Κυριακή 11 Ιούνη 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 6
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Πολιτικές σκοπιμότητες και «ιδεολογικές» αερολογίες

Χωρίς προσχήματα, άλλοι όπως - όπως και άλλοι στο πιο νοικοκυρεμένο, οι αστοί πολιτικοί, αμέσως σχεδόν μετά τις εκλογές, σήκωσαν τα μανίκια και βάλθηκαν να στήνουν ξεχωριστές σκαλωσιές για την αναπαλαίωση - αναγέννηση του πολιτικού συστήματος. Τουλάχιστον φαινομενικά, οι αντιδράσεις μοιάζουν να είναι στα καλά καθούμενα, αλλά η ταχύτητα της αντίδρασης και το γεγονός ότι όλοι μαζί, ταυτόχρονα, παλεύουν να επιβάλουν το δικό τους ξεχωριστό ή ίδιο σχέδιο κάτι δείχνει.

Δείχνει, αν μη τι άλλο, ότι «όλοι κάτι ξέρουν» και αν δε βρίσκονται σε «ειδική αποστολή» τότε κάνουν τα πάντα για να τους την αναθέσουν. Να, γιατί, σχεδόν με το ξημέρωμα της άλλης μέρας των εκλογών, αστοί πολιτικοί, αλλά και κόμματα ολόκληρα μοιάζουν να στοιβάζονται έξω από πολυκατάστημα σε περίοδο εκπτώσεων στο Λονδίνο, καρτερώντας να ορμήσουν στις «ευκαιρίες».

Η «ειδική αποστολή» είναι να βρεθεί το σχήμα εκείνο, που με τα απαραίτητα μερεμέτια να δώσει δυνατότητες «να τη βγάλει» το εκμεταλλευτικό σύστημα με όσο γίνεται λιγότερους εσωτερικούς κραδασμούς. Για παράδειγμα, να αντέξει την καινούρια λιτότητα, τα μέτρα για το ασφαλιστικό, τις ιδιωτικοποιήσεις, τις αλλαγές στην αγροτική οικονομία, την παιδεία κ.ά. Το δε «στριμωξίδι» των αστών πολιτικών γίνεται για να αναλάβουν από τώρα ρόλους, που θα τους εξασφαλίσουν τη μελλοντική τους επιβίωση.

«Ο σκοπός αγιάζει...»

Αιώνες πριν, ο κυνικός Ιταλός επαγγελματίας πολιτικός από την πείρα που είχε σωρεύσει, υπηρετώντας πολλούς και διαφορετικούς «ηγεμόνες», όχι μόνο ομολόγησε πως «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα», αλλά το άφησε και σαν πνευματική κληρονομιά για τους ομοίους του, που θα ακολουθούσαν. Οι σύγχρονοι διάδοχοί του και στη χώρα μας μπορεί να μην το ομολογούν ποτέ, αφού κάνει κακή εντύπωση, αλλά τους είναι αδύνατο να κρύψουν ότι στην πράξη τείνουν να ξεπεράσουν τον δάσκαλό τους...

Ιδιαίτερα σε συνθήκες όξυνσης του σκοπού, αρπάζουν τα μέσα όπως - όπως και τα αμολάνε, με την ελπίδα να λειτουργήσουν. Τότε είναι, που, προκειμένου να στήσουν κάποια επιχειρηματολογία, πετούν τέτοια «μαργαριτάρια», που δεν τα βρίσκεις εύκολα σε προφορικές ή γραπτές εξετάσεις κουφιοκεφαλάκηδων...

Βέβαια, οι ίδιοι οι αστοί πολιτικοί ελάχιστα βλάπτονται, αφού δεν έχουν κανένα πρόβλημα, με το που θα κάνουν χρήση της ανοησίας που θα τους βοηθήσει να ξεπεράσουν κάποια δυσκολία ή να ανέβουν άλλο ένα σκαλοπάτι κοντύτερα στο σκοπό τους, να αλλάξουν επιχειρηματολογία και να ισχυρίζονται τα αντίθετα, εξίσου αντιεπιστημονικά και ανόητα. Είναι χαρακτηριστικό, για παράδειγμα, να παρακολουθείς κάποιον που ξεκινά να στήνει επιχειρηματολογία σαν λεγόμενη εσωτερική αντιπολίτευση και, στη συνέχεια, άμα «γυρίσει ο τροχός», να λέει και να κάνει αυτά ακριβώς που κατήγγειλε. Είναι φανερό πως δε γίνεται εδώ λόγος για την ιστορικότητα της αλήθειας, και ας μη βιαστούν τίποτα κοκόρια της αστικής προπαγάνδας να μιλήσουν για τη διαρκή προσαρμογή σε νέες πραγματικότητες και τα τοιαύτα που τα γνωρίζουμε καλά. Ο λόγος γίνεται για την επιχειρηματολογία σκοπιμότητας, που στήνεται συγκυριακά, όπως τα λυόμενα, και δεν αντέχει, όχι καμιά ιστορικότητα, αλλά ούτε και σε καμιά λογική.

Απαγωγή της σκέψης

Το πρόβλημα είναι πως οι παραλογισμοί που ακούγονται -γράφονται κάθε τόσο, κύρια από τον ηλεκτρονικό, αλλά και τον έντυπο λόγο, διαμορφώνουν κοινωνική συνείδηση. Με δεδομένη την κατάσταση στα ΜΜΕ, όπου στόχος - σκοπός είναι η απαγωγή της σκέψης και η θανάτωσή της στα λημέρια της κυρίαρχης ιδεολογίας, ο καθένας πετάει τη φαμφάρα του ανεύθυνα, που όμως, μέσα από τη λειτουργία του μηχανισμού της ταύτισης, υπάρχει πάντα κίνδυνος να υιοθετηθεί ακόμα και από μη οπαδούς του συγκεκριμένου πολιτικού και να πολλαπλασιαστεί σαν επιμέρους ιδεολογία, ή απλά άποψη. Μπορεί εκείνη τη στιγμή που ακούγεται να απορρίπτεται, όμως οι συνειρμοί παραμένουν και με το χρόνο οι σωρευμένες αερολογίες φτιάχνουν και ανάλογους εσωτερικούς κόσμους.

Αν πάλι κάποια μερίδα δεν τους παίρνει στα σοβαρά, μπορεί να συμβαίνει το ακόμα χειρότερο. Δηλαδή, να ξέρει πως ο «δικός του», με τον οποίο έχει ταυτιστεί, δεν εννοεί τους παραλογισμούς που πετάει, αλλά να τον χαίρεται στο επίπεδο «πού τα βρίσκει ο μπαγάσας...», νιώθοντας πως και αυτός ο οπαδός είναι «μέσα στο κόλπο» και μαζί θα κερδίσουν όλους τους αντιπάλους. Μια τέτοια κατάσταση είναι πολύ χειρότερη, αφού διαφθείρει μαζικά στο «ο σκοπός αγιάζει..», δίνει μαζικά άλλοθι για μη ταξικές επιλογές, διαιωνίζει την ιδεολογία του «εξυπνάκια» και επιχειρεί διαρκώς και «στρατολογίες»...

Τα μαργαριτάρια που ακούγονται - γράφονται είναι πάρα πολλά, αφού καθημερινά πολλαπλασιάζονται, ανάλογα με τις συγκυρίες και τις σκοπιμότητες. Ομαδοποιούνται, πάντως, εύκολα σε δυο κατηγορίες. Σ' αυτά που όλοι μαζί σερβίρουν στις λαϊκές μάζες, προκειμένου να τσιμεντάρουν και ιδεολογικά τους σκοπούς της κυρίαρχης τάξης που υπηρετούν, και τα άλλα, τα ακόμα πιο φτηνιάρικα, που τα μαζεύουν και τα πετούν εντελώς συγκυριακά, προκειμένου οι ίδιοι να εξασφαλίζουν καλύτερη θέση και προοπτική στο πολιτικό σκηνικό ή να αναδιαμορφώνουν αν μπορούν ολόκληρο το σκηνικό στα μέτρα τους.

Στο ρόλο του διαφημιστή - εκλαϊκευτή

Οσον αφορά την πρώτη ενότητα, η επιχειρηματολογία συνήθως είναι σταθερή, τουλάχιστον για κάποια ιστορική περίοδο και, παρά τις όποιες παραλλαγές της, είναι σχεδόν πάντα ομόφωνη. Μάλιστα, αφού οριοθετεί σκοπούς και στρατηγικές της άρχουσας τάξης, δεν ανήκει αποκλειστικά σ' αυτούς τους πολιτικούς που τη χρησιμοποιούν. Οι πολιτικοί σ' αυτές τις περιπτώσεις παίζουν απλά το ρόλο του διαφημιστή - εκλαϊκευτή. Οι δημιουργοί συνήθως είναι οι ίδιοι οι κύκλοι της άρχουσας τάξης, που ξέρουν τι θέλουν με βάση τα οριοθετημένα συμφέροντά τους και είναι έτοιμοι να προβιβάσουν άμεσα τους πολιτικούς που θα αναλάβουν να τα προωθήσουν.

Οι αστοί πολιτικοί είναι αυτοί που αναλαμβάνουν να πουν συνήθως πρώτοι «πετάει» στο ερώτημα «αν πετάει ο γάιδαρος» και να αναλάβουν, επίσης πρώτοι, να το διαδώσουν. Φυσικά, σε μια τέτοια αποστολή έχουν πάντα συνεργάτες - συνενόχους, υποτίθεται σοβαρούς επιστήμονες, δημοσιογράφους, δημοσιολόγους, ερευνητές κ.ά. Ετσι, με μια τακτική «λέγε, λέγε το κοπέλι...», οι αντιεπιστημονικές φαμφάρες αποκτούν υπόσταση και ας καταργούν τους πιο στοιχειώδεις κανόνες της λογικής.

Για παράδειγμα, ενώ ακόμα και ο πιο αφελής μπορεί να καταλάβει πως μόνο στο χώρο του φανταστικού μπορεί να υπάρχει «ελεύθερη αγορά», εφ' όσον πλέον εδώ και πολλές δεκαετίες δρουν υπαρκτά μονοπώλια, παρ' όλα αυτά, όλοι εννοούν να νομίζουν πως τα κρύβουν και δε φαίνονται... Ετσι, με κάθε ευκαιρία, παραπέμπουν στην τάχα σκληρή, αλλά δίκαιη για πάσα νόσο «θεραπεία» της αγοράς, έχοντας φυσικά σκοπό ακριβώς να δυναμώνουν την κυριαρχία των μονοπωλίων, που τους παρακολουθούν και ανάλογα κρίνουν...

Αλλο παράδειγμα αυτής της ενότητας επιχειρημάτων με κέρινα πόδια είναι το τάχα λογικοφανές ότι «αν ανεβεί η ανταγωνιστικότητα της χώρας, όλοι θα είμαστε καλύτερα». Στο όνομα αυτού του ιδεολογήματος, γενιές και γενιές εργαζομένων εκβιάζονται «να βάζουν νερό» στις διεκδικήσεις τους και το μόνο που καταφέρνουν είναι να καταλήγουν φτωχότεροι, έχοντας κάνει πολύ πιο πλούσιους τους εκπροσώπους του κεφαλαίου και πολύ πιο επιτυχημένους τους πολιτικούς, που τους είχαν «νουθετήσει». Η κοινωνία είναι ταξική και όταν υπάρχει κέρδος κάποιος το τσεπώνει σε βάρος όλων των άλλων. Τα άλλα όλα είναι για νυκτερινές διηγήσεις της Χαλιμάς, λίγο πριν τον ύπνο... Ασε που αυτό το κυνηγητό της ανταγωνιστικότητας στο σύγχρονο καπιταλισμό είναι σαν να κουβαλάς νερό να γεμίσεις τρύπιο ντεπόζιτο, αφού και οι λεγόμενοι ανταγωνιστές, που πάντα προηγούνται και πάντα έχουν ψηλότερο αφετηριακό σημείο, δεν «κολλάνε μπρίκια» να σε αφήσουν να τους ξεπεράσεις. Μόνιμα, λοιπόν, σε συνθήκες εκμεταλλευτικής κοινωνίας, η λεγόμενη ανταγωνιστικότητα θα είναι άλλος ένας «ψευτολαγός», που βάζουν μπροστά ώστε να τρέξουν τα σκυλιά των κυνοδρομιών, για να αποζημιωθούν λαχανιασμένα με το χάδι του αφεντικού στο τέλος της κούρσας, εφ' όσον έχει αυτός τσεπώσει τα κέρδη...

Του ανάλογου φυράματος και σκοπιμότητας είναι και το ότι «οι περισσότερες ιδιωτικές επενδύσεις θα αντιμετωπίσουν την ανεργία». Οι ίδιες οι στατιστικές τους τούς διαψεύδουν και, παρ' όλα αυτά, κάθε τόσο το ξεφουρνίζουν, για να δικαιολογήσουν τα κίνητρα με τη σέσουλα, που δίνουν στο μεγάλο κεφάλαιο σε βάρος πάντα των εργαζομένων.

Είναι ατέλειωτος ο κατάλογος αυτού του είδους των επιχειρημάτων, που δε στέκουν σε καμιά αντικειμενική λογική, παρά μόνο στη λογική της σκοπιμότητας του κέρδους για τα μονοπώλια, π.χ.: «Με την είσοδο στην ΟΝΕ θα βγούμε από τη στενωπό», «δεν πρόκειται για λιτότητα, αλλά τόσο αντέχει η οικονομία», «να επενδύσουμε στη Νέα Τεχνολογία για να προλάβουμε τη Νέα Οικονομία», και τόσα άλλα... Λίγο να τα ξύσεις, θα αποκαλυφτεί, σε κάθε περίπτωση, η προσπάθεια του πολιτικού που τα εκφέρει να περάσει επιτυχώς τις εξετάσεις στο μονοπωλιακό κεφάλαιο, φορτώνοντας βάρη και ενοχές στους εργαζόμενους.

Για τα «μάτια» της αστικής τάξης

Η άλλη ενότητα των επιχειρημάτων αφορά τη μεταξύ τους διεκδίκηση μιας καλύτερης θέσης στο πολιτικό σύστημα, έτσι όπως άλλοι έχουν αναλάβει, άλλοι θέλουν να αναλάβουν, να το διαμορφώσουν για «τα μάτια» της αστικής τάξης και των ιμπεριαλιστικών επιδιώξεων.

Για παράδειγμα, όλο και πιο συχνά ακούγονται διάφορες εκδοχές περί «τέλους των διαχωριστικών γραμμών», που παραπέμπει στο κάπως παλιότερο περί «τέλους ιδεολογιών» ή στο ακόμα παλιότερο περί «κατάργησης της πάλης των τάξεων». Τα κόμματα εκφράζουν συγκεκριμένα ταξικά συμφέροντα, που, όχι μόνο διαχωρίζονται, αλλά και συγκρούονται ανειρήνευτα μεταξύ τους. Είναι άλλο πράγμα να έλεγαν αυτοί που έχουν τον καημό τους ότι «όλοι εμείς τα κόμματα της διαχείρισης προσπαθούμε να εκφράσουμε ανάλογα συμφέροντα με πυρήνα εκείνα των μονοπωλίων» και άλλο να πολεμάνε κάθε φορά, με «γομολάστιχα» τα λόγια, να σβήσουν διαχωριστικές γραμμές που υπάρχουν αντικειμενικά.

Της ίδιας συνομοταξίας είναι και εκείνο το «παλιοί νέοι» ή «νέοι παλιοί», ανάλογα με την ηλικία και το σκοπό εκείνου που το εκφέρει. Ενώ φαίνεται αμέσως πως πρόκειται για πολύ μεγάλη κενότητα, αφού δεν είναι δυνατόν να κρίνεται ο πολιτικός από την ηλικία και όχι από τις πραγματικές του απόψεις και πράξεις, παρ' όλα αυτά ξεφουρνίζεται κάθε τόσο, για να αποδείχνει ακριβώς ότι πέφτει εκ του πονηρού και χωρίς ουσιαστικό ιδεολογικό περιεχόμενο.

Αλλο ανάλογο παράδειγμα, που πετάγεται όλο και πιο συχνά, στρεβλώνοντας συνειδήσεις, είναι το ότι, τάχα, «τα σύγχρονα κόμματα πρέπει να είναι πολυσυλλεκτικά». Κατανοητός ο πόνος τους να διαμορφώνουν ευνοϊκούς συσχετισμούς, για να καταλαμβάνουν την εξουσία ή να πετάνε μπηχτές στους εσωκομματικούς αντιπάλους, αν δεν είναι όσο πρέπει «διεισδυτικοί», αλλά δεν τους φταίνε σε τίποτα οι λαϊκές συνειδήσεις. Οι πολιτικές δεν πέφτουν ξαφνικά από τον ουρανό, εκφράζουν συμφέροντα και τα αντιτιθέμενα έρχονται πάντα σε σύγκρουση. Στα λόγια, μπορεί κανένας πολύ έμπειρος να κατορθώνει συγκυριακά να τα συμβιβάζει, όμως, στην πράξη (μετά το ξύπνημα), καταρρέουν πάντα οι κατασκευές του κοπανιστού αέρα.

«Ξεπεράστηκαν πλέον τα κόμματα λενινιστικού τύπου», ψελλίζουν επίσης όλο και πιο συχνά αστοί πολιτικοί, λες και τους πέφτει ή τους έπεφτε ποτέ λόγος. Φυσικά, όταν πετούν τέτοιες κοτσάνες, φροντίζουν να μην υπάρχει κανένας που να ξέρει τι πραγματικά σημαίνει Κόμμα Νέου Τύπου. Βέβαια, άλλο πράγμα έχουν στο μυαλό τους και όχι ότι ήσαν ποτέ οργανωμένοι σε κόμματα με βάση τις λενινιστικές αρχές. Πάντως, με την ευκαιρία, κάνουν και την κατασυκοφάντησή τους, όπως, άλλωστε, έκαναν πάντα, και όταν, όπως ισχυρίζονται, δρούσαν με βάση αυτές τις αρχές. Είναι άλλο πράγμα να αντιγράφω συγκυριακά τη λαϊκή οργάνωση, επιλεκτικά στις μορφές και στον τρόπο που με βολεύει, για να μετατρέπω λαϊκές μάζες σε συνενόχους και στη συνέχεια να διαλύω αυτό τον τρόπο οργάνωσης, αφού άλλα με βολεύουν και είναι άλλο πράγμα το επαναστατικό Κόμμα Νέου Τύπου. Αν θέλουν πραγματικά να μάθουν, ας αρχίσουν από το «Ενα βήμα μπρος, δύο πίσω» και για περισσότερη βιβλιογραφία θα τα βρούμε... Μέχρι τότε, ας βρουν άλλους τρόπους για τις φραστικές εντυπώσεις τους.

Ατέλειωτος είναι και αυτός ο κατάλογος από πρόχειρα ιδεολογήματα, που ξεφουρνίζονται στο όνομα σκοπιμοτήτων χωρίς σοβαρές συνέπειες για τους άμεσους χρήστες τους, αλλά που η πλατιά τους δημόσια χρήση επιχειρεί να καταντήσει αχταρμά τις λαϊκές συνειδήσεις.

«Μπρος στην εξουσία, τι είναι ο πόνος;»

Είναι απίθανο να στέρεψε η αστική τάξη και να παράγει μόνο χαζές ιδέες, που δεν μπορούν να σταθούν σε καμιά λογική. Είναι απίθανο, επίσης, να έλειψαν οι άνθρωποι με μόρφωση και με προσόντα, για να εκπροσωπούν επάξια τα συμφέροντά της. Αλλού βρίσκονται, μάλλον, οι εξηγήσεις. Είναι τόσο σκληρός ο κόσμος που ετοιμάζουν, που δε γίνεται να «προπονήσουν» την κοινή γνώμη με άλλους τρόπους, παρά μόνο με ανόητες αερολογίες, αφήνοντας μήπως και οι αυτόματες προσαρμογές του συστήματος κάνουν μερική από τη δουλιά και απαλύνουν τις οξύνσεις.

Επίσης, είναι τόσο ασφυκτικά τα περιθώρια που κινείται ένας σύγχρονος πολιτικός της αστικής τάξης, με δεδομένους τους προσανατολισμούς και στρατηγικούς σκοπούς, που αναγκαστικά φαντάζει αδέξιος και λίγος. Αν οι ίδιοι νιώθουν «μπρος στην εξουσία τι είναι ο πόνος;» εμάς μας περισσεύει. Απλά, να μην πιστεύουν και ότι δεν τους παίρνουμε είδηση...


Του
Παύλου ΑΛΕΠΗ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ