Οι «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι» είναι μία από τις κορυφαίες ποιητικές συνθέσεις του Διονυσίου Σολωμού. Εργο εμπνευσμένο από τα γεγονότα της πολιορκίας και της εξόδου του Μεσολογγίου, κατά την Επανάσταση του '21, το οποίο απασχόλησε τον ποιητή σχεδόν μέχρι το τέλος της ζωής του.
Σε εμάς έφτασε σε τρία Σχεδιάσματα που το καθένα τους αντιπροσωπεύει όχι μονάχα διαφορετικό στάδιο επεξεργασίας αλλά και διαφορετική ποιητική αντίληψη. Το Α' Σχεδίασμα του ποιήματος, «συνθεμένο εις είδος προφητικού θρήνου εις το πέσιμο του Μεσολογγίου», γράφτηκε λίγο μετά την πτώση της πόλης. Για δέκα ολόκληρα χρόνια (1834 - 1844), δουλεύει αποκλειστικά το «Β' Σχεδίασμα» επιμένοντας στην επεξεργασία μεμονωμένων, καθαρά λυρικών επεισοδίων («αποσπασμάτων») και χρησιμοποιώντας τον ομοιοκατάληκτο δίστιχο στίχο του «Ερωτόκριτου», που δίνει καινούριο βάθος και μουσικότητα. Σε αυτό «εικονίζοντο τα παθήματα των γενναίων αγωνιστών εις τες υστερινές ημέρες της πολιορκίας έως οπού έκαμαν το γιουρούσι». Στο «Γ' Σχεδίασμα» των «Ελεύθερων Πολιορκημένων», που γράφτηκε από το 1844 κι ύστερα, χρησιμοποιεί έναν στίχο περισσότερο λιτό, χωρίς ομοιοκαταληξία.
Είν' έτοιμα στην άσπονδη πλημμύρα των αρμάτων
Δρόμο να σχίσουν τα σπαθιά, κι ελεύθεροι να μείνουν,
Εκείθε με τους αδελφούς, εδώθε με το χάρο.
Τέλος, δεν θα μπορούσαμε σε αυτό το μικρό μας αφιέρωμα σε αυτό το σπουδαίο έργο να μην αναφερθούμε στην αντίληψη του Σολωμού ότι η Ιστορία - και η Επανάσταση - είναι πράξη συλλογική, όχι ατομική. Μια θέση που διαφαίνεται και σε αυτό το ποίημα. Οπως γράφει, «να μην προσελκύσεις την προσοχή πάνω στον Μάρκο (Μπότσαρη): μειώνει τον έπαινο των άλλων, που όλοι τους υπήρξαν ίσοι μ' αυτόν». Πρωταγωνιστής είναι η ίδια η μάζα, «που αγωνίζεται τον καλόν αγώνα». Ετσι, το έργο του δεν περιορίζεται ούτε χρονικά ούτε τοπικά, αποκτώντας έναν υπερτοπικό και διαχρονικό χαρακτήρα. Γίνεται η ποίηση καθολική.
Τα παραπάνω γράφει ο Γιάννης Μαρκόπουλος, τον Αύγουστο του 1977, χρονιά που κυκλοφόρησε ο δίσκος.
Η μουσική εργασία του Γιάννη Μαρκόπουλου πάνω στους «Ελεύθερους Πολιορκημένους» ξεκίνησε τη δεκαετία του '60. Στα δύσκολα χρόνια της δικτατορίας καταπιάνεται ξανά με το έργο συνθέτοντας τα μέρη «Μητέρα μεγαλόψυχη», «Αραπιάς άτι», «Πειρασμός», «Εξοδος» και «Η θέλησή μου βράχος». Η οριστική μορφή του έργου δόθηκε το 1975, με τη μορφή «λαϊκής λειτουργίας». Αξίζει να σημειωθεί ότι ο συνθέτης οργάνωσε το λιμπρέτο του μουσικού έργου επιλέγοντας από όλα τα σχεδιάσματα του ποιήματος και τα πεζά, τους στίχους και τα αφηγηματικά μέρη.
Πρόκειται για ακόμα μία δημιουργία, που αποδεικνύει περίτρανα ότι στίχος και μουσική στο έργο του Γιάννη Μαρκόπουλου βρίσκονται σε μια αρμονία, σε ένα τέλειο συνταίριασμα, που συνδέει το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον μιας δίκαιης και ευτυχισμένης ζωής.
Το έργο κυκλοφόρησε σε δίσκο με ερμηνευτές τους Νίκο Ξυλούρη, Λάκη Χαλκιά, Ηλία Κλωναρίδη και αφηγήτρια την ηθοποιό Ειρήνη Παππά. Συμμετείχε η ερασιτεχνική Μεικτή Χορωδία Πρέβεζας, σε διδασκαλία Γιώργου Κακίτση και ορχήστρα, στα οποία συμπεριλαμβάνονταν και λαϊκά όργανα της παράδοσης. Η πρώτη συναυλία δόθηκε στο γήπεδο του Παναθηναϊκού το καλοκαίρι του '78, μπροστά σε κοινό 22.000 ατόμων, που κατέκλυσαν τις κερκίδες του γηπέδου και υποδέχθηκαν με ενθουσιασμό το νέο μουσικό έργο.
Εκτοτε θα γνωρίσει πολλά ανεβάσματα. Οι χειρόγραφες παρτιτούρες του συνθέτη βρίσκονται στο Ιστορικό Μουσείο του Μεσολογγίου.