Το ανεξόφλητο υπόλοιπο των κάθε είδους καταναλωτικών δανείων υπερπενταπλασιάστηκε στην περίοδο 1994-1999
Του λόγου το αληθές, ότι έγιναν δυσμενέστερα για τους δανειολήπτες - καταναλωτές τα τραπεζικά δάνεια, βεβαιώνει το γεγονός ότι ο ρυθμός μείωσης των επιτοκίων στις διάφορες κατηγορίες καταναλωτικών δανείων (προσωπικά, πιστωτικές κάρτες, εορτοδάνεια κλπ.) ήταν πολύ πιο αργός σε σχέση με τη μείωση τόσο των επιτοκίων καταθέσεων όσο και του πληθωρισμού.
Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι ενώ το Γενάρη του 1995 τα επιτόκια καταναλωτικών δανείων (πιστωτικές κάρτες) ήταν 66,6% μεγαλύτερα από τον πληθωρισμό και περίπου 82,5% συγκριτικά με τα επιτόκια καταθέσεων ταμιευτηρίου, σήμερα τα επιτόκια καταναλωτικών δανείων είναι 477% πάνω από τον πληθωρισμό και περίπου 120% πάνω από τα επιτόκια καταθέσεων. Ανάλογα, διευρύνθηκε το χάσμα ανάμεσα στα επιτόκια αγροτικών και βιοτεχνικών δανείων, σε σχέση με τον πληθωρισμό και τα επιτόκια καταθέσεων.
Η εκρηκτική άνοδος των καταναλωτικών δανείων από τις τράπεζες - με όποιους κινδύνους συνεπάγεται αυτό για τα πλατιά λαϊκά στρώματα - δε φαίνεται να ανησυχεί τους τραπεζίτες, που, μεθυσμένοι από την εκρηκτική άνοδο της κερδοφορίας των τραπεζών, παροτρύνουν τους εργαζόμενους σε νέα δάνεια. Ετσι, στο κυνήγι του κέρδους, έφτασαν στο σημείο να καλούν τους εργαζόμενους και όσους θέλουν, αλλά δεν έχουν την «πολυτέλεια» να βελτιώσουν τη ζωή τους, να συνάψουν δάνεια από τις τράπεζες, προκειμένου να αποκτήσουν από ακριβά ρούχα και παπούτσια (για να... «ρίξουν δυο τρίμετρες θεές» όπως λέει και η διαφήμιση εμπορικής τράπεζας που διαφημίζει την πιστωτική της κάρτα) μέχρι έπιπλα, αυτοκίνητα ή ακόμη για να αγοράσουμε... μετοχές!
Η έξαρση που παρατηρείται στις χορηγήσεις καταναλωτικών δανείων δεν είναι καθόλου άσχετη με τις σημαντικές απώλειες που έχει προκαλέσει μέχρι σήμερα στα λαϊκά εισοδήματα - και συνεχίζει να προκαλεί - η αντιλαϊκή εισοδηματική και γενικότερη οικονομική μονόπλευρης λιτότητας, που εφαρμόζει η κυβέρνηση στο όνομα του Μάαστριχτ, της ΟΝΕ και της «σύγκλισης» με τις άλλες χώρες - μέλη της ΕΕ. Η πολύχρονη και πολύμορφη αντιλαϊκή πολιτική μονόπλευρης λιτότητας, που ανάγκασε και συνεχίζει να αναγκάζει όλο και περισσότερα νοικοκυριά να προσπαθούν να αντισταθμίσουν τις απώλειες της αγοραστικής τους δύναμης με αύξηση του δανεισμού από τις τράπεζες.