Εμμ. Ξάνθος1
Το φθινόπωρο του 1814, πιθανότατα στα μέσα του Σεπτέμβρη, ιδρύθηκε στην Οδησσό της Νότιας Ρωσίας, από δύο άσημους εμπορευόμενους κι έναν διανοούμενο, η Φιλική Εταιρεία. Ιδρυτές ήταν ο Νικόλαος Σκουφάς από το Κομπότι της Αρτας, ο Εμμ. Ξάνθος από την Πάτμο και ο Αθανάσιος Τσακάλωφ, διανοούμενος, γιος γουναρά από τα Γιάννενα. Η εταιρεία ήταν μια μυστική συνωμοτική οργάνωση, οργανωμένη κατά τα πρότυπα των μασονικών οργανώσεων και της οργάνωσης των καρμπονάρων της Ιταλίας, που σκοπό της είχε να οργανώσει τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων, στηριγμένο αποκλειστικά στους ίδιους τους Ελληνες που τότε ζούσαν στο πλαίσιο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο Εμμ. Ξάνθος γράφει χαρακτηριστικά2: «Απεφάσισαν οι ειρημένοι να επιχειρισθώσι τη σύστασιν τοιαύτης Εταιρείας και να εισάξωσιν εις αυτήν όλους τους εκλεκτούς και ανδρείους των ομογενών, διά να ενεργήσωσι μόνοι των ό,τι ματαίως και προ πολλού χρόνου ήλπιζον από τη φιλανθρωπίαν των χριστιανών βασιλέων».
Και οι τρεις ιδρυτές της εταιρείας δεν ανακατεύονταν για πρώτη φορά με την επαναστατική δράση. Ο Ξάνθος γράφει στα απομνημονεύματά του3 ότι το 1813 είχε γίνει μέλος της εταιρείας Ελεύθερων Τεκτόνων (μασόνων) στην Αγία Μαύρα. Ο Ν. Σκουφάς είχε μυηθεί στις επαναστατικές ιδέες της εποχής από τον έμπορο Κωνσταντίνο Ράδο, που είχε σπουδάσει στο πανεπιστήμιο της Πίζας και είχε με τη σειρά του μυηθεί στον καρμποναρισμό. Τέλος, ο Τσακάλωφ υπήρξε ιδρυτικό μέλος, το 1809 στο Παρίσι, της εταιρείας «Ελληνόγλωσσον Ξενοδοχείον» και πιθανόν να ήταν κι αυτός επηρεασμένος από τις ιδέες του Ράδου, με τον οποίο ήσαν συμπατριώτες και φίλοι4.
Μια τρίτη εταιρεία ήταν η «Φιλόμουσος Εταιρεία», την ίδρυση της οποίας (1813) ευνόησε η Μεγάλη Βρετανία, επιδιώκοντας να θέσει υπό τον έλεγχό της το ελληνικό εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα. Γρήγορα όμως αυτή η εταιρεία, ύστερα από χειρισμούς του υπουργού Εξωτερικών του τσάρου Ι. Καποδίστρια, βρέθηκε κάτω από ρωσική επιρροή, αλλά δεν κατέστη δυνατό να ελεγχθεί απολύτως από τους Ρώσους. Οπως ο ίδιος ο Καποδίστριας γράφει στα απομνημονεύματά του8 «της εν Ελλάδι αποκληθείσης Φιλομούσου Εταιρείας, ης την φύσιν μετέπειτα ανήσυχοι και ταραχοποιοί άνθρωποι απεπειράθησαν να διαστρέψουν συνδυάζοντες αυτήν προς αρχαιοτέρας εταιρείας ιδρυθείσας υπό του Ρήγα».
Ας δούμε τώρα με περισσότερες λεπτομέρειες το χαρακτήρα της Φιλικής Εταιρείας.
Η Φιλική Εταιρεία, όπως προαναφέραμε, ήταν επηρεασμένη από τις μασονικές οργανώσεις και τους καρμπονάρους. Δεν επρόκειτο για κάτι το αφύσικο. Από επαναστατική - πολιτική και οργανωτική άποψη, αυτές οι οργανώσεις ήταν ό,τι καλύτερο είχε να παρουσιάσει η εποχή εκείνη. Ομως, οι Φιλικοί δεν αντέγραψαν τις ξένες οργανώσεις κατά γράμμα. Οπως γράφει ο Γ. Κορδάτος9 και όπως ήταν λογικό να γίνει, οι τρεις ιδρυτές της εταιρείας έφτιαξαν την οργάνωσή τους «κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να προσαρμόζεται στις ελληνικές συνθήκες».
Η Φιλική Εταιρεία έλαβε υπόψη της και την πείρα των ελληνικών εταιρειών που είχαν προηγηθεί. Το γεγονός, όμως, ότι η εποχή στην οποία εμφανίστηκε ήταν εποχή αναδίπλωσης των αστικών επαναστάσεων επηρέασε το πολιτικό της πρόγραμμα. Ετσι, δεν είχε τον κοινωνικό ριζοσπαστισμό της εταιρείας του Ρήγα. Στο πρόγραμμά της, προείχε η Εθνική Απελευθέρωση ως προϋπόθεση για τις κοινωνικές μεταρρυθμίσεις που θα ακολουθούσαν. Ταυτόχρονα, οι Φιλικοί είχαν απολύτως συνειδητοποιήσει ότι το έργο αυτής της απελευθέρωσης θα ήταν κυρίως έργο των υπόδουλων Ελλήνων, που δεν είχαν να περιμένουν πολλά πράγματα από τους ξένους. Στο απόσπασμα από τα απομνημονεύματα του Ξάνθου που παραθέσαμε στην αρχή, η αντίληψη αυτή είναι ξεκάθαρη και την επιβεβαιώνει και ο Κολοκοτρώνης στα απομνημονεύματά του που γράφει χαρακτηριστικά10: «Είδα τότε ότι, ό,τι κάμωμε, θα το κάμωμε μοναχοί και δεν έχομε ελπίδα καμία από τους ξένους».
Αναφέραμε στην αρχή ότι η εταιρεία ήταν μυστική - συνωμοτική. Οπως όλες ο συνωμοτικές, επαναστατικές εταιρείες, λειτουργούσε με αυστηρούς συνωμοτικούς κανόνες. Είχε σημάδια και λέξεις για να αναγνωρίζονται τα μέλη της, για την επικοινωνία χρησιμοποιούνταν επιστολές κρυπτογραφικού χαρακτήρα11 και όσοι πρόδιδαν στον εχθρό τα μυστικά της ή ήσαν ύποπτοι για προδοσία εκτελούνταν αμέσως12. Παρ' όλα αυτά, ο συνωμοτισμός της ήταν περιορισμένος, με την έννοια ότι δεν επρόκειτο για μια κλειστή, στενή οργάνωση, αλλά, αντίθετα, για μια οργάνωση πλατιά, μαζική.
«Είναι πολύ αξιοσημείωτο το γεγονός - γράφει ο Ο. Μπ. Σπαρό13 - ότι αντίθετα από τις στενές επαναστατικές οργανώσεις του τύπου των Ιταλών καρμπονάρων, που ήταν πολύ διαδομένες τότε σε μια σειρά δυτικοευρωπαϊκές χώρες, η "Εταιρεία" έγινε στην ουσία μαζική, πανεθνική οργάνωση, προορισμένη να ξεσηκώσει σε εξέγερση όλο τον ελληνικό λαό. Οι ιδρυτές της απαρνήθηκαν τη συνωμοτική τακτική και προσπαθούσαν να προσελκύσουν στην Εταιρεία όσο το δυνατόν πολλά μέλη από τα πιο διαφορετικά στρώματα της ελληνικής κοινωνίας». Την πρόθεση των ιδρυτών και ηγετών της Φιλικής Εταιρείας να αποκτήσει η οργάνωσή τους μαζικό χαρακτήρα την επιβεβαιώνει και ο Ν. Υψηλάντης, ο οποίος γράφει στα απομνημονεύματά του ότι οι βασικές αρχές της Εταιρείας «γράφτηκαν σε μία κακή τετριμμένη διάλεκτο της ελληνικής, για να είναι κατανοητές και από τον τελευταίο τσοπάνο»14.
Η Εταιρεία οργάνωνε τα μέλη της με προσεκτικό τρόπο και τα κατέτασσε με βάση την εσωτερική της διαβάθμιση κατά την οποία ήταν δομημένη. Σύμφωνα με όσα γράφει ο Ι. Φιλήμων15 η διαβάθμιση των μελών περιελάμβανε επτά βαθμούς: Το βαθμό των Βλάμηδων (αδελφοποιητοί), το βαθμό των Συστημένων, το βαθμό των Ιερέων, το βαθμό των Ποιμένων, το βαθμό των Αρχιποιμένων, το βαθμό των Αφιερωμένων και το βαθμό των Αρχηγών των Αφιερωμένων. Κατώτερος βαθμός ήταν αυτός των Βλάμηδων, τον οποίο και ελάμβαναν τα μέλη της εταιρείας που δε γνώριζαν γράμματα και ανώτερος αυτός των Αρχιποιμένων. Επίσης από τους επτά αυτούς βαθμούς, οι δύο τελευταίοι θεωρούνταν στρατιωτικοί και καθιερώθηκαν αργότερα16.
Οσοι έμπαιναν στην Εταιρεία έδιναν όρκο. Εχει μάλιστα ενδιαφέρον να αναφέρουμε ότι ο όρκος αυτός, ακόμη και ο όρκος για τον πρώτο βαθμό των Βλάμηδων, ήταν απομακρυσμένος από τον χριστιανικό όρκο. Για την ακρίβεια, δινόταν όρκος στο «Υπέρτατο Ον», που ως ορολογία παραπέμπει στον τεκτονισμό, αλλά και στη λατρεία του υπέρτατου όντος κατά τη Γαλλική Επανάσταση17. Το γεγονός αυτό, καθώς και άλλα που συνδέονται με τη διαδικασία της κατήχησης των μελών, έκαναν τον Σπ. Τρικούπη - που δεν αντιλαμβανόταν το βαθμό απελευθέρωσης από τη θρησκεία που επέφεραν οι αστικές επαναστατικές ιδέες - να γράφει ότι η κατήχηση στην Εταιρεία, από τη θρησκευτική της πλευρά, «ήταν ένα τερατώδες μείγμα αλήθειας και ψεύδους, ευσέβειας και ασέβειας»18.
Μέχρι το 1817, η ανάπτυξη της Φιλικής Εταιρείας ήταν ελάχιστη. Ολα κι όλα τα μέλη της ήταν 4219. Ομως από το 1818 και μετά, που μετέφερε την έδρα της στην Κωνσταντινούπολη, αναπτύχθηκε ραγδαία. «Τότε - γράφει ο Γ. Ζέβγος20 - ανέπτυξε πλατιά δράση και στις γραμμές της μπαίνουν χιλιάδες άνθρωποι απ' όλα τα στρώματα του έθνους, Φαναριώτες, κληρικοί, κοτζαμπάσηδες, έμποροι, λόγιοι, κλέφτες, γυρολόγοι. Η σύνθεσή της γίνεται ολότελα ανομοιογενής». Ο Βουρνάς σημειώνει21 ότι η εξέλιξη αυτή είχε ως αποτέλεσμα μέσα στην εταιρεία να δημιουργηθούν τρεις τάσεις ή ρεύματα: Το αστικοδημοκρατικό που στηριζόταν στις λαϊκές μάζες και στην προοδευτική μερίδα της αστικής τάξης, το συντηρητικό - συμβιβαστικό, που στηριζόταν στη συντηρητική μερίδα των αστών, οι οποίοι συνεργάζονταν με τους κοτζαμπάσηδες και τον ξένο παράγοντα, κυρίως την Αγγλία, και το αντιδραστικό ρεύμα, το οποίο αποτελούσαν τα φεουδαρχικά στοιχεία της κοινωνίας, που μπήκαν στην επανάσταση για να την ελέγξουν, για να εμποδίσουν το ριζοσπαστισμό της και να παραμερίσουν από τα κέντρα αποφάσεων το λαϊκό στοιχείο. Ανεξαρτήτως αν αυτός ο χωρισμός είναι περισσότερο ή λιγότερο σχηματικός, η ιστορία έχει απαντήσει ως προς την κατάληξη που είχε η Φιλική Εταιρεία και η ελληνική Επανάσταση γενικότερα. Η συντηρητική - συμβιβαστική πλευρά, σε συμμαχία με τη φεουδαρχική αντίδραση και τους ξένους, παραμέρισε τις λαϊκές - προοδευτικές δυνάμεις και εμπόδισε την εφαρμογή ενός ολοκληρωμένου επαναστατικού αστικοδημοκρατικού προγράμματος στη χώρα, ύστερα από την απελευθέρωση και τη δημιουργία ελληνικού κράτους.
Παρά την εξέλιξη που είχε η ελληνική επανάσταση, η Φιλική Εταιρεία πρόσφερε ανεκτίμητη υπηρεσία στον αγώνα του ελληνικού λαού για την εθνική του απελευθέρωση. Οργάνωση της Επανάστασης την αποκαλεί, πολύ εύστοχα, ο Δ. Φωτιάδης22, ενώ ο Γ. Ζέβγος γράφει23: «Το έργο της ''Φιλικής Εταιρείας'' αποτελεί μία από τις λαμπρότερες ιστορικές δημιουργίες του ελληνικού λαού... Οι Φιλικοί στηρίχτηκαν με πλέρια συνέπεια στις λαϊκές δυνάμεις και ζήτησαν αρχηγούς και κηδεμόνες στα προνομιούχα στρώματα. Δεν πήγαν προς τη δυτική Ευρώπη να ζητήσουν συμμάχους στις επαναστατικές δυνάμεις της εποχής τους. Στράφηκαν προς τον τσαρισμό. Αυτά τα λάθη τους είχαν ολέθρια επίδραση στην πορεία και έκβαση της υπόθεσής τους, δίχως αυτό να μειώνει την ιστορική σημασία του μεγάλου τους έργου».
1 Εμμ. Ξάνθου: «Απομνημονεύματα περί της Φιλικής Εταιρείας», στη σειρά «Απομνημονεύματα αγωνιστών του '21», εκδόσεις «Κοσμαδάκη», τόμος 4ος, σελ. 163
2 Εμμ. Ξάνθου, στο ίδιο, σελ. 141
3 Εμμ. Ξάνθου, στο ίδιο, σελ. 138 - 140
4 «Ιστορία του Ελληνικού Εθνους», «Εκδοτική Αθηνών», τόμος ΙΒ, σελ. 12 - 13
5 Ι. Φιλήμονος: «Δοκίμιον Ιστορικόν περί της Φιλικής Εταιρείας», πρώτη έκδοση Ναύπλιο 1834, ανατύπωση εκδόσεις «Κουλτούρα», σελ. 77 - 78
6 Ο. Μπ. Σπαρό: «Η Ελληνική Επανάσταση και η Ρωσία 1821 - 1829», εκδόσεις «ΜΠΑΫΡΟΝ», σελ. 33 - 34
7 Τ. Βουρνά: «Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας - 1821 - 1909», εκδόσεις «Τολίδη», σελ. 60
8 Ι. Καποδίστρια: «Απομνημονεύματα», εκδόσεις «ΜΠΑΫΡΟΝ», σελ. 59
9 Γ. Κορδάτου: «Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας», εκδόσεις «20ός αιώνας», τόμος Χ, σελ. 27.
10 Θ. Κολοκοτρώνη: «Απομνημονεύματα», εκδόσεις «ΜΕΡΜΗΓΚΑΣ», σελ. 275
11 Ι. Φιλήμονος, στο ίδιο, σελ. 142 - 143
12 Γ. Κορδάτου, στο ίδιο, σελ. 32
13 Ο. Μπ. Σπαρό, στο ίδιο, σελ. 34
14 «Απομνημονεύματα του Πρίγκηπος Νικολάου Υψηλάντη», εκδόσεις «ΚΕΔΡΟΣ», σελ. 103.
15 Ι. Φιλήμονος, στο ίδιο σελ. 144.
16 Εμμ. Ξάνθου, στο ίδιο, σελ. 142 και Σπ. Τρικούπη: «Ιστορία της ελληνικής Επανάστασης», εκδόσεις «Νέα Σύνορα», τόμος Α` σελ. 37
17 «Ιστορία του Ελληνικού Εθνους», «Εκδοτική Αθηνών», τόμος ΙΑ, σελ. 427
18 Σπ. Τρικούπη: «Ιστορία της ελληνικής Επανάστασης», εκδόσεις «Νέα Σύνορα», τόμος Α`, σελ. 38.
19 «Ιστορία του Ελληνικού Εθνους», «Εκδοτική Αθηνών», τόμος ΙΑ, σελ. 429
20 Γ. Ζέβγου: «Σύντομη μελέτη της νεοελληνικής ιστορίας», εκδόσεις «ΤΑ ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ ΑΕ», Αθήνα 1945, τόμος Α` σελ. 47
21 Τ. Βουρνά, στο ίδιο σελ. 66
22 Δ. Φωτιάδη: «Η Επανάσταση του '21», εκδόσεις «Μέλισσα», τόμος 1ος, σελ. 233
23 Γ. Ζέβγου, στο ίδιο, σελ. 49