Φαίνεται ότι η κυβέρνηση σταματά στο τελευταίο σκαλοπάτι της σκάλας του κακού, αναλογιζόμενη τις συνέπειες ενός τέτοιου εγχειρήματος που υπήρξαν εναντίον των Ιταλών. Ομως, ουδείς μπορεί να αποκλείσει μια πιθανή ελληνική στρατιωτική αποστολή στο Ιράκ μετά τις επικείμενες εκλογές, όταν η νέα κυβέρνηση θα προέρχεται αναβαπτισμένη από «πρόσφατη λαϊκή εντολή». Το ζήτημα, επομένως, ενός ανοιχτού μετώπου έναντι όλων των πολιτικών δυνάμεων και η απαίτηση για μια καθαρή δημόσια θέση τους στην προεκλογική περίοδο αποτελεί βασικό χρέος για το κίνημα ειρήνης. Αλλωστε, το ζήτημα της πολεμικής κατοχής του Ιράκ και της αναπτυσσόμενης αντίστασης του λαού του δείχνει να μακραίνει σε χώρο και χρόνο και να γίνεται μόνιμη διελκυστίνδα των γραπτών και άγραπτων υποχρεώσεων της Ελλάδας στην ευρωατλαντική συμμαχία.
Το ζήτημα του μισθοφορικού στρατού, ιδιαίτερα στο πλαίσιο της εξαγωγής του σε τρίτες χώρες, μπορεί αυτήν τη στιγμή να μην μπαίνει πρακτικά στην ημερήσια διάταξη των προβλημάτων των Ελλήνων. Ισως ακόμη να μοιάζει με αποστολή ...οικοδόμων, που χτίζουν σπίτια και γεφύρια στο Αφγανιστάν. Ομως, η διαφαινόμενη ανάπτυξη της Λαϊκής Αντίστασης στον ευρύ χώρο της Μέσης Ανατολής θα γίνει φωτιά, που θα καίει κάθε σκέψη αποστολής στρατεύματος. Οι Ελληνες εργαζόμενοι θα υποχρεωθούν να αντιμετωπίσουν τα τεράστια καθημερινά έξοδα που δημιουργούνται από αυτές τις εκστρατείες. Αυτό, με τη σειρά του, θα θέσει το ευρύτερο ζήτημα των μισθοφόρων σε εθνική διάσταση. Η όποια ελληνική κυβέρνηση δε θα μπορεί να κρύβεται. Δε θα μπορεί, δηλαδή, με τα «Αβακς» να κατασκοπεύει το γιουγκοσλαβικό έδαφος και να δείχνει στόχους με το δάχτυλο του «κατοχικού καταδότη». Ούτε θα μπορεί να χειρίζεται μυστικά κονδύλια τεράστιων στρατιωτικών δαπανών πέρα από τα ελληνικά σύνορα.
Η σύγκρουση στη Μέση Ανατολή, που κρατά από τον καιρό της αγγλικής, γαλλικής και γερμανικής αποικιοκρατίας, θα συνεχίσει τη μακρόσυρτη πορεία της, όσο ο πλανήτης θα δοκιμάζεται από την αντίφαση μεταξύ κεφαλαίου και εργατικής δύναμης. Η Ελλάδα, η χώρα του ξενόδουλου και μεταπρατικού καπιταλισμού, της αστικής τάξης εθισμένης στην οικονομία της βούτας και της αρπαχτής, δείχνει να χάνεται στη λεγόμενη «παγκοσμιοποίηση», δηλαδή στην πρωτόγνωρη αύξηση της διεθνοποίησης του κεφαλαίου.
Μοναδικός δρόμος σωτηρίας της είναι η απαλλαγή της από τα πολιτικά φερέφωνα της μεταπρατικής εξουσίας. Είναι η ανάδειξη μιας μεταβατικής κυβέρνησης, που θα την απαλλάξει από την οικονομική εξάρτηση του πολυεθνικού μονοπωλιακού κεφαλαίου και από την εθνική εξάρτηση του ευρωατλαντικού ιμπεριαλισμού.