Οσο αισιόδοξος κι αν θέλει να είναι κανείς, του είναι εντελώς αδύνατο να μην επηρεαστούν οι ελπίδες του από δύο στοιχεία που σηματοδοτούν τη σύγχρονη κοινωνία: τη διαφθορά και τη σήψη που χαρακτηρίζει την πολιτική ζωή του τόπου - απ' όπου ξεκινάει ουσιαστικά το πρόβλημα - αλλά και τη διαφθορά και σήψη της ίδιας της προσωπικής και ιδιωτικής μας ζωής, που σημαδεύεται και από μία τάση δημοσιοποίησής της, όπως και κάθε ανωμαλίας της, σαν να πρόκειται για κάτι που πρέπει οπωσδήποτε να μάθει ο διπλανός μας για να το μιμηθεί.
Στην ουσία, βέβαια, πρόκειται για μια απόλυτη αδιαφορία. Απόλυτη αδιαφορία για οποιονδήποτε χαρακτηρισμό αποδώσει κάποιος στο πρόσωπό μας και οποιαδήποτε κριτική κάνει για την ιδιωτική μας ζωή, απόλυτη αδιαφορία για το αποτέλεσμα οποιασδήποτε πράξης μας, απόλυτη αδιαφορία για την ποιότητα της σκέψης, αφού αυτό που χαρακτηρίζει μια μοντέρνα κοινωνία, είναι η ελαστικότητά της για την ηθική. Μια έννοια άγνωστη στους σε κάθε πόστο κρατούντες και ως εκ τούτου και αδιάφορη. Ισως μάλιστα όσο χειρότερα μιλάνε για μας, τόσο το καλύτερο, αφού μας κάνει πιο ενδιαφέροντες τύπους στους άλλους, που αναζητούν το περίεργο και το παράξενο, το ιδιαίτερο, που υπάρχει στο ανθρώπινο είδος, για να βρουν αντίδοτο στην πλήξη τους...(Τα ιδιωτικά κανάλια κάνουν ό,τι μπορούν για να βοηθήσουν σ' αυτή την κατεύθυνση).
Βέβαια, η γενική αδιαφορία ξεκινάει από μια πλήρη έλλειψη σεβασμού στον εαυτό μας, ή, αλλιώτικα, η έλλειψη σεβασμού στον εαυτό μας βοηθάει στη δημιουργία μιας γενικότερης αδιαφορίας, αφήνοντας χώρο σε ό,τι πιο φτηνό διαθέτει η ανθρώπινη φύση, για να καταλήξει, αυτή η αδιαφορία, στην επιδίωξη της εύκολης επικράτησης. Στο κυνήγι, και μόνο, του χρήματος και της επαγγελματικής, με κάθε μέσο, επιτυχίας και επιβεβαίωσης, στην απόκτηση εξουσίας και της μέσα απ' αυτήν επιβολής στον άλλο. Αυτά όλα γίνονται, έτσι, τρόποι ζωής, κανόνες και μοναδικές επιδιώξεις του σύγχρονου ανθρώπου, κάνοντας τον να αδιαφορεί για την αναζήτηση άλλων στηριγμάτων, ώστε να αντιμετωπίσει κάθε δυσκολία και φυσικά για την οποιαδήποτε αντίστασή του όταν συναντιέται με τη σήψη και τη διαφθορά που έλεγα στην αρχή, που ενώ τις διακρίνει πεντακάθαρα, δεν κάνει τίποτα για να τις εξαφανίσει.
Η ποίηση, όχι σαν έκφραση, αυτό είναι κάπως δύσκολο, αλλά σαν ποιότητα ζωής, ακόμα πιο δύσκολο, έχει αποχωρήσει οριστικά από τη σκέψη του σύγχρονου ανθρώπου, που μοιάζει σαν να έμεινε ορφανός από μικρό παιδί, έρμαιο της σκληρότητας και της εκμετάλλευσής του από τον πιο δυνατό, μη διαθέτοντας πνευματικά ερείσματα να τον αντιμετωπίσει. Το χαμίνι πάντα ονειρεύεται να γίνει κύριος, και ή θα τα καταφέρει, και τότε θα εκμεταλλευτεί με τη σειρά του όσο και όποιον μπορεί, ή θα παραμείνει χαμίνι και θα σφάζει όποιον βρίσκει μπροστά του. Και χαμίνι στην προκειμένη περίπτωση εννοώ κάθε άτομο που η ψυχή του εγκαταλείφθηκε στο έλεος της πνευματικής ανυπαρξίας. Με κάτι τέτοιες περιπτώσεις καραδοκεί και η Εκκλησία για να γεμίσει τα παγκάρια της, οι αστρολόγοι για να εκμεταλλευτούν τους αφελείς και η Αστυνομία για να βρει χαφιέδες.
Αλλά, για να πάμε και στην άλλη πλευρά, πόσοι από τους καλλιτέχνες που διακονούν μια Τέχνη, γνωρίζουν την πραγματική αποστολή της; Πόσοι γνωρίζουν την επίδραση που έχει η Τέχνη πάνω στον άνθρωπο, ώστε να την ασκήσουν σωστά, με μοναδική επιδίωξη το πνευματικό του όφελος κι όχι την αυτοϊκανοποίηση που θα νιώσουν οι ίδιοι σαν δημόσια πρόσωπα που τα καθιστά η φύση του επαγγέλματός τους;
Πολύ φοβάμαι ότι σήμερα, που η παιδεία και η καλλιέργεια του καλλιτέχνη μπορεί να πατάει σε επιστημονικές μεθόδους, που τα ερεθίσματά του μπορεί να τα αντλεί από χιλιάδες στοιχεία, που η πρόσβαση του σε πηγές πληροφόρησης είναι κάτι παραπάνω από εύκολη, συγκριτικά με τον προ πεντηκονταετίας καλλιτέχνη, πολύ φοβάμαι ότι, ακριβώς σήμερα, ο αριθμός των υποψιασμένων καλλιτεχνών είναι τρομακτικά δυσανάλογος με τον αριθμό των εν ενεργεία καλλιτεχνών και οπωσδήποτε δεν έχει καμία σύγκριση με τον παλιότερο καλλιτέχνη, που, κατά κανόνα κι όχι σαν εξαίρεση, θεωρούσε το επάγγελμά του κοινωνική αποστολή. Πολύ αμφιβάλλω, δηλαδή, για το αν σήμερα ένα μικρό, πολύ μικρό ποσοστό καλλιτεχνών γνωρίζει τις δυνατότητες της Τέχνης του, στην ουσία γνωρίζει το λόγο ύπαρξης της Τέχνης του μέσα στο κοινωνικό σύνολο και, για να το απλοποιήσω περισσότερο, αν ξέρει τι είναι αυτό που κάνει και γιατί το κάνει. Δηλαδή την αποστολή του.
Εφεραν όμως την αλλαγή, ή τουλάχιστον διαφαίνεται κάποια αλλαγή στον ορίζοντα; Εδώ αρχίζουν οι επιφυλάξεις. Οχι πως όλα είναι για πέταμα, όχι πως δεν υπάρχουν ταλέντα, ηθοποιοί και σκηνοθέτες. Διάβαζα σε μια συνέντευξη του ποιητή Επαμ. Γονατά ότι Τέχνη κάνεις επειδή το έχεις ανάγκη, όχι για να φανείς. Και αν κοιτάξουμε μέσα από αυτό το πρίσμα τα νέα σχήματα και την ανάγκη της δημιουργίας τους, πολύ φοβάμαι ότι θ' απογοητευτούμε. Θα συνεχίσω όμως σε επόμενο φύλλο.