Το δορυφορικό δίκτυο θα αποτελείται από το γεωστατικό τηλεπικοινωνιακό δορυφόρο, ο οποίος θα τεθεί σε τροχιά στη θέση 39 μοίρες ανατολικά και δυο σταθμούς ελέγχου εδάφους που θα εγκατασταθούν σε δύο τοποθεσίες στο έδαφος της χώρας μας. Θα καλύπτει εκτός από την περιοχή της Ελλάδας και της Κύπρου, την Ανατολική Μεσόγειο και περιοχές της Βαλκανικής. Το κόστος του εγχειρήματος, που όπως είπε ο υπουργός Μεταφορών και Επικοινωνιών Χρ. Βερελής θα το αναλάβει εξολοκλήρου ο πλειοδότης, θα ανέλθει στα 200 εκατομμύρια δολάρια.
Οι προσφορές των ενδιαφερομένων θα ανοιχτούν στις 31 Ιούλη, ενώ το δορυφορικό σύστημα πρέπει να έχει τεθεί σε λειτουργία το αργότερο μέχρι τις 25 Μάρτη του 2002, αφού η χώρα μας μετά τις 9 Απρίλη του ίδιου χρόνου, χάνει το δικαίωμα χρήσης της συγκεκριμένης γεωστατικής τροχιάς.
Αν και η πολιτική ηγεσία, μίλησε για τη δημιουργία ενός «δεύτερου ΟΤΕ», από την άποψη της χωρητικότητας του δορυφορικού δικτύου, εντούτοις το εγχείρημα εκτιμάται ότι έχει ν' αντιμετωπίσει πολλές δυσκολίες. Μια πρώτη δυσκολία είναι τα χρονικά περιθώρια που απομένουν για την υλοποίηση ενός τέτοιου φιλόδοξου σχεδίου. Δεύτερον, η ανταπόκριση από πλευράς, όχι τόσο των κατασκευαστών ενός δορυφόρου, αλλά εταιριών που εκμεταλλεύονται και διαχειρίζονται δορυφορικά δίκτυα, αν δεν έχει εξασφαλιστεί η πώληση της χωρητικότητας του δικτύου. Τρίτον και σημαντικό, η δυνατότητα που παρέχεται στους τηλεπικοινωνιακούς οργανισμούς και εταιρίες, να δρομολογούν την κίνησή τους μέσα από δίκτυα οπτικών ινών που κοστίζουν λιγότερο.
Δεν είναι λίγοι μάλιστα που υποστηρίζουν, ότι δε χρειάζεται για την Ελλάδα, με τη σημερινή τηλεπικοινωνιακή υποδομή που διαθέτει και τις εναλλακτικές λύσεις που έχει, η κατασκευή και εκμετάλλευση ενός δορυφορικού δικτύου. Απομένει λοιπόν να δούμε, την έκβαση της χτεσινής ανακοίνωσης του ΥΜΕ. Και το κατά πόσο αποτελεί μια σοβαρή και μελετημένη προσπάθεια που ανταποκρίνεται στις ανάγκες της χώρας και της οικονομίας ή ακόμα ένα εφήμερο προπαγανδιστικό πυροτέχνημα της κυβέρνησης. Η προϊστορία πάντως του «ελληνικού δορυφόρου» συνηγορεί για το τελευταίο. Πολύ περισσότερο που με τους όρους που γίνεται, δε θα πρόκειται για «ελληνικό δορυφόρο», αλλά για δορυφόρο με αντιπαροχή...