Αποσπάσματα από την παρέμβαση του προέδρου της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων στο πρόσφατο συνέδριο
INTIME NEWS |
Ο πρόεδρος της ΕΝΔΕ, Χρ. Σεβαστίδης, στον χαιρετισμό του διευκρίνισε ότι «η θεματική του συνεδρίου επιλέχθηκε από το καλοκαίρι, όταν η κυβέρνηση ανακοίνωσε την πρόθεσή της για αυστηροποίηση του νόμου για την ενδοοικογενειακή βία, μετά την περσινή αυστηροποίηση του Ποινικού Κώδικα και διεξάγεται λίγες μέρες μετά τις νέες εξαγγελίες για την αυστηροποίηση της ποινικής ευθύνης των ανηλίκων και των γονιών τους. Η αυστηροποίηση και η καταστολή αποτελούν σαφή προτεραιότητα και διακηρυγμένο στόχο των αρμόδιων υπουργείων Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης».
Αναφέρθηκε μεταξύ άλλων στις αρχές της δεκαετίας του 1980 και την εμπειρία από τις ΗΠΑ με την εφαρμογή της πολιτικής της «μηδενικής ανοχής» που επέκτεινε τις φυλακές και την ιδιωτικοποίησή τους και υποβάθμισε την κοινωνική προστασία. Τόνισε χαρακτηριστικά: «Η μηδενική ανοχή και η συνακόλουθη αυστηροποίηση της νομοθεσίας δεν αγγίζουν τη λεγόμενη αφανή/σκοτεινή εγκληματικότητα, τα εγκλήματα του λευκού κολάρου, που τελούνται από άτομα που απολαμβάνουν σεβασμό και κατέχουν υψηλό κοινωνικό status. Αυτοί που πρέπει να εξοικειώνονται με την πειθαρχία της φυλακής και τον φόβο του ποινικού νόμου είναι τα φτωχά στρώματα της κοινωνίας. Η κυρίαρχη τάξη νομοθετεί συνήθως σε βάρος της εργατικής τάξης και σπάνια σε βάρος του εαυτού της...».
Και πρόσθεσε: «Μέσα από την επιβολή του δόγματος της μηδενικής ανοχής, την εξουδετέρωση και αδρανοποίηση των κοινωνικά απροσάρμοστων ατόμων αντί του σωφρονισμού και της επανένταξης, επέλεξε ο δυτικός κόσμος να φτιάξει περισσότερες φυλακές και κρατητήρια αντί για ιατρεία, σχολεία και παιδικούς σταθμούς. Και επειδή το κράτος έχει την ευελιξία να γίνεται μικρότερο για χάρη της ιδιωτικής οικονομίας, είχαμε στις ΗΠΑ μια φρενήρη ανάπτυξη της ιδιωτικής βιομηχανίας φυλάκισης. 17 εταιρείες μοιράζονταν περίπου 140 ιδρύματα μέχρι τις αρχές του 2000, ενώ η χρηματαγορά των φυλακών δημόσιων και ιδιωτικών ζύγιζε 4 δισεκατομμύρια δολάρια. Στην Ευρώπη η αυστηροποίηση της ποινικής νομοθεσίας έφερε κορεσμό στις δημόσιες φυλακές και η λύση ήταν έτοιμη: Ιδιωτικές φυλακές με το σύστημα των ΣΔΙΤ». Κάτι που ήδη προωθείται στον Ασπρόπυργο, όπου σχεδιάζεται να μεταφερθούν οι φυλακές Κορυδαλλού.
Αναφερόμενος σε δύο σχετικά πρόσφατες έρευνες (Mukherjee και Dippel/Poyker) σημείωσε ακόμα: «Προκύπτει ότι η αύξηση των θέσεων στις ιδιωτικές φυλακές συνεπάγεται αύξηση και των ποινών που επιβάλλονται από τα δικαστήρια. Οι ιδιωτικές φυλακές όχι μόνο είναι επωφελείς εμπορικές επιχειρήσεις που αποδίδουν τεράστια κέρδη στους ιδιοκτήτες τους αλλά ενισχύουν μεγάλες ιδιωτικές εταιρείες με πολύ φθηνό εργατικό δυναμικό, δηλαδή τους κρατούμενους, στα πλαίσια της διευκόλυνσης αποφυλάκισής τους, παρά το γεγονός ότι υπάρχουν σαφείς κατευθύνσεις από τον ΟΗΕ σε σχέση με την εργασία κρατουμένων για λογαριασμό ιδιωτών».
Για την κατάσταση στη χώρα μας ο ομιλητής ανέφερε: «Ξεκίνησε πρόσφατα από τα μέσα ενημέρωσης μια ενορχηστρωμένη επιχείρηση δημιουργίας φόβου και πανικού για τη νεανική εγκληματικότητα, όμοια με αυτήν που επιχειρήθηκε στη Γαλλία, στην Ισπανία, στην Ιταλία, στην Ολλανδία και στη Γερμανία πριν από δύο δεκαετίες περίπου, όταν μειώθηκε το ηλικιακό όριο ποινικής ευθύνης των εφήβων και αναγορεύτηκε η ευθύνη των γονέων σε πολιτικό και ποινικό ζήτημα. Τα αντανακλαστικά των κυβερνήσεων στα αιτήματα των μέσων ενημέρωσης ήταν κι εκεί άμεσα. Το 1998 στην Αγγλία καταργήθηκε η ρήτρα μη ευθύνης για παιδιά 10 έως 13 ετών, επιτράπηκε από την ηλικία των 10 ετών η υπαγωγή των προεφήβων σε καθεστώς ελεγχόμενης ελευθερίας και επιβλήθηκε από την ηλικία των 12 ετών η κράτηση για λόγους αντικοινωνικής συμπεριφοράς. Οι ομοιότητες με τις πρόσφατες εξαγγελίες του υπουργείου Δικαιοσύνης για αυστηροποίηση των διατάξεων για την ποινική ευθύνη των ανηλίκων και των γονιών τους είναι προφανείς. Η νεανική παραβατικότητα, που εναποτίθεται εύκολα στην ατομική και οικογενειακή ευθύνη, είναι στην πραγματικότητα αποτέλεσμα της διοχέτευσης αξιών και συμπεριφορών με επίκεντρο τον ατομισμό, της πλήρους εμπορευματοποίησης, της αποφυγής της δύσκολης πραγματικότητας μέσα από κάθε είδους εξάρτηση, της ιδέας του εύκολου κέρδους, παθογένειες που αναπαράγονται και διαχέονται από τα μέσα επικοινωνίας και το διαδίκτυο με την κρατική ανοχή και αδιαφορία. Στον γονιό που συνθλίβεται από την εργασιακή ανασφάλεια, τη 12ωρη εργασία, τη σωματική και ψυχική εξάντληση, που του στερείται η δυνατότητα πραγματικής ανατροφής του παιδιού του, φορτώνουμε και την ποινική ευθύνη για παραμέληση εποπτείας του ανηλίκου και μάλιστα με αυστηρότερες ποινές. Ιδια συνταγή ακολουθήθηκε στην επιχειρούμενη αυστηροποίηση του νόμου για την ενδοοικογενειακή βία. Συνεχής προβολή από τα μέσα ενημέρωσης περιστατικών από το αστυνομικό δελτίο, δημιουργία κλίματος φόβου, αντιεπιστημονική προσέγγιση, διαστρέβλωση των γεγονότων μέχρι το σημείο να φτάσει να "απαιτεί" η ουσιαστικά απληροφόρητη κοινή γνώμη την αυστηροποίηση του νόμου και την χωρίς ουσιαστικές εγγυήσεις καταδίκη των κατηγορουμένων. Εξαγγέλλεται η επαναφορά στο καθεστώς της προφυλάκισης που καταργήθηκε πριν από μισό αιώνα περίπου και μάλιστα όχι μόνο για κακουργήματα αλλά και για πλημμελήματα, η απευθείας παραπομπή στο ακροατήριο, η συζήτηση της υπόθεσης χωρίς την παρουσία του/της καταγγέλλοντος/ουσας, η έκτιση της ποινής χωρίς μετατροπή και αναστολή. Κάθε νηφάλια φωνή που επιχειρεί να θέσει τα ζητήματα στην πραγματική τους διάσταση καταγγέλλεται ως υποστηρικτική των δραστών και απομονώνεται».