Ρεπορτάζ του «Ρ» στα «μετόπισθεν», στα χωριά όπου βρίσκονται οι «εφεδρείες» των μαχητών της αγροτιάς
Τα παραπάνω είναι μερικά από τα συναισθήματα που ηλεκτρίζουν την ατμόσφαιρα στα αγροτοχώρια της Θεσσαλίας, που πυροδοτούν την καρδιά όσων μένουν στα μετόπισθεν. Οχι μόνο των συζύγων, των μανάδων και των παιδιών των μαχητών της αγροτιάς που «φυλάνε Θερμοπύλες» στα Τέμπη. Αλλά και μη αγροτών, που ζουν στα χωριά, εργατών, μικρεμπόρων, βιοτεχνών, καθηγητών.
Η κουβέντα, που είχαμε με συγχωριανούς των αγωνιστών των μπλόκων, μαρτυρά ότι και οι δικές τους καρδιές χτυπούν στο ρυθμό του αγώνα. Και κάθε λέξη τους, κάθε έκφραση του προσώπου, αφοπλίζει το οπλοστάσιο των κυβερνητικών επιχειρημάτων.
Στον Τύρναβο, στο Αργυροπούλι, στον Αμπελώνα, η φτώχεια διάχυτη, η ζωή στερημένη, η οικονομική ζωή, σχεδόν, «παράλυτη». Οι επιπτώσεις από την πενιχρή οικονομική κατάσταση των αγροτών - που την κάνουν ακόμα χειρότερη οι τεράστιες ζημιές που προκάλεσε η πρόσφατη κακοκαιρία, ιδιαίτερα στ' αμπέλια, στα ελαιόδεντρα, αλλά και σε άλλες πολλές δενδρώδεις καλλιέργειες - είναι φανερές και αλυσιδωτές.
Σ' ένα δωματιάκι ζει η Τυρναβίτισσα Χρυσούλα Παπρά, συνταξιούχος του ΟΓΑ. «Παλιότερα - λέει - ζούσαμε. Δουλεύαμε με όρεξη, όλα ήταν αλλιώς, κάπως καλύτερα. Αυτό το σπίτι με δύο δωμάτια το βρήκα από την πεθερά μου και έτσι έχει μείνει τόσα χρόνια. Πού να βρεθούν λεφτά για να το φτιάξουμε; Τα παιδιά μου τα περνάνε δύσκολα κι αυτά. Ο γιος μου βρίσκεται στα μπλόκα. Ποια άλλη επιλογή έχει;».
Μόνη, με μια αγροτική σύνταξη των 46 χιλιάδων δραχμών, ζει και η Μαρία Σκουλαρίκη. Μιλάει με παράπονο, αλλά και με αποφασιστικότητα: «Ο λογαριασμός της ΔΕΗ ήρθε 20 χιλιάδες, για το πετρέλαιο χρειάζομαι άλλες 36. Αντε να τα φέρεις βόλτα. Η καρδιά μου το ξέρει, πώς τα βγάζω πέρα. Αλλά ποιος μας ακούει; Να τους κλείσουν ντιπ τους δρόμους. Μόνο έτσι μας δίνουν σημασία»!
Ο Στέλιος Χατζηκράχτης δουλεύει σε φροντιστήριο και τονίζει: «Υπάρχει μια ανησυχία στα παιδιά. Τι γίνεται, πού πάει η κατάσταση; Συνειδητοποιούν τις δυσκολίες. Οι γονείς, απ' την άλλη, καθυστερούν τις πληρωμές στο φροντιστήριο, κρατούν μια "πισινή" για τα έξοδα που θα έχουν τους επόμενους μήνες. Προσπαθούν να κρατήσουν το σχοινί παραπίσω. Είναι μια αγροτική περιοχή και είναι λογικό να υπάρχουν αλυσιδωτές αντιδράσεις σ' όλα τα κοινωνικά στρώματα. Οι επιπτώσεις είναι άμεσες και ακόμη δεν έχει φανεί το μέγεθός τους».
«Η δουλιά έχει "καθίσει" πάρα πολύ, παρά το γεγονός ότι διανύουμε περίοδο εκπτώσεων», λέει ο Τάσος Μπίλιος, έμπορος και συνεχίζει: «Πρέπει να βγούμε ενωμένοι όλοι οι εργαζόμενοι στο πλευρό των αγροτών. Δεν έχουν αυτοί, δεν έχουμε κι εμείς...».
Η κατάσταση είναι εξίσου δραματική και στο Αργυροπούλι. Οι μισοί από τους αγρότες του χωριού έχουν ήδη πάρει το δρόμο για τα Τέμπη, άλλοι θα ακολουθήσουν τον ίδιο δρόμο και κάποιοι παραμένουν «αγκυροβολημένοι» στα χωράφια τους, όμηροι κυβερνητικών ρουσφετιών και υποσχέσεων.
«Είναι άνθρωποι που φοβούνται ότι θα τους κόψουν την πρόωρη σύνταξη που έχουν πάρει. Αλλους τους κρατάει "ομήρους" η κυβέρνηση με κάποιο τρόπο. Ομως, οι καρδιές όλων είναι κοντά σ' αυτούς που είχαν τη μαγκιά να πάρουν το τρακτέρ και να πάνε στα μπλόκα. Γι' αυτούς που έμειναν πίσω, είναι θέμα χρόνου. Το μαχαίρι πλησιάζει στο κόκαλο και η άγκυρα θα βγει», μας λέει ένας αμπελοπαραγωγός, φεύγοντας για τα Τέμπη.
Ο Γιώργος Κόκορας, ιδιοκτήτης καφενείου, περιγράφει με το δικό του τρόπο την κατάσταση: «Οι νέοι στο χωριό βγαίνουν μια στο τόσο και δίνουν 300 δραχμές για έναν ελληνικό καφέ. Οταν έχουν οι αγρότες λεφτά, δουλεύουμε κι εμείς. Ομως, το πράγμα "μυρίζει" ολική καταστροφή. Ολοι έχουμε θείους, ξαδέλφια, πατεράδες αγρότες και ξέρουμε τα δύσκολα από πρώτο χέρι. Είναι φυσικό και καθήκον μας να ταχθούμε στο πλευρό τους».
«Μιλάμε για ολική καταστροφή», λέει η Βαγγελιώ Παπανικολάου, αγρότισσα από τον Αμπελώνα. «Η κατάσταση ήταν χάλια και τώρα με την κακοκαιρία ήρθε το τελειωτικό χτύπημα. Τα έξοδα είναι πολλά, μόνο για το φροντιστήριο των παιδιών χρειαζόμαστε 300.000 δραχμές κάθε μήνα. Πού θα τα βρούμε τόσα λεφτά; Δεν έχουμε πεινάσει ακόμα, αλλά πλησιάζει κι αυτό. Κι όταν η πείνα σε απειλεί πού αλλού θα την πολεμήσεις; Μόνο στο δρόμο κι όσο αντέξουμε».