Πριν από τη συνάντησή τους, ο καθένας είχε τη δική του ξεχωριστή μουσική διαδρομή. Ο Μ. Μανουσέλης δοσμένος για πολλά χρόνια στα λατινοαμερικάνικα τραγούδια: «Από το '80 είχαμε ένα γκρουπ, το "Ράσα δε κόβρε" (φυλή του χαλκού). Ημασταν πέντε - έξι μουσικοί τρελαμένοι κυριολεκτικά με τα λάτιν. Συμμετείχα ως μουσικός και τραγουδιστής σε αυτό το γκρουπ, με το οποίο παίζαμε σε διάφορα φεστιβάλ - βεβαίως και στο Φεστιβάλ στης ΚΝΕ - είχαμε παρουσιάσεις στο ραδιόφωνο κ.α. Κάποια στιγμή, μας ανακάλυψε ο Νταλάρας, με τον οποίο δισκογραφήσαμε τα "Λάτιν" το '87. Ομως, όπως όλα τα γκρουπ, έτσι και το δικό μας κάποια στιγμή διαλύθηκε και ο καθένας πήρε το δρόμο του. Εγώ ως μουσικός συνέχισα και σ' αυτό το είδος, αλλά και στα ελληνικά, παίζοντας σε μουσικές σκηνές και κυρίως σε μπαράκια».
«Στα Χανιά είμαστε τρία χρόνια τώρα», λέει ο Μ. Μανουσέλης. «Σαν ντουέτο, δεν παίζουμε σε μόνιμη βάση, αλλά κάνουμε επιλεγμένες εμφανίσεις. Αυτό γίνεται παράλληλα με τις εργασίες μας. Εγώ είμαι αρχιτέκτονας, η Μαριάννα διδάσκει μουσική σε σχολείο. Τα Χανιά είναι πόλη με πολιτιστικό ενδιαφέρον, με κίνηση, υπάρχουν πολλά και όμορφα μαγαζάκια... Ομως, το να δραστηριοποιείσαι μουσικά σε μια επαρχιακή πόλη έχει μια δυσκολία. Και αυτή κυρίως αφορά στο να βρεις μουσικούς επιπέδου, που να είναι σε θέση να επανδρώσουν μια δουλιά. Είναι δύσκολο, γιατί οι περισσότεροι καλοί μουσικοί φεύγουν για την Αθήνα, καθώς εκεί τους δίνονται περισσότερες ευκαιρίες...».
Συνθέτης και ενορχηστρωτής των τραγουδιών του - «κάνω και την ενορχήστρωση, γιατί αν φύγει από τα χέρια σου ένα τραγούδι και πάρει άλλη χροιά μπορεί τελικά να μην σου αρέσει» - ο Μ. Μανουσέλης συνεργάστηκε στιχουργικά με τον Γ. Λεκάκη και, όπως λέει, «οι στίχοι του έδεσαν όμορφα με τη μουσική». Το επόμενο βήμα, μετά την κυκλοφορία του δίσκου, είναι «να παρουσιάσουμε αυτή τη δουλιά, να ευχαριστηθούμε κι εμείς, να τη μάθει και ο κόσμος».
«Ολα αυτά τα χρόνια, λέει η Μ. Ζορμπά, δεν έχουμε σταματήσει να παίζουμε μουσική. Και νομίζω ότι τώρα έχουμε καλύτερη σχέση μαζί της. Οταν ο μουσικός έχει τη μουσική για βιοπορισμό, δεν κάνει επιλογές. Οταν, όμως, δεν την έχεις ως βιοποριστικό μέσο και κάνεις το κέφι σου, τότε περνάς ωραία. Εδώ γνωρίσαμε αξιόλογους ανθρώπους, που πίστεψαν αμέσως σε εμάς και μας παραχώρησαν τα καλύτερα μέρη της πόλης: Το Δημοτικό Θέατρο, το Θέατρο Ανατολικής Τάφρου που γίνονται όλες οι μεγάλες συναυλίες. Αποτέλεσμα, να κάνουμε κάποια πολύ ωραία πράγματα: Συναυλίες, μουσικο-θεατρικο-χορευτικές παραστάσεις κ.ά. Τώρα ήρθε η στιγμή του δίσκου. Περιλαμβάνει όχι μόνο καινούρια κομμάτια, αλλά και παλιότερα, που ενορχηστρωτικά έχουν το ίδιο ύφος. Ενορχηστρωτικά κυριαρχούν η λύρα και το λαούτο, ενώ ταυτόχρονα έχουμε και τα λατινοαμερικάνικα όργανα κρουστά και κιθαροειδή». Ενας δίσκος, που «μιλά για τον έρωτα όχι εκχυδαϊσμένα, αλλά με ρομαντικό τρόπο», και αντλεί έμπνευση «από ανθρώπους που στις δύσκολες μέρες μας επιμένουν να αγωνίζονται».