Eurokinissi |
Αυτός είναι ο λόγος που το ζήτημα της ακρίβειας βρίσκεται στο επίκεντρο, είναι ένα από τα κεντρικά επίδικα της προεκλογικής αντιπαράθεσης.
Καθώς βρισκόμαστε σε προεκλογική περίοδο, οξύνεται η κάλπικη αντιπαράθεση ανάμεσα στην κυβέρνηση και στον ΣΥΡΙΖΑ. Από τη μία, η κυβέρνηση προτάσσει μια σειρά μέτρων (power pass, market pass, «καλάθι νοικοκυριού» κ.ά.) που τάχα βελτιώνουν την κατάσταση για τους εργαζόμενους.
Από την άλλη, ο ΣΥΡΙΖΑ κατηγορεί την κυβέρνηση ότι είναι ο βασικός υπαίτιος της μεγαλύτερης επιδείνωσης που έχουν γνωρίσει οι εργαζόμενοι τις τελευταίες δεκαετίες. Την ίδια στιγμή, υποστηρίζει ότι τα μέτρα που λαμβάνει είναι μέτρα - ψίχουλα συγκριτικά με το δικό του πακέτο μέτρων.
Η αντιμετώπιση τόσο της κυβερνητικής γραμμής όσο και της γραμμής της σοσιαλδημοκρατίας και η απόκρουση της προσπάθειας ενσωμάτωσης των εργαζομένων έχουν ως προϋπόθεση την αναβάθμιση της κατανόησης του ζητήματος ακρίβειας/εισοδημάτων.
Το ζήτημα της μείωσης του λαϊκού εισοδήματος δεν αφορά μόνο τις τιμές των εμπορευμάτων και τη μεγάλη αύξησή τους - την ακρίβεια - το τελευταίο διάστημα.
Η καταβαράθρωση του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων είναι σε τελευταία ανάλυση πολυπαραγοντικό φαινόμενο. Είναι αποτέλεσμα πολλών διαφορετικών παραγόντων που επέδρασαν και επιδρούν πάνω σε αυτό όλη την προηγούμενη περίοδο.
Πιο συγκεκριμένα, ορισμένοι βασικοί παράγοντες που διαμορφώνουν τη σημερινή οικονομική πραγματικότητα για τον λαό και συνιστούν τη ραγδαία επιδείνωση της ζωής του περιλαμβάνουν:
Οι παράγοντες αυτοί, μεταξύ άλλων, επιδρούν συνολικά στη διαμόρφωση της σχέσης μισθού - εισοδήματος - τιμών και τελικά συγκροτούν την πραγματικότητα στην οποία η μέση εργατική - λαϊκή οικογένεια κυριολεκτικά αγωνίζεται για να τα βγάλει πέρα.
Αρχικά πρέπει να επισημανθεί ότι, αν σκεφτεί κανείς το ίδιο το περιεχόμενο της τιμής, πρέπει να εξετάζει τις τιμές σε σχέση με τον μισθό. Γι' αυτό και η αστική στατιστική, όταν συγκρίνει το ΑΕΠ, χρησιμοποιεί την ισοδύναμη αγοραστική δύναμη. Δεν είναι ευθέως συγκρίσιμες οι τιμές από τη μία χώρα σε σχέση με την άλλη με διαφορετικό τρόπο, ή, ακόμα περισσότερο, δεν είναι συγκρίσιμες οι τιμές από τη μια χρονική περίοδο στην επόμενη. Επί της ουσίας, η συσχέτιση τιμών - μισθών αποτυπώνει τις τιμές ως αντανάκλαση της αξίας του κάθε εμπορεύματος, και τους μισθούς ως αντανάκλαση της αξίας της εργατικής δύναμης.
Ωστόσο, η σύνδεση τιμών με το επίπεδο του μισθού δεν αφορά μόνο αυτή καθαυτή την αποτίμηση της «αξίας» ενός εμπορεύματος. Αφορά και το ίδιο το κοινωνικό περιεχόμενο της ακρίβειας, της ένδειας, της αδυναμίας, δηλαδή, κάλυψης κάποιων αναγκών του εργάτη, της εργατικής - λαϊκής οικογένειας.
Γι' αυτό και η ακρίβεια στην ουσία προκύπτει ως συνδυασμός του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος, δηλαδή αυτού που απομένει από τον μισθό αφού αφαιρεθούν οι φόροι και οι ασφαλιστικές εισφορές, και των τιμών που έχουν τα εμπορεύματα που συναπαρτίζουν το σύνολο των εμπορευμάτων που χρειάζονται ο εργαζόμενος και η οικογένειά του. Το τελευταίο κομμάτι είναι σημαντικό. Τα εμπορεύματα αυτά που χρειάζεται ο εργαζόμενος έχουν σαφώς μια ιστορική συνιστώσα, διευρύνονται όσο αναπτύσσεται η κοινωνία και πολλαπλασιάζονται οι παραγωγικές ικανότητές της. Ταυτόχρονα, τις τελευταίες δεκαετίες η επιτάχυνση της εμπορευματοποίησης όλων των πλευρών της κοινωνικής ζωής αυξάνει απότομα τον όγκο και την αξία εμπορευμάτων που πρέπει να καλυφθούν. Για παράδειγμα, στις αρχές της δεκαετίας του '80 η ιδιωτική Εκπαίδευση είχε σχετικά μικρή κλίμακα, που αυξήθηκε δραστικά τις επόμενες δεκαετίες (...)
Με απλά λόγια, για να καταλάβει κανείς γιατί οι εργαζόμενοι είναι φτωχοί, πρέπει να σκεφτεί πόσα χρήματα πληρώνονται, πόσα χρήματα τους μένουν αν αφαιρεθούν οι φόροι και ποιες είναι οι τιμές όλων των «προϊόντων και υπηρεσιών» που πρέπει να αγοράσουν - δηλαδή των εμπορευμάτων - για να καλύψουν τις ανάγκες τους.
Γι' αυτό, το εργατικό - λαϊκό εισόδημα και η «καταβαράθρωση» του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων δεν είναι ένα μονόπρακτο και μονοδιάστατο έργο των τελευταίων μηνών, όπως επιχειρεί να πείσει τους εργαζόμενους η προπαγάνδα του συστήματος. Δεν οφείλεται αποκλειστικά στην πανάκριβη Ενέργεια των τελευταίων δύο ετών ή μόνο στον πληθωρισμό που πλέον «τρέχει» με 10% ετήσιο ρυθμό.
Η επίθεση στο βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων, σε τελευταία ανάλυση, αντανακλά τη μόνιμη, γνωστή αναγκαιότητα και τάση του καπιταλισμού για φθηνή εργατική δύναμη, για αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης των εργαζομένων ως απαραίτητου, απαράβατου όρου για τη διασφάλιση της διευρυμένης αναπαραγωγής του κεφαλαίου. Αφορά όχι μόνο την τωρινή ακρίβεια αλλά τις μεγάλες απώλειες την προηγούμενη περίοδο, πριν την εκτίναξη του πληθωρισμού.