Ενας πρόσθετος λόγος, ίσως και ο πιο σοβαρός, για να οδηγηθεί ένας νεαρός ή μια νεαρά θεατής στους «Εντιμότατους Φίλους», είναι το είδος της γραφής της ταινίας. Ο Μάριο Μονιτσέλι, πιστός φίλος και «υπηρέτης» του νεορεαλισμού, αποδείχνει, για μια ακόμα φορά, πως το απλό μπορεί να είναι -και είναι- εξαιρετικό εκφραστικό μέσο. Κατανοητό και την ίδια ώρα πολύπλοκο.
Οι ήρωες της ταινίας, μια ομάδα μεσήλικες φίλοι, που σκαρώνουν διάφορες φάρσες, πότε σε βάρος άλλων και πότε σε βάρος του εαυτού τους, εξωτερικά δείχνουν απλοϊκοί. Ανέμελοι και κενοί. Στην ουσία, όμως, ετούτα τα άτομα, είναι γεμάτα συναισθήματα. Υποφέρουν από τις πράξεις των άλλων και κάνουν τους άλλους να υποφέρουν από τις δικές τους πράξεις. Δεν είναι, απλώς, μια ομάδα πλακατζήδων. Είναι ζωντανά άτομα, που επηρεάζουν και επηρεάζονται. Ατομα, τα οποία, δε θέλουν να παίρνουν τη ζωή στα σοβαρά, όχι γιατί δεν είναι σοβαροί οι ίδιοι, αλλά γιατί, είναι σίγουρο, πως μόνο με αυτό τον τρόπο μπορούν και αντέχουν το φορτίο της. Ετσι η κωμωδία γίνεται πικρή κωμωδία.
Ο Μάριο Μονιτσέλι, δε στέκεται μόνον στις πλάκες. Η κεφάτη παρέα του δεν κάνει μόνον φάρσες. Κάνει και κοινωνικά σχόλια. Οχι βαρύγδουπα και «διδακτικά». Ο Ιταλός σκηνοθέτης, σημειώνει προσεκτικά, με το μικρό πινέλο του, κάποιες «λεπτές» περιοχές της κοινωνίας, που απαιτούν περισσότερες εξηγήσεις. Και το κάνει αυτό με καταλυτικό τρόπο. Με σκηνοθετική δροσιά και φαντασία.
Οι «Εντιμότατοι Φίλοι» (1975), δεν πρέπει να ιδωθούν ξεκομμένοι από το υπόλοιπο έργο του σκηνοθέτη. Εργο, που είναι βαθιά πολιτικό και κοινωνικό. Σημειώνουμε, απλώς, μερικές ταινίες του Μάριο Μονιτσέλι, για να θυμηθούμε, για ποιον δημιουργό μιλάμε: «Οι Σύντροφοι», «Ο κλέψας του κλέψαντος», «Πίσω από τα κλειστά παράθυρα», «Ο μεγάλος πόλεμος», «Οι γενναίοι του Μπρανκαλεόνε» κ.ά.
Παίζουν: Ούγκο Τονιάτσι, Γκαστόν Μοσκίν, Φιλίπ Νουαρέ, Ολγα Καρλάτου κ.ά.