Ετσι η πολιτική των συμμαχιών του κόμματος της εργατικής τάξης επιδιώκει τη συσπείρωση όλων των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων που από την άποψη των συμφερόντων τους, αντικειμενικά, πρέπει να δρουν σε μια συγκεκριμένη κατεύθυνση, αυτή της εναντίωσης στην πολιτική των μονοπωλίων και του ιμπεριαλισμού, προκειμένου με την ανάπτυξη της κοινωνικοπολιτικής πάλης να συντελούνται ανακατατάξεις, να αλλάζει ο συσχετισμός των δυνάμεων σε όφελος του λαού. Επομένως, η πολιτική συμμαχιών του κόμματος της εργατικής τάξης επιδιώκει στο κοινωνικό επίπεδο τη συμμαχία της εργατικής τάξης, με τα μικροαστικά στρώματα της πόλης και της υπαίθρου. Ταυτόχρονα στο πολιτικό επίπεδο το κόμμα της εργατικής τάξης επιδιώκει τη συνεργασία κομμάτων, πολιτικών κινήσεων, στη βάση της υπαρκτής στην κοινωνία διαχωριστικής γραμμής ανάμεσα στην άρχουσα τάξη και το λαό. Επομένως, η πολιτική των συνεργαζομένων δυνάμεων με τον ένα ή τον άλλο τρόπο βρίσκεται στην αντίπερα όχθη απ' αυτή των κομμάτων που υπηρετούν τα συμφέροντα του κεφαλαίου. Συμμαχία κοινωνικοπολιτική, λοιπόν, που στοχεύει στη διαμόρφωση ενός πόλου, που θα εκφράζει πολιτικά τα κοινά συμφέροντα της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων, βάζοντας ταυτόχρονα σε κίνηση, σε δράση, το λαό. Μια πρωτοπορία του λαϊκού κινήματος, που δεν αρκεί μόνο να κινητοποιεί το λαό για τη διεκδίκηση των συμφερόντων του, αλλά να προβάλλει την ιδέα ότι είναι αναγκαίο και ρεαλιστικό να επιβληθούν αυτά τα συμφέροντα στο επίπεδο της εξουσίας, στόχος αναπόσπαστα δεμένος με δραστική αλλαγή και ανατροπή του συσχετισμού δυνάμεων. Που διεκδικεί τη λαϊκή εξουσία. Το ΚΚΕ θεωρεί ότι μια τέτοια κοινωνικοπολιτική συμμαχία είναι το αντιιμπεριαλιστικό αντιμονοπωλιακό δημοκρατικό μέτωπο.
«Απαιτούνται προϋποθέσεις γενικότερες, όπως: η αναγέννηση του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος και άλλων βασικών κινημάτων, η τελική απόφαση για συστράτευση από σημαντικές δυνάμεις που υπάρχουν σήμερα. Ορισμένες μάλιστα είναι ακόμα κάτω από την επιρροή άλλων κομμάτων και, αν και βλέπουν καθαρά τα πράγματα, όμως δεν μπορούν να απαλλαγούν ακόμα από την αυταπάτη ότι είναι δυνατόν οι ηγεσίες των κομμάτων τους να αλλάξουν γραμμή πλεύσης.
Αυτό που μπορεί να γίνει σήμερα είναι να προωθηθούν και αναπτυχθούν επιμέρους μέτωπα, συσπειρώσεις και συνεργασίες, αρκεί βεβαίως αυτές να αντιστρατεύονται στο συγκεκριμένο ζήτημα τις επιλογές της φιλομονοπωλιακής, ιμπεριαλιστικής πολιτικής. Οι συνεργασίες και συμμαχίες γύρω από συγκεκριμένα αντιιμπεριαλιστικά αιτήματα και στόχους μπορεί να μην αποτελούν κιόλας Μέτωπο, όμως μπορούν να αποτελέσουν πεδία συσπείρωσης και δοκιμασίας, να γίνουν οι χείμαρροι και τα ρυάκια που θα οδηγήσουν και στο ίδιο το Μέτωπο.
Η διαμόρφωση επιμέρους μετώπων πάλης, με κοινωνικοπολιτικό χαρακτήρα, δίνει τη δυνατότητα να μη χαθεί η πολύτιμη σύμπραξη εκεί που συμφωνούμε, ώστε να δοκιμαστεί στην πράξη πόσο μπορεί να διευρύνουμε τη συμπαράταξη ως το ίδιο το Μέτωπο. Με τον τρόπο αυτό συγκεντρώνονται δυνάμεις χωρίς τον κίνδυνο να μετατραπεί η μεγάλη αυτή υπόθεση του Μετώπου σε μια συμμαχία που συγκολλάται ευκαιριακά, άρα είναι εκτεθειμένη από την αρχή στον κίνδυνο της διάσπασης και της αναποτελεσματικότητας. Επιταχύνονται οι διεργασίες προς το Μέτωπο, χωρίς να περιμένουμε παθητικά πότε θα ωριμάσουν στο σύνολό τους οι συνθήκες. Τα επιμέρους μέτωπα πάλης μπορούν να συσπειρώσουν ευρύτερες δυνάμεις, αφού σ' αυτά μπορεί να πάρουν μέρος δυνάμεις οι οποίες στο συγκεκριμένο ζήτημα θέλουν να δράσουν χωρίς κατ' ανάγκη να έχουν κατακτήσει μια συνολική στρατηγική αντίθεσης με τα μονοπώλια, τον ιμπεριαλισμό.
Τέτοια μέτωπα συσπείρωσης υπάρχουν, κτίζονται ή μπορούν να αναδειχτούν στα μεγάλα πεδία πάλης που ήδη είναι σε εξέλιξη».
Τι χρειάζεται να ξεκαθαρίσουμε σε σχέση με τις επιμέρους κοινωνικοπολιτικές συσπειρώσεις, τη συμμετοχή σ' αυτές ευρύτερων δυνάμεων, ανεξάρτητα από το αν αυτές οι δυνάμεις έχουν κατακτήσει μια συνολική στρατηγική αντίθεσης με τα μονοπώλια, τον ιμπεριαλισμό.
Δεν μπορεί να αποτελεί βάση συσπείρωσης, ακόμη και κοινής δράσης, το πρόβλημα, (αυτό λέει πχ η ΚΕΔΑ), αλλά η κατεύθυνση της λύσης του. Και αυτή για κάθε μέτωπο πάλης πρέπει να αντιτίθεται στην πολιτική της άρχουσας τάξης στο συγκεκριμένο μέτωπο. Για παράδειγμα, δεν μπορεί να συγκροτηθεί κοινωνικοπολιτική συσπείρωση στο μέτωπο των ιδιωτικοποιήσεων, στη βάση του αιτήματος «αποτελεσματικός δημόσιος τομέας... όπου η παρουσία του θα δημιουργεί προϋποθέσεις ανάπτυξης και του ιδιωτικού τομέα» (ΣΥΝ). Αντικειμενικά ένας τέτοιος στόχος σημαίνει συσπείρωση σε πολιτική βάση που δεν αμφισβητεί την υπάρχουσα πραγματικότητα. Που συμφωνεί με τις ιδιωτικοποιήσεις, αλλά και την καπιταλιστική δράση του δημόσιου τομέα. Ούτε επίσης μπορεί να υπάρξει συσπείρωση και κοινή δράση στο αίτημα μείωση του εργάσιμου χρόνου (35ωρο), με δυνάμεις που συμφωνούν με τη μερική απασχόληση, με τις ελαστικές μορφές εργασίας (ΣΥΝ, ΚΕΔΑ, κλπ.). Γιατί με την κατάργηση του σταθερού ημερήσιου εργάσιμου χρόνου αυξάνεται η εκμετάλλευση της εργατικής τάξης. Αλλά επίσης και στο αίτημα «όχι στον πόλεμο», έτσι γενικά, χωρίς καταδίκη των δυνάμεων που κάνουν πόλεμο, των αιτιών του πολέμου (ιμπεριαλιστικό μοίρασμα του κόσμου), χωρίς στόχους πάλης που να βάζουν εμπόδια στη συμμετοχή της χώρας στους πολέμους (π.χ. σταμάτημα της λειτουργίας των βάσεων, καμιά συμμετοχή στρατού έξω από τα σύνορα, να μη γίνεται προγεφύρωμα των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων η Ελλάδα) δεν μπορεί να υπάρξει βάση κοινωνικοπολιτικής συσπείρωσης. Γιατί αντικειμενικά δεν έχει κατεύθυνση αντιπολεμική-αντιιμπεριαλιστική.
Υπάρχει θετική πείρα στο κίνημα από τη συνεργασία του ΚΚΕ με άλλες δυνάμεις, όπως στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα (ΠΑΜΕ), με ΔΗΚΚΙ, Κομμουνιστική Ανανέωση, άλλους αγωνιστές συνδικαλιστές, στο αγροτικό κίνημα με την ΠΑΣΥ, στο αντιπολεμικό κίνημα, αλλά και πρόσφατα στην Αυτοδιοίκηση. Αυτή η θετική πείρα μπορεί να αποτελέσει μπούσουλα για τη συγκρότηση των κοινωνικοπολιτικών συσπειρώσεων, τη διεύρυνσή τους, στην κατεύθυνση εναντίωσης στην κυρίαρχη πολιτική έτσι που να δημιουργούνται προϋποθέσεις για τη μεγάλη κοινωνικοπολιτική συμμαχία, το λαϊκό μέτωπο πάλης.