Οπως έχουμε γράψει πολλές φορές το φαινόμενο του θερμοκηπίου οφείλεται στην εκπομπή διαφόρων αερίων (διοξείδιο του άνθρακα, όζον, μεθάνιο, οξείδιο του αζώτου, χλωροφθοράνθρακες κ.ά.), από ανθρώπινες κυρίως δραστηριότητες, τα οποία παγιδεύουν τη θερμότητα στο κατώτερο στρώμα της ατμόσφαιρας, τη στρατόσφαιρα. Να σημειώσουμε ότι το φαινόμενο αυτό το είχε παρουσιάσει πρώτος ο Σουηδός χημικός Σβάντε Αρένιους το 1896, αλλά έγινε αποδεκτό πολλά χρόνια μετά, αφού προηγήθηκε πλήθος πειραμάτων και ερευνών. Σήμερα κανείς πλέον δεν αμφιβάλλει για την ύπαρξη του φαινομένου, αλλά παραμένει η αντιπαράθεση στην επιστημονική κοινότητα πόσο γρήγορα μπορεί να εκδηλωθεί και οι επιπτώσεις που θα υπάρξουν. Σ' αυτό που όμως έχει υπάρξει συμφωνία ύστερα από διακρατικές συσκέψεις το 1990, 1992, 1993 για τις «κλιματικές μεταβολές», είναι το πόρισμα 140 διαπρεπών επιστημόνων παγκόσμιου κύρους για ζητήματα των προηγούμενων κλιματικών αλλαγών και τις τρέχουσες μεταβολές της παγκόσμιας θερμοκρασίας σε σχέση με το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Η πολυμελής διεπιστημονική ομάδα κατέληξε ότι: το κλίμα της γης είναι αποτέλεσμα σύνθετων αλληλεπιδράσεων μεταξύ του ήλιου, της ατμόσφαιρας, των ωκεανών, της γης και της βιόσφαιρας. Επίσης, ότι η θερμότητα που παγιδεύεται από τα αέρια του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα, διατηρεί τον πλανήτη αρκετά ζεστό, ώστε να επιτρέπει την επιβίωση όχι μόνο του ανθρώπου, αλλά και των άλλων ειδών. Και ότι τα δυο βασικά αέρια του θερμοκηπίου είναι οι υδρατμοί (βλ. υδρολογικός κύκλος) και το διοξείδιο του άνθρακα (βλ. παγκόσμιος κύκλος άνθρακα).
Η μέση θερμοκρασία του πλανήτη, σύμφωνα πάντα με το πόρισμα της εργασίας της ομάδας, κυμαίνεται σημαντικά κατά τη διάρκεια ενός γεωλογικού χρόνου και συμπεριλαμβάνει εποχές παγετώνων που κάλυψαν με παχύ στρώμα πάγου μεγάλο μέρος του πλανήτη τα τελευταία 800.000 χρόνια. Κάθε τέτοια περίοδος διήρκεσε 100.000 χρόνια και ακολούθησε μια θερμή περίοδος 10.000-12.500 χρόνων. Οταν ο πάγος έλιωσε την τελευταία περίοδο των παγετώνων, το μέσο επίπεδο της θάλασσας αυξήθηκε 100 μέτρα μειώνοντας την έκταση της άνυδρης γης. Τα τελευταία 10.000 χρόνια βρισκόμαστε στη μεσοπαγετώδη περίοδο, που ονομάστηκε «ολόκαινο», απολαμβάνοντας μια σχετική θερμοκρασία. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου η μέση επιφανειακή θερμοκρασία κυμάνθηκε από 0,5-0,6 βαθμούς C και σε χρονικές περιόδους 100-200 ετών. Η παραπάνω (σχετική) κλιματική σταθερότητα των τελευταίων χιλιάδων ετών είχε σαν αποτέλεσμα να αποτρέψει μεγάλες διαφοροποιήσεις στην εδαφική σύσταση και τη βλάστηση. Ετσι παρατηρείται η αύξηση της παραγωγής τροφίμων και η αντίστοιχη πληθυσμιακή αύξηση. Αλλά ακόμα και αυτές οι μικρές αυξομειώσεις της θερμοκρασίας, είχαν σαν αποτέλεσμα να μετακινηθούν πληθυσμοί, επειδή μεταβλήθηκαν οι συνθήκες της κτηνοτροφίας και των καλλιεργειών.
Τα τελευταία 160.000 χρόνια οι υδρατμοί της ατμόσφαιρας παρέμεναν σε σταθερά επίπεδα σε αντίθεση με το διοξείδιο του άνθρακα που σημειώνει ιδιαίτερη αύξηση τις τελευταίες δεκαετίες, όπως το μεθάνιο, οι χλωροφθοράνθρακες και το οξείδιο του αζώτου. Το μεγαλύτερο ποσοστό των αυξητικών επιπέδων των αερίων αυτών οφείλεται σε ανθρώπινες δραστηριότητες, όπως η καύση των ορυκτών καυσίμων, η αγροκαλλιέργεια, η αποψίλωση των δασών και η χρήση των χλωροφθορανθράκων. Το 1860 άρχισαν οι μετρήσεις της θερμοκρασίας. Από τότε μέχρι σήμερα παρατηρείται μια αύξηση της τάξεως του 0,4-0,7 βαθμών C. Στο διάστημα 1980-1994 σημειώθηκαν οι υψηλότερες θερμοκρασίες σε μία περίοδο καταγραφής 113 ετών, με θερμότερο όλων το έτος 1990. Η γη ψύχτηκε προσωρινά από το 1991-1993 έπειτα από την έκρηξη του ηφαιστείου Πινατούμπο το 1991 στις Φιλιππίνες.
(συνεχίζεται)