Κυριακή 20 Φλεβάρη 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 8
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΔΙΗΓΗΜΑ
Ο Αρης

Γρηγοριάδης Κώστας

Πικρή που ήταν αυτή η Κυριακή... Φαρμακερό χαμπέρι. Μέρα καλοκαιρινή στις 13 του Ιούλη η μοίρα σου 'στησε παγίδα. Από μικρό σε είχε βάλει στο μάτι. Δεν ήσουν ακόμα τεσσάρων χρόνων και οι γονείς σου έφυγαν στο εξωτερικό. Σε ανέλαβε και σ' ανάθρεψε η θεία σου Φωτούλα. Κοπελιά ήτανε και δε δίστασε ούτε στιγμή να σε πάρει στην αγκαλιά της και να σ' αναστήσει. Εγινε μάνα από καρδιάς. Σε αγάπησε με όλη τη δύναμη, που έχει η γυναίκα, αποθηκευμένη, μέσα στην ψυχή της. Ξαγρύπνησε τις νύχτες στο προσκεφάλι σου όταν σ' έκαιγε ο πυρετός. Σου κρατούσε το χέρι στα μικρά σου βήματα. Σε νανούριζε με παραμύθια. Στάθηκε δίπλα σου στα πρώτα γράμματα του σχολειού. Η επιμονή της να γίνεις άριστος μαθητής. Εσύ έφερνες καλούς βαθμούς από το δάσκαλο και η μαμά Φωτούλα σε καμάρωνε. Σου μάθαινε τον κόσμο. Σου έλεγε ποιο είναι το σωστό. Εσύ την άκουγες και τα λόγια της καταστάλαζαν μέσα στην καρδούλα σου. Της είχες απόλυτη εμπιστοσύνη και την αγκάλιαζες γύρω - γύρω από τη φούστα. Καμιά φορά σου 'φευγε ένα δάκρυ και το σκούπιζες κρυφά, γιατί μέσα στην ψυχούλα σου υπήρχε ένα κενό. Σου 'λειπε η πραγματική σου μητέρα. Τα χρόνια περνούσαν και έγινες ένα παλικαράκι ψηλόλιγνο σαν κυπαρίσσι. Δευτέρα Γυμνασίου. Η μητέρα σου ήταν υπερήφανη για σένα. Σου έλεγε όμως πολλές ιστορίες από τα παλιά. Δεν τις είχε ζήσει η ίδια, όμως τις είχε ακούσει από τη μητέρα της. Εσύ κατέγραφες μέσα στο μυαλό σου όλα αυτά που άκουγες, όπως την ιστορία με τον αγροφύλακα. Κατοχή. Μαύρες μέρες. Γερμανοί παντού. Κατακτητές. Ο λαός στέναζε. Ομως, τα παλικάρια έκαναν αντίσταση. Ο προδότης αγροφύλακας παρέδωσε τα δυο αδέρφια στους Γερμανούς. Αυτό το ίδιο χωριό ήτανε κι όμως αυτό το ανθρωπόμορφο κτήνος σήκωσε το χέρι του σαν να 'τανε φίδι φαρμακερό και έδειξε. Τότε οι Γερμανοί - γάζωσαν - με ψυχρότητα τα δυο παιδιά. Οι δολοφονικές σφαίρες τους βρήκαν στην καρδιά και τα παλικάρια σωριάστηκαν στο χώμα. Και άλλες πολλές ιστορίες σου διηγόταν η μαμά Φωτούλα. Μαθήτρια η ίδια βίωσε τη μεταπολεμική προπαγάνδα μέσα στο σχολείο. Ο δάσκαλος την ώρα του μαθήματος σταματούσε το μάθημα και χτυπώντας τη βέργα στο γραφείο έλεγε: «Ακούστε καλά. Οι κουμμουνιστές είναι κακοί άνθρωποι. Σφάζουν, κλέβουν, ατιμάζουν. Δε σέβονται τίποτα». Το βλοσυρό του πρόσωπο σκοτείνιαζε ακόμα πιο πολύ και ο χώρος πάγωνε από την αρνητική του ενέργεια. Οι μαθητές δεν τολμούσαν να τον κοιτάξουν στα μάτια από φόβο. Γέμιζε μίσος τις ψυχές των παιδιών. Την ίδια πανάθλια προπαγάνδα έκανε και ο παπάς του χωριού διαστρεβλώνοντας τα γεγονότα. Ετσι, διαπαιδαγωγούσαν τους νέους και τρομοκρατούσαν τους μεγάλους. Ολα αυτά σε εξόργιζαν και τα εύρισκες άδικα. Πείσμωσες πολύ. Γράφτηκες στην ΚΝΕ. Οταν το έμαθε αυτό η μητέρα σου με αυστηρό τόνο σου είπε: «Πρόσεχε παιδί μου. Αυτοί δεν αστειεύονται. Μη σε σταμπάρουν. Χάθηκες!..». Εσύ απάντησες με θάρρος: «Εγώ δεν τους φοβάμαι. Θα δεις. Θα μορφωθώ και θα τους πολεμήσω με το χαρτί και το μελάνι. Θα με βρίσκουν πάντα απέναντι. Θα τους τρομάζω με την αντίστασή μου. Μη φοβάσαι μάνα. Είμαστε πολλοί!!! Δε θα μας λυγίσουν». Η μητέρα σου δικαίως είχε αγωνία για σένα. Είχαν δει πολλά τα μάτια της. Εζησε τη χούντα. Ακουσε για φυλακές. Βασανιστήρια. Υγρά κελιά και τόσα άλλα φριχτά που δεν τα χωράει ανθρώπου νους. Εσύ Αρη εξήγησες στη μητέρα σου ότι πρέπει να είμαστε όλοι κοντά στο Κόμμα. Ετσι θα μπορέσουμε να αλλάξουμε τον κόσμο. Θα κάνουμε όνειρα για ένα καλύτερο αύριο, και πως όλοι θα έχουμε το δικαίωμα να απολαμβάνουμε τα υλικά αγαθά που παράγουν τα εργατικά χέρια. Αυτά πίστευες, Αρη. Μπήκες στο πανεπιστήμιο. Πρωτοπόρος στις πορείες. Ενωνες τη φωνή σου με χιλιάδες συμφοιτητές σου, φωνάζοντας συνθήματα κατά των φονιάδων των λαών. Καλοσυνάτος ήσουνα. Γελαστός. Καταδεκτικός. Είχες καταξιωθεί τόσο στον επαγγελματικό τομέα όσο και στους κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς αγώνες. Τίποτε δε σου χαρίστηκε. Κατάφερες με τις σπουδές σου και τη σκληρή εργασία να προκόψεις επαγγελματικά και να διευθύνεις από τη θέση του οικονομικού διευθυντή μεγάλης πολυεθνικής εταιρίας στην Ελλάδα. Δίψαγες για τη ζωή και δεν έχανες ευκαιρία για χορό και γλέντι. Κέρδιζες εύκολα το σεβασμό των συνεργατών σου για την επιστημονική σου κατάρτιση, τις γνώσεις και την ακεραιότητά σου. Στήριξες το ΚΚΕ. Δε δίσταζες να δείχνεις την πολιτική σου τοποθέτηση, παρά την υψηλή θέση που κατείχες στον εργασιακό στο χώρο. Είχες λαμπρό μέλλον μπροστά σου. Μα η μοίρα όρισε αλλιώς. Στα 40 σου ημέρα Κυριακή έγινες τραγική είδηση στο βραδινό δελτίο των ειδήσεων. Jet Ski που οδηγούσε νεαρός άντρας συγκρούστηκε με ένα ταχύπλοο σκάφος. Ο άτυχος άντρας ανασύρθηκε νεκρός. Αυτά είπε ο εκφωνητής μέσα από το γυαλί της τηλεόρασης. Στην πραγματικότητα χτυπημένος έχασες τις αισθήσεις σου και πνίγηκες αβοήθητος. Κι όμως ο ασυνείδητος οδηγός του ταχύπλοου, αν άπλωνε το χέρι του και σε τραβούσε έξω από το νερό θα ζούσες. Ενας άνθρωπος τόσο σημαντικός και χρήσιμος για την κοινωνία όπως εσύ δε θα 'πρεπε να χαθεί έτσι με αυτό τον τραγικό τρόπο. Αγαπούσες το χωριό σου και το επισκεπτόσουν συχνά. 15 Ιούνη 2004 και Τρίτη φαρμακερή. Ηταν γραφτό να κάνεις το τελευταίο ταξίδι σου εκεί. Σε συνόδευσαν φίλοι και συγγενείς. Εκλαψαν για σένα πολύ. Αραγε ο αγέρας που περνάει από κει τι σου λέει; Αρη, επισκέφτηκα για πρώτη φορά το σπίτι σου. Με καλοδέχτηκαν η μητέρα σου και η ξαδέρφη, αδερφή Ευτυχία. Στα πρόσωπά τους ήταν ζωγραφισμένη η λύπη. Το σπίτι άδειο από εσένα, μα η παρουσιάσουν αισθητή. Το δωμάτιό σου όπως το άφησες. Η φιγούρα σου στις φωτογραφίες να κοιτά με σιγουριά στο μέλλον. Είχες γίνει είδη παρελθόν και ας πόζαρες σε δρόμους. Σε ακρογιαλιές. Στην Κούβα. Στο χωριό. Τα παντζούρια κατεβασμένα. Το δωμάτιο σιωπηλό!! Ολα τα αντικείμενα που ήταν δικά σου σε περίμεναν. Κι είχαν ένα παράπονο. Καθίσαμε στο σαλόνι. Η Ευτυχία μού πρόσφερε πορτοκαλάδα. Ενας κόμπος στο λαιμό μου έκοβε τα λόγια. Η μητέρα σου με κοίταζε. Θαρρώ πως η ματιά της μου ζητούσε να σε φέρω πίσω. Η αδερφή σου δε σταματούσε να μου μιλά για το συμβάν. Το πρόσωπό της αγρίευε, καθώς το άδικο την έπνιγε. Ελεγε για την εγκληματική δειλία του οδηγού του σκάφους, που σε άφησε αβοήθητο και έτρεξε να κρυφτεί πίσω από τους βράχους για να μην τον βρουν. Μου έκανε παράπονα για τον τρόπο που λειτούργησε η πολιτεία και πώς ειδοποιήθηκαν από τον υπάλληλο της υπηρεσίας. Οι δικοί σου δεν ήξεραν τίποτα. Νομίζαν πως είσαι κάπου βόλτα. Η βαρβαρότητά τους αυτή είναι απαράδεκτη. Αντί να μας καλέσουν, έλεγε η Ευτυχία, στο Κέντρο Υγείας να μας ανακοινώσουν το θλιβερό γεγονός, γιατί πρόκειται για συμβάν τραγικό και αναπάντεχο, μας έστειλαν στο Νεκροταφείο «Ανάσταση» να ψάξουμε τον άνθρωπό μας. Ο αδερφός μου πλήρωνε για τη δημόσια Υγεία, άρα δικαιούνταν μια αξιοπρεπή μεταφορά με ένα ασθενοφόρο. Αιτιολογήθηκαν ότι δεν είχαν θέση στο Κέντρο Υγείας. Κόντευε μεσημέρι Δευτέρας όταν τον βρήκαμε και ο αδερφός μου είχε αρχίσει να μυρίζει. Καθώς τα έλεγε αυτά η Ευτυχία τα μάτια της πετούσαν σπίθες αγανάκτησης για τη μεταχείριση του νεκρού αδερφού της. Εγώ παρατηρούσα αυτό το νέο κορίτσι με τα ξανθά μαλλιά και το αρμονικό πρόσωπο. Την καθαρότητα της ματιάς της και τη συγκροτημένη σκέψη. Μου έκανε εντύπωση, καθώς εργατική και άξια δηλαδή, ένα κορίτσι με αξιοπρέπεια. Τι μηνύματα δέχεται από την πολιτεία που δε σέβεται τους πολίτες και τους πετά σαν σκουπίδια σε τραγικές στιγμές; Αρη, σε είχα γνωρίσει παλιότερα στον Περισσό σε γιορτή του Κόμματος. Η μητέρα σου σε σύστησε σε μένα και συ μου άπλωσες το χέρι με την ευγένεια ενός μικρού παιδιού. Να τραγουδήσω στο γάμο σου μου ζήτησε η μητέρα σου. Και επειδή αυτό δεν έγινε, εγώ σου αφιέρωσα ένα τραγούδι στο φετινό Φεστιβάλ της ΚΝΕ. Θαρρώ πως ήσουνα εκεί, ανάμεσα στους χιλιάδες ανθρώπους. Ηταν ο χώρος που λάτρευες και επισκεπτόσουνα κάθε χρόνο. Δεν ξέρω γιατί διάλεξα αυτό το παραδοσιακό τραγούδι.

«Σαν πας στα ξένα πάρε και μένα

αχ, πάρε και μένα για συντροφιά»

Γεια σου, Αρη Μπακόπουλε


Σούλα ΒΑΖΟΥΡΑ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ