Τετάρτη 6 Οχτώβρη 2004
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 24
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Οι εργαζόμενοι - σκλάβοι της Ευρώπης

Θα αναφερθώ, σήμερα, στα όσα κοσμοϊστορικά και απίστευτα συμβαίνουν στην ευρωπαϊκή αγορά εργασίας, που ωστόσο δε συγκέντρωσαν το ενδιαφέρον των ΜΜΕ. Οι μεταβολές εκεί είναι σαρωτικές, καθιστώντας αδύνατη την προσπάθεια παρακολούθησης, κατανόησης και, προπαντός, ερμηνείας των σύγχρονων εργασιακών σχέσεων. Πρόκειται, σαφώς, για φαινόμενα που έχουν σωρευτικό χαρακτήρα, που βρίσκονται εκτός του χώρου της κυρίαρχης οικονομικής σκέψης, που είναι άναρχα και πρωτόγνωρα και που, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, αποκαλύπτουν τη συνωμοτική τους προέλευση. Θα μπορούσαν, ίσως, αυτές οι εξελίξεις ντροπής, που ήδη κυριαρχούν στην εργασιακή σκηνή του 21ου αιώνα, να ενταχθούν στα «οικονομικά της παγκοσμιοποίησης». Ωστόσο, επιβάλλεται, πριν ακόμη αναζητήσουμε ένα όνομα γι' αυτές τις αλλαγές, να επιχειρήσουμε να διερευνήσουμε σε τι συνίστανται και ποιες συνέπειες προοιωνίζονται.

Ι. Η μετάβαση της «παγκοσμιοποίησης» σε ωριμότερο στάδιο ανάπτυξης

Η εμφάνιση των αλλαγών στις εργασιακές σχέσεις έχει, βέβαια, αρχίσει εδώ και καιρό με τρόπους, ωστόσο, που δεν επέτρεπαν να διαφανεί εύκολα η σκοτεινή τους συνέχεια.

Πιο συγκεκριμένα, και κάτω από την ομπρέλα της «παγκοσμιοποίησης», το κεφάλαιο εκμεταλλεύτηκε, ασύστολα, όλους τους νεολογισμούς, τους δογματισμούς και τις κάθε μορφής πιέσεις, που του εξασφάλισαν, ανάμεσα σε άλλα:

  • Πρόσβαση σε παιδική εργασία και σε φορολογικούς παραδείσους.
  • Εξαγορά της κρατικής περιουσίας σε, κατά κανόνα, εξευτελιστική τιμή.
  • Ανεξέλεγκτη διανομή του εισοδήματος σε βάρος του μεριδίου των μισθών.
  • Σταδιακή κατάργηση των δικαιωμάτων της εργασίας με την απειλή της αυξανόμενης ανεργίας.
  • θεοποίηση της «ανταγωνιστικότητας», που λειτούργησε για μεγάλο χρονικό διάστημα, αλλά και εξακολουθεί να λειτουργεί ως «βρικόλακας», για τις αμοιβές των εργαζομένων κ.ά.

Παράλληλα, και κατά την πορεία αυτών των μεταλλάξεων στις σχέσεις εργασίας και κεφαλαίου, η Ευρώπη, ειδικά, υπέστη καταιγισμό υποτιμητικών σχολίων και περιφρονητικών παρατηρήσεων, από τις ΗΠΑ, για την «ανικανότητά της να είναι ανταγωνιστική», για τη «διστακτικότητά» της να προβαίνει «σε μαζικές απολύσεις», για την «ανελαστικότητα» των εργασιακών της σχέσεων, για την εμμονή της να διατηρεί το «αναχρονιστικό κοινωνικό κράτος» και για πολλά άλλα παρόμοια.

Και τα αποτελέσματα αυτής της μακράς προεργασίας φάνηκαν φέτος το καλοκαίρι, όταν οι πολυεθνικές στην Ευρώπη έκριναν ότι ήρθε το πλήρωμα του χρόνου για να στρέψουν, κυριολεκτικά, «το πιστόλι στον κρόταφο» των εργαζομένων, σ' ένα αναίσχυντα εκβιαστικό παιχνίδι τού «δώσ' τα όλα»: Την αξιοπρέπεια ή τη ζωή τους. Και αυτοί, κρίνοντας πως έχουν μείνει χωρίς προστασία, και από το κράτος, αλλά και από τις εργατικές οργανώσεις, υποκύπτουν... εκλιπαρούν με απόγνωση να τους χαριστεί η ζωή, μέσω της διατήρησης της εργασίας τους.

Ετσι, οι παραδοσιακές διαπραγματεύσεις ανάμεσα στην εργοδοσία και τους εργαζομένους των προηγμένων ευρωπαϊκών οικονομιών έχουν, αθόρυβα, εξαφανιστεί, δίνοντας τη θέση τους στην εργασιακή τρομοκρατία. Πρόκειται για την τελευταία, προς το παρόν, φάση της μεγάλης ληστείας της εργασίας από το κεφάλαιο, που καταλήγει σε σχήματα ανορθόδοξα, ανώμαλα και τερατογενή. Γιατί, πράγματι, σε καμιά θεωρία κλασικής, μαρξιστικής, νεοκλασικής ή κευνσιανής έμπνευσης δεν προβλέπεται η περίπτωση εργαζομένων που να προσφέρουν «οικειοθελώς» στους κεφαλαιούχους το υστέρημά τους και που να εκλιπαρούν να εργαστούν περισσότερες ώρες με την ίδια ή και χαμηλότερη αμοιβή από πριν.

ΙΙ. Οι νέες εργασιακές σχέσεις της απόγνωσης και των εκβιασμών

Στα πλαίσια των «οικονομικών της παγκοσμιοποίησης» η τελευταία (προς το παρόν) σκηνή του δράματος συνοψίζεται, ακριβώς, έτσι:

1) Οι πολυεθνικές, των οποίων το μερίδιο κέρδους στο παγκόσμιο, όσο και στο ευρωπαϊκό εισόδημα έχει, σημαντικά, διευρυνθεί (πάντοτε βέβαια σε βάρος του αντίστοιχου της εργασίας) καθιστούν, με ανείπωτη κυνικότητα, τους εργαζόμενους κοινωνούς των προθέσεών τους. Θα «φύγουμε» τους αναγγέλλουν, «γι' άλλη γη - γι' άλλα μέρη». Για εκεί όπου η αμοιβή της εργασίας είναι, περίπου, μηδενική, οι παράλληλες απαιτήσεις της ανύπαρκτες και η «διαθεσιμότητα - ελαστικότητά» της απεριόριστη.

2) «Μπορεί και να μείνουμε», ψιθυρίζουν, όχι βέβαια μόνιμα, αλλά για λίγο ακόμη, χωρίς δέσμευση πάντοτε, αλλά με τον όρο ότι θα «ισοπεδωθείτε με τις επιθυμίες μας». Αν «συνετιστείτε» και ξεχάσετε ότι έχετε τα όποια δικαιώματα. Αν «δεχτείτε αδιαμαρτύρητα τη μοίρα σας». Αν «αποσυνδεθείτε από την αξία της παραγωγής, που σεις δημιουργείτε» και «συναινέσετε στο ότι πρέπει να εργάζεστε όσες ώρες θα κρίνει ο εργοδότης σας», «σε όποια εργασία σας υποδεικνύεται» και με αμοιβή που δε θα υπερβαίνει το «κατώτατο όριο συντήρησης». Αυτό το τελευταίο, ξεχασμένο από καιρό, επανέρχεται τώρα δριμύτερο. Πρόκειται, όπως είναι γνωστό, για μισθό που απλά διατηρεί στη ζωή τον εργαζόμενο και την οικογένειά του (το τελευταίο θεωρείται απαραίτητο, για την αναπαραγωγή της εργατικής τάξης).

Αλλά, τι είναι αυτή η «άλλη γη και τα άλλα μέρη»; Μα, είναι οι πολύ φτωχές αναπτυσσόμενες χώρες, όπου οι πληθυσμοί τους πεθαίνουν, σαν μύγες, από την πείνα και τις αρρώστιες και όπου η κατάσταση έχει πολύ χειροτερέψει τις τελευταίες δεκαετίες, χάρη στην «παγκοσμιοποίηση» και στα προγράμματα που επιβάλλουν εκεί οι διεθνείς οργανισμοί. Π.χ. αναφέρεται ότι σε εργοστάσιο της Καμπότζης, ο ετήσιος μισθός ενός εργάτη δεν ξεπερνά τα 1.500 δολάρια και αντιστοιχεί στο 0,0009% των κερδών της εκεί επιχείρησης. Εξάλλου, και στις περισσότερες από τις πρώην σοσιαλιστικές χώρες, η κατάσταση δεν είναι πολύ καλύτερη. Προς τα εκεί, λοιπόν, κατευθύνονται ή απειλούν ότι θα πάνε οι μεγάλες πολυεθνικές, επιδιώκοντας ακόμη περισσότερη ελαχιστοποίηση του κόστους τους και μεγιστοποίηση των κερδών τους, ενόσω παραμένουν ακόμη στον ανεπτυγμένο κόσμο. Γίνεται, άνετα, λόγος για την ανάγκη περικοπής του κόστους εργασίας των πολυεθνικών κατά 20-30% μέσα στην επόμενη εξαετία. Η δικαιολογία είναι «για να είναι πιο ανταγωνιστικές». Και εύλογα αναρωτιέται κανείς τι είδους ανταγωνιστικότητα είναι αυτή που επιδιώκεται μέσω της συνεχούς επιδείνωσης του βιοτικού επιπέδου του 90% περίπου του συνολικού ενεργού πληθυσμού;

Και, όμως, ο εκβιασμός αποδίδει πλούσιους καρπούς, μια και οι εργαζόμενοι βρίσκονται σε απόγνωση και φαίνεται να πιστεύουν ότι δε διαθέτουν πια στηρίγματα. Και πώς να τα έχουν, όταν το σύγχρονο κράτος «νίπτει τας χείρας» του ως Πόντιος Πιλάτος και αποστασιοποιείται από τα δρώμενα, στη ζούγκλα του εργατικού χώρου!

Και, λοιπόν, ιδού, παρακάτω ένας μικρός κατάλογος αυτής της ντροπής:

* Στις 23 Ιουλίου αυτού του έτους, το συνδικάτο εργατών «Ντέμλερ-Κράισλερ» συμφώνησε στο να διαγραφεί η αναμενόμενη αύξηση μισθών κατά 2,8% και να εργάζονται τα μέλη του 39 ώρες την εβδομάδα, από 35 μέχρι τότε, έναντι της υπόσχεσης ότι θα παραμείνουν, ως το 2012, στη Γερμανία οι 6.000 θέσεις εργασίας, που περιλήφθηκαν στη συμφωνία τους.

* Απασχολούμενοι σε δύο εργοστάσια της «Ζήμενς» στη Γερμανία δέχτηκαν, φέτος τον Ιούνιο, να εργάζονται εφεξής 40 ώρες (από 35), χωρίς αύξηση της αμοιβής τους, προκειμένου η εταιρία να μη μετακομίσει στην Ουγγαρία. Ας υπογραμμιστεί ότι η «Ζήμενς» έχει, ήδη, αφαιρέσει από τη Γερμανία 73.000 θέσεις εργασίας.

* Στη Γαλλία, μετά την ένταξη των 10 νέων χωρών, άρχισε να βάλλεται ανοιχτά, πια, το 35ωρο, παρόλο ότι η υιοθέτησή του εκτιμάται ότι πρόσθεσε 50.000 νέες μόνιμες θέσεις εργασίας στην απασχόληση.

* Ο Γερμανός πρόεδρος Σροντέρ χαρακτήρισε «νίκη του κοινού αισθήματος» τη συναίνεση των εργαζομένων, να εργάζονται εφεξής περισσότερο και να αμείβονται λιγότερο!

III. Και η ευρωπαϊκή επισημοποίηση των «νέων» εργασιακών σχέσεων

Και μετά τη μεθοδικά συνωμοτική αυτή προετοιμασία έρχεται και η επισημοποίηση των νέων εργασιακών σχέσεων της ώριμης «παγκοσμιοποίησης». Πώς; Μα πολύ απλά και φαινομενικά ανώδυνα:

«Η Κομισιόν, υπό την πίεση των επιχειρηματιών, αλλά και της Ανατολικής Ευρώπης, πρότεινε (και προβλέπω ότι θα γίνει δεκτή η πρόταση της από τους Ευρωπαίους πολιτικούς) την περασμένη Τετάρτη στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο την "εξασθένιση" των νόμων και των κανόνων, που έθεταν όρια στη διάρκεια της εβδομαδιαίας εργασίας, ανοίγοντας έτσι την πόρτα σε περισσότερες εργάσιμες ώρες». Πόσες; Μα, η ερώτηση είναι αφελής, γιατί το θέμα αυτό δεν είναι προς συζήτηση, μια και η γενική απάντηση είναι «όσες, εκάστοτε, χρειάζονται»!

Επιστρέφουμε με γοργά βήματα στο Μεσαίωνα; Καταργούνται, έτσι απλά και σιωπηρά, όλα τα εργατικά δικαιώματα που αποκτήθηκαν με μακρόχρονους αγώνες και αίμα; Επανέρχεται η δουλεία και οι σκλάβοι, που όμως τώρα περιλαμβάνουν και τους λευκούς των ανεπτυγμένων οικονομιών; Και πώς συμβαίνει να μην έχουν ξεσηκωθεί απ' άκρου σε άκρο της Γης οι εργαζόμενοι; Αλλά, και τι κάνει το σύγχρονο Κράτος μπρος σ' αυτή τη γιγαντιαία συνωμοσία; Και τι θα γίνει από δω και μπρος;

Η κατάσταση, πράγματι, είναι ζοφερή. Πιο βαθιά συνωμοτική από τις περιγραφές της στα δύο τελευταία βιβλία μου, της «Συνωμοτικής Παγκοσμιοποίησης» και των «Παιδιών της παγκοσμιοποίησης: τρομοκρατία και φασισμός». Γιατί, τώρα, το σύνολο των εργαζομένων είναι υπό διωγμό.

Αναρωτιέμαι, είναι δυνατόν να επικρατήσει ένα τέτοιο τερατώδες σχήμα εργασιακών σχέσεων, που δε διαφέρει πολύ από τις πάλαι ποτέ συνθήκες δουλείας; Και προσπαθώ να πείσω τον εαυτό μου πως όχι μόνο η παντελής απουσία ηθικής και ανθρωπισμού, αλλά και στοιχειωδώς λογικού υποβάθρου θα αποτρέψει, τελικά, την επικράτηση αυτού του τερατώδους σχήματος. Γιατί, πράγματι, αδυνατώ να συμβιβαστώ με την ιδέα ότι το ιδεώδες του ανεπτυγμένου κόσμου, στις αρχές του 21ου αιώνα, είναι η ελαχιστοποίηση των μισθών, σε συνδυασμό με την επιβολή όσο γίνεται πιο σκληρών συνθηκών εργασίας στους εργαζομένους των πλούσιων χωρών. ΄Η, διαφορετικά, πως επιδιώκεται η εξομοίωση της τύχης των εργαζομένων στις πλούσιες χώρες με την τύχη των εργαζομένων στις φτωχότερες χώρες του Τρίτου Κόσμου.


Της
Μαρίας ΝΕΓΡΕΠΟΝΤΗ - ΔΕΛΙΒΑΝΗ
Πρ. πρύτανη και καθηγήτριας στο Παν/μιο ΜακεδονίαςΠροέδρου του «Ιδρύματος Δελιβάνη»


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ