Κυριακή 30 Ιούλη 2006
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 10
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Κριτική των θέσεων και της τακτικής του Συνασπισμού στην τοπική διοίκηση και τις τοπικές εκλογές

Παπαγεωργίου Βασίλης

Η πολιτική που ακολουθούν τα κόμματα στην τοπική διοίκηση καθορίζεται από τις γενικότερες πολιτικές θέσεις και επιδιώξεις τους. Από τη μια πλευρά γιατί η λεγόμενη Τοπική Αυτοδιοίκηση είναι ένας μηχανισμός του αστικού κράτους που συμβάλλει στην εξειδίκευση και υλοποίηση σε τοπικό επίπεδο των γενικών επιδιώξεων της πολιτικής της άρχουσας τάξης. Από την άλλη η διαμόρφωση των συσχετισμών δύναμης σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο επηρεάζεται άμεσα από τις διεργασίες, τις συμμαχίες που θα διαμορφωθούν σε τοπικό επίπεδο.

Κατά συνέπεια κάθε πολιτικό κόμμα μπροστά στις τοπικές εκλογές οφείλει να απαντάει στα εξής ερωτήματα:

-- Ποια η στάση του απέναντι στη στρατηγική του κεφαλαίου όπως διατυπώνεται σε γενικό επίπεδο και όπως υλοποιείται μέσα από τους θεσμούς της τοπικής εξουσίας;

-- Για ποιον πολιτικό συσχετισμό δουλεύει προς όφελος ποιων κοινωνικών δυνάμεων και με ποιο στόχο;

Ο Συνασπισμός προσπαθεί συνειδητά να «κρύψει» τις απαντήσεις του σε αυτά τα ερωτήματα πίσω από τα συνθήματα της «ανάπτυξης των τοπικών κοινωνιών», «το σπάσιμο του δικομματισμού σε τοπικό επίπεδο», «της διαμόρφωσης συσχετισμών με τοπικά κριτήρια».

«Θολώνει» την εικόνα των βασικών κατευθύνσεων

Ο Συνασπισμός θεωρεί ότι οι τοπικές εκλογές, λόγω της ιδιαιτερότητας που έχουν, τον διευκολύνουν να «θολώσει» την εικόνα των βασικών πολιτικών του κατευθύνσεων και έτσι να τις περάσει στο λαό σαν «προοδευτικές» και «αριστερές». Ποιες είναι αυτές οι κατευθύνσεις:

Η στήριξη των βασικών αξόνων της στρατηγικής του κεφαλαίου κάτω από το σύνθημα της αύξησης της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, με ταυτόχρονη δημαγωγική, ακίνδυνη κριτική σε επιμέρους πλευρές και στον τρόπο υλοποίησής τους.

Η προώθηση της αντίληψης ότι υπάρχει δυνατότητα «φιλολαϊκής» ανάπτυξης και «διαχείρισης» στα πλαίσια της σημερινής πολιτικής, δηλαδή συμβιβασμού των αναγκών της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων με τα συμφέροντα και τις σύγχρονες επιδιώξεις του κεφαλαίου.

Η συμμαχία με το ΠΑΣΟΚ και η προσπάθεια εγκλωβισμού ριζοσπαστικών και αγωνιστικών διαθέσεων στα πλαίσια της σοσιαλδημοκρατικής διαχείρισης του συστήματος.

Το χτύπημα της πολιτικής συμμαχιών του ΚΚΕ.

Τόσο οι διακηρύξεις του όσο και η τακτική του όμως δεν μπορούν να κρύψουν την πραγματικότητα.

Στήριξη της στρατηγικής του κεφαλαίου

Οι κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ πέτυχαν η Τοπική Αυτοδιοίκηση (ΤΑ) να προσαρμοστεί στην πολιτική κρατικών παρεμβάσεων και ρυθμίσεων με στόχο καλύτερα και σε τοπικό επίπεδο να στηρίζεται η κερδοφορία του κεφαλαίου. Ετσι μέσω της ΤΑ προωθήθηκαν: τα Τοπικά Σύμφωνα Απασχόλησης, η αναδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων, η ίδρυση Κέντρων Επαγγελματικής Κατάρτισης έξω από τη δημόσια εκπαιδευτική διαδικασία, η εμπορευματοποίηση και ιδιωτικοποίηση κοινωνικών υπηρεσιών (π.χ. ΚΑΠΗ, παιδικοί σταθμοί), η ίδρυση δημοτικών επιχειρήσεων που υποκαθιστούν δημοτικές υπηρεσίες (π.χ. καθαριότητα, πράσινο, πολιτισμός, αθλητισμός κλπ).

Σε αυτή την κατεύθυνση ο Συνασπισμός όχι μόνο δεν αντιτάχθηκε αλλά και τη στήριξε.

Ο Συνασπισμός δίνοντας δείγματα γραφής της «αντινεοφιλελεύθερης» πρότασής του, κινούμενος στον αστερισμό της συναίνεσης, ψήφισε σε ΚΕΔΚΕ και ΕΝΑΕ όλες τις αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις, που αφορούσαν τις ιδιωτικοποιήσεις μέσω της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, της ανατροπής των εργασιακών σχέσεων, της αύξησης της φορολογίας - σε ορισμένες μάλιστα από αυτές οι δυνάμεις του ήταν και εισηγητές. Αποδέχτηκε και ψήφισε στην ΚΕΔΚΕ το πρόγραμμα ΘΗΣΕΑΣ που προβλέπει ότι τα έργα στους Δήμους θα εκτελούνται μέσω «σχημάτων σύμπραξης» με τους επιχειρηματίες.

Πρόσφατα μάλιστα υποστήριξε το νέο «Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων» (βλέπε κώδικα αντιλαϊκής πολιτικής) που ψήφισε η κυβέρνηση της ΝΔ, «αγωνιώντας» για τη γρήγορη προσαρμογή των Δημοτικών, Κοινοτικών και Νομαρχιακών Συμβουλίων στις ρυθμίσεις του. Ολες οι δυνάμεις των ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, Συνασπισμού, στα Δημοτικά, Νομαρχιακά Συμβούλια, σε ΚΕΔΚΕ, ΤΕΔΚΝΑ έχουν άλλωστε ήδη προχωρήσει τη λογική του Κώδικα, ανοίγοντας το δρόμο για διεύρυνση της επιχειρηματικής δραστηριότητας, για διείσδυση του κεφαλαίου με μορφή σπόνσορα μέσα από τους δήμους, με ό,τι αυτό σημαίνει για το κόστος και την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών.

Θέτουν στους εργαζόμενους και τα φτωχά λαϊκά στρώματα διλήμματα με τη μορφή τοπικών δημοψηφισμάτων με ερωτήματα τέτοιας «δημοκρατικής» ποιότητας: «θέλετε για να φτιαχτεί χώρος πράσινου και ανάσας, τη σύναψη δανείου με ευνοϊκούς όρους αποπληρωμής με αναλογικά αξιόπιστη συμμετοχή στα βάρη για το γενικό καλό;»...

Η στήριξη του Συνασπισμού στην προώθηση της αντιλαϊκής πολιτικής μέσα από την ΤΑ φαίνεται και στις προτάσεις που κατέθεσε στα πλαίσια της λεγόμενης «Πρότασης για μια αριστερή Αυτοδιοίκηση»:

  • Προτείνει την εκπόνηση 3ετών επιχειρησιακών προγραμμάτων των Δήμων και Δημοτικών Επιχειρήσεων, προβάλλει το «νεοτερισμό» των συμμετοχικών δημοτικών προϋπολογισμών, ενώ συνιστά τη διαφανή διαχείριση των συμπράξεων με επιχειρηματίες (Συμπράξεις Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα) με λελογισμένο μέτρο, για την «αξιοποίηση» εγγυάται την εφαρμογή της ανταγωνιστικότητας, προσθέτει την ενσωμάτωση δέσμης κοινωνικών παροχών.

Η υποστήριξη του Συνασπισμού απέναντι στην κυβερνητική πολιτική των συμπράξεων είναι αποκαλυπτική για τη φυσιογνωμία και την ουσία της πολιτικής του: Με τις συμπράξεις θα δημιουργηθούν έργα από ιδιώτες επιχειρηματίες, οι οποίοι θα επιδοτούνται από το κράτος και επιπλέον θα τα διαχειρίζονται - εκμεταλλεύονται. Και αν η διαχείριση στον τομέα των λιμανιών και των αεροδρομίων μεταφράζεται σε πλήρη ιδιωτικοποίησή τους, στον τομέα της εκπαίδευσης σημαίνει και τη διαχείριση του κτιρίου, του κυλικείου, αλλά και των ίδιων των υπηρεσιών που παρέχονται στο σχολείο, δηλ. της παρεχόμενης γνώσης. Αν μάλιστα λάβει κανείς υπόψη τη νομοθεσία και τους διακηρυγμένους στόχους της πολιτικής των ΠΑΣΟΚ - ΝΔ - ΣΕΒ και των θέσεών τους στην Παιδεία (ευέλικτη ζώνη, αποκέντρωση, νόμος - πλαίσιο ΑΕΙ κλπ) τα σχολεία μπαίνουν «στα γεμάτα» στο δρόμο της ιδιωτικής κερδοσκοπίας και της λειτουργίας τους με βάση τις υπαγορεύσεις των μεγαλοεπιχειρηματιών.

  • Προτείνει ότι οι νέες «αρμοδιότητες της ΤΑ» και η «αυτοδιοικητική και περιφερειακή ανάπτυξη» πρέπει να στηριχτούν στη «μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος και την ανακατανομή και μεταβίβαση συγκεκριμένων πόρων στην Αυτοδιοίκηση».1 Δηλαδή συμφωνεί με τις αντίστοιχες πολιτικές του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ για υλοποίηση από την ΤΑ της επιβολής πρόσθετων φόρων στο λαϊκό εισόδημα, την ίδια στιγμή που στο όνομα της αποκέντρωσης αρνείται την κρατική χρηματοδότηση στους Δήμους και τις Νομαρχίες.
  • Ο Συνασπισμός προτείνει «Η Αυτοδιοίκηση πρέπει να έχει αποφασιστική συμμετοχή στο σχεδιασμό και την αξιοποίηση του Δ' ΚΠΣ». Τι σημαίνει αυτό πρακτικά; Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές που έχει θέσει η ΕΕ για το Δ' ΚΠΣ, προτείνει η ΤΑ να συμβάλλει ουσιαστικά ώστε μέσα από τη λειτουργία της:

Α) Να δημιουργηθούν «υποδομές», το κατάλληλο ευνοϊκό περιβάλλον για να διευκολυνθεί η αναπαραγωγή του κεφαλαίου μέσω επενδύσεων κλπ. Αυτό σημαίνει να γίνουν ακόμα περισσότερο αντικείμενο κερδοφορίας των επιχειρήσεων τα προβλήματα υποδομών και οι λαϊκές ανάγκες σε ένα Δήμο ή Νομαρχία.

Β) Να συνδεθεί ακόμα περισσότερο η Παιδεία με τις ανάγκες των επιχειρήσεων. Σημαίνει να συμβάλλουν ακόμα περισσότερο οι Δήμοι και οι Νομαρχίες στη διάλυση του ενιαίου δημόσιου και δωρεάν χαρακτήρα της εκπαίδευσης και μέσω της αποκέντρωσης να ανοίξει ο δρόμος ώστε οι επιχειρήσεις να παρεμβαίνουν στη διαμόρφωση του προγράμματος των σχολείων.

Γ) Να επιταχυνθεί η απελευθέρωση της αγοράς εργασίας. Να προωθηθούν δηλαδή ακόμα περισσότερο οι ελαστικές εργασιακές σχέσεις, η διάλυση της Κοινωνικής Ασφάλισης, η εργασιακή ομηρία και ανασφάλεια για τη νεολαία.

Τα χρήματα του Δ' ΚΠΣ για την αξιοποίηση του οποίου κόπτεται ο Συνασπισμός, είναι το... καρότο για να προωθηθούν πιο γρήγορα, πιο αποφασιστικά, πιο εκβιαστικά οι κατευθύνσεις της πολιτικής που εγγυώνται την κερδοφορία των επιχειρήσεων.

Τόσος «αντινεοφιλελευθερισμός» δεν κάνει!!

Είναι λοιπόν ξεκάθαρη η συναίνεση του Συνασπισμού σε βασικές κατευθύνσεις της αντιλαϊκής πολιτικής. Η όποια επιμέρους κριτική του Συνασπισμού είναι ανώδυνη, δεν αντιπαρατίθεται στη γενική γραμμή των αντιδραστικών αναδιαρθρώσεων που προωθούνται και υλοποιούνται και μέσω της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.

Η αυταπάτη της «φιλολαϊκής» ανάπτυξης

«Η Αυτοδιοίκηση αντιπαρατιθέμενη αφενός στην ελευθερία της αγοράς και την εμπορευματοποίηση της ζωής και αφετέρου στην τεχνοκρατική και γραφειοκρατική εκ των άνω διαχείριση της αναπτυξιακής πολιτικής, μπορεί να συγκροτήσει τις αναπτυξιακές της πολιτικές σε όλα τα επίπεδα»2...

«Η Τοπική Αυτοδιοίκηση δίπλα και μαζί με τον πολίτη μπορεί να συγκροτεί απαντήσεις στη σκληρή του καθημερινότητα, χτίζει υποδομές, σχεδιάζει και επιχειρεί βήματα στο μέλλον, αλλάζει τους συσχετισμούς, οργανώνει αντιστάσεις, επιχειρεί υπερβάσεις. Για να είναι μια αυτοδιοικητική πολιτική αριστερή δεν είναι αρκετή μόνο η απλή μεταφορά αρμοδιοτήτων. Απαιτείται και μια ευρεία μεταφορά δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που, όμως, προϋποθέτουν και μεγάλες αλλαγές στο πολιτικό και διοικητικό σύστημα της χώρας»3.

Ο Συνασπισμός επιδιώκοντας να συσκοτίσει τον ταξικό χαρακτήρα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης υποστηρίζει ότι είναι θεσμός που έχει χαρακτηριστικά και κοινωνικού κινήματος και κρατικής δομής. Αυτή τη θέση του τη στηρίζει στο πρόσχημα της λειτουργικής αυτοτέλειας και της μεγαλύτερης επαφής της ΤΑ με τις λαϊκές μάζες.

Προσπαθώντας να κρύψει τον ταξικό χαρακτήρα της αντιλαϊκής πολιτικής που προωθείται μέσω της Τοπικής Αυτοδιοίκησης - με την οποία όπως είδαμε συμφωνεί σε βασικές κατευθύνσεις της - ανάγει τα αρνητικά αποτελέσματα από την εφαρμογή της σε προβλήματα διαχείρισης, με αιτία τη «νεοφιλελεύθερη μονομανία» και τη νοοτροπία των στελεχών των ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, απορρίπτοντας βεβαίως την εκτίμηση του ΚΚΕ, ότι είναι αποτέλεσμα των αναγκών του κεφαλαίου, εκφρασμένων ως στρατηγική ανάπτυξης της κερδοφορίας, της ανταγωνιστικότητας, της επιχειρηματικότητας.

Ετσι μεθοδικά καλλιεργούν την αυταπάτη ότι υπάρχει δυνατότητα εφαρμογής «φιλολαϊκής πολιτικής», στο πλαίσιο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης αν αλλάξουν οι «συσχετισμοί» στα όργανά της. Οτι δηλαδή μια «προοδευτική πλειοψηφία», σε αντίθεση με μια «ανεξέλεγκτα δικομματική», μπορεί να διαχειριστεί «φιλολαϊκά» την αντιλαϊκή πολιτική στην ΤΑ!

Ο Συνασπισμός κρύβει το γεγονός ότι η ΤΑ πάντα αποτελούσε αποκεντρωμένο τμήμα ενός ενιαίου συγκεντρωτικού μηχανισμού της άρχουσας τάξης του κρατικού μηχανισμού, ότι είναι οργανικό τμήμα (ουσιαστικό μέρος) του αστικού κράτους, ανεξάρτητα από συσχετισμούς. Ταυτόχρονα ο Συνασπισμός κρύβει ότι ο ίδιος σαν κόμμα στήριξε τις αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο της τελευταίας δεκαετίας, που έκαναν το θεσμό ακόμα καλύτερα ενταγμένο στο γενικότερο σχεδιασμό του αστικού κράτους, πιο ανθεκτικό στη λαϊκή επιρροή και επίδραση σε σχέση με παλιότερα.

Αλλά για να δούμε πώς αντιλαμβάνεται ο Συνασπισμός τη «φιλολαϊκή πολιτική»;

  • Με συνθήματα την «αποκέντρωση», την «αυτονομία και ανεξαρτησία» της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, την «αριστερή αυτοδιοικητική λογική», το «δημοκρατικό προγραμματισμό», προβάλλει την άποψη ότι με ορισμένες «θεσμικές» οργανωτικού τύπου αλλαγές η Τοπική Αυτοδιοίκηση μπορεί να λειτουργήσει σαν «λαϊκός θεσμός» που θα εφαρμόζει οικονομική και κοινωνική πολιτική προς όφελος των λαϊκών στρωμάτων. Ακριβώς γι' αυτό και προβάλλει την αναγκαιότητα «για ολοκλήρωση της αποκέντρωσης»4 και προτείνεται ο «επανακαθορισμός» και η κατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ κράτους και επιπέδου Αυτοδιοίκησης, γίνεται λόγος για διαφοροποίηση του ρόλου και της αναδιαμόρφωσης της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, καθώς και της Περιφέρειας, για νέες συνενώσεις δήμων, νομών στο πλαίσιο του «Καποδίστρια». Αυτές μάλιστα τις προτάσεις τις επιχειρηματολογεί φέρνοντας παραδείγματα από το λεγόμενο «αυτοδιοικητικό παράδεισο» σε ορισμένες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης: «Το γεγονός ότι στη χώρα μας δεν οικοδομήθηκε ποτέ ένα σοβαρό κοινωνικό κράτος, με σταθερά δικαιώματα και υποχρεώσεις προς και από τους πολίτες, αλλά αντίθετα οι πολίτες διαπαιδαγωγήθηκαν στα κομματοκεντρικά πελατειακά κυκλώματα και στις δουλείες που αυτά συνεπάγονταν, δεν επέτρεψε στο θεσμό της Αυτοδιοίκησης να υπηρετήσει ένα κοινωνικά προσανατολισμένο στόχο και αυτό δυστυχώς έγινε σε μεγάλο βαθμό στις τοπικές κοινωνίες».5

Επί της ουσίας οι «προτάσεις» του Συνασπισμού όχι μόνο δεν αμφισβητούν το γενικότερο πλαίσιο της αστικής εξουσίας, στα πλαίσια της οποίας λειτουργεί η Τοπική Αυτοδιοίκηση, αλλά έχουν και διαχειριστικό χαρακτήρα. Δηλαδή είναι προτάσεις «εκσυγχρονισμού» της λειτουργίας της ΤΑ για την καλύτερη και αποτελεσματικότερη λειτουργία της ως θεσμού του αστικού κράτους. Η λεγόμενη άλλωστε «αποκέντρωση» είναι σύνθημα της ΕΕ, το υιοθετούν όλα τα αστικά κόμματα και σημαίνει καλύτερος καταμερισμός στους μηχανισμούς της κρατικής εξουσίας, έτσι ώστε πιο αποτελεσματικά να λειτουργεί για την εξυπηρέτηση των σύγχρονων αναγκών του κεφαλαίου. Οι αυτοδιοικητικοί παράδεισοι που προβάλλουν αφορούν μια ακριβώς τέτοιου είδους λειτουργία. Αλλωστε αυτό εννοεί όταν λέει ο Συνασπισμός ότι «Εχει αποδειχθεί ότι η Αυτοδιοίκηση παρέχει οικονομικότερα και καλύτερα από το κεντρικό κράτος όσες υπηρεσίες της έχουν μεταβιβαστεί (συντήρηση σχολείων, λειτουργία προνοιακών δομών, διαχείριση ελεύθερων και αθλητικών χώρων, πολιτικές προστασίας κλπ)».6

Για ποιον έχουν λειτουργήσει οικονομικότερα και καλύτερα αυτές οι υποδομές; Οχι βέβαια για τους εργαζόμενους και τα φτωχά λαϊκά στρώματα που έχουν επιβαρυνθεί με πρόσθετους φόρους και μέσω της ανταποδοτικότητας πληρώνουν τα πάντα για να έχουν στοιχειώδεις υπηρεσίες.

Ο στόχος λοιπόν για τους εργαζόμενους και τα φτωχά λαϊκά στρώματα - σύμφωνα με το Συνασπισμό - θα πρέπει να είναι η διεκδίκηση να μπει «τάξη», να «εκσυγχρονιστεί» το θεσμικό πλαίσιο διαχείρισης της αντιλαϊκής πολιτικής έτσι ώστε να «στρογγυλεύονται» προσωρινά σε τοπικό επίπεδο οι επιπτώσεις, να διαμορφώνονται καλύτερες προϋποθέσεις ενσωμάτωσης, να χτίζεται η κοινωνική συνοχή και συναίνεση, για την οποία κόπτεται ο Συνασπισμός.

  • Με το σύνθημα «σχέδια τοπικής ανάπτυξης με προτεραιότητα το κοινωνικό όφελος και όχι τις επιχειρηματικές δραστηριότητες του δήμου», επί της ουσίας προσπαθεί να πείσει ότι μπορεί να υπάρξει ανάπτυξη που να ωφελεί όλους σε τοπικό επίπεδο χωρίς να αμφισβητηθούν οι σημερινές σχέσεις παραγωγής. Στην αντίληψη του Συνασπισμού τα συμφέροντα των εργαζομένων και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων μπορούν να συναντηθούν με τα συμφέροντα του κεφαλαίου, των τοπικών ή εθνικών μεγαλεμπόρων, μεγαλοεργολάβων, βιομηχάνων και γι' αυτό το λόγο οι εργαζόμενοι και τα φτωχά λαϊκά στρώματα πρέπει να συναινέσουν στη λεγόμενη «περιφερειακή και τοπική ανάπτυξη». Ο Συνασπισμός λέει συνειδητά ψέματα, αφού γνωρίζει πολύ καλά ότι τα συμφέροντα των μισθωτών και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων όχι μόνο δεν ταυτίζονται, αλλά βρίσκονται σε αντίθετη κατεύθυνση από τα συμφέροντα του κεφαλαίου. Δεν υπάρχει «ανάπτυξη» από την οποία ισόμερα κερδίζουν όλοι. Ενας νέος κύκλος καπιταλιστικής συσσώρευσης και ανάπτυξης πραγματοποιείται με μεγαλύτερη αποξένωση των άμεσων παραγωγών (δηλ. των μισθωτών) από τα προϊόντα παραγωγής με μεγαλύτερη ανασφάλεια, ακρίβεια για την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα, με νέους περιορισμούς των εργασιακών καταχτήσεων και βέβαια, στον αντίποδα, με διεύρυνση της κερδοφορίας του κεφαλαίου.

Για παράδειγμα, η αύξηση της ανεργίας σε ορισμένες περιοχές ή φαινόμενα ανισομετρίας από περιοχή σε περιοχή είναι σύμφυτα με την καπιταλιστική ανάπτυξη και δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν χωρίς να τεθεί ζήτημα πανεθνικού σχεδιασμού της οικονομίας και κοινωνικοποίησης των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, χωρίς να τεθεί ζήτημα άλλου δρόμου ανάπτυξης της ελληνικής κοινωνίας.

Οι ανάγκες για υποδομές στις μεταφορές, σε αντιπλημμυρικά και άλλα έργα, στις ανάγκες στέγασης υπηρεσιών Παιδείας, Υγείας κλπ, επειδή γίνονται με κριτήριο την καπιταλιστική κερδοφορία, γι' αυτό γίνονται καθυστερημένα, αποσπασματικά, χωρίς προοπτική, συχνά με επικίνδυνες κακοτεχνίες. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση της γέφυρας Ρίου - Αντιρρίου που δεν εξασφάλισε και σιδηροδρομική σύνδεση, ενώ εμφανίστηκαν ήδη κακοτεχνίες και η χρήση της κοστίζει πολύ ακριβά λόγω διοδίων. Τις οικονομικές και άλλες συνέπειες υφίστανται η εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα, αφού αυτοί καλούνται να πληρώσουν το λογαριασμό, με φόρους, ανταποδοτικά τέλη κλπ.

Στόχος ο εγκλωβισμός στη σοσιαλδημοκρατική διαχείριση

Η συνεργασία του Συνασπισμού με το ΠΑΣΟΚ σε ένα μεγάλο αριθμό Δήμων και Νομαρχιών δεν έχει τίποτα να κάνει με τα επιχειρήματα της «τοπικής κοινωνίας» και των «τοπικών διεργασιών», της διαφοροποίησης «κοινωνικών δυνάμεων». Οταν μιλάνε για «τοπικά κριτήρια» και «διεργασίες στις τοπικές κοινωνίες» κρύβουν επιμελημένα το γεγονός ότι οι διεργασίες σε τοπικό ή κλαδικό επίπεδο, στο συνδικάτο, στο σύλλογο κλπ. συμβάλλουν καθοριστικά στη διαμόρφωση των συσχετισμών σε εθνικό επίπεδο. Δεν το λένε αλλά το εννοούνε και άλλωστε γι' αυτό δουλεύουν.

Η συνεργασία του Συνασπισμού με το ΠΑΣΟΚ στο πλαίσιο μιας σοσιαλδημοκρατικής διαχείρισης αποτελεί στοιχείο της γενικότερης πολιτικής του, την ίδια τακτική ακολούθησε άλλωστε και το 2002.

Ο Συνασπισμός αν και θα μπορούσε να έχει μια πιο διευρυμένη συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ στις τοπικές εκλογές δεν τη «διακινδυνεύει», αφού αυτή θα στοίχιζε ως προς το «αριστερό» προφίλ του και την «αξιοπιστία» της πρόσκλησης που απευθύνει «για κοινή δράση όλης της αριστεράς» και συνεργασία «με άλλες αριστερές κινήσεις» στις εκλογές της ΤΑ.

Αλλωστε υπάρχει βάση για μια τέτοια συνεργασία.

Πρώτα απ' όλα ο Συνασπισμός διακηρύσσει ότι στη «μεγάλη αριστερά» έχουν θέση δυνάμεις του ΠΑΣΟΚ (με την έννοια των στελεχών του κι όχι απλά των δυσαρεστημένων μελών και ψηφοφόρων του). Υποτίθεται ότι πιέζει το ΠΑΣΟΚ για την επαναφορά στη σοσιαλδημοκρατική διαχείριση, γι' αυτό και κάνει κριτική στη νεοφιλελεύθερη γραμμή του. Ομως στην πραγματικότητα ο Συνασπισμός αποδέχεται τη νεοφιλελεύθερη πολιτική, αφού ούτε το δημόσιο χαρακτήρα βασικών παραγωγικών μονάδων δεν μπορεί να υπερασπιστεί.

Δεύτερον, δυνάμεις του Συνασπισμού και του ΠΑΣΟΚ συνεργάζονται στο συνδικαλιστικό κίνημα της εργατικής τάξης, στο νεολαιίστικο και ευρύτερα λαϊκό κίνημα για τη χειραγώγηση της κοινωνικής διαμαρτυρίας, την καθυπόταξη της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων.

Η τακτική του Συνασπισμού εξυπηρετείται με όλες τις μορφές που αυτή μπορεί να παίρνει, είτε λέγεται συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ, είτε «αυτόνομη» κάθοδος, είτε με εμφάνιση ψευτο-ανεξάρτητων συνδυασμών. Για τον οπορτουνισμό άλλωστε όλα επιτρέπονται κι όλα δικαιολογούνται στο όνομα της «ρεαλιστικότητας» που οδηγεί στη διαπραγμάτευση για τη διαμόρφωση μιας «κεντροαριστερής» κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας και κυβέρνησης. Ετσι αντικειμενικά λειτουργεί ως ανάχωμα στην αντιμονοπωλιακή και αντιιμπεριαλιστική πολιτικοποίηση ευρύτερων δυνάμεων.

Το χτύπημα της πολιτικής συμμαχιών του ΚΚΕ

Η πολιτική συμμαχιών του ΚΚΕ στις τοπικές εκλογές καθορίζεται από τη γενικότερη πολιτική συμμαχιών του Κόμματος. Με βάση τη διαπίστωση ότι η μάχη είναι καθαρά πολιτική, στοχεύει ανοιχτά και καθαρά στον απεγκλωβισμό δυνάμεων από τη λογική της κεντρο-δεξιάς ή κεντρο-αριστερής διαχείρισης της αντιλαϊκής πολιτικής, όπως αυτή εκφράζεται σε τοπικό και κεντρικό επίπεδο. Γι' αυτό και αρνείται οποιαδήποτε συμμαχία με ΝΔ - ΠΑΣΟΚ - ΣΥΝ. Επιδιώκει τον απεγκλωβισμό δυνάμεων από την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα που συνειδητοποιούν τον ταξικό χαρακτήρα της πολιτικής της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, που συνειδητοποιούν ότι δεν υπάρχει κοινός δρόμος του λαού με το κεφάλαιο. Αυτή η πολιτική συμμαχιών στηρίζεται σε συνεργασίες με δυνάμεις που έχουν ένα κοινό πλαίσιο συμφωνίας, στη βάση της αντίθεσης με τη στρατηγική του κεφαλαίου και έχουν συμβάλλει στην πράξη στην προσπάθεια ενίσχυσης του αγωνιστικού αντιιμπεριαλιστικού - αντιμονοπωλιακού προσανατολισμού στο εργατικό και λαϊκό κίνημα. Αυτή η πολιτική συμμαχιών ανησυχεί το σύστημα, τους πολιτικούς εκπροσώπους και τους απολογητές του, γιατί βοηθάει στη χειραφέτηση πλατιών λαϊκών μαζών από την κυρίαρχη πολιτική. Ερχεται σε πλήρη αντίθεση με την πολιτική του Συνασπισμού, αφού αυτή καθορίζεται από τη λογική της διαχείρισης.

Αλλωστε, γι' αυτό ο Συνασπισμός πρωτοστατεί στην επίθεση ενάντια στην πολιτική συμμαχιών του ΚΚΕ, που θεωρεί ότι εμποδίζει τη δική του.

Με όχημα την περίφημη «ενότητα της αριστεράς» κατηγορεί το ΚΚΕ για περιχαράκωση. Την ίδια στιγμή όμως παραδέχεται ότι οι πολιτική του διαφέρει ριζικά απ' αυτή του ΚΚΕ7 - όπως είναι φυσικό - και στην Τοπική Αυτοδιοίκηση. Προς τι λοιπόν μια συνεργασία που δε στηρίζεται σε πολιτική συμφωνία σε κυρίαρχα ζητήματα; (π.χ. θέσεις για την Τοπική Αυτοδιοίκηση κλπ;). Θα βόλευε το Συνασπισμό μια συνεργασία με δυνάμεις του ΚΚΕ με βάση, όπως λένε, «τοπικά κριτήρια», θα ανανέωνε το «αριστερό» προφίλ του, πιο άνετα θα έχτιζε τη συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ. Θα βόλευε και το ΠΑΣΟΚ και γενικότερα το σύστημα, ένα ΚΚΕ που θα χαρακτηριζόταν από ασυνέπεια λόγων και έργων, που θα συμμετείχε στις «προοδευτικές πλειοψηφίες», βοηθώντας στον εγκλωβισμό λαϊκών μαζών.

Ο Συνασπισμός δε διστάζει να ενταχθεί στη συκοφαντική επίθεση, στην προβοκάτσια που έχει στηθεί από κοινού με ΝΔ και ΠΑΣΟΚ για δήθεν συνεργασίες του ΚΚΕ με τη ΝΔ, κάτω από το τραπέζι. Η «Αυγή» έχει πρωταγωνιστήσει στην αναπαραγωγή όλης αυτής της λάσπης. Αυτή η στάση του Συνασπισμού ρίχνει νερό και στο μύλο της ΝΔ, που προβοκάρει προβάλλοντας τη δήθεν συνεργασία με το ΚΚΕ προσπαθώντας σε τοπικό επίπεδο να λεηλατήσει ψήφους από φτωχά λαϊκά στρώματα. Ρίχνει νερό στο μύλο του ΠΑΣΟΚ βγάζοντάς το από τη δύσκολη θέση που το έχει φέρει η ταύτισή του με τη ΝΔ και η πίεση που νιώθει από την αποδοχή των θέσεων και της στάσης του ΚΚΕ από φτωχά λαϊκά στρώματα.

Σε τελευταία ανάλυση, θέσεις και τακτική του Συνασπισμού είναι που τον πηγαίνουν με τις αστικές πολιτικές δυνάμεις ενάντια στην εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα, ακόμα και στο πλαίσιο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.


Νίκος ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Μέλος της Ιδεολογικής Επιτροπής της ΚΕ του ΚΚΕ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ