Συνεχίστηκε το Συνέδριο για τη βιομηχανία. Η πλειοψηφία των ομιλητών ταυτίστηκε με τις κυρίαρχες επιλογές στήριξης των συμφερόντων του μεγάλου κεφαλαίου, με τις διαφορές να περιορίζονται σε δευτερεύοντα διαδικαστικά ζητήματα
Η πλειονότητα των τοποθετήσεων και στη χτεσινή, δεύτερη μέρα, του Συνεδρίου του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας για την ελληνική βιομηχανία επαναβεβαίωσαν και το χαρακτήρα του. Οπως φάνηκε και από την πλειοψηφία των ομιλητών, το Συνέδριο δεν αφορά σε μια συζήτηση για την επιλογή δρόμου, πορείας της εγχώριας βιομηχανίας, αλλά την επιλογή τρόπου υλοποίησης μιας δεδομένης απόφασης της άρχουσας τάξης. Απόφαση που δεν έχει να κάνει απλά με την αποδοχή της «παγκοσμιοποίησης», αλλά με τη συμμετοχή στην «παγκοσμιοποίηση» στη βάση της αντιλαϊκής στρατηγικής της Λισαβόνας.
Η πολιτική ταύτιση των περισσότερων ομιλητών στο επίπεδο των κύριων επιλογών, με επιμέρους διαφοροποίηση σε «διαδικαστικά» ζητήματα, ήταν αποκαλυπτική. Μέσα από αυτή έγινε σαφής η αποφασιστικότητα των πολιτικών δυνάμεων που στηρίζουν τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου, με εργαλείο την πολιτική της ΕΕ, να φτάσουν μέχρι το τέρμα. Απλά, μερικοί επιμένουν στην πλήρη στροφή στις υπηρεσίες και άλλοι προτείνουν να διασωθεί ένα μέρος της εγχώριας βιομηχανίας.
Πάντως, από τις ομιλίες ξεχώρισε το απόγευμα αυτή του προέδρου των ΕΛΠΕ. Ο Τίμος Χριστοδούλου παρουσίασε περιληπτικά τα δεδομένα της παγκόσμιας οικονομίας και τις επιταγές της «ανταγωνιστικότητας» για μεταβολή των κοινωνικών υποδομών που κοστίζουν ακριβά, και προειδοποίησε για «κοινωνική έκρηξη» εάν συνεχιστεί η καλλιέργεια «ψευδαισθήσεων» γύρω από ποια κεκτημένα μπορούν να διατηρηθούν και πώς.
Αρκετοί άλλοι ομιλητές κινήθηκαν στην πεπατημένη της «αγιοποίησης» των κατευθύνσεων της ΕΕ. Στα πλαίσια αυτά:
Μιλώντας για τη βιομηχανία στο διεθνές περιβάλλον, ο Ν. Καραθανασόπουλος, μέλος του Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ του ΚΚΕ, έθεσε την άλλη άποψη για το θέμα, καλώντας σε απειθαρχία στην πολιτική της ΕΕ. «Η εξέλιξη στην ανθρωπότητα προήλθε από αυτούς που πήγαν κόντρα στο ρεύμα», τόνισε, και αναφέρθηκε στην αντίφαση ανάμεσα στη συμφωνία για σχεδιασμό της οικονομίας και στην αναρχία που χαρακτηρίζει τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, ο οποίος δεν μπορεί να ωφελήσει κανένα λαό.