελευταία θέση (με ποσοστό 17%, με μέσο όρο 66% στην ΕΕ) στην αντιστοίχιση δεξιοτήτων (skill matching), δηλώνοντας πως η Εκπαίδευση δεν είναι σωστά προσανατολισμένη στους τομείς μεγάλης κερδοφορίας και ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου.

Δεξιότητες και ανακατατάξεις κλάδων

Ειδικότερα στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, γύρω από τον άξονα των δεξιοτήτων στοιχίζονται πάλι μια σειρά από προτάσεις της «Επιτροπής Πισσαρίδη» που συνοψίζουν τις αστικές προτεραιότητες. Ετσι, καταρχάς, διατυπώνεται η ανάγκη αναπροσανατολισμού των διδασκόμενων αντικειμένων προς επιστημονικά αντικείμενα και δεξιότητες με λιγότερο κορεσμό, μεγαλύτερη απορρόφηση στη λεγόμενη αγορά εργασίας και εντέλει μεγαλύτερο επενδυτικό ενδιαφέρον για τις μεγάλες επιχειρήσεις. Το αποτύπωμα της οικονομικής κρίσης σε παραδοσιακούς κλάδους όπως η κατασκευή και κάποιες υπηρεσίες (δικηγόροι, λογιστές κ.ά.) μετατοπίζει το ενδιαφέρον των κεφαλαιοκρατών προς νέα, πιο «παρθένα» πεδία, με μεγαλύτερα περιθώρια κερδοφορίας, δημιουργώντας μεγάλα ποσοστά ανέργων στους κλάδους αυτούς, προβλήματα ετεροαπασχόλησης υψηλά ειδικευμένου προσωπικού κ.ά.

Παράλληλα, η έκθεση παροτρύνει τους νέους ανθρώπους να αλλάξουν και «νοοτροπία», να επιλέγουν επαγγελματική κατεύθυνση και απόκτηση δεξιοτήτων με διαφορετικό κριτήριο από την αποκατάσταση «στο Δημόσιο». Μάλιστα, επισημαίνουν ότι η «νοοτροπία» αυτή καλλιεργείται και από τον ίδιο τον προσανατολισμό των πανεπιστημιακών Τμημάτων, που επίσης κατά τη συμβουλή τους πρέπει να επαναπροσδιοριστεί.

Η δαιμονοποίηση του Δημοσίου δεν γίνεται βέβαια από τη σκοπιά της αναγνώρισης ότι ο δημόσιος μηχανισμός είναι στην πραγματικότητα κρατικές καπιταλιστικές επιχειρήσεις που λειτουργούν με όρους εκμετάλλευσης, όπως και κάθε ιδιωτική επιχείρηση, αλλά με το βλέμμα στην εξοικείωση ιδιαίτερα του νέου με την εργασιακή ανασφάλεια, την περιπλάνηση. Το Δημόσιο σκόπιμα ταυτίζεται με το αναφαίρετο και ρεαλιστικό δικαίωμα στη μόνιμη και σταθερή δουλειά, ακόμα κι αν αυτό σήμερα έχει ανατραπεί σχεδόν πλήρως και στις δημόσιες δομές, όπου οι εργασιακές σχέσεις έχουν γίνει «λάστιχο». Τι συστήνει λοιπόν η «Επιτροπή Πισσαρίδη»; Μαθητές, φοιτητές, τα πανεπιστημιακά ιδρύματα να αποδεχτούν ως παγιωμένη πραγματικότητα το συνεχές κυνήγι δεξιοτήτων, τη διά βίου εργασιακή περιπλάνηση, την εναλλαγή επαγγελματικού περιβάλλοντος, ακόμα και επαγγέλματος πολλές φορές, κατά τη διάρκεια του παρατεταμένου ούτως ή άλλως εργάσιμου βίου.

Το ζήτημα της παιδαγωγικής επάρκειας

Αξίζει να αναφερθεί εδώ ότι με το «πρότυπο» του εκπαιδευτικού που - μέσω ατομικής διαδρομής μάθησης - αποκτά δεξιότητες, σε βάρος της ολοκληρωμένης μόρφωσής του, πρότυπο που καλλιεργεί και έχει ανάγκη το αστικό σύστημα ιδιαίτερα σήμερα, συνυφαίνεται και το ζήτημα της παιδαγωγικής επάρκειας, που έχει έρθει στο επίκεντρο των αναδιαρθρώσεων, αλλά και των αγώνων του φοιτητικού και εκπαιδευτικού κινήματος τα τελευταία χρόνια.

Πέρα από την πτυχή της μεγάλης αγοράς πιστοποιητικών παιδαγωγικής επάρκειας που διαμορφώνεται για τους αποφοίτους των αποκαλούμενων καθηγητικών σχολών, το ζήτημα της ξεχωριστής απόδοσης επάρκειας διδασκαλίας εκτός του βασικού πανεπιστημιακού πτυχίου εξυπηρετεί - καταπώς φαίνεται και από τις παρατηρήσεις της «Επιτροπής Πισσαρίδη» - και μια άλλη βασική πλευρά: Αποτελεί μέσο αξιολόγησης της αφομοίωσης νέων δεξιοτήτων που το αστικό σύστημα απαιτεί από τον σημερινό εκπαιδευτικό, βαθμολογεί στην πράξη και ελέγχει εποπτικά το κατά πόσο προχωρά και βαθαίνει η αστική στρατηγική στην Εκπαίδευση. Η παιδαγωγική επάρκεια, λοιπόν, πέρα από την... εμπορική της αξία, έχει και τη σημασία της ιδεολογικής επιβολής των κυρίαρχων αστικών προτύπων και αντιλήψεων στους μελλοντικούς εκπαιδευτικούς.

Ο «γεωγραφικός χάρτης» των ΑΕΙ

Η αστική επιδίωξη για νέες δεξιότητες διατρέχει και ένα ζήτημα που συνεχώς επανέρχεται στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση και αφορά στον αποκαλούμενο «γεωγραφικό χάρτη» των ΑΕΙ. Ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, μπορεί να πει κανείς, δεν προλαβαίνει να μας εντυπωθεί η γεωγραφική κατανομή των Ανώτατων Ιδρυμάτων, καθώς χρόνο με το χρόνο αλλάζουν, κλείνουν, συγχωνεύονται, μετονομάζονται. Στην πραγματικότητα, ο λεγόμενος νέος Χάρτης της Ανώτατης Εκπαίδευσης ξεκίνησε με τη μαζική ίδρυση και διασπορά πανεπιστημιακών Τμημάτων μέσω ΕΠΕΑΕΚ (κοινοτικά προγράμματα) τη δεκαετία του 2000 και συνεχίστηκε έκτοτε, με στόχο πάντα την πιο οργανική σύνδεση ΑΕΙ - καπιταλιστικής οικονομίας.

Σήμερα, οι δεξιότητες γίνονται πρωταρχικό κριτήριο στη γεωγραφική ανάπτυξη των πανεπιστημιακών Τμημάτων. Η σύσταση της «Επιτροπής Πισσαρίδη» είναι να γίνει εκ νέου αναδιάταξη των Ιδρυμάτων στην επικράτεια, που θα συνοδευτεί με αλλαγή του ίδιου του περιεχομένου σπουδών προς νέες ειδικότητες, πιο ελκυστικές στην αγορά. Επανέρχεται δε με την επαναφορά των Συμβουλίων Ιδρύματος, νέες δηλαδή μορφές διοίκησης των ΑΕΙ, που είχαν εγκαινιαστεί και εφαρμόστηκαν μερικώς ήδη από το νόμο Διαμαντοπούλου, το 2011. Η απαίτηση για εκ νέου συνολική αναδιάταξη των ΑΕΙ εκφράζει το συνεχές μέλημα και την ανησυχία των αστικών επιτελείων να βαθαίνουν τη σύνδεση ΑΕΙ - επιχειρήσεων. Αυτό προϋποθέτει βέβαια προσαρμογές στην ίδια τη δομή, την κατάταξη και τη διοίκηση των ΑΕΙ, στοιχεία που πάντα είναι στο επίκεντρο της προσοχής και των μέτρων που παίρνει κάθε αστική κυβέρνηση διαχρονικά και με συνέχεια.

Μέσα στις προτάσεις της Επιτροπής είναι επιπλέον η επαναφορά, με διαφορετική μορφή αλλά ίδια ουσία, των ΤΕΙ, που - τυπικά μόνο - καταργήθηκαν με τις πρόσφατες «πανεπιστημιοποιήσεις». Συγκεκριμένα, η έκθεση προτείνει την ίδρυση τριετών Σχολών, που τις ονομάζει «Σχολές ή Πανεπιστήμια Εφαρμογών», με στόχο την οριζόντια κινητικότητα φοιτητών, την κατεύθυνση δηλαδή νέων ανθρώπων που αδυνατούν να ολοκληρώσουν τις πανεπιστημιακές σπουδές προς πιο υποβαθμισμένα προγράμματα κατάρτισης. Οχι μόνο λοιπόν επαναφέρει τα ΤΕΙ, αλλά τα υποβαθμίζει περαιτέρω, μετατρέποντάς τα σε προγράμματα κατάρτισης, περιορισμένης διάρκειας και προσαρμόσιμα κάθε φορά στις στοχεύσεις κερδοφορίας των επιχειρηματικών ομίλων, ως προς το περιεχόμενο, τη γεωγραφική τους θέση και τη δομή τους.

Είναι προφανές ότι τις τεράστιες συνέπειες των συνεχών αλλαγών του αποκαλούμενου χάρτη της Ανώτατης Εκπαίδευσης θα τις πληρώσουν άλλη μια φορά τα παιδιά των λαϊκών οικογενειών που σπουδάζουν, αλλά και το ίδιο το εκπαιδευτικό έργο, η ποιότητα τελικά της παρεχόμενης Ανώτατης Εκπαίδευσης.

Για τη χρηματοδότηση των πανεπιστημίων

Φυσικά, δεν θα μπορούσε παρά να απασχολήσει την «Επιτροπή Πισσαρίδη» διεξοδικά το ζήτημα της χρηματοδότησης των ΑΕΙ. Πρόκειται άλλωστε για έναν από τους βασικούς δείκτες που τα αστικά επιτελεία σταθερά ελέγχουν, ιδιαίτερα στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, με έμφαση στον συγκριτικό άξονα δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων.

Η χώρα μας, με βάση τις αστικές στατιστικές, δεν είναι από τις τελευταίες στις δημόσιες δαπάνες για την Ανώτατη Εκπαίδευση, αν και το ποσοστό επί του ΑΕΠ και ιδιαίτερα ο απόλυτος αριθμός κρατικών επενδύσεων συνεχώς μειώνεται. Αυτό που τους απασχολεί ωστόσο είναι τα πολύ χαμηλά ποσοστά, σε σχέση με τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ενωσης, των ιδιωτικών δαπανών για την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, αλλά και για τις υπόλοιπες βαθμίδες.

Η σημασία που αποδίδεται σε αυτόν τον δείκτη οφείλεται στο γεγονός ότι αποτυπώνει, ίσως πιο ξεκάθαρα και απόλυτα από οποιονδήποτε άλλο δείκτη, το βαθμό σύνδεσης των ΑΕΙ με τις επιχειρήσεις. Αποτυπώνει στην πράξη το πόσο «ελκυστικά» είναι τα δημόσια πανεπιστημιακά ιδρύματα σε χορηγούς και επενδύσεις, το κατά πόσο τελικά υπηρετούν εύστοχα και αποτελεσματικά τις καπιταλιστικές στοχεύσεις.

Εκεί βέβαια αποσκοπεί και η επίκληση της περίφημης «διαφάνειας» και της «κοινωνικής λογοδοσίας», που την ακούμε επίσης διαχρονικά, από όλες τις αστικές κυβερνήσεις. Η «διαφάνεια», όσο κι αν ντύνεται τον μανδύα της αστικής ηθικής, στην πραγματικότητα έχει ένα πολύ απτό, αποτιμώμενο με οικονομικούς όρους αποτέλεσμα. Αποκαλύπτει την πλήρη και χωρίς εξωραϊσμούς ή κρυφά σημεία εικόνα των ΑΕΙ, ώστε οι επίδοξοι επενδυτές να τοποθετήσουν με ασφάλεια και χωρίς ρίσκο τα λεφτά τους. Είναι επομένως απαρέγκλιτος όρος για τη σύνδεση των ΑΕΙ με την επιχειρηματικότητα.

Με αντίστοιχο τρόπο λειτουργεί και η αποκαλούμενη «εξωστρέφεια» των ΑΕΙ. Η «Επιτροπή Πισσαρίδη» προσθέτει μια νέα παράμετρο σε αυτό που σταθερά διαβάζουμε στις αστικές επεξεργασίες τα τελευταία χρόνια. Αναφέρει χαρακτηριστικά ότι με την «εξωστρέφεια» των ΑΕΙ και τη «διεθνοποίηση» της δραστηριότητάς τους μπορούν να κινητοποιηθούν - στην κατεύθυνση των επενδύσεων - και ομογενείς του εξωτερικού. Είναι γνωστή βέβαια η πολιτική σχέση και σύνδεση της Νέας Δημοκρατίας με αυτό το ιδιαίτερο κοινωνικό κομμάτι και προφανώς με τους μεγαλοεπιχειρηματίες που ανήκουν σε αυτό. Προφανώς, ο αστικός πολιτικός προγραμματισμός αναζητά γέφυρες με επιχειρηματικά κέντρα του εξωτερικού, ιδιαίτερα με τις ΗΠΑ, αλλά και άλλα ανερχόμενα καπιταλιστικά κράτη, που μπορούν να διασφαλιστούν με αυτόν τον τρόπο.

Ταυτόχρονα, βέβαια, αναζητούνται και νέες πηγές εσόδων στα ΑΕΙ, από τη στιγμή που θεωρείται δεδομένο ότι η κρατική χρηματοδότηση ολοένα φθίνει. Σε αυτήν την κατεύθυνση, αναδιατυπώνεται το ζητούμενο για προσέλκυση ξένων φοιτητών με προγράμματα σπουδών που να απευθύνονται σε χώρες των Βαλκανίων, της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, της Ρωσίας, της Μέσης Ανατολής, της Βόρειας Αφρικής, της Τουρκίας, της Κύπρου. Η επιτροπή συστήνει μάλιστα προγράμματα σπουδών ξενόγλωσσα ή ακόμα και ενταγμένα στα κανονικά πτυχιακά προγράμματα σπουδών, με ειδική καταβολή διδάκτρων.

Στην ίδια κατεύθυνση εκτιμούν ότι θα βοηθήσει η συνδιοργάνωση κοινών προγραμμάτων σπουδών σε προπτυχιακό και μεταπτυχιακό επίπεδο με χώρες του εξωτερικού.

Ειδική μνεία γίνεται σε μεταπτυχιακά και ερευνητικά προγράμματα σε επίπεδο διδακτορικών και μεταδιδακτορικών σπουδών, με σκοπό αφενός την προσέλκυση ξένων φοιτητών και αφετέρου την επιστροφή επιστημόνων που έχουν φύγει στο εξωτερικό για περαιτέρω σπουδές ή εργασία.

Η βαρύτητα που αποκτά ολοένα η προσέλκυση ξένων φοιτητών τα τελευταία χρόνια αποδεικνύει το βάθεμα της επιχειρηματικής λειτουργίας των ίδιων των ΑΕΙ, τη σταδιακή μετατροπή τους σε επιχειρήσεις, με ιδιωτικοοικονομικούς όρους λειτουργίας, χωρίς φυσικά να αναιρείται ο κυρίαρχος ιδεολογικός τους χαρακτήρας.

Οι 4ετείς στρατηγικοί σχεδιασμοί των ΑΕΙ, στους οποίους επίσης γίνεται μνεία από την «έκθεση Πισσαρίδη», σηματοδοτούν ακριβώς αυτό: Τη σύναψη συμφωνιών επιχειρηματικότητας των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων με χορηγούς και επενδυτές, τη διεύρυνση της επιχειρηματικής λειτουργίας τους, την υπαγωγή τελικά όλων των πτυχών λειτουργίας σε όρους ανταγωνιστικότητας και οικονομικής αποδοτικότητας. Οι προγραμματικές συμφωνίες που χρόνια τώρα υπογράφουν τα Ιδρύματα με επιχειρήσεις και μονοπώλια διαδραματίζουν πλέον έναν καθοριστικό ρόλο σε όλες τις δραστηριότητες, εκπαιδευτικές και ερευνητικές, των ΑΕΙ. Αξίζει να σημειωθεί ότι κάποια Ιδρύματα, όπως το Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής, που προήλθε από τη συνένωση των δύο ΤΕΙ του Λεκανοπεδίου, έχουν αποδειχθεί ιδιαίτερα δραστήρια στη σύναψη τέτοιων επιχειρηματικών συμφωνιών με κρατικές και ιδιωτικές επιχειρήσεις, ΜΚΟ, θεσμούς όπως η ΚΕΔΚΕ, κάθε τύπου ινστιτούτα με διασυνδέσεις μονοπωλίων ακόμα και σε διεθνές επίπεδο κ.ά. Οι διάφορες πλευρές αυτών των προγραμματικών συμφωνιών παραμένουν μη δημοσιοποιήσιμες, παρά τις κατά τ' άλλα συστάσεις της συγκεκριμένης Επιτροπής και των αστικών κυβερνήσεων και επιτελείων για «διαφάνεια» και «κοινωνική λογοδοσία».

Είναι δεδομένο πάντως πως η γενική κατεύθυνση είναι τα πανεπιστήμια να αναλαμβάνουν ολοένα και μεγαλύτερα επιχειρηματικά ρίσκα, να τζογάρουν κυριολεκτικά τα αποθεματικά τους, να επενδύουν με τους όρους οποιασδήποτε επιχείρησης θέλει να επιβληθεί στον ανταγωνισμό της καπιταλιστικής οικονομίας σε κάθε κλάδο. Γι' αυτό άλλωστε η «έκθεση Πισσαρίδη» σχολιάζει ότι σήμερα η κρατική επιχορήγηση προς τα ΑΕΙ είναι κατά βάση «τρέχουσα» (μισθοί) και σε πολύ μικρότερο βαθμό «κεφαλαίου» (εννοεί τις επενδύσεις). Η «επιτροπή σοφών» επομένως προτρέπει τα ΑΕΙ να αξιοποιήσουν τα κρατικά κονδύλια για να επενδύσουν, την ίδια στιγμή που οι ελλείψεις των ΑΕΙ ακόμα και σε βασικά λειτουργικά είδη, σε υποδομές, διδακτικό προσωπικό, συγγράμματα και φοιτητική μέριμνα είναι δραματικές.

Επιχειρηματική λειτουργία και πανεπιστήμια

Ακόμα όμως και όσον αφορά τις εκπαιδευτικές λειτουργίες των ΑΕΙ, η «Επιτροπή Πισσαρίδη» βλέπει κι εκεί νέα και λαμπρά πεδία κερδοφορίας, όπως άλλωστε συμβαίνει συνολικά για την αστική τάξη και τους θεσμούς και φορείς της.

Η φοιτητική μέριμνα αποτελεί βασικό στόχο περαιτέρω περικοπής των δημόσιων δαπανών και ανοίγματος νέων επενδυτικών πεδίων. Ο λεγόμενος «εξορθολογισμός» των κρατικών δαπανών για τη φοιτητική μέριμνα περιλαμβάνει παράδοση των εστιών στους ιδιώτες και εργολάβους, δάνεια για τους φοιτητές που θα χρωστούν και θα αποπληρώνουν για τον υπόλοιπο βίο τους, ακόμα και μεταχειρισμένα συγγράμματα (!) για να ελαττωθούν τα... περιττά έξοδα.

Αντίθετα, η φειδώ για τη φοιτητική μέριμνα αντικαθίσταται με μεγαλοπρέπεια και γαλαντομία όσον αφορά τα δώρα προς τις επιχειρήσεις που εμπλέκονται σε τομείς της Ανώτατης Εκπαίδευσης. Ετσι, προτείνεται η επιδότηση των ασφαλιστικών εισφορών εταιρειών που θα απασχολούν φοιτητές εν είδει πρακτικής άσκησης, δηλαδή θα τους εξασφαλίζεται δωρεάν εργατικό δυναμικό, εκπαιδευόμενο στα πρότυπα της κάθε επιχείρησης, με τους όρους και την ευθύνη της επιχείρησης.

Για το «φοιτητοκεντρικό μοντέλο»

Μαζί με όλα τα παραπάνω, η «έκθεση Πισσαρίδη» προτρέπει στη γρήγορη αλλαγή των προγραμμάτων σπουδών και στην εισαγωγή φοιτητών σε Ιδρυμα αντί σε Τμήμα, μέσα από την επίκληση μιας δήθεν «φοιτητοκεντρικής» Εκπαίδευσης. Το αποκαλούμενο «φοιτητοκεντρικό μοντέλο», που το έχουν μεταχειριστεί εξίσου σοσιαλδημοκρατικές και φιλελεύθερες προσεγγίσεις, ακόμα και αυτοαποκαλούμενες «αριστερές», περιγράφει στην πράξη τη μετακύλιση της ευθύνης της Εκπαίδευσης από το κράτος στο άτομο. Το άτομο οφείλει να αναζητά συνεχώς διεξόδους και προσωπικές διαδρομές εκπαίδευσης, διά βίου μάθησης, για να ακολουθήσει μια εξίσου ατομική πορεία αναζήτησης εργασίας.

Η «Επιτροπή Πισσαρίδη» συνιστά να εκπαιδεύεται ο φοιτητής κατά τέτοιον τρόπο ώστε να αναζητά συνεχώς νέα ρίσκα και δυνατότητες, να μαζεύει εφόδια και πιστοποιητικά, για να αντεπεξέλθει σε πολλές εναλλαγές και να είναι χρήσιμος για τις επιχειρήσεις κατά τον εργασιακό του βίο. Η λεγόμενη «οριζόντια κινητικότητα» συνιστά ακριβώς αυτό το στοιχείο: Φοιτητές που δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν στο επίπεδο σπουδών, κατά κανόνα παιδιά λαϊκών οικογενειών, αλλά και φοιτητές που από νωρίς εξοικειώνονται με τον ανταγωνισμό και το κυνήγι δεξιοτήτων, να μπορούν να μετακινούνται εντός των σπουδών τους, να χαράσσουν ατομικές διαδρομές μάθησης προκειμένου να πλησιάζουν όλο και περισσότερο την ιδανική εικόνα εργαζόμενου για τους εργοδότες.

Φυσικά, την ίδια στιγμή που μιλάνε για «φοιτητοκεντρικό μοντέλο», φροντίζουν να πετάξουν εκτός Ανώτατης Εκπαίδευσης φοιτητές που δυσκολεύονται με τις σπουδές τους, που δεν μπορούν να ανταποκριθούν στο τεράστιο οικονομικό βάρος και εγκαταλείπουν ή παρατείνουν τις σπουδές. Στο πλαίσιο της περίφημης «αριστείας», η Επιτροπή προτείνει την εισαγωγή «τέλους επανεγγραφής» (!) σε όσους φοιτητές υπερβαίνουν το χρονικό όριο σπουδών.

Αλλωστε, η «αριστεία» με αστικούς όρους συνεπάγεται τα κριτήρια της ζούγκλας για την επιλογή αυτών που προσαρμόζονται καλύτερα, πιο γρήγορα, πιο αποτελεσματικά στις επιδιώξεις του κεφαλαίου. Για τους υπόλοιπους προορίζεται το συνεχές πετσόκομμα: Των εργασιακών και δημοκρατικών δικαιωμάτων, των μορφωτικών δικαιωμάτων, της δυνατότητας να τους παρέχεται το αυτονόητο για τις αντικειμενικές δυνατότητες της επιστήμης και της κοινωνικής εξέλιξης του 21ου αιώνα.

Συμπεράσματα

Με βάση τα παραπάνω, καθίσταται σαφές ότι η «έκθεση Πισσαρίδη» συνοψίζει τους βασικούς άξονες της αστικής στρατηγικής, με το βλέμμα στραμμένο στο «αύριο» και στο «σήμερα», στη βάση μιας νέας οικονομικής κρίσης πολύ κοντά στο τέλος της προηγούμενης. Η κυβέρνηση της ΝΔ έχει ήδη συμφωνήσει στην ουσία των αναδιαρθρώσεων της προηγούμενης κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, με πιο εμβληματικό τον νέο χάρτη της Ανώτατης Εκπαίδευσης και την αποκαλούμενη «πανεπιστημιοποίηση» των ΤΕΙ. Επιχειρεί σήμερα, μέσα από την έκθεση των «σοφών», να παρουσιάσει μια συνολική πρόταση που δεν αφορά μόνο το επικείμενο νομοθετικό έργο, αλλά κυρίως την επαναδιατύπωση των βασικών αξόνων της αστικής στρατηγικής, με κυρίαρχο το ιδεολογικό πρίσμα.

Πρόκειται για ένα κείμενο που ωθεί σε αντιπαράθεση με βάση τους κυρίαρχους ιδεολογικούς όρους της άρχουσας τάξης στο πεδίο της Εκπαίδευσης, μια σύνθετη επομένως μάχη αντιλήψεων και κοσμοθεωρίας, η οποία βέβαια εκτυλίσσεται από τα πιο «πρακτικά» μέτρα της κυβερνητικής πολιτικής μέχρι τα πιο σύνθετα και συμπυκνωμένα κείμενα της αστικής στρατηγικής.

Συμπερασματικά, η σύνδεση όλων των βαθμίδων της Εκπαίδευσης, και ιδιαίτερα της Τριτοβάθμιας, με την καπιταλιστική οικονομία αποκτά όλο και βαθύτερα χαρακτηριστικά, αντανακλώντας όμως ταυτόχρονα και όλους τους ανορθολογισμούς, την αναρχία και, κυρίως, την ίδια τη βαθιά εκμεταλλευτική φύση του συστήματος και των μηχανισμών του.

Στον αντίποδα όλων αυτών, το διαφορετικό κοινωνικό πλαίσιο που προϋποθέτει ο σοσιαλισμός, ένα μη εκμεταλλευτικό σύστημα, ορίζει διαφορετικές εκ διαμέτρου αρχές οργάνωσης της Ανώτατης Εκπαίδευσης. Μια Ανώτατη Εκπαίδευση ενιαία στην πράξη, χωρίς διαχωρισμούς τεχνητούς σε προτιμητέα και δευτερεύοντα αντικείμενα, σε θεωρητικά και εφαρμοσμένα, σε Τμήματα τελικά πολλών διαβαθμισμένων κατηγοριών. Μια Ανώτατη Εκπαίδευση αποκλειστικά δημόσια και δωρεάν, όπου το κόστος δεν θα μπαίνει εμπόδιο στην ουσιαστική αναβάθμιση του περιεχομένου, της δομής και διάρθρωσης των σπουδών, των παροχών και όρων φοιτητικής μέριμνας. Μια Ανώτατη Εκπαίδευση που τελικά θα συμβάλλει στο ανέβασμα του συνολικού μορφωτικού επιπέδου του λαού, στο ανέβασμα της επιστήμης στο πραγματικό κοινωνικό της βάθρο.


Της
Κέλλυς ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ*
*Η Κέλλυ Παπαϊωάννου είναι μέλος του Τμήματος Παιδείας και Ερευνας της ΚΕ του ΚΚΕ

ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΘΕΜΑΤΑ
Και τώρα (2021-11-26 00:00:00.0)
Χέρι χέρι καταστολή και αντιδραστικό περιεχόμενο στην Ανώτατη Εκπαίδευση (2021-01-23 00:00:00.0)
Με αφορμή το ανακινούμενο ζήτημα των «αιώνιων φοιτητών» (2019-09-11 00:00:00.0)
Μένει ως έχει το επιχειρηματικό πανεπιστήμιο (2015-04-18 00:00:00.0)
Οι νόμοι της κυβέρνησης θα μείνουν στα χαρτιά! (2005-11-02 00:00:00.0)
Κοινό μέτωπο πάλης για ουσιαστική αναβάθμιση της ανώτατης παιδείας (2001-02-14 00:00:00.0)

Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ