«Βογκάει το Αιγαίο απ' τα κύματα του αρχαίου θυμού. Παγώνουν τα πρόσωπα σαν τα νούφαρα/ και το αίμα των αγγέλων βουβό από το κλάμα των εφήβων./ Οι καπετάνιοι είναι λαβωμένοι από την εισροή των υδάτων. Σε κρυφά ύφαλα το πρόσω ολοταχώς είναι χαμένο».
Και θα συνεχίσουμε με τη «Γραφή της θύμησης» της Αικατερίνης Κοντομιχάλου:
«Στην αφρισμένη θάλασσα/ το τρεχαντήρι τρέχει./ Ζητεί λιμάνι να σταθεί/ γιατί πια δεν αντέχει/ αφού εκείνη προσπαθεί/ να το καταποντίσει/ και τα γλυκά του όνειρα/ στον πάτο να τ' αφήσει».
Ο Θανάσης Χατζόπουλος στην ποιητική του συλλογή «Στον ήλιο μοίρα» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Μεταίχμιο», στο ποίημά του το «Μάτι του νερού», γράφει:
«Κάτι που ξύνει από βαθιά/ Ωριμο από ερημιά και έτοιμο από έρωτα/ Να βγει, να κατοικήσει στον αέρα/ Μέσα στον άνθρωπο να βρει/ Σκηνή καταφυγίου η ημέρα».
Τελειώνουμε με τη Στέλλα Καρυτινού στην παιδική ποιητική της ανθολογία, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ERGO, στο ποίημα που τιτλοφορεί «Αδελφέ μου», γράφει:
«Ξέρω ένα κύμα/ έχει ένα χρώμα/ σαν τη ματιά σου. Ξέρω ένα γέλιο/ έχει μια χάρη/ από την καρδιά σου./ Ξέρω ένα βήμα/ με παραστέκει μέσ' τη ζωή μου/ Εχω μια αγάπη/ βαθεία κι ωραία/ μέσ' την ψυχή μου».