Σάββατο 18 Οχτώβρη 2003
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 40
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΑ
Στο καφενείο

«Αν βρείτε μες στα πέρατα του

κόσμου άλλο έργο / να 'ναι ρωμαλεότερο

απ' τον Παρθενώνα / εμέ να με

κρεμάσετε, ο Φλομπέρ αναφωνάζει».

(Βασίλης Λαμνάτος)

Εκλαιγε μ' αναφιλητά γιατί ήξερε ποιος ήταν πριν από πέντε χρόνια. Τώρα ήταν άνεργος μακράς διαρκείας. Ακουγε πως «αυξήθηκε» το κατά κεφαλήν εισόδημα για τη «Συνθήκη του Αμστερνταμ». Ανατρίχιαζε. Ενιωθε σαν τα σκυλιά της Ανταρκτικής στους πάγους: «Ασε αυτό το σκυλί να χαθεί, μην ασχολείστε»! Εχει ήδη χαθεί! Τα επόμενα «σκυλιά» σέρνουν το «άροτρο» της παραγωγής. Κάθε δεκαπέντε του μηνός παρουσιαζόταν στο ταμείο ανεργίας μπας και βρεθεί δουλιά! Πατούσε, σύμφωνα με τις οδηγίες των κομπιούτερ, τα πλήκτρα για πληροφορίες του ΟΑΕΔ, χωρίς αποτέλεσμα όμως. Πρόβλημα άλλοτε η ηλικία, η ειδικότητα. Αλλοτε ανύπαρκτες καταγραφές, όχι μόνο γι' αυτόν, αλλά και για πολλούς άλλους, όπως το κουβέντιαζαν στο καφενείο του Περάματος. Ολοι στον ίδιο παρονομαστή: Είτε με φόρμα, είτε χωρίς φόρμα. Ιδιος ο πόνος της ανεργίας. Δεν είχε κολλήσει κανένα ένσημο από δουλιές της Βιομηχανικής Ζώνης του Θριάσιου, της Ναυπηγοεπισκευαστικής Ζώνης με τα πολλά ατυχήματα των ανασφαλίστων, της μαύρης εργασίας. Από το πρωί στο καφενείο για ό,τι εργασία. Τίποτε! Το νοίκι απλήρωτο. Πέντε μήνες. Οι άνθρωποι έδειχναν κατανόηση. Ηταν κι αυτοί βιοπαλαιστές. Πολλές φορές τον καλούσαν στο Εθνικό Παρατηρητήριο της Ανεργίας (ΟΑΕΔ) για συνεντεύξεις. Μάζευε χαρτιά, δικαιολογητικά, βιογραφικά, πτυχία προϋπηρεσίας, σεμινάρια μιας ζωής - σχεδόν είκοσι χρόνων. Μια ζωή «ζύγιζε» όσο ένας αδύνατος άνθρωπος, δίχως καλή διατροφή και θαλπωρή. Ομως, ένιωθε «ευτυχισμένος».

Οταν παλαιότερα είχε εργασία ως υψηλόβαθμο στέλεχος με υψηλό μισθό τότε, ντυνόταν σεμνά, για να μην πληγώσει τους άλλους συνανθρώπους του: «Οπως ένα μαραμένο φύλλο που διστάζει να πηδήξει από το ψηλό κλαδί του δέντρου, μην πληγώσει το χώμα»! Για να «ξεγελάσει» το σύστημα εργασίας, ως άνεργος, άλλοτε ως απασχολήσιμος της κακιάς ώρας, ήταν πάντα ντυμένος με πολύ καλά ρούχα (παλαιά μεγαλεία), τσάντα δερμάτινη, αλά «διπλωματία»: Πρόσωπο με ιώβεια υπομονή, χαμόγελο. Της υποκρισίας καμώματα, όπως ήταν το εκμεταλλευτικό σύστημα, που τον αναπαρήγαγε. Κέρδιζε κανένα μεροκάματο. Από το πρωί μέχρι το βράδυ για τριάντα ευρώ, ή κατ' αποκοπή. Γυρνούσε διαλυμένος για ύπνο. Την άλλη μέρα ίδιες διαδρομές. Ακουμπισμένος στο τηλέφωνο για δουλιές όποτε τον θέλανε: Διορθωτής στο ατελιέ, κειμενογράφος, γραφιάς, μηχανογράφος, στον Πειραιά κάνοντας τον «εκτελωνιστή» για εμπορεύματα εισαγωγής. Ολο άκουγε ότι υπάρχουν «νέες θέσεις» εργασίας, υπερκέρδη τραπεζών, νέες κατευθύνσεις ειδικοτήτων. Κατέληγαν όλα στον ίδιο παρονομαστή: Δύο εκατομμύρια άνθρωποι στα όρια της εξαθλίωσης, εκατόν εξήντα χιλιάδες άστεγοι (!!!), εξακόσιες χιλιάδες άνεργοι, στην Ελλάδα. Ολα στα πλαίσια της ΕΕ. Προσπαθούσε να αναλύσει όλον αυτόν τον κόσμο της «ευημερίας» σαν λογικό διάγραμμα ενός ηλεκτρονικού υπολογιστή. Κατέληγε στην ίδια αρχή, στο ίδιο τέλος: Ανθρωπος - εκμετάλλευση. Ετσι, δεν υπήρχε κανένα κενό λογικής, όπως λένε οι αναλυτές στην Πληροφορική. Ενιωθε καλά με τη συνείδησή του. Δεν είχε βρεθεί ποτέ σε γραφεία βουλευτών για «υποσχέσεις» προς τακτοποίηση: «Είχε την υπερηφάνεια των πληβείων», όπως έλεγε ο Μαρξ! Αντλούσε την αισιοδοξία του από την αγάπη των ανθρώπων της λαϊκής αγοράς.

Αλλοτε έβλεπε όνειρα, ότι ήταν αδιάβαστος στις εξετάσεις! Είχε διαβάσει βιβλία όλων των ειδών (πάνω από πεντακόσια θεμελιώδη, για να μη μας ξεγελάει το σύστημα, έλεγε ο Μοντεσκιέ). Μέχρι το «Τέλος της εργασίας» του Ρίφκιν. Κι όμως, ξυπνούσε το πρωί ευδιάθετος, έτοιμος για ανατροπές/ ρήξεις με το σύστημα. Μονολογούσε: «Αυτοί του κεφαλαίου χαίρονται με τις "κηδείες μας". Αλλά, όσο κρατήσει η λαίλαπα, ο μόνος δρόμος είναι η ταξική πάλη».


Παναγιώτης ΚΑΡΑΒΑΣΙΛΗΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ