Στην πρώτη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου του στον Λευκό Οίκο, ο Αμερικανός Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε ότι έχει αποφασίσει να επιβάλει τελωνειακούς δασμούς ύψους 25% στα προϊόντα της ΕΕ «σύντομα».
Πρόκειται για το ίδιο ύψος δασμών που είναι πιθανό να επιβληθεί επίσης στα καναδικά και μεξικανικά προϊόντα από τις αρχές Απρίλη - μετά την προσωρινή αναστολή της σχετικής απόφασης που έχει ήδη εξαγγείλει η Ουάσινγκτον.
Με τον γνωστό κυνικό του τρόπο, ο Τραμπ είπε ότι «η ΕΕ σχεδιάστηκε για να προκαλεί μπελάδες στις ΗΠΑ».
Σημείωσε ακόμα ότι οι ΗΠΑ θα επενδύσουν στην Κίνα, και ότι θέλει να επενδύσει και η Κίνα στις ΗΠΑ. «Θα έχουμε μια καλή σχέση με την Κίνα», ανέφερε, επαναλαμβάνοντας ότι έχει «σπουδαία σχέση» με τον Κινέζο Πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ.
Ειπώθηκε επίσης ότι θα υπάρξει επιβολή δασμών και στις εισαγωγές χαλκού, διότι πρόκειται για «μέταλλο κρίσιμης σημασίας», του οποίου «ο εφοδιασμός είναι απαραίτητος για την εθνική μας ασφάλεια» αλλά «ο κατακλυσμός ξένου χαλκού στην αμερικανική αγορά κατάφερε ισχυρό πλήγμα στην εθνική παραγωγή».
Σύμφωνα με τον υπουργό Εμπορίου Χάουαρντ Λάτνικ, η σχετική έρευνα που θα ξεκινήσει θα ασχοληθεί με το «αν υπάρχει ανάγκη να εφαρμοστούν δυνητικοί τελωνειακοί δασμοί», καθώς «αμερικανικές βιομηχανίες εξαρτώνται από τον χαλκό και θα έπρεπε να έχουν τη δυνατότητα να τον προμηθεύονται στις ΗΠΑ όλες ανεξαιρέτως». Υποστήριξε ακόμα ότι «οι δασμοί θα μπορούσαν να επιτρέψουν να ανοικοδομηθεί η βιομηχανία χαλκού μας, αν αυτό αποδεχθεί απαραίτητο, και να ενισχυθεί η εθνική άμυνά μας» και ότι «όπως οι βιομηχανίες μας στον χάλυβα και στο αλουμίνιο, η μεγάλη μας βιομηχανία χαλκού έχει αποδεκατιστεί από παγκόσμιους παίκτες που επιτίθενται στην εγχώρια παραγωγή μας (...) ήρθε η ώρα ο χαλκός να γυρίσει σπίτι».
Από τη δική του πλευρά ο Πίτερ Ναβάρο, σύμβουλος του Τραμπ για το Εμπόριο, εστίασε ανοιχτά στην Κίνα, λέγοντας ότι «χρησιμοποιεί εδώ και πολύ καιρό την υπερπαραγωγή ως οικονομικό όπλο για να κυριαρχεί σε παγκόσμιες αγορές και να θέτει συστηματικά σε κίνδυνο ανταγωνιστές της, και κατόπιν να εδραιώνει τη δεσπόζουσα θέση της σε κάθε αγορά αφού ο ανταγωνισμός καταρρεύσει», ενώ ισχυρίστηκε ότι οι ΗΠΑ κατέχουν σήμερα αποθέματα χαλκού που συγκαταλέγονται στα μεγαλύτερα του κόσμου, αλλά το «δυναμικό» της χώρας στο πεδίο αυτό παραμένει «αναξιοποίητο».
Σύμφωνα με τα κρατικά αρχεία των ΗΠΑ, η χώρα εισάγει σήμερα περίπου το 45% του χαλκού που καταναλώνει.
Το 2024 οι ΗΠΑ εισήγαγαν σχεδόν 800.000 τόνους επεξεργασμένου χαλκού, ενώ η εθνική παραγωγή τους έφτασε τους 850.000 τόνους.
Με βάση την αξία των εισαγωγών χαλκού, πρώτοι προμηθευτές προς τις ΗΠΑ την περασμένη χρονιά ήταν κατά σειρά η Χιλή, ο Καναδάς, το Μεξικό, το Περού, η Γερμανία, η Νότια Κορέα και η Κίνα.
Οσον αφορά την παγκόσμια παραγωγή χαλκού, την πρώτη πεντάδα συγκροτούν Χιλή, Περού, ΛΔ Κονγκό, Κίνα και ΗΠΑ.
Ο χαλκός ως μετάλλευμα χρησιμοποιείται σε πολλούς τομείς της βιομηχανίας, από την αεροναυπηγική μέχρι την ηλεκτροκίνηση και από την παραγωγή ηλεκτρικών καλωδίων μέχρι την παραγωγή στρατιωτικού λογισμικού.
Επικαλούμενο αξιωματούχο του Λευκού Οίκου, το «Reuters» μετέδωσε ότι το αμερικανικό υπουργείο Ενέργειας κατατάσσει τον χαλκό ως κρίσιμο υλικό μακροπρόθεσμα, εξαιτίας της αυξανόμενης αξίας του στην παραγωγή τεχνολογιών που χρησιμοποιούνται για την αξιοποίηση της ηλιακής ενέργειας και για την παγκόσμια ηλεκτροδότηση, παρατηρώντας ότι είναι το δεύτερο σε ευρεία χρήση υλικό που χρησιμοποιούν αμερικανικές πλατφόρμες όπλων. Ο ίδιος αξιωματούχος συμπλήρωσε ότι με βάση τις αυξανόμενες ανάγκες σε ηλεκτροκίνηση αλλά και σε ενεργοβόρες εφαρμογές Τεχνητής Νοημοσύνης, «οι ΗΠΑ δεν θα μπορέσουν να αναπτύξουν την κατάλληλη ικανότητα τήξης και επεξεργασίας του χαλκού, εκτός αν εφαρμοστεί μια λογική βεβαιότητα της μακροχρόνιας εμπορικής προστασίας στον τομέα».