Τετάρτη 14 Σεπτέμβρη 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 24
Θέατρο
ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΑΤΡΟΥ
Αρχαίο και Κρητικό δράμα
«Μήδεια» από τον Π. Στάιν

«Μήδεια»
«Μήδεια»
Ο σπουδαίος Γερμανός σκηνοθέτης Πέτερ Στάιν, μιλώντας σε ελληνικά ΜΜΕ για την παράστασή του, με την ευριπιδική «Μήδεια», στα φετινά Επιδαύρια, με Ιταλούς ηθοποιούς, εξέφρασε τη σε βάθος μελετημένη άποψή του για το πώς «διάβασε» ο ρεαλιστής Ευριπίδης το μύθο της παιδοκτόνου Μήδειας, ώστε να θέσει με το έργο του ανθρωπολογικά και κοινωνικά ζητήματα. Δημιουργός, με αρχαιολογική παιδεία, αληθινά και ουσιωδώς μοντέρνος, αλλά και διαλεκτικός, ο Στάιν είδε την ευριπίδεια ηρωίδα (κατά το μύθο εγγονή του Ηλιου), σαν «αρχαϊκή, προ της ανθρώπινης φυλής» οντότητα. Ενα «μείγμα δυνάμεων της φύσης και ανθρώπινων ιδιοτήτων». Μια μητέρα αλλά και ερωτευμένη γυναίκα που, προδομένη από τον άντρα της, ταπεινωμένη, ξένη και αποδιωγμένη από μια κοινωνία, που θέλει - όπως η αρχαία Αθήνα - να θεωρείται «πολιτισμένη», με τους «νόμους, θεσμούς και τον τρόπο ζωής της», εκρήγνυται σαν «ηφαίστειο». Επιβάλλει τη «δικαιοσύνη του ηφαιστείου». Οπως πιστεύει ο Στάιν, ο ρεαλιστής Ευριπίδης με τη «Μήδεια» ήθελε να πει - «και το πέτυχε απόλυτα» - ότι «ο τρόπος ζωής των συγχρόνων του Αθηναίων μπορεί να φαίνεται εκλεπτυσμένος, εξελιγμένος και οργανωμένος αλλά δεν είναι παρά ένα πολύ επιφανειακό στρώμα που καλύπτει καταστροφικές δυνάμεις που ελλοχεύουν και δεν τις βλέπουμε ή τις ξεχνάμε» και ότι «παραμένουν τα πάθη, τα συναισθήματα, οι καταστροφικές δυνάμεις του ανθρώπινου μυαλού».

Η παράθεση των παραπάνω ελάχιστων φράσεων της άποψης του Στάιν, αποσκοπεί στο να δοθεί στον αναγνώστη που δεν είδε την παράσταση, το εξαιρετικό σκηνοθετικό - ερμηνευτικό «στίγμα» της. Μια παράσταση - γεγονός των φετινών Επιδαυρίων. Παράσταση καθάριου ρεαλισμού αλλά και ποιητικού αισθήματος, με καλαίσθητα αχρονο-διαχρονικά κοστούμια, υπέροχα λιτό και ταυτόχρονα τολμηρά ευφάνταστο σκηνικό (ένα ταπεινό, ξύλινο και κεραμοσκεπές σπιτάκι, από όπου με τη βοήθεια του «από μηχανής θεού», του Ηλιου - μια τεράστια ηλεκτρική σφαίρα - αναλήπτεται η γήινη, προδομένη, εξορισμένη, τραγική παιδοκτόνος στο πεδίο του μύθου) και υποδειγματική καθοδήγηση του λόγου στους ρόλους και στον α-καπέλα άδοντα Χορό. Με συνολικά καλές ερμηνείες των ηθοποιών, με κυρίαρχη τη «θηριωδών» υποκριτικών μέσων, γι' αυτό απλή και αληθινή ερμηνεία, της Μανταλένα Κρίπα.

«Αγαμέμνων» με το ΔΗΠΕΘΕ Αγρινίου

«Αγαμέμνων»
«Αγαμέμνων»
Ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Δημοτικού Περιφερειακού Θεάτρου Αγρινίου, Θοδωρής Γκόνης τόλμησε να δοκιμαστεί φέτος, για πρώτη φορά (εκτός Επιδαυρίων βέβαια), σκηνοθετικά στο αρχαίο δράμα, με τον αισχυλικό «Αγαμέμνονα», με πολύ ενδιαφέροντα αποτελέσματα. Μια σκηνοθεσία, με ελάχιστες οικονομικές δυνατότητες, δηλαδή «φτωχού θεάτρου», αλλά με καλλιτεχνική ουσία, κατά τη γνώμη της υπογράφουσας. Σκηνοθεσία, που με σεμνότητα, σεβασμό, ποιητικό αισθητήριο, ρεαλιστική, χαμηλόφωνη απλότητα, αλλά και με τολμηρά, πρωτότυπα, λαϊκότροπα, καλαίσθητης όψης, ερμηνευτικά ευρήματα κατέστησε «κοντινή» και «οικεία» στο σύγχρονο θεατή την αισχυλική τραγωδία, αντιμετωπίζοντάς την ως λαϊκό αφήγημα και θυμίζοντας εμμέσως τη Μικρασιατική τραγωδία. Καθοριστικός συντελεστής αυτής της ενδιαφέρουσας σκηνοθετικής «ανάγνωσης» ήταν η μετάφραση. Ο Παντελής Μπουκάλας έκανε φέτος τη μεταφραστική εμφάνισή του στο αρχαίο δράμα, με τους αριστοφανικούς «Αχαρνείς» και τον αισχυλικό «Αγαμέμνονα». Με τη μετάφραση του «Αγαμέμνονα», έκανε μια πολύ ελπιδοφόρα μεταφραστική κατάθεση. Η τραγική ποίηση μοιάζει να είναι πιο κοντά στην ποιητική ιδιοσυγκρασία του απ' ό,τι η αριστοφανική κωμωδία. Με τη φιλολογικά, μυθολογικά, ερμηνευτικά μελετημένη (όπως δείχνει το προλογικό σημείωμά του στο πρόγραμμα της παράστασης), αληθινής ποιητικής θέρμης, πάλλουσας και λαϊκά πολύχυμης γλώσσας, νοηματικής αμεσότητας και δύναμης μετάφρασή του «γονιμοποιήθηκαν» και η σκηνοθετική άποψη, και η αισθαντική μουσική τού, επίσης, πρωτοδοκιμαζόμενου στην τραγωδία Νίκου Ξυδάκη και το αφαιρετικά λειτουργικό σκηνικό του Νίκου Μποκόρου (ένα υπερυψωμένο πατάρι με την πύλη του παλατιού των Ατρειδών και χαμηλά στο πλάι του, λευκά ριντό, όπου πίσω τους, όπως στο θέατρο σκιών, κινούνται οι άνθρωποι του λαού - ο Χορός), φωτισμένο ατμοσφαιρικά από τον Φίλιππο Κουτσαφτή. Αλλά και τα καλαίσθητα κοστούμια της Αλεξίας Θεοδωράκη σηματοδότησαν την ταξική θέση κάθε προσώπου - ρόλου και του μεικτού Χορού (ανδρών και γυναικών του λαού). Το πνεύμα της σκηνοθεσίας ακολούθησαν οι πειθαρχικές, λιτά και σεμνά ρεαλιστικές, χωρίς μελοδραματισμούς και επιτήδευση, ερμηνείες των ηθοποιών στους πρωταγωνιστικούς και δευτεραγωνιστικούς ρόλους - Αννα Φόνσου, Γιώργος Μωρόγιαννης, Λουκία Πιστιόλα, Πασχάλης Τσαρούχας, Σαμψών Φύτρος - και στο Χορό - Μαρία Τσίμα, Δημήτρης Κανέλλος, Γιάννης Παπαθανάσης, Εύα Νέδου, Μαίρη Αθανασίου, Σαμψών Φύτρος. Ιδιαίτερη αίσθηση μας προκάλεσε η διάνοια, το αίσθημα, η απλότητα και ανθρώπινη γλυκύτητα του λόγου του.

«Ερωφίλη» με το ΔΗΠΕΘΕ Κρήτης

«Ερωφίλη»
«Ερωφίλη»
Ο Γεώργιος Χορτάτσης, ο πρωτοπόρος του αναγεννησιακού Κρητικού Θεάτρου, θραμμένος με τα ουμανιστικά μηνύματα και θέματα της Ιταλικής Αναγέννησης ενάντια σε κάθε απολυταρχική, αλαζονική, απάνθρωπη εξουσία, στα 1600 έγραψε την «Ερωφίλη», το πρώτο θεατρικό έργο που γράφτηκε στα νεοελληνικά στη βενετοκρατούμενη Κρήτη. Αν και η μυθοπλοκή του Χορτάτση διαδραματίζεται στην προχριστιανική Αίγυπτο, τα αλληγορικά ονόματα των ηρώων του (ονόματα σύνθεσης εννοιών, όπως και στο αρχαίο ελληνικό δράμα) παραπέμπουν στην όπου γης τυραννική εξουσία, επόμενα και στην κατακτημένη Κρήτη και σηματοδοτούν το χαρακτήρα, τα αισθήματα, τις πράξεις των προσώπων. Δολοφόνος του αδελφού του, ο αυταρχικός βασιλιάς της Αιγύπτου Φιλόγονος (φίλος μόνο του δικού του γόνου -γένους) τιμωρεί αλύπητα τον προικισμένο με όλες τις αρετές, γενναίο υπερασπιστή της Αιγύπτου Πανάρετο, τον οποίο αγάπησε και κρυφά παντρεύτηκε το μοναχοπαίδι του, η ορφανεμένη από τη μάνα της Ερω-φίλη, με συμπαραστάτρια τη στοργική υπηρέτρια - τροφό της, Χρυσό-νομη. Αδυσώπητος, αλλαζών, εγωτικός, πεισματικός εξουσιαστής ο Φιλόγονος, οδηγεί στο χαμό όχι μόνον τον Πανάρετο και την Ερωφίλη, αλλά και σε αβέβαιο μέλλον τη χώρα του, προκειμένου να μείνει εκείνος ο μόνος απόλυτος άρχων. Ο Χορτάτσης έγραψε μια συνταρακτική ανθρώπινη και πολιτική τραγωδία, με τον ποιητικότατο, ομοιοκατάληκτο παραδοσιακό κρητικό στίχο, αλλά με γλώσσα απόλυτα ρεαλιστική και κατανοητή και εξαιρετικά πλασμένους χαρακτήρες. Ολα αυτά τα συστατικά στοιχεία του έργου τα συνειδητοποίησε και προσπάθησε να τα αναδείξει η σκηνοθεσία του Βασίλη Νικολαΐδη. Σε θεωρητικό όμως επίπεδο. Ως τελικό αποτέλεσμα, όμως, η παράστασή του έμεινε σε ένα «νοικοκυρεμένο» παλιομοδίτικο ακαδημαϊσμό που επιφανειακά, σχηματικά εικονοποιούσε την πλοκή και τα πρόσωπα, χάνοντας την ποιητική ουσία και δύναμή τους, αφήνοντας αβοήθητους τους ηθοποιούς (Γιώργος Κροντήρης, Μανώλης Σορμαΐνης, Μέμος Μπεγνής, Γιάννης Κρανάς, Αννα Κουτσαφτίκη, Ρίκα Σηφάκη) να τα βγάλουν πέρα όπως μπορούσαν, οι περισσότεροι αχρείαστα μεγαλόφωνα, σχηματικά, με στομφώδη, δήθεν φυσικότητα. Ο μόνος που ήξερε τι έλεγε πώς να το πει, ώστε να είναι φυσικός και ανταποκρινόμενος στο χαρακτήρα του ρόλου του ήταν ο Γιώργος Παρτσαλάκης (Φιλόγονος).


ΘΥΜΕΛΗ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ