Κυριακή 1 Φλεβάρη 2004
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 22
ΔΙΕΘΝΗ
ΙΤΑΛΙΑ
Νόμος για μέσα ενημέρωσης: η «Μίντιασετ» αντεπιτίθεται

Από τις παραστάσεις του Σ. Μπερλουσκόνι κατά τις πρόσφατες δικαστικές του περιπέτειες

Associated Press

Από τις παραστάσεις του Σ. Μπερλουσκόνι κατά τις πρόσφατες δικαστικές του περιπέτειες
Οταν στα μέσα του περασμένου Δεκέμβρη ο πρόεδρος της Ιταλίας Κάρλο Αζέλιο Τσιάμπι αρνήθηκε να υπογράψει το «Νομοσχέδιο Γκάσπαρι» για τα μέσα ενημέρωσης (από το όνομα του αρμόδιου υπουργού Μαουρίτσιο Γκάσπαρι του νεο-φασιστικού κόμματος της «Εθνικής Συμμαχίας»), στέλνοντάς το πίσω στο Κοινοβούλιο, το πολιτικο-επιχειρηματικό στρατόπεδο του πρωθυπουργού Σίλβιο Μπερλουσκόνι αναστατώθηκε. Το νομοσχέδιο μεταξύ άλλων προέβλεπε την ανατροπή δικαστικής απόφασης που καλούσε την εταιρία «Μίντιασετ» (ιδιοκτησίας του πρωθυπουργού) να μετατρέψει το τηλεοπτικό κανάλι «Rete-4» σε δορυφορικό. Η εταιρία διαθέτει τρία τηλεοπτικά κανάλια και το συνολικό μερίδιο της στην «πίτα» των εσόδων των μέσων ενημέρωσης ξεπερνάει το 30%, πράγμα που σύμφωνα με νόμο του 1997 είναι παράνομο. Στη βάση αυτού του νόμου, το Συνταγματικό Δικαστήριο είχε αποφασίσει το 2002, ότι η «Μίντιασετ» έπρεπε να «ξεφορτωθεί» ένα κανάλι μέχρι τις 31-12-2003. Η μη υπογραφή του νομοσχεδίου από τον Πρόεδρο δημιουργούσε τεράστια προβλήματα στον Ιταλό πρωθυπουργό. Αν το «Rete-4» γινόταν δορυφορικό θα έχανε περίπου 250 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο σε διαφημιστικά έσοδα, οπότε και θα είχε πρόβλημα να επιβιώσει.

Ο Μπερλουσκόνι και φίλοι του έπρεπε λοιπόν να κινηθούν γρήγορα. Η κυβέρνηση πριν το πέρας του προηγούμενου έτους κατέθεσε έκτακτη διάταξη που ανέτρεπε τη δικαστική απόφαση με στόχο τη διάσωση του καναλιού. Η διάταξη αυτή έλαβε την έγκριση της Γερουσίας τη βδομάδα που πέρασε και αναμένεται σύντομα να λάβει και την έγκριση του κάτω σώματος της Βουλής (των Αντιπροσώπων). Τα προβλήματα για τις επιχειρήσεις του πρωθυπουργού λύθηκαν για ακόμη μια φορά ως «διά μαγείας».

Στο επίκεντρο όλης αυτής της διαμάχης βέβαια βρίσκεται το διαβόητο «Νομοσχέδιο Γκάσπαρι» που, όπως πολλά νομοθετήματα του κυβερνητικού συνασπισμού, έχει στόχο να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα του Ιταλού πρωθυπουργού. Στη συγκεκριμένη περίπτωση ο στόχος είναι να μπορέσει ο Μπερλουσκόνι να αυξήσει ακόμα περισσότερο τον έλεγχό του πάνω στα μέσα ενημέρωσης.

Ο νόμος Γκάσπαρι στην ουσία αχρηστεύει όλες τις προηγούμενες διατάξεις που έθεταν όρια στον έλεγχο των μέσων ενημέρωσης. Συγκεκριμένα, το νομοσχέδιο προωθεί μια νέα ερμηνεία του όρου «μέσα ενημέρωσης» έτσι ώστε να συμπεριλαμβάνονται και μέσα στα οποία ο Μπερλουσκόνι δεν έχει συμφέροντα. Σύμφωνα με το νόμο του 1997 ως συνολικό εισόδημα των μέσων ενημέρωσης λογιζόταν τα έσοδα των τηλεοπτικών καναλιών από τις διαφημίσεις και η ετήσια συνδρομή που πληρώνουν οι Ιταλοί για την κρατική «RAI». Ο νέος νόμος προσθέτει σε αυτές τις δύο κατηγορίες το εισόδημα από ραδιοφωνικές διαφημίσεις, τις συνδρομές για τα δορυφορικά κανάλια, τις εισπράξεις των κινηματογράφων, το εισόδημα των ημερήσιων εφημερίδων, περιοδικών, σχολικών βιβλίων κλπ. Ολα αυτά θεωρούνται ως μέσα ενημέρωσης οπότε και το μέγεθος της «πίτας» αυτόματα αυξάνεται από 12 δισεκατομμύρια ευρώ σε 32. Αρα το μερίδιο του Μπερλουσκόνι (κάτι παραπάνω από 4 δισεκατομμύρια) μειώνεται αισθητά και έτσι δεν είναι αναγκασμένος να πουλήσει κάποιο κομμάτι της αυτοκρατορίας του. Αντίθετα, ο πρωθυπουργός μπορεί πολύ άνετα να επεκτείνει και άλλο τα επιχειρηματικά του συμφέροντα. Η επέκταση αυτή φαίνεται ότι έχει στόχο τα έντυπα μέσα ενημέρωσης, αφού άλλη διάταξη του νομοσχεδίου θα επιτρέπει τη συνιδιοκτησία τριών ή περισσότερων τηλεοπτικών καναλιών, ραδιοφωνικών σταθμών και ημερήσιων εφημερίδων από το 2009.

Πέραν αυτών, το νομοσχέδιο προβλέπει διατάξεις και για την κρατική «RAI» με στόχο το άνοιγμά της στη «λογική της αγοράς», δηλαδή την ιδιωτικοποίησή της. Αρχικά η ιδιωτικοποίηση θα λάβει τη μορφή μιας «δημόσιας - ιδιωτικής συνεργασίας» στην οποία κανένας από τους ιδιώτες μετόχους δε θα μπορεί να διαθέτει περισσότερο από 1% των μετοχών. Ωστόσο το νομοσχέδιο προβλέπει αλλαγές σε ό,τι αφορά στη διοίκηση της εταιρίας που θα οδηγήσουν σε μεγαλύτερο έλεγχό της από την κυβέρνηση.

Το Διοικητικό Συμβούλιο της «RAI» αποτελείται από 5 μέλη που παραδοσιακά αντικατοπτρίζουν τον πολιτικό συσχετισμό δύναμης. Σήμερα 3 μέλη προέρχονται από τις γραμμές του κυβερνητικού συνασπισμού και τα άλλα δύο από την αντιπολίτευση. Με τον καινούριο νόμο, το Διοικητικό Συμβούλιο θα γίνει εννιαμελές. Εφτά μέλη θα διαλέγονται με βάση τη δύναμη των κομμάτων, ενώ τα άλλα δύο θα ορίζονται από το υπουργείο Οικονομικών και ένας από τους δύο θα γίνεται και πρόεδρος. Για τη λήψη των αποφάσεων θα απαιτείται πλειοψηφία μεγαλύτερη ή ίση με τα δύο τρίτα, οπότε τα 4 μέλη του κυβερνητικού συνασπισμού συν τα δύο του υπουργείου επιτρέπουν στην κυβέρνηση να ελέγχει τη «RAI». Αρα δίνουν το δικαίωμα στον Μπερλουσκόνι να ελέγχει σε μεγάλο βαθμό και τα τρία κανάλια της «RAI». Ο βαθμός συγκέντρωσης των τηλεοπτικών μέσων ενημέρωσης στα χέρια του Μπερλουσκόνι θα είναι πραγματικά εξωφρενικός.

Πλέον, μετά την άρνηση του Ιταλού Προέδρου να συνυπογράψει το «νομοσχέδιο - τερατούργημα», ο πρωθυπουργός έχει δύο επιλογές. Η μία είναι να πιέσει τους βουλευτές του κυβερνητικού συνασπισμού να ξαναψηφίσουν το νομοσχέδιο χωρίς καμία αλλαγή, όπως και έχει δικαίωμα να κάνει. Στην περίπτωση αυτή ο Πρόεδρος είναι υποχρεωμένος να το υπογράψει. Από την άλλη, μπορεί να κάνει κάποιες αλλαγές διακοσμητικού χαρακτήρα προκειμένου να ικανοποιήσει το «δημόσιο αίσθημα» και τον Πρόεδρο. Αλλωστε μετά την απόφαση του Τσιάμπι, ο ίδιος ο Μπερλουσκόνι είχε δηλώσει ότι θα εισακούσει οποιεσδήποτε προτάσεις υπόσχονται «έξυπνες» αλλαγές. Φυσικά είναι προφανές ότι αυτό δε σημαίνει και πολλά. Ο διαπλεκόμενος μεγιστάνας ήδη έσωσε το κανάλι του και με μερικές ισχνές αλλαγές στο νομοσχέδιο Γκάσπαρι θα επιτρέψει στον εαυτό του να πλουτίσει ακόμα περισσότερο.


Γ.Παπ.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ