«Επικρατεί μεγάλη ταραχή στον κόσμο των θεών και των ανθρώπων». Ο στίχος αυτός, που λέγει ο κουρασμένος, βυθισμένος στην απόγνωση, κυνηγημένος από άγριες ενοχές Ορέστης -σημειώνει ο Γιώργος Μιχαηλίδης - «εκφράζει με πληρότητα τον πυρήνα του έργου. Εχει χαθεί η ισορροπία στον κόσμο, οι άνθρωποι πιστεύουν πως οι θεοί τους οδηγούν σε λάθος αποφάσεις, σε εγκλήματα αποτρόπαια και ο ουρανός δείχνει γεμάτος εχθρότητα για τον άνθρωπο και τη μοίρα του. Παγιδευμένοι οι ήρωες στην "τύχη" και στην "ανάγκη", παλεύουν να επιβιώσουν. Η Αρτεμη κλέβει την Ιφιγένεια, με τρόπο θαυμαστό από το βωμό της θυσίας της και τη μεταφέρει στην Ταυρίδα, όπου υποχρεώνεται από τον βασιλιά Θόα να τελεί ανθρωποθυσίες, οδηγώντας στη σφαγή Ελληνες αιχμαλώτους. Το θύμα γίνεται θύτης. Ο Ορέστης φτάνει στην Ταυρίδα με εντολή του Απόλλωνα, για να κλέψει από το ναό το άγαλμα της θεάς. Συλλαμβάνεται μαζί με το φίλο του Πυλάδη και κινδυνεύουν να θυσιαστούν από την Ιφιγένεια. Για άλλη μια φορά ένας τραγικός ποιητής θα δείξει ότι η ανθρώπινη ύπαρξη βρίσκεται στο γκρεμό, όπου δεν κινδυνεύει μόνο η ζωή αλλά και η παρουσία του ανθρώπου μέσα στον κόσμο».