Κυριακή 29 Αυγούστου 2004
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 24
ΔΙΕΘΝΗ
ΓΕΡΜΑΝΙΑ
Οι αιτίες των διαδηλώσεων σε όλη σχεδόν τη χώρα

Σιγά σιγά φούντωσαν και απλώθηκαν σε ολόκληρη τη χώρα οι διαδηλώσεις

Associated Press

Σιγά σιγά φούντωσαν και απλώθηκαν σε ολόκληρη τη χώρα οι διαδηλώσεις
Στην αρχή ήταν μόνον 600 άνεργοι, και μερικοί άλλοι, που κατέβηκαν στους δρόμους της ανατολικογερμανικής πόλης του Μαγδεμβούργου. Με συνθήματα και πανό κατά της βαθιάς περικοπής κατακτημένων παροχών στους τομείς της Υγείας, της Πρόνοιας, των Ασφαλίσεων και της αγοράς εργασίας.

Κι αυτός που είχε την πρωτοβουλία για την οργάνωση της διαδήλωσης ήταν ο Ανδρέας Ερχολντ, χωρίς καμιά κανονική εργασία, εδώ και 14 χρόνια. Ηταν κι αυτός ένας από τους ευκολόπιστους, που το 1989 εγκατέλειψε το Μαγδεμβούργο και, μέσω Ουγγαρίας, κατέφυγε στην καπιταλιστική Γερμανία. Ενας από τις πολλές χιλιάδες, που τότε πίστεψαν σε όνειρα για εύκολα και πολλά χρήματα, για άνετη ζωή, αυτοκίνητα και καλοκαιρινά ταξίδια σε μαγευτικά ακρογιάλια.

Το όνειρο δεν κράτησε πολύ. Και λίγο μετά την «ένωση της Γερμανίας», ο Ερχολντ επιστρέφει στο Μαγδεμβούργο - την πόλη της ΓΛΔ που δεν είχε ανέργους και ήταν μια από τις πιο αναπτυγμένες βιομηχανικές πόλεις της Λαοκρατικής Δημοκρατίας. Από τότε - 14 χρόνια τώρα - ο Ερχολντ έκανε αιτήσεις και αναφορές για κάποια κανονική δουλιά για να ζήσει. Οι απαντήσεις, πάντα αρνητικές. Διάβαζε μόνο τις υποσχέσεις κυβέρνησης και αξιωματικής αντιπολίτευσης για τις «μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας» και πως με τα λεγόμενα μέτρα ή «νόμους Χαρτς» τα εκατομμύρια των ανέργων θα μειώνονταν κατά εκατοντάδες χιλιάδες.


Associated Press

Είναι ο κύριος Πέτερ Χαρτς, ένας από τους προϊσταμένους προσωπικού της αυτοκινητοβιομηχανίας «Φολκσβάγκεν», που επεξεργάστηκε αυτούς τους νόμους και που τώρα προσφέρει στους εργαζόμενους της επιχείρησής του, που ζητάνε αυξήσεις, «αύξηση μηδέν».

Εφταναν, λοιπόν, για τον άνεργο Ανδρέα οι υποσχέσεις και μαζί με τους άλλους 599 κατέβηκε στην πρώτη διαδήλωση του Μαγδεμβούργου. Ζήτησαν απόσυρση των νόμων και σε μια δήλωσή του ο μόνιμος άνεργος φαντάστηκε «τη δικαιότερη» κοινωνία έτσι: «Θα προτιμούσα 20.000 γυναίκες να μπορούν να έχουν από μια γούνα, παρά μια γυναίκα 20.000 γούνες».

Ξυπνά το «κοιμώμενο πλήθος»

Οι φωνές της διαμαρτυρίας ξύπνησαν το κοιμώμενο πλήθος. Και στη δεύτερη διαδήλωση κατέβηκαν στους δρόμους 6.000, την Τρίτη 15.000 και ο αριθμός ανεβαίνει. Το σύνθημα το πήραν οι άλλες πόλεις και κατέβηκαν με συνθήματα και πανό, με σφυρίγματα, με σημαίες, με το αίτημα για δουλιά και μια δίκαιη κοινωνία.

Αν οι διοργανωτές των διαδηλώσεων μέτρησαν καλά, θα πρέπει τη Δευτέρα (23 Αυγούστου) να κατέβηκαν στους δρόμους των μεγάλων πόλεων όλης της Γερμανίας πάνω από 100.000. Βέβαια, οι περισσότεροι στην Ανατολική Γερμανία, επειδή οι άνθρωποι σ' αυτό το τμήμα της χώρας νιώθουν όχι μόνον ότι τους πήραν αυτό που ήταν δικό τους, αλλά εξακολουθούν να αισθάνονται πάντοτε ότι «οι απέναντι» τούς μεταχειρίζονται σαν ανθρώπους δεύτερης ή τρίτης κατηγορίας. Και να ένα εντελώς πρόσφατο παράδειγμα: Για να «διευκολύνουν» τους Ανατολικούς ανέργους να συμπληρώσουν τα πολυσέλιδα ακατανόητα ερωτήματα των αιτήσεων για εργασία ή επίδομα, δε στρατολόγησαν Ανατολικούς ειδικευμένους, αλλά κουβάλησαν Δυτικούς «σοφούς», που θα εισπράξουν επιπλέον και τα γνωστά «εκτός έδρας».


Associated Press

Είναι έξω από κάθε αμφιβολία ότι οι τωρινές διαδηλώσεις δεν μπορούν να εξισωθούν ή να ταυτιστούν με τις διαδηλώσεις του 1989 στην τότε ΓΛΔ. Οι αφελείς και παρασυρμένοι, και μαζί τους όλοι οι άλλοι - σαν αυτούς που ήθελαν ένα «σοσιαλισμό με ανθρώπινο πρόσωπο» - είχαν σαν στόχο τότε την ανατροπή του κοινωνικού καθεστώτος. Τώρα δεν τραβάνε τόσο βαθιά. Τα αιτήματα έχουν περισσότερο οικονομικό και κοινωνικό χαρακτήρα. Ζητάνε μια «δικαιότερη, ανθρωπινότερη» πολιτική, μια πολιτική που να κόβει καμιά φορά και κανένα προνόμιο των λίγων και να μην ξεριζώνει μόνο τις κατακτήσεις των εργαζομένων.

Σίγουρα, δεν είναι τα αιτήματα αυτά αμιγή και από πολιτική χροιά. Αυτή, όμως, δεν αποτελεί ακόμα τον πυρήνα των κινητοποιήσεων. Θα χρειαστεί γι' αυτό ακόμα αρκετή δουλιά, κυρίως να ξεπεραστεί η αντίληψη ότι με μικροβελτιώσεις, αλλά πάντα μέσα στο σύστημα της εκμετάλλευσης, μπορεί να αλλάξει ριζικά η θέση των εργαζομένων. Και δεν είναι μόνο το ρόπαλο των γερμανικών και ξένων μονοπωλίων, που επιτάσσει να εφαρμοστούν στο ακέραιο - και μάλιστα να συμπληρωθούν - οι «μεταρρυθμίσεις». Είναι επιπλέον μερικές κορυφές των συνδικάτων, που επαινούνται από τον καγκελάριο Σρέντερ ότι «σαν οργάνωση δε μετέχουν στις διαμαρτυρίες».

Είναι, επίσης, η αντίληψη μερικών Γερμανών σοσιαλιστών - μη μαρξιστών κομμουνιστών - ότι βασικά είναι εναντίον των «νόμων Χαρτς», αλλά μια και είναι πια νόμοι, πρέπει να καταβληθεί προσπάθεια να εφαρμοστεί «για το καλό των ανθρώπων» ό,τι καλό υπάρχει σ' αυτούς ή να γίνει αγώνας για να βελτιωθούν. Αυτό προέρχεται από την άποψή τους ότι μπορεί ένα αριστερό κόμμα να συγκυβερνάει με τα σημερινά κόμματα της εξουσίας, αλλά ταυτόχρονα να κάνει αντιπολίτευση, μετέχοντας μόνο μ' ένα μέρος των κομματικών στελεχών σε διαμαρτυρίες.

Οι αιτίες παραμένουν

Ωστόσο - και ανεξάρτητα από το αν οι διαδηλώσεις θα συνεχιστούν και με ποιο τρόπο, και αν το φθινόπωρο θα είναι θερμό - οι ανασταλτικοί παράγοντες που προαναφέρουμε θα ασκήσουν κάποια επίδραση. Η αιτία, όμως, για το ξεκίνημά τους και την εξάπλωσή τους παραμένει. Και είναι ενθαρρυντικό το γεγονός ότι οι διαδηλώσεις καθιερώθηκαν, όπως το 1989, κάθε Δευτέρα - προς μεγάλη αγανάκτηση ολόκληρου του αστικού πολιτικού κατεστημένου - και ότι σ' αυτές ακούγεται το σύνθημα «είμαστε ο λαός».

Φυσικά, τα κυβερνητικά και τα αντιπολιτευόμενα κοινοβουλευτικά κόμματα δε μένουν με δεμένα τα χέρια. Το κύμα της αγανάκτησης τα ανάγκασε - και θα τα αναγκάσει και στη συνέχεια - να συμφωνήσουν σε μικροβελτιώσεις, να δώσουν υποσχέσεις και να συνιστούν υπομονή ότι «θα έρθουν καλύτερες μέρες».

Είναι, όμως, πραγματικά δυνατό να υπάρξει ουσιαστική βελτίωση με γιατροσόφια, όπως οι εξαγγελίες για δημιουργία τόσων εκατοντάδων χιλιάδων θέσεων εργασίας με τα «μίνι τζομπ» εργασίας; Αυτά τα «μίνι» εργασίας - υπάρχουν, ήδη, κάμποσα εκατομμύρια σε όλη τη Γερμανία - προβλέπεται να ανταμείβονται με 400 ή το πολύ 500 ευρώ το μήνα, που θα αναλογούσε σ' ένα ωρομίσθιο 1, το πολύ 2 ευρώ την ώρα.

Οχι, απαντάει ο Φρανκ Σπιτ, πρόεδρος της Ομοσπονδίας συνδικάτων του κρατιδίου της Θουριγγίας. «Αυτό που θέλουμε εμείς είναι οι άνθρωποι να εργάζονται σε δημόσια υποστηριζόμενα έργα με συμφωνία εργασίας και ένα μίνιμουμ (μηνιαίας) αμοιβής 1.500 ευρώ, και για τους μη εργαζόμενους 1.000 ευρώ». Είναι το ίδιο αυτό συνδικαλιστικό στέλεχος, που δήλωσε ότι τα κυβερνητικά μέτρα εξαναγκασμού των ανέργων σε εργασία μοιάζουν λίγο - πολύ στο (ναζιστικό) νόμο αναγκαστικής εργασίας. Γιατί ο «νόμος Χαρτς» - πέρα απ' όλα τα άλλα - εξαναγκάζει τον άνεργο να πιάσει μια οποιαδήποτε δουλιά, έστω κι αν η αμοιβή είναι κάτω από την προβλεπόμενη από συνθήκη εργασίας, ή από την τοπική αμοιβή, ή είναι έξω από το είδος της δουλιάς που είχε τα τελευταία χρόνια. Ανεξάρτητα, επίσης, απ' το ότι μπορεί να είναι αυτή η νέα δουλιά ακόμα και σε άλλο χωριό ή πόλη. Γι' αυτόν το λόγο, λόγω της μείωσης των αμοιβών, αλλά και γιατί ο νέος νόμος επιτάσσει ότι ένας, που επιδοτείται με «βοήθεια ανεργίας», δικαιούται να έχει κατοικία μόνο «ανάλογη» με τα οικονομικά του, η Γερμανική Ενωση Ενοικιαστών εκτιμάει ότι 100.000 άνθρωποι αυτής της κατηγορίας θα αναγκαστούν να μετακομίσουν σε φθηνότερες κατοικίες.

Πρέπει, ωστόσο, να σημειωθεί πως το τι σημαίνει «ανάλογη» κατοικία θα το συναποφασίσει και κάποιος από τους «κρατικούς ειδικούς». Απ' αυτά τα λίγα μπορεί να αντιληφθεί κανείς ότι παραβιάζεται όχι μόνο το αναφαίρετο δικαίωμα κάθε ανθρώπου να έχει μια δουλιά, ανάλογη με τις γνώσεις του και την ικανότητά του, αλλά και ότι με τον εξαναγκασμό σε οποιαδήποτε εργασία - με ελάχιστες εξαιρέσεις απ' αυτόν τον κανόνα - παραβιάζεται και το δικαίωμα της ατομικής ελευθερίας και αξιοπρέπειας.

Θα ρωτήσετε, τι πρέπει τότε να γίνει; Οι μαρξιστές έχουν σ' αυτό μιαν απάντηση: Απαλλαγή από το καπιταλιστικό - ιμπεριαλιστικό καθεστώς και στη θέση του την οικοδόμηση του λαοκρατικού καθεστώτος. Επειδή, όμως, αυτό έχει πολλές προϋποθέσεις, ας δούμε τι προτείνει ο καθηγητής Πέτερ Μπόφινγκερ, ένας από τους λεγόμενους «πέντε» οικονομικούς «σοφούς». Αυτός χαρακτηρίζει τα μέτρα Χαρτς σαν να κάνεις μπάι-πας όχι σε καρδιοπαθή, αλλά σ' έναν ασθματικό. Το κύριο πρόβλημα στη Γερμανία, δηλώνει, είναι η υψηλή ανεργία. Ο εξαναγκασμός για εργασία δε βοηθάει σε τίποτα, αν δεν υπάρχουν θέσεις εργασίας. «Στην Ανατολική Γερμανία, π.χ., σε κάθε ελεύθερη θέση εργασίας αντιστοιχούν 32 άνεργοι. Ακόμα κι αν 16 απ' αυτούς δεν έχουν όρεξη για δουλιά, θα μείνουν 16 που θα ζητήσουν εργασία». Επίσης οι μειώσεις ημερομισθίων δε λύνουν το πρόβλημα. Το γεγονός ότι οι γερμανικές εξαγωγές σημειώνουν άνοδο αποδείχνει ότι είναι ανταγωνιστικές (και συνεπώς δε χρειάζονται μειώσεις αμοιβών). «Χωρίς ύψωση των ημερομισθίων δεν υπάρχει αύξηση της κατανάλωσης». Αυτό που, κατά τη γνώμη του, πρέπει να γίνει είναι να επιχορηγηθούν από το Δημόσιο οι εργασίες στους τομείς με χαμηλά ημερομίσθια, ενώ τώρα υποστηρίζονται τα «μίνι-τζομπ»... Γι' αυτόν το λόγο «είναι επείγον να επιτευχθεί μια συστηματική υποστήριξη των λίγο ειδικευμένων, που κατόπιν θα περιλάβει και τους εργαζόμενους ολοκληρωτικά». Βέβαια, μ' αυτά, δεν τελειώνει το ζήτημα, αλλά είναι μια άποψη.


Θανάσης ΒΟΡΕΙΟΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ