Σάββατο 4 Σεπτέμβρη 2004
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 16
ΔΙΕΘΝΗ
Οι ... «μαχητές της ελευθερίας»

Από την αρχή της καθαρά τρομοκρατικής (και καθόλου «τρομοκρατικής» κατά τη λογική Μπους) επιχείρησης στο σχολειό της πόλης Μπεσλάν της Β. Οσετίας, ο δημοσιογράφος Γ. Δελαστίκ φιλοξενήθηκε από κρατικά και ιδιωτικά ΜΜΕ για να «αναλύσει» τις αιτίες του γεγονότος. Υιοθετώντας στην πράξη όλα τα επιχειρήματα, τις αιτιάσεις και την πολιτική των άλλων μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, των ΗΠΑ και της Δ. Ευρώπης, στο «τσετσενικό» ζήτημα: Οτι πρόκειται δηλαδή για δήθεν «απελευθερωτικό κίνημα», το οποίο μάλιστα φτάνει στο σημείο να συγκρίνει με την Παλαιστίνη και το Ιράκ, σε μια προφανή απόπειρα να «εμβολίσει» από τα αριστερά κάθε απόπειρα ανάλυσης της πραγματικότητας.

Βάλαμε τη λέξη «τσετσενικό» σε εισαγωγικά, διότι αυτό που νομίζουμε ότι γνωρίζει πολύ καλά και ο Γ. Δελαστίκ, αλλά δεν το λέει (για λόγους που μόνο αυτός γνωρίζει) είναι πως ο μετασοβιετικός Καύκασος έχει μετατραπεί σε ένα ακόμη πεδίο άγριου (όπως εξελίσσεται) ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού, μεταξύ των παραπάνω δυνάμεων και της ρωσικής αστικής τάξης, για πολλούς λόγους, με τον εμφανέστερο αυτόν του ελέγχου των «δρόμων» του πετρελαίου και του φυσικού αερίου. Η Τσετσενία χρησιμοποιείται από το αμερικανικό, κατ' αρχήν, και το δυτικοευρωπαϊκό κεφάλαιο σαν το πιο δυνατό «κομμάτι» της «σκακιέρας» για ιστορικούς λόγους, αφού η τσαρική επεκτατική πολιτική στον Καύκασο δημιούργησε τις ανάλογες προϋποθέσεις.

Αν και χτες στο ραδιοφωνικό σταθμό «Σκάι» ο Γ. Δελαστίκ έθεσε το ερώτημα γιατί δεν υπήρχε πρόβλημα στην Τσετσενία πριν το '94 (πριν το '91, θα προσθέταμε εμείς), ωστόσο δεν το απάντησε. Αντίθετα, «διαγράφει», διά της σιωπής, τη σοβιετική περίοδο και «κρύβεται» πίσω από την πολιτική της αντεπανάστασης που ακολούθησε στον Καύκασο, με αποκορύφωμα το βομβαρδισμό της πρωτεύουσας της Τσετσενίας, Γκρόζνι, το 1994 από τον Γιέλτσιν.

Δε μας λέει ποιες δυνάμεις ήταν πίσω από την «ανακήρυξη» της «ανεξαρτησίας» της Αυτόνομης Δημοκρατίας της Τσετσενίας (καθεστώς και ονομασία που διατηρούσε ήδη επί ΕΣΣΔ με την πρόσθετη λέξη «σοσιαλιστική») το 1991. «Ξεχνά» ότι η «εξόριστη κυβέρνησή» της βρήκε «θερμή αγκαλιά» στη Μ. Βρετανία και στις ΗΠΑ, είτε μέσω πολιτικών ασύλων είτε μέσω χρηματοδότησης.

Δε μας εξηγεί - με αριστερούς όρους - ποιος κερδίζει από την αλλαγή συνόρων στον ιμπεριαλισμό και ποιον εξυπηρετεί η απόσχιση της Τσετσενίας, η οποία ουδέποτε είχε άλλο καθεστώς από αυτό της Αυτόνομης Δημοκρατίας και ανήκε στη Ρωσική Ομοσπονδία. Μήπως κερδίζουν οι λαοί; Μήπως κερδίζει ο ρωσικός λαός που βλέπει τα παιδιά του να σκοτώνονται στον Καύκασο για τα συμφέροντα του ρώσικου κεφαλαίου στον ανταγωνισμό του με το δυτικό ιμπεριαλισμό; Μήπως κερδίζουν οι ίδιοι οι λαοί του Καυκάσου; Και γιατί ήταν η Τσετσενία η μοναδική που «κήρυξε» την «ανεξαρτησία» της; Ποιος κερδίζει από τη δημιουργία ενός ακόμη προτεκτοράτου;

Γιατί δε λέει (εκτός αν δεν το ξέρει;) ότι στην πραγματικότητα, τουλάχιστον οι ένοπλοι που εισέβαλαν το 1999 στο Νταγκεστάν ξεκινώντας το λεγόμενο δεύτερο πόλεμο της Τσετσενίας (σε άλλη δημοκρατία όμως) είναι πρακτόρικος στρατός κατά τα πρότυπα του «UCK» που εξορμούσε από βάσεις στη Γεωργία όπου (ω τι σύμπτωσις!) υπάρχει έντονη αμερικανική παρουσία; Ποιοι χρηματοδοτούν και εκπαιδεύουν αυτό το στρατό; Πού βρίσκουν τα υπερσύγχρονα όπλα; Μήπως η απάντηση βρίσκεται στον «πόνο» για την Τσετσενία που έπιασε εδώ και χρόνια τους δυτικούς «ανθρωπιστές» οι οποίοι ματοκυλούν λαούς στον πλανήτη;

Γιατί δε μας λέει το λόγο που δεν ακολούθησαν τους «απελευθερωτές» οι γειτονικές, επίσης μουσουλμανικές, Δημοκρατίες του Καυκάσου και γιατί οι «αντάρτες» «επιχειρούν» (σκοτώνοντας γυναικόπαιδα) εκτός Τσετσενίας; Μήπως δεν έχουν έστω και το ελάχιστο λαϊκό έρεισμα που είχαν το 1994;

Για το λαό της Τσετσενίας, για τους λαούς του Καυκάσου, για τους λαούς όλου του κόσμου, η πραγματική λύση βρίσκεται στα Σοβιέτ, όπως κι αν τα ονομάσουν. Τα υπόλοιπα αποτελούν αντιδραστικό, προπαγανδιστικό «τσουβάλιασμα».


Γρηγόρης ΤΡΑΓΓΑΝΙΔΑΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ